Πανηγυράκι αλλοδαπής μορφής…  

EUROVISION

Άλλες χρονιές ο τελικός για την επιλογή του τραγουδιού που θα στείλει η Ελλάδα στον διαγωνισμό της Eurovision θα αποτελούσε μέγα τηλεοπτικό γεγονός που θα προσέλκυε τη μεγάλη μερίδα των νοικοκυραίων, με τα μηχανάκια που μετρούν την τηλεθέαση. Δεν ήταν, όμως, τέτοια χρονιά η φετινή. Μόλις 7% η τηλεθέαση και ακόμη πιο κάτω η ποιότητα αυτού που παρακολουθήσαμε, τόσο μουσικά όσο και αισθητικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν καλά-καλά τελειώσει το δίωρο σόου που μετέδιδε η ΕΡΤ1, στα social media στήθηκε τρελό πάρτι τόσο με τη φτωχική –δικαιολογημένα θα πούμε εμείς– παραγωγή όσο και με τις στυλιστικές επιλογές της παρουσιάστριας.

Θα ήταν, ωστόσο, άδικο να σταθούμε σε λεπτομέρειες και να μην αναλογιστούμε γιατί πασχίζει η Ελλάδα κάθε χρόνο να διακριθεί όχι με μεγάλη επιτυχία –αν εξαιρέσει κανείς μερικές σποραδικές διακρίσεις και φυσικά την πρωτιά του 2005– σε έναν διαγωνισμό τραγουδιού που ούτε διαγωνισμός μοιάζει πλέον να είναι ούτε το τραγούδι προωθεί.

Τον Μάιο του 2014 η ηλεκτρονική έκδοση της βρετανικής εφημερίδας «Telegraph» ανάρτησε ένα βιντεοκλίπ με αποσπάσματα διαγωνισμών της Eurovision στο οποίο αποτυπωνόταν το πόσο οι πολιτικές ισορροπίες κάθε εποχής επηρέαζαν το αποτέλεσμα της διαδικασίας. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα που έχουν και ελληνικό ενδιαφέρον είναι αυτά του 2004 και του 2010. Το 2004 κέρδισε η Ουκρανή Ρουσλάνα νικώντας τον Σάκη Ρουβά που από φαβορί κατετάγη τρίτος. Η «Telegraph» θυμίζει πως ήταν η χρονιά που έλαβε χώρα η πέμπτη στη σειρά διεύρυνση της Ε.Ε. προς ανατολάς, υποδεχόμενη μεταξύ άλλων στους κόλπους της την Εσθονία, τη Λετονία και τη Λιθουανία, επομένως δεν ξενίζει ότι η πλάστιγγα της ψηφοφορίας έγειρε υπέρ της Ουκρανίας. Το 2010, πάλι, είναι η χρονιά που η Ελλάδα εισέρχεται στον αστερισμοί των μνημονίων με τη Γερμανία να τίθεται επικεφαλής της διαδικασίας ένταξης της χώρας μας σε πρόγραμμα διάσωσης. Εκείνη τη χρονιά, λοιπόν, η φίλη «διασώστρια» Γερμανία κερδίζει αναπάντεχα τη Eurovision με ένα ποπ τραγουδάκι του συρμού που ερμήνευσε η 19χρονη τότε Λένα Μέγιερ-Λάντρουτ.

Αυτά στο διαγωνιστικό κομμάτι, διότι από καλλιτεχνικής απόψεως ούτε λόγος. Κάθε χρόνο οι διαγωνιζόμενες χώρες προσπαθούν να επιλέξουν το μουσικό μοτίβο που θα τους φέρει πιο ψηλά στην κατάταξη: άλλοτε μια γλυκανάλατη μπαλάντα, άλλοτε ένα χορευτικό χιτάκι που θα ακουστεί στις παραλίες, πάντοτε όμως με μουσική φασόν –βγαλμένη θαρρείς από ηλεκτρονικό υπολογιστή– και σε άπταιστη αγγλική. Αυτό όμως απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί ως καλοδεχούμενη μουσική συνάντηση πολιτισμών, όπου κάθε χώρα αφήνει να διαχυθούν από το πεντάγραμμο η κουλτούρα της, τα ακούσματά της, η ντοπιολαλιά της. Είναι μια φαντασμαγορική καλοστημένη μπίζνα, για ποπ κορν και μπύρες στον καναπέ, αλλά και για τις δισκογραφικές που θα έχουν εύπεπτο μουσικό υλικό να πλασάρουν κάθε καλοκαιρινή σεζόν που ακολουθεί τον μαγιάτικο διαγωνισμό.

Αυτό κάνουν οι υπόλοιποι, αυτό κάνει και η Ελλάδα, αλλά δεν είναι και για να το υπερηφανευόμαστε. Γιατί μπορεί το 2005 η Έλενα Παπαρίζου να το έφερε το… τιμημένο στην Ελλάδα, αλλά τη μεγάλη αλήθεια μάλλον την είχε πει αρκετά χρόνια πριν –το 1993– πάλι στη Eurovision η Καίτη Γαρμπή τραγουδώντας «τη μια μας παίζουν ροκ, την άλλη τσιφτετέλι, παιδιά του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, μας ξεγελάνε με σεκλέτι και μεράκι, πνεύμα αθάνατο, σε τρώει το σαράκι». Και ένατη που είχε βγει, καλά ήταν…

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα