Απανθρωπιά στο Θιβέτ

Υψηλόβαθμο στέλεχος του κομμουνιστικού κόμματος της Κίνας έγραψε ένα βιβλίο αποκαλύπτοντας τα εγκλήματα της χώρας του κατά των Θιβετιανών. Πλέον ελπίζει ότι τα όσα έγραψε για την κατοχή θα εκδοθούν στη Δύση, ώστε να ασκηθεί πίεση στους ηγέτες του Πεκίνου.

Ο Dorjee Rinchen ξεκίνησε την τελευταία ημέρα της ζωής του, την 23η Οκτωβρίου 2012, πολύ νωρίς. Κοντά στο αστυνομικό τμήμα στην κεντρική οδό της Xiahe, ο Θιβετιανός αγρότης λούστηκε με βενζίνη και αυτοπυρπολήθηκε. Οι φωτογραφίες από το συμβάν τον δείχνουν να τρέχει τυλιγμένος στις φλόγες μέχρι που έπεσε νεκρός. Ο Dorjee είναι ένας από τους 100 Θιβετιανούς που έγιναν αυτόχειρες από τον Μάρτιο του 2011, διαμαρτυρόμενοι για την κινεζική κατοχή στο Θιβέτ. Άλλος άνδρας που αυτοκτόνησε λίγες ημέρες αργότερα, άφησε πίσω του ένα γράμμα στο οποίο καταγράφονται τα συναισθήματα αυτών των ανθρώπων. «Δεν υπάρχει ελευθερία στο Θιβέτ. Η αγιότητά του, ο Δαλάι Λάμα, δεν επιτρέπεται να επιστρέψει σπίτι. O Panchen Lama (σ.σ. Δεύτερος τη τάξει μετά τον Δαλάι Λάμα) βρίσκεται στη φυλακή».

Η απόγνωση είναι το συναίσθημα που επικρατεί στην περιοχή που είναι γνωστή και ως η «Στέγη του κόσμου». Ποτέ στο παρελθόν δεν θυσιάστηκαν τόσοι Θιβετιανοί για να προσελκύσουν την προσοχή του κόσμου. Αλλά δεν πιστεύουν όλοι ότι αυτή η τακτική είναι και η καλύτερη. Μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα από το μοναστήρι Labrang, ένα υψηλόβαθμο στέλεχος του Κ.Κ. Κίνας κουνά το κεφάλι αποδοκιμαστικά. Οι αυτοθυσίες λέει πως είναι «υπερβολική αντίδραση, ακραία ριζοσπαστική», εξηγώντας πως «ο Βουδισμός απαγορεύει την αυτοκτονία». Αλλά παρ’ όλα αυτά λέει ότι καταλαβαίνει τα κίνητρα. Οι συνθήκες είναι δραματικές. «Η οικονομική κατάσταση, οι συνθήκες διαβίωσης, η παιδεία και ο πολιτισμός έχουν βελτιωθεί, αλλά η κυβέρνηση απαιτεί υψηλά ανταποδοτικά για αυτή την ανάπτυξη», προσθέτει, σημειώνοντας πως το Πεκίνο προσπαθεί να τα επιβάλει όλα αυτά με τη βία.

Ο άνθρωπος που δίνει τις πληροφορίες είναι αξιωματούχος του κόμματος, πολύ γνωστός όχι μόνο στο Θιβέτ αλλά σε όλη την Κίνα, και κανείς δεν υποπτεύεται ότι ανήκει στους αντιφρονούντες. Είναι ένας από τους ευνοημένους, κάποιους που πίστευε στον στόχο μιας σοσιαλιστικής Κίνας στην οποία όλοι οι κάτοικοι θα απολάμβαναν μια καλύτερης ποιότητας ζωή. Τώρα είναι έτοιμος να διαφοροποιηθεί. «Είμαι Θιβετιανός και δουλεύω στην κυβέρνηση. Έχω την δικαιοδοσία να περιγράψω τι ακριβώς συμβαίνει», λέει.

Υπηρετεί στην κυβέρνηση από πολύ νέος. Όπως πολλοί Θιβετιανοί είχε αποδεχθεί πως οι Κινέζοι μετά την εισβολή του 1950 έκαναν κουμάντο στην περιοχή. Παπαγάλιζε και αυτός συνθήματα του κόμματος προσπαθώντας να πείσει τον εαυτό του ότι μπορεί να ζήσει ειρηνικά. «Τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα από ό,τι η Δύση υποψιάζεται», λέει σήμερα.

Το γκρέμισμα των ψευδαισθήσεων
Έχει αποφασίσει να διατηρήσει την ανωνυμία του καθώς, αν αποκαλυφθεί πως ο αξιοσέβαστος αξιωματούχος είναι ο ίδιος άνθρωπος που συγκρίνει την τύχη των Θιβετιανών με εκείνη που είχαν επί ναζισμού οι Εβραίοι, τον περιμένει είτε η φυλακή είτε η εκτέλεση.

Το βιβλίο είναι γραμμένο στην επίσημη διάλεκτο του Πεκίνου. Ο συγγραφέας θέλει να μπορούν να το διαβάσουν όσο το δυνατόν περισσότεροι πατριώτες του, οι οποίοι έχουν βυθιστεί σε λίμνες αίματος και έχουν περάσει από φωτιά με αντάλλαγμα μια ουτοπία.

Είναι ειρωνικό αλλά κάποιοι Θιβετιανοί αρχικά ήταν ικανοποιημένοι με την εισβολή των Κινέζων επειδή οι κατακτητές έφεραν και την υπόσχεση του εκμοντερνισμού και του εκσυγχρονισμού. Πίστευαν δηλαδή ότι θα απελευθερώνονταν από τη σκληρή δικτατορία των μοναχών. Οι ψευδαισθήσεις διαλύθηκαν όταν ο Μάο δεν κράτησε την υπόσχεσή του να επιτρέψει στους Θιβετιανούς να διατηρήσουν τις παραδόσεις και τη θρησκεία τους.

Στη λεγόμενη επανάσταση του αγροτικού προλεταριάτου (1966-1976) οι «Κόκκινοι Φρουροί» και πολλοί Θιβετιανοί επιτέθηκαν στους ιμπεριαλιστές αγρότες. Χιλιάδες καλόγεροι ξυλοκοπήθηκαν μέχρι θανάτου ή φυλακίστηκαν και πανάρχαια κειμήλια καταστράφηκαν. Με το πυροβολικό, ολόκληρα μοναστήρια ισοπεδώθηκαν. Ο λόγος; Το κόμμα ήθελε να καταστρέψει τον πολιτισμό τους. Ακόμα και οι γυναίκες υποχρεώθηκαν να φορούν τα ίδια παντελόνια με τις Κινέζες, ενώ αναγκάστηκαν να κόψουν τις πλεξούδες τους. Ηλικιωμένοι και ηγούμενοι μοναστηριών στάλθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης όπου καθημερινά διάβαζαν τις εντολές του Μάο.

Ο στρατός φρόντιζε για τη βίαιη καταστολή κάθε αντιρρησία. Όταν μοναχοί το 1956 σκότωσαν έναν αξιωματούχο, το κινεζικό ιππικό εκτέλεσε ως αντίποινα 200 γυναίκες και παιδιά. «Κάποιες γυναίκες καρφώθηκαν στα γεννητικά τους όργανα με σπαθιά για να τους ανοίξουν στη συνέχεια στα δύο τα στήθη. Παιδιά ηλικίας δύο-τριών ετών τα έριξαν στον Κίτρινο Ποταμό», σημειώνει ο συγγραφέας.

Ανεκπλήρωτη ελπίδα…
Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 οι αρχές αναγκάστηκαν να παραδεχθούν ότι «έβλαψαν σοβαρά τα συμφέροντα των κατοίκων» με την απάνθρωπη τακτική τους. Μέχρι τότε το Θιβέτ είχε αλλάξει συνήθειες. Το Πεκίνο υποστήριζε πως εκατομμύρια γεωργοί είχαν γίνει κύριοι των περιουσιών τους, πάντα όμως με την ευλογία του κόμματος. Αυτά ήταν προπαγάνδα.

Κατά τη γνώμη του, υπάρχουν πολλοί λόγοι για την ανησυχία και τον θυμό των Θιβετιανών. Καταρχήν η ανεκπλήρωτη ελπίδα της επιστροφής του Δαλάι Λάμα από την Ινδία, όπου η εξόριστη θιβετιανή κυβέρνηση είχε εγκατασταθεί. Το Πεκίνο τον έχει καταδικάσει ως προδότη και αρνείται ακόμα και την έναρξη συζητήσεων.

Ήταν μεγάλη η προσβολή το 1987 όταν ο Δαλάι Λάμα μίλησε στα μέλη του Κογκρέσου των ΗΠΑ παρουσιάζοντας το σχέδιο των «5 Σημείων». Απαίτησε τότε μεταξύ άλλων να σταματήσει το Πεκίνο τη μετανάστευση Κινέζων Χαν στο Θιβέτ και να σταματήσει να χρησιμοποιεί το οροπέδιο ως χωματερή για τα πυρηνικά του απόβλητα. Σύμφωνα με το κόμμα, μετά από αυτή την ομιλία «ένα νέο κύμα αντιδράσεων ξεκίνησε με τη συμμετοχή νέων διανοούμενων, εργατών, γεωργών και κτηνοτρόφων».

Το 1988 η Κίνα έκανε και άλλο λάθος. Αξιωματούχοι παρακολουθούσαν ένα φεστιβάλ από την οροφή ενός ναού. Στέκονταν όμως σε τόπο ιερό: το δωμάτιο που ξεκουραζόταν ο Δαλάι Λάμα κατά τους εορτασμούς. Σύντομα δέχθηκαν επίθεση με πέτρες. Στρατιώτες παρενέβησαν ανοίγοντας βίαια δρόμο για να τους σώσουν κατεβάζοντάς τους με σχοινιά!

Καλόγεροι ξεχύθηκαν στους δρόμους όλες τις επόμενες εβδομάδες διαμαρτυρόμενοι, μέχρι που το Πεκίνο υποχώρησε απομακρύνοντας τους αξιωματούχους του κόμματος και αντικαθιστώντας τους με Κινέζους Χαν. Ανέλαβε τότε ο Hu Jintao, ο οποίος έμελλε να γίνει στο μέλλον γραμματέας του κόμματος και πρόεδρος της Κίνας. Έναν χρόνο μετά τα επεισόδια ήταν εκείνος που θα έδινε εντολή στους στρατιώτες να ανοίξουν πυρ κατά διαδηλωτών. Αποτέλεσμα ήταν 138 νεκροί και 3.870 συλλήψεις.

Ένα άλλο πρόβλημα για τους Θιβετιανούς είναι η περιβαλλοντική καταστροφή που οδηγεί σε ερημοποίηση. Το Πεκίνο στέλνει εκεί συνέχεια νέους αγρότες που αποψιλώνουν τη γη, ενώ την ίδια ώρα οι μεγάλες ανάγκες σε νερό έχουν εξαφανίσει 100 από τα 108 ποτάμια της λίμνης Qinghai.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα