Φόβοι ότι θα «διπλώσουν» οι αξιολογήσεις

Όσο καθυστερεί το κλείσιμο της β΄ αξιολόγησης, καθώς ο Αλέξης Τσίπρας δεν έχει ανακαλύψει –ως νέος Κύρος Γρανάζης– ένα νέο πειστικό αφήγημα περί «υπερήφανης διαπραγμάτευσης», τόσο η οικονομία βουλιάζει και αυξάνει ο λογαριασμός των μέτρων.

Του Μιχάλη Κωτσάκου

«Η ανάγκη είναι το σωστό πολιτικό αφήγημα», τονίζουν οι αναλυτές, «που θα πρέπει να περιφέρει σαν λάβαρο η κυβέρνηση κι ακόμα δεν έχει βρεθεί». Μάλιστα, οι αναλυτές του «Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση σε Ελλάδα και Ευρώπη», Γιάννης Μαστρογεωργίου και Γιώργος Παπούλιας, επισημαίνουν με έμφαση πως «θα συνεχίζουμε την περίφημη τακτική Βαρουφάκη, περί “extend and pretend”, βάσει της οποίας παρέχεται χρηματοδότηση, ώστε να μετατεθεί η κρίση για το μέλλον και να αποσοβηθούν τα όποια προβλήματα του σήμερα».

Η αλήθεια βέβαια μάλλον αφήνει εκτεθειμένη για πολλοστή φορά την κυβέρνηση. Κι αυτό διότι υπέπεσε σε σφάλματα τακτικής. Χρησιμοποίησε τις καθυστερήσεις ελπίζοντας ότι οι Ευρωπαίοι λόγω των εκλογικών αναμετρήσεων θα αναγκαστούν να μας χαριστούν. Ταυτόχρονα, για να γίνει πιο εύπεπτη η αξιολόγηση, ζήτησε μέτρα για το χρέος, τα οποία όμως ήδη περιγράφονται στο 3ο μνημόνιο. Δεν υπολόγισε ότι η αδυσώπητη πολιτική σκοπιμότητα των δανειστών θα βάλει στην άκρη το ελληνικό πρόβλημα, με συνέπεια η χώρα να τρώει τις σάρκες της και οι δανειστές να ανεβάζουν τον λογαριασμό.

Αν σε αυτή την τακτική προσθέσουμε και τη συστηματική απουσία βούλησης να προωθήσει σειρά μεταρρυθμίσεων για τις οποίες έχει δεσμευτεί, αλλά και να αναλάβει τη λεγομένη «ιδιοκτησία του προγράμματος», τότε γίνεται αντιληπτό για ποιο λόγο για μία ακόμη φορά βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο, δίχως να υπάρχει διέξοδος διαφυγής.

Κι όπως αναφέρουν από τα τεχνικά κλιμάκια της τρόικας, η αξιολόγηση καθυστερεί γιατί δεν έχουν υλοποιηθεί τα 2/3 των προαπαιτούμενων της πρώτης αξιολόγησης, όπως παραδέχθηκε και ο βασικός διαπραγματευτής, ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος.

 

Περί αντιμέτρων…

Ημέρα με την ημέρα η κατάσταση στην οικονομία είναι ασφυκτική, και εν τούτοις η κυβέρνηση δείχνει άτολμη να κάνει το επόμενο βήμα που είναι η ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Τα αντίμετρα, που ήθελε να διαφημίσει ως τρόπαιο, αποδεικνύονται ελάχιστα και, αν έρθουν, θα έρθουν κατόπιν εορτής.

Πολλοί είναι αυτοί που λένε πως η ΔΕΗ είναι το κρίσιμο ζήτημα και προκαλούνται αντιδράσεις στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Όμως στην ελληνική κοινωνία οι αντιδράσεις είναι πολύ μικρότερες. Τουναντίον, όπως υποστηρίζουν αναλυτές, το δύσκολο ζήτημα, που είναι πολύ πιθανό να απομακρύνει κι άλλους ψηφοφόρους από τον ΣΥΡΙΖΑ, είναι το θέμα των συντάξεων.

Η κυβέρνηση θέλει η προσωπική διαφορά να αρθεί σταδιακά σε βάθος τετραετίας, αρχής γενομένης το 2020. Οι θεσμοί όμως εκτιμούν ότι τότε είναι πιθανό να υπάρχει νέα κυβέρνηση και άρα η πρόταση είναι αναξιόπιστη. Έτσι απαιτούν εδώ και τώρα το ψαλίδι, κάτι που σημαίνει ότι σε κάποιους η περικοπή θα φθάσει μέχρι και το 35%. Τι σημαίνει αυτό; Ότι ένα πολύ μεγάλο ποσό που πέφτει στην αγορά θα εξαφανιστεί, με αποτέλεσμα η ύφεση να πλήξει ακόμη περισσότερο τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, όπου εκεί κατευθύνονται στην πλειονότητά τους τα χρήματα των συνταξιούχων.

Εν τω μεταξύ, οι τράπεζες πιέζονται πλέον εμφανώς. Μία πίεση που έχει ήδη αρχίσει να γίνεται φανερή στην οικονομία, η οποία ξαναγύρισε σε αρνητικό έδαφος το τελευταίο τρίμηνο του 2016,  στον αριθμό των εγγεγραμμένων ανέργων που ανέβηκε στο υψηλότερο ποσοστό της 7ετίας, στα κόκκινα δάνεια που αυξάνονται και στις καταθέσεις που μειώνονται.

Το καλύτερο σενάριο είναι το κλείσιμο της αξιολόγησης στα τέλη του Μαΐου (22 Μαΐου είναι το τακτικό Eurogroup), αφού προκύψει κάποιο θετικό σημάδι στην Εαρινή Σύνοδο του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον στις 21-23 Απριλίου, καθώς τότε αναμένεται να διεξαχθούν οι κρίσιμες διαπραγματεύσεις για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Αυτό, όμως, κρίνεται εξαιρετικά ως μία εξαιρετικά φιλόδοξη υπόθεση.

Έτσι, αν τα πράγματα παραμείνουν ακόμη στον αέρα μέχρι τη Σύνοδο του ΔΝΤ, το μόνο που μπορεί να προκύψει είναι μία ακόμα δήλωση συγκρατημένης αισιοδοξίας… και νέα παράταση. Ακόμα όμως και αν κλείσει τότε η αξιολόγηση, μπορεί να έχει κερδηθεί μία μάχη, αλλά θα απομακρυνθεί το άλλο «ιερό δισκοπότηρο» που είναι η ποσοτική χαλάρωση. Και αυτό γιατί η ΕΚΤ θα πρέπει να περιμένει δύο μήνες μετά το κλείσιμο της αξιολόγησης για να αγοράσει ελληνικά ομόλογα, άρα το QE θα μπορέσει να ξεκινήσει τον Σεπτέμβριο. Άρα, τα αποτελέσματα μάλλον πενιχρά… Και το σημαντικότερο; Τότε θα αρχίζει βάσει προγράμματος η τρίτη αξιολόγηση (η οποία θα έκλεινε τον Μάρτιο του 2017) κι έτσι η ποσοτική χαλάρωση θα καταστεί εκ νέου ανέφικτη!

 

Τεχνικά εμπόδια

Ταυτόχρονα υπάρχουν και τεχνικά εμπόδια, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές, που μπορούν να καθυστερήσουν κι άλλο την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.

Το πρώτο είναι ο ρόλος του ΔΝΤ και η έκθεση βιωσιμότητας του χρέους από το Ταμείο. Για να μπορέσει να χρηματοδοτήσει την Ελλάδα το ΔΝΤ θα πρέπει η έκθεση βιωσιμότητας που θα συντάξει για το χρέος να αποτυπώσει τη βιωσιμότητά του. Αυτό για να συμβεί δεν φθάνει μόνο το πρωτογενές πλεόνασμα 3,2% που εμφάνισε το 2016 η Ελλάδα, ούτε μόνο η πιστοποίηση της Eurostat στις 24 Απριλίου. Απαιτούνται επιπλέον μέτρα ελάφρυνσης του χρέους και σχέδιο για τη χρηματοδότηση της Ελλάδος μετά το 2018.  Δηλαδή, θα χρειαζόταν τώρα να υπάρξει γενική δέσμευση ως προς τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος.

Το δεύτερο είναι το πλάνο για τη χρηματοδότηση μετά το 2018. Πώς και από πού θα έχει χρηματοδότηση η Ελλάδα μετά το 2018; Αυτό είναι το βασικό πρόβλημα. Για να βγει η Ελλάδα στις αγορές, θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέχρι το φθινόπωρο και η 3η αξιολόγηση! Να έχει ήδη δοκιμάσει η χώρα την έξοδο στις αγορές. Να έχει ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, ή να δοθεί παράταση στη λήξη του 3ου Μνημονίου, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα δαπανηθούν και τα 86 δισ. του 3ου μνημονίου.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα