Δολοφονία Στεφανάκου: Τα «συμβόλαια θανάτου» που αλλάζουν τη νύχτα

«Υπολογίζω τους πάντες αλλά δεν φοβάμαι τίποτα», είχε δηλώσει στην τελευταία του συνέντευξη, τον Φεβρουάριο του 2017, ο Βασίλης Στεφανάκος. Σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, ο για τους φίλους τους «άρχοντας της νύχτας» και για τον νόμο «αρχηγός της Greek Mafia» πέφτει νεκρός από 22 σφαίρες Kalashnikov έξω από το πατρικό του σπίτι.

Ρεπορτάζ: Κώστας Παπαδόπουλος

Οι αστυνομικοί της Υποδιεύθυνσης Εγκλημάτων Κατά Ζωής αναζητούν τους φυσικούς αυτουργούς στα «πληρωμένα πιστόλια», ποινικούς δηλαδή που αναλαμβάνουν να εκτελέσουν «συμβόλαια θανάτου» για λογαριασμών νονών της νύχτας. Βέβαια, γνωρίζουν ότι αυτό συγκεντρώνει ελάχιστες πιθανότητες. Ο Βασίλης Στεφανάκος ήταν ένας από τους πιο τους δύσκολους «στόχους» και ίσως το πιο «βαρύ» όνομα της αθηναϊκής νύχτας. Η ψυχραιμία στην προσέγγιση του «στόχου», η εκτέλεση με Kalashnikov (σ.σ. ένα όπλο που «κλωτσάει» πολλές φορές) από τόσο κοντινή απόσταση και κυρίως το «βαρύ» όνομα του 58χρονου πρώην βαρυποινίτη, οδηγούν τις έρευνες της ΕΛ.ΑΣ. στο σενάριο των «εισαγόμενων» εκτελεστών. Εκτελεστές από την Αλβανία ή κάποια χώρα του πρώην ανατολικού μπλοκ, με εμπειρία στα πεδία μαχών – και όχι μόνο.

Καταδικασμένος σε κάθειρξη 21 ετών και 3 μηνών για ηθική αυτουργία σε δολοφονία που φέρεται να διέπραξε στις 26 Αυγούστου 2006 ο Αλκέτ Ριζάι, σε καφενείο στο Περιστέρι, αλλά και για ηθική αυτουργία στην απόδραση των Ριζάι – Παλαιοκώστα από τις φυλακές Κορυδαλλού, ο Βασίλης Στεφανάκος τον Αύγουστο του 2016, κάνοντας χρήση των ευνοϊκών όρων του νόμου Παρασκευόπουλου, αποφυλακίζεται και έκτοτε οι αστυνομικοί αποκτούν ακόμη έναν «πονοκέφαλο». Άνθρωπος σκληρός, με τον δικό του κώδικα αξιών, έντονα συγκρουσιακός, είχε «ανοικτούς λογαριασμούς» με άλλα «βαριά» ονόματα της νύκτας. Ο ίδιος φρόντιζε να παίρνει πάντα τα μέτρα του, έχοντας στο πλευρό του δύο άτομα της εμπιστοσύνης του δίκην σωματοφυλάκων και κινούμενος με ένα από τα δύο θωρακισμένα αυτοκίνητά του (ένα τζιπ Mercedes και μία 5αρα BMW).

Το μοιραίο λάθος

Στο Χαϊδάρι, τη γειτονιά του, ήταν πιο χαλαρός. Ίσως και να πίστευε ότι δεν θα τολμούσε κανείς να τον «χτυπήσει» εκεί. Αυτό ίσως και να ήταν το μοιραίο λάθος του, καθώς κατέβηκε μόνος του στο αυτοκίνητο και πριν προλάβει κλειδώσει τις πόρτες ήρθε πρόσωπο με πρόσωπο με τον επίδοξο δολοφόνο του. Οι δράστες γνώριζαν καλά το πού και πώς κινείται. Οι αναβάτες της λευκής μηχανής μεγάλου κυβισμού –κλεμμένη από την περιοχή της Ηλιούπολης τον Δεκέμβριο του 2017– προσέγγισαν τη θωρακισμένη BMW. Ο συνεπιβάτης άνοιξε την πόρτα του συνοδηγού και το Kalashnikov του «ξέρασε» συνολικά 29 σφαίρες (22 καρφώθηκαν στο κορμί του), κόβοντας το νήμα της ζωής του Βασίλη Στεφανάκου. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι στην περιοχή υπήρχε και υποστηρικτική ομάδα, σε περίπτωση που κάτι πήγαινε στραβά και γίνονταν ανταλλαγή πυροβολισμών, ενώ υπάρχουν πληροφορίες και για «παρατηρητή» που μόλις είδε τον 58χρονο να πλησιάζει το αυτοκίνητο του ειδοποίησε την ομάδα κρούσης.

Ο Βασίλης Στεφανάκος ήταν ίσως ο πιο πολιτικοποιημένος από τους ποινικούς κρατούμενους των σωφρονιστικών καταστημάτων. Έδινε συνεντεύξεις σε (λίγους) δημοσιογράφους για την κατάσταση στις φυλακές, την πολική και οικονομική ζωή του τόπου. Διέθετε, μάλιστα, και προσωπικό ιστολόγιο στο οποίο φρόντιζε συχνά πυκνά να αναρτά τις σκέψεις του.

Οι λογαριασμοί που έκλεισαν(;) με αίμα

Είναι σίγουρο πως η δολοφονία του Β. Στεφανάκου θα αλλάξει την εικόνα της αθηναϊκής νύχτας, με το όνομά του να προστίθεται στον κατάλογο «σκληρών» της νύχτας που βρήκαν τον θάνατο από πληρωμένους δολοφόνους, όπως αυτοί που ακολουθούν:

Θέμης Παπαμάλης: Για τους αστυνομικούς της Ασφάλειας ήταν ο μεγαλύτερος Έλληνας βομβιστής που έδρασε για σχεδόν δύο δεκαετίες, μέχρις ότου πέσει νεκρός. Σκληρός κακοποιός και αρχηγός μιας ομάδας πρώην μελών της Μονάδας Υποβρυχίων Καταστροφών, οι οποίοι μετά τη θητεία τους εντάχθηκαν στο οργανωμένο έγκλημα της χώρας μας, είχε δώσει «παρών» ακόμη και στον εμφύλιο πόλεμο της πρώην Γιουγκοσλαβίας στο πλευρό παραστρατιωτικών οργανώσεων. Η 19η Φεβρουαρίου 2000 ήταν η τελευταία μέρα του στη ζωή, καθώς πέφτει νεκρός έξω από το σπίτι του στην περιοχή της Πετρούπολης, έχοντας πρώτα δεχτεί 19 σφαίρες.

Νίκος Γρηγοράκος: Ο Μανιάτης αρχινονός των νοτίων προαστίων πίνει τον καφέ του απέναντι από τα δικαστήρια της πρώην σχολής Ευελπίδων, όπου ο πατέρας του –Βασίλης Γρηγοράκος– απολογείται για υπόθεση ναρκωτικών. Μία μηχανή μεγάλου κυβισμού σταματά απέξω και μπροστά στα μάτια ανυποψίαστων περαστικών ανοίγει πυρ εναντίον του «Nick the Greek», πετυχαίνοντας τον πολλές φορές στο κεφάλι και στο σώμα. Η δολοφονία του, στις 7 Ιουνίου 2000, αλλάζει την εικόνα της αθηναϊκής νύχτας και «χρεώνεται» σε πάλαι ποτέ συνεργάτη και «εισπράκτορα» της φαμίλιας. Σχεδόν ένα μήνα αργότερα, στις 15 Ιουλίου 2000, πέφτει νεκρός στην παραλιακή λεωφόρο και ο πατέρας του, Βασίλης Γρηγοράκος. Δύο αναβάτες μηχανής μεγάλου κυβισμού, με κράνη, τον περιμένουν στην λεωφόρο Βουλιαγμένης, σε ένα δρομολόγιο που ο ίδιος έκανε σχεδόν καθημερινά. Όταν περνάει από το σημείο με το τζιπ αυτοκίνητό του και συνοδηγό τη σύζυγό του, η μοτοσυκλέτα φτάνει δίπλα του και τον πυροβολούν μέχρι να πέσει νεκρός πάνω στο τιμόνι.

Θέμης Καλαποθαράκος: Ο πιο σκληρός της παλιάς γενιάς των νονών της αθηναϊκής νύχτας, κατάφερε να πυροβολήσει 18 φορές εναντίον των εκτελεστών του πριν πέσει νεκρός από 60 σφαίρες που δέχτηκε, στις 25 Ιουλίου 2000. Το όνομά του είχε εμπλακεί σε δολοφονίες και μία απαγωγή, ενώ το μοιραίο για εκείνον βράδυ επέστρεφε με το τζιπ της μητέρας του από το πολυτελές εξοχικό του στο Σχοινιά. Οι πληρωμένοι εκτελεστές τον περίμεναν στη λεωφόρο Ποσειδώνος, λίγα μέτρα μακριά από τη βίλα του, ενώ με το που το βλέπουν ανοίγουν πυρ με Kalashnikov και ένα πιστόλι «γαζώνοντας» το αυτοκίνητο. Ο Καλαποθαράκος προσπάθησε να ξεφύγει και πυροβόλησε πολλές φορές εναντίον των αγνώστων, ωστόσο όταν βγήκε από το αυτοκίνητό του και σε μια προσπάθεια να σωθεί, έπεσε στο έδαφος από τα βαριά τραύματά του με τους εκτελεστές του να του δίνουν τις χαριστικές βολές. Η δολοφονία του ήταν το πιο ξεκάθαρο μήνυμα για τις ανακατατάξεις που είχαν ξεκινήσει στον χώρο. Παλαιότερα είχε γλιτώσει από συμπλοκή με τον πρώην ΕΚΑΜίτη, Ηρακλή Νικολόπουλο, ο οποίος εισέβαλε σε νυχτερινό κέντρο της παραλιακής και άνοιξε πυρ τραυματίζοντας τον Καλαποθαράκο και σκοτώνοντας έναν άλλο νονό της νύχτας, τον Γιώργο Φραγκογιάννη.

Γιώργος Αυτιάς: Το ημερολόγιο δείχνει 29 Ιουνίου 2007 και ο ιδιοκτήτης καφετέριας στην περιοχή της Καλλίπολης Πειραιά έχει μόλις παρκάρει το τζιπ του μπροστά από το μαγαζί. Μέσα στο όχημα είναι και η μητέρα του. Ένας άνδρας, ο οποίος προσποιείται ότι κάνει τζόκινγκ, εμφανίζεται στη συμβολή των οδών Σαλαμινομάχων & Σοφοκλέους, πλησιάζει τον Γιώργο Αυτιά από πίσω και τον πυροβολεί τέσσερις φορές στο κεφάλι και το σώμα. Στη συνέχεια ανοίγει πυρ και εναντίον περαστικών που επιχειρούν να βοηθήσουν τον Αυτιά, ενώ διαφεύγει με τη βοήθεια του συνεργού του με μηχανή μεγάλου κυβισμού. Δύο χρόνια αργότερα, πιθανότατα οι ίδιοι ηθικοί αυτουργοί, δίνουν εντολή και εκτελείται εν ψυχρώ η γυναίκα του Αυτιά, Μαρία Καφιέρη. Η τελευταία πήγαινε επίσκεψη σε φιλικό της σπίτι και σταμάτησε να πάρει γλυκά σε πολύ γνωστό ζαχαροπλαστείο του Πειραιά, έχοντας γυρισμένη την πλάτη της στην πόρτα. Ξαφνικά εμφανίζεται στην είσοδο ένας άντρας που φορούσε τζόκεϊ και την πυροβολεί από πίσω στο κεφάλι, σκοτώνοντάς την ακαριαία. Ήταν η πρώτη γυναίκα που έπεσε θύμα του πολέμου της νύχτας.

Γεράσιμος Μαυράκης: Ο σύντροφος της Νένας Χρονοπούλου γνώριζε ότι τον είχαν στο στόχαστρο. Η χειροβομβίδα που είχαν πετάξει μερικούς μήνες πριν στο σπίτι του, στην πλατεία Θεάτρου στον Πειραιά, προϊδέαζε για το τι θα επακολουθούσε. Γι’ αυτό και πάντα φορούσε αλεξίσφαιρο γιλέκο. Όχι, όμως, το βράδυ της 20ης Οκτωβρίου 2007. Σχεδόν ξημερώματα, ο Μαυράκης οδηγεί τη μηχανή του στην οδό Πειραιώς. Στο ύψος του Ταύρου σταματάει σε κόκκινο φανάρι. Ξαφνικά, εμφανίζεται δίπλα μια μοτοσικλέτα (χωρίς πινακίδες) με δύο επιβαίνοντες. Το άτομο που κάθεται πίσω τον σημαδεύει με πιστόλι και τον πυροβολεί τέσσερις φορές στο στήθος, ενώ για να είναι απόλυτα σίγουρος ότι το «συμβόλαιο θανάτου» εκτελέστηκε σωστά, κατεβαίνει και του ρίχνει τρεις χαριστικές βολές. Ο Μαυράκης είχε συλληφθεί το 2003 ως ύποπτος για συμμετοχή σε κύκλωμα εκβιαστών που δραστηριοποιούνταν στον Πειραιά, με τους αστυνομικούς να είναι πεπεισμένοι ότι ο εκτελεστής ήταν αλλοδαπός με εμπειρία σε εμπόλεμη ζώνη.

Αλέκος Κοσμόπουλος: Ο πόλεμος των νονών της νύχτας είναι σε πλήρη εξέλιξη και στις 8 Νοεμβρίου του 2008 εκτελείται ένα ακόμη καλοπληρωμένο «συμβόλαιο θανάτου» και μάλιστα στο κέντρο της Αθήνας. Δύο άγνωστοι που επέβαιναν σε μηχανή μεγάλου κυβισμού πλησιάζουν το αυτοκίνητο του επιχειρηματία Αλέκου Κοσμόπουλου, που ήταν σταματημένο στο φανάρι στη συμβολή της Ιεράς Οδού με τη Θηβών, και ανοίγουν πυρ εναντίον του. Οι σφαίρες πέφτουν βροχή μέχρι να τον δουν γεμάτο αίματα να ξεψυχά πάνω στο τιμόνι του αυτοκινήτου του. Ο Κοσμόπουλος είχε εκτίσει ποινή φυλάκισης για τρεις δολοφονίες, εκβιασμούς, ληστείες και άλλα αδικήματα, ενώ είχε αποφυλακιστεί το 2003. Μετά την αποφυλάκισή του δεν είχε απασχολήσει ποτέ την ΕΛ.ΑΣ., ωστόσο στην Ασφάλεια ήταν πεπεισμένοι πως οι παλιοί λογαριασμοί δεν είχαν κλείσει.

Μπάμπης Λαζαρίδης: Ο ιδιοκτήτης του νυχτερινού κέντρου «Μούσες» και σύντροφος της Αγγελικής Ηλιάδη πέφτει νεκρός από τις σφαίρες αγνώστων το βράδυ της 13ης Δεκεμβρίου 2008, μπροστά από ξενοδοχείο της Βούλας στη συμβολή της παραλιακής λεωφόρου με την οδό Αλκυονίδων. Βγαίνοντας από την κεντρική πόρτα του ξενοδοχείου λίγο μετά τα μεσάνυχτα και κρατώντας από το χέρι την εντυπωσιακή τραγουδίστρια, ο Λαζαρίδης κατευθύνθηκε προς το τζιπ του για να πάνε στις «Μούσες». Τότε, δύο άνδρες εμφανίστηκαν πίσω από θάμνους, τον σημάδεψαν με Kalashnikov και άνοιξαν πυρ εναντίον του, πετυχαίνοντάς τον έξι φορές στο στήθος και την κοιλιά. Από θραύσμα σφαίρας τραυματίζεται στο πόδι και η Αγγελική Ηλιάδη, που θα μείνει για αρκετούς μήνες σε αναπηρικό καροτσάκι. Οι αστυνομικοί της Ασφάλειας συνέλλεξαν 20 κάλυκες από το σημείο. Χρόνια αργότερα η μητέρα του Λαζαρίδη θα πει ότι το «συμβόλαιο θανάτου» του γιου της εκτελέστηκε από ξένους δολοφόνους με κόστος πάνω από 300.000 ευρώ, μία άποψη που θα βρει σύμφωνη και την ΕΛ.ΑΣ.

Γιώργος Αναγνωστόπουλος: Μέρα μεσημέρι σε πολυσύχναστο σημείο της Αθήνας, πέφτει νεκρός από τις σφαίρες αγνώστων εκτελεστών ο επιχειρηματίας νυχτερινών κέντρων, Γιώργος Αναγνωστόπουλος. Το ημερολόγιο δείχνει 10 Ιουνίου 2009, η κίνηση στην οδό Βεΐκου στο Γαλάτσι είναι αυξημένη και το ραντεβού του, με τον τραγουδιστή Αλέκο Ζαζόπουλο, σε καφετέρια που διατηρούσε ο Αναγνωστόπουλος στην περιοχή δεν θα γίνει ποτέ. Καθώς ετοιμάζεται να μπει στο μαγαζί, εμφανίζονται δύο εκτελεστές και οι σφαίρες από Kalashnikov και ένα πιστόλι των 9mm πέφτουν βροχή, πριν προλάβουν οι συνεργάτες του επιχειρηματία να αντιδράσουν. Οι δράστες έφυγαν τρέχοντας προς την οδό Ανδριτσαίνης, όπου επιβιβάστηκαν σε μηχανή μεγάλου κυβισμού και εξαφανίστηκαν. Ο απλός κόσμος που βρίσκονταν εκείνη την ώρα μέσα στο μαγαζί παθαίνει αμόκ, ενώ από θαύμα δεν υπήρξαν άλλα θύματα. Ο Αναγνωστόπουλος, από τους πιο «σκληρούς» της αθηναϊκής νύχτας, είχε γλιτώσει από δύο απόπειρες εναντίον του. Μία στις 25 Μαρτίου 2006 στο σπίτι του στην Καλογρέζα με χειροβομβίδα και μία στις 24 Φεβρουαρίου 2008 στους Αγίους Αναργύρους.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα