Σοφία Καψούρου: «Όταν ο έρωτας συναντά την τέχνη, έπεται έκρηξη»

Τι το κοινό μπορεί να έχει ο Ραφαήλ με τον Αμεντέο Μοντιλιάνι, πέραν του ότι και οι δύο ζωγράφοι ήταν Ιταλοί; Η Σοφία Καψούρου μας απαντά μέσα από τις σελίδες του υπέροχου βιβλίου της «Ερωμένες στον Καμβά» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Sestina: «Αγαπήθηκαν μέχρι θανάτου».

%cf%83%ce%bf%cf%86%ce%b9%ce%b1-%ce%ba%ce%b1%cf%88%ce%bf%cf%85%cf%81%ce%bf%cf%85-%cf%86%cf%89%cf%84%ce%bf-1Οι «Ερωμένες στον Καμβά» έγινε και το πρώτο θεατρικό έργο της συγγραφέως και ηθοποιού, που σε σκηνοθεσία Παναγιώτη Παναγόπουλου συνεχίζει την πετυχημένη πορεία του για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, βρίσκοντας στέγη στον Πολυχώρο VAULT. Μια παράσταση για την τέχνη του έρωτα και τον έρωτα της τέχνης… Ένας ύμνος στον έρωτα και τη γυναίκα. Έναν έρωτα-ελεγεία που ενέπνευσαν οι δύο αυτοί σπουδαίοι ζωγράφοι στις ερωμένες τους, τη Φορναρίνα και τη Ζαν αντίστοιχα, για τον οποίο μας μίλησε η ίδια η Σοφία Καψούρου, ξετυλίγοντας το δέος της μέσα από τον ρομαντισμό της.

 

Ιχνηλατώντας… με την Καίτη Νικολοπούλου

eromenes-2

√ Ζωγράφος, συγγραφέας, σκηνοθέτις, ηθοποιός… Πώς διαχειρίζεται όλα αυτά σε ένα σώμα, μια ψυχή, ένας καλλιτέχνης;

«“Ποια τάχα φουρτούνα φουρτούνιαζε μέσα μου / και ποια ανεμοζάλη… Μια πίκρα είν’ αμίλητη, μια πίκρα είν’ αξήγητη, / μια πίκρα μεγάλη”», γράφει ο Παλαμάς και μας δίνει την απάντηση. Θύελλα και ορμή εντός μου. Εγώ δεν είμαι ζωγράφος, αλλά για το συγκεκριμένο έργο έπρεπε να μπω στο σώμα και τον κόσμο των ζωγράφων. Η ανάγκη έκφρασης, να θες να πεις κάτι σαν να είναι η πρώτη φορά που μιλάς όπως νεογέννητος, σαν να είναι η τελευταία φορά που μιλάς όπως ετοιμοθάνατος, αυτό είναι η αρχή όλων. Να έχεις να πεις κάτι. Κάτι σημαντικό. Μπορεί να είναι απλό, μπορεί να είναι παράξενο. Αλλά οφείλει να είναι σημαντικό. Ζήτημα ζωής και θανάτου. Για σένα πρωτίστως. Έτσι οι διάφορες τέχνες μπλέκονται μέσα στον άνθρωπο-δημιουργό όπως οι αρτηρίες και οι φλέβες στο σώμα και την ψυχή του».

√ Το να ασχοληθείτε με την πραγματική ιστορία των δύο γυναικών που η ζωή τους επηρεάστηκε από τους διάσημους εραστές τους απαιτεί βαθιά ιστορική έρευνα και απέραντη ψυχική δύναμη. Πώς το αντέξατε;

«Είχα ένα αγαπημένο παιχνίδι όταν ήμουν μικρή και πήγαινα στη γιαγιά και στον παππού μου, στο χωριό. Ένα μεταλλικό ανάποδο γιώτα, μια μαγκουρίτσα τριάντα εκατοστών με σουβλερή άκρη. Σκαλιστήρι κήπου. Το έπιανα από την καμπυλωτή λαβή, το κάρφωνα στο χώμα και έσκαβα. Με κυκλικές κινήσεις. Βαθιά. Για ώρες. Ποτέ δεν έβρισκα τίποτα, καμιά πετρούλα ίσως. Αλλά μου άρεσε πολύ. Είχα γεμίσει το περιβόλι του παππού μου με μικρές τρύπες. Όχι γιατί αναζητούσα το μέγα εύρημα. Αλλά γιατί μου άρεσε η διαδικασία. Του σκαλίσματος. Αυτό έκανα και με τις “Ερωμένες στον Καμβά”. Σκάλισα την Ιστορία της Μεγάλης Ζωγραφικής αλλά ταυτόχρονα σκάλισα και μέσα μου. Δεν ήταν εύκολο. Ήταν επίπονο, κοπιαστικό. Γιατί μπορεί ο Ραφαήλ να έχει πεθάνει εδώ και πεντακόσια χρόνια, αλλά για μένα είναι Ιστορία. Κι εγώ την Ιστορία τη σέβομαι. Δεν την παραμορφώνω όπως με βολεύει. Παρατηρώ, ερευνώ, επαληθεύω. Και φαντάζομαι. Όσα δε φαίνονται, δε λέγονται, δεν εξηγούνται. Τα μαθηματικά θέλουν φαντασία. Και το θέατρο είναι μαθηματικά».

%cf%83%ce%bf%cf%86%ce%b9%ce%b1-%ce%ba%ce%b1%cf%88%ce%bf%cf%85%cf%81%ce%bf%cf%85-%cf%86%cf%89%cf%84%ce%bf-2

√ Διάσημοι ζωγράφοι υπήρξαν πολλοί. Γιατί επιλέξατε να ασχοληθείτε με τον Ραφαήλ και τον Μοντιλιάνι;

«Με ενδιαφέρει πολύ η εξέλιξη της γυναίκας μούσας μέσα από την τέχνη. Γιατί τα γυναικεία πορτρέτα, καθώς περνάνε τα χρόνια, γίνονται θλιμμένα γυναικεία πορτρέτα… Γιατί τα μάγουλα βαθαίνουν, τα σώματα αποστεώνονται, τα μάτια σκοτεινιάζουν. Πώς αποτυπώνεται η εποχή στο λαιμό της γυναίκας, στους ώμους της, στους καρπούς της… Ο Ραφαήλ και ο Μοντιλιάνι είναι δύο ζωγράφοι στους οποίους διακρίνω συγγένεια στον τρόπο που απεικονίζουν τη γυναίκα στη στιγμή της έκστασης και της απόλυτης γαλήνης. Οι μαντόνες του Ραφαήλ και τα γυμνά του Μοντιλιάνι έχουν μια αυτάρκεια που μόνο στο θάνατο τη συναντά κανείς. Και στον έρωτα. Όχι στον έρωτα ως ιδέα αλλά στον έρωτα ως πράξη. “Τα γυμνά του Μοντιλιάνι είναι οι καρποί της Αναγέννησης”, θα γράψουν οι εφημερίδες της εποχής.

»Ιταλοί και οι δύο, πέθαναν στην ίδια ηλικία. Ο ένας έχοντας τα πάντα κι ο άλλος έχοντας το τίποτα. Ο ένας είχε το Βατικανό στα πόδια του και τον άλλον τα πόδια του δεν τον κρατούσαν. Δυο μεγαλοφυΐες που δεν πρόλαβαν να ζήσουν. Πρόλαβαν όμως να αλλάξουν τον κόσμο. Και την Ιστορία. Ζωγραφίζοντας γυναίκες. Ποιες ήταν οι γυναίκες αυτές; Πώς τις έλεγαν; Ελάχιστοι ξέρουν. Ξέρουν πώς μοιάζουν αλλά δεν ξέρουν πώς τις λένε. Το όνομά τους. Το όνομα του πατέρα τους. Το όνομα του πατέρα του πατέρα τους. Το πατρικό της μητέρας τους. Γυναίκες που εκτίθενται στα μουσεία. Γυναίκες που πωλούνται εκατομμύρια στον τρίτο χτύπο του σφυριού. Η Φορναρίνα και η Ζαν δεν έχουν τίποτε κοινό. Παρά μόνο την κακή τους τύχη. Να αγαπήσουν μια μεγαλοφυΐα. Ο Μοντιλιάνι πέρασε πολλές νύχτες αντιγράφοντας σχέδια του Ραφαήλ, προσπαθώντας να τελειοποιήσει την τεχνική του, την προσωπική του γραμμή, την τόσο λιτή και τόσο μοναδική και ο Ραφαήλ πέρασε διπλάσιες νύχτες προσπαθώντας να σχεδιάσει το καινούριο, το πρωτότυπο, να ανατρέψει τις γραμμές των δασκάλων του, κυνηγώντας ίσως το άπιαστο για την εποχή, τη γραμμή του Μοντιλιάνι. Οι μεγάλοι καλλιτέχνες συναντιούνται. Στα όνειρά τους».

√ Τι ήταν εκείνο που σας κέντρισε τόσο στη ζωή της Ιταλίδας Φορναρίνα ως ερωμένης του Ραφαήλ όσο και της Γαλλίδας Ζαν Εμπιτέρν ως ερωμένης του Μοντιλιάνι;

«Τα μάτια τους. Στα μάτια τους είδα τη ζωή τους. Η Φορναρίνα –έτσι όπως την έχει ζωγραφίσει ο Ραφαήλ– έχει ένα βλέμμα λάγνο, απλοϊκό, διαβολικά νικηφόρο. Η Ζαν Εμπιτέρν έχει το βλέμμα του απειλούμενου ελαφιού. Σε κοιτάει μ’ ένα φόβο και μια περηφάνια ανυπότακτη. Όταν σε κοιτάει… Όταν ο Μοντιλιάνι της έχει επιτρέψει τα μάτια. Μπορεί να λείπουν τα μάτια στα πορτρέτα του Μοντιλιάνι, αλλά ποτέ δε λείπει το βλέμμα. Ερευνώντας τις ιστορίες των δύο γυναικών, με κέντρισε ακόμα περισσότερο ότι αυτή η στιγμιαία αποτύπωση των βλεμμάτων τους ήταν και η ζωή τους όλη. Η Φορναρίνα επιβιώνει, η Ζαν αυτοκτονεί. Αλλά και οι δύο ερωτεύτηκαν. Άνευ ορίων και άνευ όρων».

eromenes-1

√ Όταν ο έρωτας συναντά την τέχνη έπεται και η τραγικότητα, όπως συνέβη με τις μούσες των Ραφαήλ και Μοντιλιάνι;

«Υπάρχουν ζευγάρια καλλιτεχνών που έζησαν αυτοί καλά… Υπάρχουν; Για εμένα έρωτας ισούται με τραγικότητα, έρωτας και τέχνη… με τραγικότητα στο τετράγωνο. Αν έχεις μέσα σου τη σπίθα της τέχνης, τη φωτιά θα τη βάλεις. Ο άνεμος είναι ο έρωτας. Και οι φωτιές θεριεύουν με τον άνεμο. Η ευτυχία είναι σύμβαση, είναι μια επινόηση του ανθρώπου να συμβιβαστεί με τη θνητή του φύση. Ένα ψέμα που είπαμε στον εαυτό μας και μας γύρισε μπούμερανγκ. Η τραγικότητα είναι η αλήθεια. Οι τρεις αρχαίοι τραγικοί αυτό μας άφησαν κληρονομιά. Δε μας είπαν παραμύθια, την αλήθεια μας είπαν. Όταν ο έρωτας συναντά την τέχνη, έπεται έκρηξη. Συντρίμμια. Θηριωδίες. Όχι ανταλλαγές όρκων ενώπιον κληρικών και δημάρχων. Τα μεγάλα πάθη είναι η συντέλεια του κόσμου. Κι ο άνθρωπος κάνει τα πάντα για να τα αρνηθεί και να καθυστερήσει τη συντέλεια. Όσο μπορεί… Όπως μπορεί… Γίνεται γελοίος γι’ αυτό και συμπαθής. Γι’ αυτό και υπέροχος».

√ Εάν τοποθετούσαμε τη Φορναρίνα και τη Ζαν στη σημερινή εποχή, αντί της Αναγέννησης και του Παρισιού των μποέμ, θα είχε το ίδιο πάθος και εξέλιξη ο έρωτά τους;

«Όσο κόβεις το ανθρώπινο δέρμα και τρέχει αίμα, τόσο ο έρωτας θα παραμένει ίδιος και στην Αναγέννηση και στο Παρίσι των μποέμ και στο σήμερα. Δείξτε μου τον πρώτο άνθρωπο που θα κοπεί και δεν θα τρέξει αίμα και τότε θα σας πω: “Ο έρωτας πέθανε”. Δεν λείπουν οι Φορναρίνες και οι Ζαν στη σημερινή εποχή, ο Ραφαήλ και ο Μοντιλιάνι λείπουν».

eromenes-6

√ Επιλέξατε να ενσαρκώσετε ως ηθοποιός τη Ζαν. Γιατί;

«Γιατί η Ζαν είμαι εγώ. Και δεν είμαι. Είμαι μια ηθοποιός στο δικό μου αυτοβιογραφικό θεατρικό έργο”, γράφει η ποιήτρια Ανν Σέξτον και συνεχίζει: “Όταν δουλεύω ένα ποίημα αναζητώ την αλήθεια. Μπορεί να είναι η ποιητική αλήθεια, που δεν είναι απαραίτητα αυτοβιογραφική ούτε αντικειμενική”. Η αλήθεια της Ζαν είναι η δική μου αλήθεια. Η Ζαν είναι η μάσκα, εγώ είμαι το στόμα και το βλέμμα, εγώ είμαι η χειρονομία και η παύση. Αλλά η Ζαν υπάρχει και χωρίς εμένα. Κι αυτό είναι το μεγαλειώδες. Μπορεί να συναντιόμαστε σε ομόκεντρες περιοχές, μπορεί να μοιάζουμε σε θέματα ανατροφής αλλά και ηθικών/ανήθικων ακροτήτων, αλλά η Ζαν είναι το υπερκείμενο του πόθου. Τη βρίσκω και τη χάνω κάθε μέρα, κάθε στιγμή είτε έχω παράσταση είτε δεν έχω. Ενσαρκώνω τη Ζαν γιατί δεν έχω σώμα να φορέσω. Και το σώμα της έχει κάτι τρυφερό όπως το βελούδο».

 %cf%83%ce%bf%cf%86%ce%b9%ce%b1-%ce%ba%ce%b1%cf%88%ce%bf%cf%85%cf%81%ce%bf%cf%85-%cf%86%cf%89%cf%84%ce%bf-3

√ Τι συναισθήματα σας δημιούργησε η πρώτη παράσταση του έργου σας «Ερωμένες στον Καμβά»; Περιμένατε τόσο μεγάλη επιτυχία;

«Συστήθηκα στο θεατρικό κοινό με τις “Ερωμένες στον Καμβά”. Από το πουθενά, χωρίς πριν να έχω κάνει κάτι, να έχω παίξει κάπου, να έχω σκηνοθετηθεί από έναν έμπειρο σκηνοθέτη. Δεν έχω συμμετάσχει ποτέ σε σεμινάρια συγγραφής, δεν ξέρω πώς είναι να διδάσκεσαι. Τέντωσα ένα σχοινί, πάτησα πάνω του και είπα “92,785,643,999 ερωμένες”. Την πρώτη φράση του έργου. Κι ένιωσα τα μάτια να στηλώνονται και τις ανάσες να κόβονται. Και μετά τα γέλια. Και μετά τα δάκρυα. Των θεατών. Με τις “Ερωμένες στον Καμβά” έχω γευτεί το συναίσθημα της χαράς, της ευγνωμοσύνης, της ηθικής ικανοποίησης, της μέθεξης. Θα σας εκμυστηρευτώ κάτι. Εγώ, ως άνθρωπος, δεν έχω ταλέντο στη χαρά. Μελαγχολώ και σκοτεινιάζω. Ίσως να μη φαίνεται γιατί έχω ένα γλυκό χαμόγελο για όλους, χαίρομαι να χαμογελώ στους ανθρώπους, χαίρομαι τους ανθρώπους. Ούτε το ένα εκατοστό της επιτυχίας των Ερωμένων δεν περίμενα! Όμως η πρώτη παράσταση, τεσσεράμισι χρόνια πριν, μου αποκάλυψε κάτι. Μου αποκάλυψε ότι αυτό το κείμενο έχει κύτταρο ισχυρό. Μου αποκάλυψε ότι το κείμενο των  Ερωμένων έχει μια δυναμική στον κόσμο, μια αυθύπαρκτη δυναμική που συνδέει συγγραφέα, ήρωα, ηθοποιό και κοινό. Αυτό ένιωσα στην πρώτη παράσταση. Αυτό επαληθεύεται σε κάθε παράσταση κι ας έχουν περάσει κοντά πέντε χρόνια. Τώρα έχω και το αίσθημα ευθύνης. Για το επόμενο βήμα. Η επιτυχία δεν είναι ζαριά. Δεν πιστεύω στην τύχη. Πιστεύω στη δουλειά. Στα ξενύχτια μου. Όταν για μήνες δεν είχα υπολογιστή κι έγραφα στο χέρι. Στους κόμπους των δαχτύλων μου πιστεύω».

eromenes-4

√ Οι «Ερωμένες στον Καμβά» είναι το πρώτο σας θεατρικό έργο. Αλλά σας βρίσκουμε και στο Εθνικό Θέατρο. Θα μας πείτε λίγα λόγια γι’ αυτό το νέο άλμα στα καλλιτεχνικά δρώμενα;

«Το δεύτερο θεατρικό μου έργο με τίτλο “Σούμαν” επιλέχθηκε από το Εθνικό Θέατρο για να ανέβει στα πλαίσια του κύκλου “Συγγραφέας του Μήνα”. Πρόκειται για μία πρωτοβουλία σύστασης στο ευρύ θεατρικό κοινό τεσσάρων νέων Ελλήνων συγγραφέων και παρουσίασης των έργων τους σε μια πειραματική και πρωτότυπη παράσταση “εν εξελίξει”. Το έργο «Σούμαν» θα ανέβει σε σκηνοθεσία του μεγάλου Έλληνα σκηνοθέτη Βασίλη Νικολαΐδη για περιορισμένες παραστάσεις το μήνα Φεβρουάριο του 2017, στη Νέα Σκηνή “Νίκος Κούρκουλος”, εγκαινιάζοντας τον θεματικό κύκλο “Συγγραφέας του Μήνα”. Ο Στάθης Λιβαθινός και οι συνεργάτες του με αυτήν την απόφαση και αυτήν τη δράση παίρνουν ένα καλλιτεχνικό ρίσκο και στην περίπτωση του “Σούμαν” ένα ποιητικό ρίσκο θα έλεγα. Εμπιστεύονται ένα έργο σε στίχο, ένα έργο έμμετρο, ιδιαίτερου ύφους και θέματος, ένα πολυπρόσωπο έργο ιδιαίτερων απαιτήσεων. Εμπιστεύονται τη νεότητα. Και -γιατί όχι;-τα λάθη της. Αυτό είναι τόλμη. Είναι άνοιξη. Είναι η σφραγίδα μιας νέας εποχής στο Εθνικό Θέατρο. Τα άλματα θέλουν τόλμη. Τόλμη και πίστη ανεξάντλητη φέρει και ο Βασίλης Νικολαΐδης, ο οποίος με τιμά σκηνοθετώντας το έργο μου, το έργο μιας σχεδόν πρωτοεμφανιζόμενης συγγραφέως. Ο Βασίλης Νικολαΐδης χωρίς φόβο αλλά με πολύ πάθος μου ανοίγει την αγκαλιά της γνώσης του, της πείρας του και της αγάπης του για την ποίηση και τη μουσική. Ο Βασίλης Νικολαΐδης είναι ένας άνθρωπος που όσο πιο πολύ τον γνωρίζεις, τόσο πιο πολύ γοητεύεσαι. Ευγενής. Αυτά δεν συμβαίνουν κάθε μέρα. Συμβαίνουν μόνο στα όνειρα. Και αυτή η συνάντηση είναι όνειρο. Το ωραιότερο της ζωής μου».

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα