Μάντης τραπεζικών κακών το ΔΝΤ

Την αποτυχία του ελληνικού προγράμματος επιβεβαίωσε για ακόμα μια φορά το ΔΝΤ μολονότι αυτή τη φορά επέλεξε να στρογγυλέψει τις γωνίες. Η ουσία όμως παραμένει η ίδια με το ταμείο να επιμένει σε μέτρα για το χρέος το οποίο χαρακτηρίζει εξαιρετικά μη βιώσιμο. Και αυτό παραμονές της ελληνικής προσπάθειας για έξοδο στις αγορές.

Ρεπορτάζ: Θεοδόσης Παπανδρέου

Χωρίς εκπλήξεις για την Ελλάδα συνεδρίασε το ΔΝΤ αν και ο Ευρωπαίος επίτροπος Πιέρ Μοσκοβισί χαρακτηρίζει «πολύ θετικό σήμα για τις αγορές» την καταρχήν συμφωνία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) με την Ελλάδα για την παροχή προληπτικής γραμμής χρηματοδότησης ύψους έως και 1,6 δισ. ευρώ.

«Η απόφαση που έλαβε το ΔΝΤ είναι ένα πολύ καλό νέο. Πρόκειται για έναν νέο θετικό δείκτη της επιστροφής της εμπιστοσύνης των διεθνών εταίρων της Ελλάδας, και ένα πολύ θετικό σήμα για τις αγορές», ανέφερε ο Μοσκοβισί σε δήλωσή του προς το Γαλλικό Πρακτορείο.

«Η συμμετοχή του ΔΝΤ ανοίγει τον δρόμο για μια μελλοντική εκταμίευση –οπωσδήποτε λιγότερη σημαντική από εκείνην των Ευρωπαίων– καλοδεχούμενη και χρήσιμη ωστόσο για την ελληνική οικονομία», πρόσθεσε ο Γάλλος επίτροπος ο οποίος την Τρίτη θα βρίσκεται στην Αθήνα.

Τα νέα κεφάλαια και το «μαξιλάρι»
Εκείνο που προκαλεί μεγαλύτερη εντύπωση στην έκθεση του Ταμείου, είναι η αναφορά στις τράπεζες καθώς προκαταβολικά διαπιστώνει αποτυχία των επιλογών για τα κόκκινα δάνεια. Συγκεκριμένα, επισημαίνει την πιθανότητα να χρειαστούν νέα κεφάλαια για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα καθώς αμφισβητεί την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί για την απομείωση των «κόκκινων» δανείων ώστε να απελευθερωθούν πόροι και παράλληλα να υπάρξει άρση των capital controls ως το τέλος του προγράμματος, που θεωρεί κρίσιμης σημασίας για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.

Μάλιστα στους υπολογισμούς του συμπεριλαμβάνει ένα ποσό 10 δισ. ευρώ ως «μαξιλάρι ασφαλείας» για τις ελληνικές τράπεζες το οποίο όμως και πάλι, όπως σημειώνει, «ίσως δεν είναι αρκετό».

Αναφέρει σχετικά: «Το ιδιαίτερα υψηλό μέγεθος των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών και η αδύναμη ποιότητα των κεφαλαίων των τραπεζών αντικατοπτρίζουν μεγάλες επισφάλειες για το ίδιο το Κράτος, αποτελώντας σοβαρό κίνδυνο για τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους. Το προσωπικό έθεσε ως μαξιλάρι ασφαλείας γύρω στα 10 δισ. ευρώ (5,5% του ΑΕΠ του 2016) για την κάλυψη πιθανών επιπρόσθετων αναγκών των τραπεζών, αλλά και αυτό το ποσό ίσως να μην επαρκή. Επομένως η ολοκλήρωση της νέα ανάλυσης της ποιότητας του ενεργητικού (Asset Quality Review) των τραπεζών πολύ πριν το πέρας του προγράμματος θα ήταν ζωτικής σημασίας προκειμένου να προσδιοριστούν οι επιπλοκές στη βιωσιμότητα του χρέους».

Το τελευταίο ζήτημα, αυτό του Asset Quality Review υπογραμμίζει στη δήλωση της και η γενική διευθύντρια του Ταμείου: «Επιπρόσθετα, για να διαφυλαχθεί η ακεραιότητα του τραπεζικού συστήματος και να δρομολογηθεί μία ταχεία ελάφρυνση των capital controls, οι εποπτικές Αρχές θα πρέπει να λάβουν επιπρόσθετα μέτρα, συμπεριλαμβανομένου να διεξάγουν μία νέα ανάλυση της ποιότητας του ενεργητικού και ένα στρες τεστ, για να διασφαλιστεί ότι οι τράπεζες είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες πριν τη λήξη του προγράμματος».

«Η τραπεζική εποπτεία της ΕΚΤ έχει αποφασίσει για τις εποπτικές προτεραιότητές της, σχετικά με τις ελληνικές τράπεζες για τους επόμενους 12 μήνες. Είναι γνωστές και περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, επιτόπιους ελέγχους σε συγκεκριμένους τομείς των διάφορων ελληνικών τραπεζών» απάντησε μέσω του ΑΠΕ-ΜΠΕ εκπρόσωπος της ΕΚΤ. Επί του πρακτέου, το ΔΝΤ εκτιμά ότι για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της Ελλάδος μέχρι το τέλος του προγράμματος θα χρειαστούν συνολικά 11 δισ. ευρώ.

Επιμονή ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο
Το νέο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής έχει εγκριθεί καταρχήν, πράγμα που σημαίνει ότι θα τεθεί σε ισχύ μόνο αφού το Ταμείο λάβει συγκεκριμένες και αξιόπιστες διαβεβαιώσεις από τους Ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας για να εξασφαλίσει τη διατηρησιμότητα του χρέους, και υπό τον όρο ότι η Ελλάδα ακολουθεί πιστά το οικονομικό πρόγραμμα. Η πρώτη αξιολόγηση του προγράμματος θα πραγματοποιηθεί τον Φεβρουάριο του 2018.

Στην Έκθεση Βιωσιμότητας του Δημοσίου Χρέους το ΔΝΤ επιμένει ότι το χρέος της Ελλάδος παραμένει μη βιώσιμο, καθώς το χρέος θα υποχωρήσει στο 150% του ΑΕΠ από 181% που εκλεισε πέρυσι και οι χρηματοδοτικές ανάγκες για την εξυπηρέτησή του στο 17% του ΑΕΠ ως το 2030, ωστόσο στη συνέχεια θα λάβουν εκρηκτικές διαστάσεις.

Μετά τη συζήτηση της Εκτελεστικής Επιτροπής, η Κριστίν Λαγκάρντ εξέφρασε την ικανοποίησή της, τονίζοντας ότι το νέο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής της Ελλάδας στηρίζει τις προσπάθειες των ελληνικών αρχών να επιστρέψουν στη χρηματοδότηση από τις αγορές σε βιώσιμη βάση. Αναφορικά με τις οικονομικές εξελίξεις, το ΔΝΤ είπε ότι το ΑΕΠ ανέκαμψε ελαφρώς το πρώτο τρίμηνο του 2017, λόγω της ανθεκτικής κατανάλωσης και της συσσώρευσης αποθεμάτων. Η αγορά εργασίας ανέκαμψε σταδιακά, αν και οφείλεται κυρίως στην αύξηση της μερικής απασχόλησης, ενώ η φτώχεια και η ανισότητα παραμένουν μεταξύ των υψηλότερων στην ευρωζώνη.

Στο σκέλος της δημοσιονομικής πολιτικής το ΔΝΤ επιμένει στη δέσμη μεταρρυθμίσεων στον τομέα του φόρου εισοδήματος και των συνταξιοδοτικών συστημάτων –που αποσκοπούν στη «μείωση των εξαιρετικά γενναιόδωρων φορολογικών απαλλαγών για τις μεσαίες τάξεις και των συνταξιοδοτικών δαπανών», οι οποίες κρίνει ότι είναι υπερβολικά υψηλές– και θα πρέπει εφαρμοστεί μόλις μειωθεί το κενό παραγωγής. Επιπροσθέτως όπως αναφέρει τα μέτρα αυτά συμβάλλουν στη στήριξη του φιλόδοξου μεσοπρόθεσμου στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος του 3,5% του ΑΕΠ που συμφωνήθηκε με τους Ευρωπαίους εταίρους για την περίοδο 2019-22.

Στη διάρκεια τηλεδιάσκεψης ερωτηθείσα για το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος το 2018 η Ντέλια Βελκουλέσκου «χαμήλωσε τον πήχη» στο 2,2% του ΑΕΠ, όταν ο στόχος του προγράμματος είναι 3,5% του ΑΕΠ, δείχνοντας πως το Ταμείο θεωρεί πως θα υπάρξει απόκλιση. Η ίδια εκτίμησε πως μια συμφωνία για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους θα επιτευχθεί σύντομα και πως η πλήρης και έγκαιρη υλοποίηση του προγράμματος αναμένεται να στηρίξει την εμπιστοσύνη και να διευκολύνει την αποκατάσταση της πρόσβασης της χώρας στις αγορές, επιτρέποντας την άρση των capital controls πριν από το τέλος του προγράμματος.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα