«Να καείτε ρε…»

Έξι χρόνια και τέσσερις μήνες μετά τον εμπρησμό υποκαταστήματος της τράπεζας Marfin στην οδό Σταδίου, που στοίχισε τη ζωή σε μία έγκυο γυναίκα και σε άλλους δύο υπαλλήλους, η δίκη ξεκίνησε και οι μαρτυρίες που ακούστηκαν από την πλευρά της πολιτικής αγωγής σπαράζουν καρδιές.

Με συγκλονιστικό τρόπο περιέγραψαν τα γεγονότα οι 20 μάρτυρες – υπάλληλοι της τράπεζας και άλλων διπλανών εταιρειών, ωστόσο, κανείς δεν αναγνώρισε στο πρόσωπο των κατηγορουμένων τους δράστες της δολοφονικής επίθεσης του υποκαταστήματος. Μάλιστα, ένας από τους μάρτυρες δήλωσε ανασφάλεια και εντός του δικαστηρίου και ζήτησε να μην επεκταθεί περαιτέρω στα πραγματικά περιστατικά. «Δεν θέλω να επεκταθώ. Δεν νιώθω ασφάλεια. Υπήρχε ένας διάλογος τότε με κάποια άτομα. Δεν έχω δει τα πρόσωπα αυτά σήμερα εδώ», είπε χαρακτηριστικά.

Από την πλευρά του, ο υπάλληλος του υποκαταστήματος που κάηκε μετά από επίθεση με βόμβες μολότοφ, Γιώργος Στρατογιαννάκης, μπορεί να μην αναγνώρισε κάποιον από τους κατηγορούμενους αλλά περιέγραψε λεπτό προς λεπτό τα γεγονότα που έζησε. «Προσπάθησα να κατέβω στο ισόγειο για να σβήσω τη φωτιά. Είδα φλόγες που έγλειφαν το ισόγειο και ανέβηκα πάνω. Στο μπαλκόνι, στο 2ο όροφο, ήταν 2 συνάδελφοι, και μου είπαν “αυτοί έρχονται και πετάνε κι άλλο”. Έσκυψα και είδα κάποιον στο σημείο που είχε σπάσει η τζαμαρία, που κρατούσε κάνιστρο και κάτι έριχνε, ή έτσι φαινόταν. Το έκανε 2-3 φορές και όταν έφευγε ξαναφούντωνε η φωτιά. Φορούσε μαύρα ρούχα, ήταν νεαρός μετρίου αναστήματος, καλοντυμένος, θα μπορούσε να ήταν φοιτητής, 20 -22 χρονών. Μας κοιτούσε και μας έκανε χειρονομία. Στην αρχή κατάλαβα ότι ήταν κάποιος που έδειχνε τη φωτιά. Μετά που το συζήτησα με συναδέλφους, τελικά έδειχνε τα γεννητικά του όργανα και έκανε άσεμνη χειρονομία».

Ο συγκεκριμένος μάρτυρας ήταν ο τελευταίος που βρέθηκε στον ίδιο χώρο με την Αγγελική Παπαθανασοπούλου και τον Επαμεινώνδα Τσάκαλη που βρήκαν τραγικό θάνατο από τη φωτιά. «Έμπαινε ο καπνός στο γραφείο του Νώντα. Προσπαθούσε να βρει κάποιον στο τηλέφωνο, μάλλον για να δει τί πρέπει να κάνουμε για να προστατευτούμε. Η Αγγελική ήταν δίπλα του, μάλλον γιατί ήξερε την κατάσταση της και ήθελε να τη βοηθήσει. Λέμε να φύγουμε, να βρούμε τους άλλους. Έβαλα το σακάκι μου στη μύτη και κρατούσα με το άλλο χέρι την κουπαστή. Κατέβηκα στον άλλο όροφο. Αυτή η τελευταία επαφή που είχα. Τον Νώντα τον βρήκαν στα σκαλιά, δεν τον έφτασε η ανάσα του και έπαθε ασφυξία», είπε. «Η Αγγελική δεν είχε κουνηθεί καθόλου από το γραφείο. Μέρες μετά, είδα το αποτύπωμα του σώματός της, του χεριού της στο πάτωμα. Εκείνη την ημέρα, 21 άτομα βγήκαμε ζωντανοί. Τρεις άλλοι, όχι».

Συγκλονιστική είναι μαρτυρία ενός ακόμη υπαλλήλου της Marfin, του Ευάγγελου Λαγουδάτου, ο οποίος ανέφερε: «Ήμουν στον δεύτερο όροφο και άκουσα το μπαμ στο κατάστημα. Ακούστηκε θόρυβος, βγήκα στο μπαλκόνι και φώναξα σε αυτούς που βρισκόταν στην είσοδο και έκαναν επίθεση γιατί υπήρχε κόσμος. Θυμάμαι ότι είχα πάρει μία κούτα για χαρτιά Α4 και τους έλεγα “φύγετε, αλλιώς θα την πετάξω”. Ήρθε τότε ένα συνάδελφος και μου είπε “άστο θα τους σκοτώσεις”».
Εισαγγελέας: «Αλλά κι αυτοί ήθελαν να σκοτώσουν εσάς»
Μάρτυρας: «Δεν μπορούσα να το φανταστώ αυτό»

Συνεχίζοντας την κατάθεση του ο κ. Λαγουδάτος τόνισε: «Άκουσα το συναγερμό πυρασφάλειας. Είδα κάποιον κάτω από το μπαλκόνι όπου βρισκόμουν, να βαράει, ή να κάνει μία αντίστοιχη κίνηση. Ήταν μαυροντυμένοι με κάτι άσπρο στα χέρια τους. Δεν μπορούσα να δω πόσοι ήταν. Ηταν όχλος. Αυτοί που τα έσπαγαν και η πορεία». Όπως κατέθεσε, ο ίδιος σώθηκε γιατί κατάφερε να σκαρφαλώσει από το μπαλκόνι της τράπεζας σε αυτό παρακείμενου κτιρίου. Στη συνέχεια, έσπασε την πόρτα και κατέβηκε στο δρόμο.

Αίσθηση προκαλεί το γεγονός ότι μάρτυρες όπως και πολλοί άλλοι, υποστήριξαν στο δικαστήριο ότι όταν ήταν στο μπαλκόνι, ενώ το κτίριο φλεγόταν, άκουσε διαδηλωτές να του φωνάζουν: «να καείς ρε», αλλά και να ρίχνουν μούντζες και βρισιές. Η Αναστασία Κούκου, υποδιευθύντρια του ίδιου υποκαταστήματος, υποστήριξε ότι η φωτιά εξαπλώθηκε γρήγορα. «Έπιασε φωτιά μπροστά στη τζαμαρία στο γραφείο της διευθύντριας. Εξαπλώθηκε όπως κατάλαβα, από το εύφλεκτο υλικό και από τον τρόπο που ήταν φτιαγμένο στο κατάστημα. Δημιουργήθηκε το φαινόμενο της καμινάδας μας είπαν και άρπαξε αμέσως».

Με τρεμάμενη φωνή κατέθεσε ακόμη: «Ήμασταν στο μπαλκόνι. Υπήρχε καπνός από μέσα από το κατάστημα και από την είσοδο. Προσπαθούσα να προστατευθώ για να αναπνεύσω. Δεν έβλεπα τίποτα. Ένας συνάδελφος είχε περάσει τα κάγκελα στο μπαλκόνι σε ένα διακοσμητικό πεζουλάκι για να αναπνεύσει και κρατιόμασταν χέρι – χέρι για να μην πέσει. Δεν μπορούσα να μιλήσω, ήμουν μέσα στον καπνό. Δεν μπορούσα ούτε να ζητήσω βοήθεια».

Η Αναστασία Χρηστάκη, επίσης υπάλληλος, περιέγραψε τους δράστες της επίθεσης ως «μικρόσωμα, αδύνατα παιδιά. Δεν ήταν άνδρες. Είχαν ευλυγισία και έκαναν γρήγορα τις κινήσεις τους. Είχαν καλυμμένα χαρακτηριστικά, με υφάσματα και μάσκες». Η ίδια επεσήμανε ότι από το μπαλκόνι όπου βρισκόταν, έβλεπε κόσμο να περνάει καθώς και μία κοπέλα: «Άκουσα τη φωνή της να λέει “να καείτε”. Κάποιοι άλλοι μου πέταξαν ένα μπουκάλι νερό και το έριξα στο πρόσωπο».

Έντονος διάλογος επικράτησε μεταξύ της εισαγγελέως της έδρας και της υπεράσπισης του πρώτου κατηγορούμενου, κατά τη διάρκεια εξέτασης υπαλλήλου της τράπεζας Marfin, η οποία υποστήριξε –ύστερα από σχετική ερώτηση- ότι ο σωματότυπος του Θ. Σίψα «δεν αποκλείεται να ταιριάζει» με αυτόν ενός εκ των τριών δραστών. Ο συνήγορος υπεράσπισης Δημήτρης Κατσαρής, επεσήμανε με τη σειρά του ότι με τον τρόπο αυτό δεν γίνεται να κατηγορούνται άνθρωποι για ανθρωποκτονία.

«Είδε τρεις συνολικά», είπε. «Κινούνταν σαν φοιτητές, γρήγορα. Ο ένας ήταν πιο ψηλός, πάνω από 1.70 μ., οι άλλοι μετρίου αναστήματος. Δεν ήταν ιδιαίτερα εύσωμοι και φορούσαν κουκούλες. Ο ένας έριξε, όταν υποχώρησε το τζάμι και αμέσως ξέσπασε η φωτιά. Μία συνάδελφος φώναξε “είμαστε άνθρωποι μέσα”, μήπως και δεν το είχαν καταλάβει. Ακούγαμε απ’ έξω “κάψτε τους” αλλά δεν κάθισα να ασχοληθώ ποιος το είπε».
Εισαγγελέας: «Αποκλείετε ότι το ύψος του πρώτου κατηγορουμένου μπορεί να είναι το ίδιο με τον ψηλό δράστη;»
Μάρτυρας: «Δεν το αποκλείω».
Υπεράσπιση: «Μη δημιουργείτε εντυπώσεις στους κυρίους ενόρκους. Με σωματοδομή και σωματότυπο να πηγαίνουν κατηγορούμενοι για ανθρωποκτονίες, πού ακούστηκε αυτό;»
Εισαγγελέας: «Έχουμε δικαίωμα να κάνουμε ερωτήσεις. Αν θέλετε να σχολιάσετε, μπορείτε».
Υπεράσπιση: «Δεν το απαγόρευσε κανείς. Μη δημιουργείτε εντυπώσεις».

Στη συνέχεια, η υπεράσπιση ρώτησε αν η μάρτυρας είναι βέβαιη ότι μοιάζει ο σωματότυπος για να λάβει την απάντηση: «Τώρα βλέπω δύο ανθρώπους που κάθονται σε χαλαρή στάση. Εκείνη τη στιγμή από φόβο και τρομοκρατία, είδα γιγαντωμένη μία μορφή απέναντί μου».
Υπεράσπιση: «Θα μπορούσε και να μην μοιάζει δηλαδή;»
Μάρτυρας: «Θα μπορούσε. Είναι ένας κοινός σωματότυπος».
Η δίκη συνεχίζεται στις 14 Οκτωβρίου.

ΜΕ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ THETOC.GR

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα