Όλα για τα ψηφαλάκια

Είναι πραγματικό δυστύχημα που στις μέρες μας δεν υπάρχει ακόμη ένας Ιάκωβος Καμπανέλλης. Τα όσα διαδραματίστηκαν στη Βουλή την Πέμπτη εύκολα θα αποτελούσαν έμπνευση για τον –μεταξύ άλλων– θεατρικό συγγραφέα ώστε να δώσει μια συνέχεια στο ιστορικό πια «Το μεγάλο μας τσίρκο». Απέναντι σε μια κυβέρνηση που προσπαθούσε να πιαστεί από τα μαλλιά της ώστε να μη βυθιστεί, στεκόταν μία αντιπολίτευση που δεν μπορούσε να αρθρώσει σοβαρό λόγο και έδειχνε να ενδιαφέρεται περισσότερο για τα ψηφαλάκια των επόμενων –όποτε κι αν γίνουν– εκλογών παρά για το διά ταύτα.

Η κατάσταση στο εθνικό Κοινοβούλιο ξεπερνά τα όρια της αστειότητας και φτάνει σε εκείνα της σύγχρονης τραγωδίας με μικρομέγαλες προσωπικότητες που αρνούνται να αναλάβουν το βάρος της ευθύνης που τους αναλογεί αλλά δεν διστάζουν να διεκδικούν ρόλο σωτήρα σε μια χώρα προ πολλού χαμένη. Και θα μπορούσε κανείς να δικαιολογήσει τους «μικρούς» της Βουλής, όπως λ.χ. τον Βασίλη Λεβέντη και τον Σταύρο Θεοδωράκη. Η απόφασή τους να εξαιρέσουν τα κόμματά τους από τη διαδικασία για την ψήφιση του… μποναμά για τους συνταξιούχους δεν ξαφνιάζει κανέναν. Δεν αναλαμβάνουν καμία ευθύνη, οπότε κανείς δεν μπορεί να τους κατηγορήσει. Αυτό τουλάχιστον θα μπορούσαν να υποστηρίξουν.

Ας σταθούμε όμως στα δύο κόμματα που έχουν σημαδέψει την πολιτική πορεία της χώρας. Το κάποτε κραταιό ΠΑΣΟΚ, στην προσπάθειά του να επιβιώσει στο κρεβάτι ενός σύγχρονου Προκρούστη της κρίσης, ψήφισε υπέρ της διάθεσης του μποναμά αφού πρώτα τον κατήγγειλε για να καταγγείλει την κυβέρνηση.

Συμφώνησε με άλλα λόγια με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, τον οποίο υπερασπίστηκε επί της ουσίας η Φώφη Γεννηματά από το βήμα, αδειάζοντάς τον όμως λίγο αργότερα στην ψηφοφορία. Το κόστος άλλωστε για τους βουλευτές θα ήταν μεγάλο αν καταψήφιζαν. Πώς θα αντίκριζαν τους λιγοστούς ψηφοφόρους τους κατά τη διάρκεια των εορτών όταν θα τους συναντούσαν στις εκλογικές τους περιφέρειες; Μόνο που αυτό έπρεπε να το έχει συλλογιστεί η πρόεδρος του κόμματος πριν μιλήσει. Να σταθμίσει τα δεδομένα και να αποφασίσει τι επιλέγει. Όχι και με τον χωροφύλαξ και με τον αστυφύλαξ.

Αφήσαμε τελευταία τη Νέα Δημοκρατία. Το κόμμα που επαίρεται ότι θα αποτελεί τη μόνη αξιόπιστη εναλλακτική για να σώσει τη χώρα, επέλεξε να δηλώσει «παρών» στη διαδικασία προκειμένου να μην αναλάβει καμία ευθύνη. Πώς το δικαιολόγησε; Ότι ουσιαστικά λέει «ναι» στην ενίσχυση των συνταξιούχων, αλλά λέει «όχι» στον τυχοδιωκτισμό του ΣΥΡΙΖΑ.

Και γιατί –θα αναρωτηθεί κάποιος– δεν ζήτησε η αντιπολίτευση σοβαρές κυβερνητικές διαβεβαιώσεις ότι το χαρτζιλίκι που δίνεται τώρα στους συνταξιούχους δεν θα το διπλοπληρώσουν σε λίγους μήνες οι επωφελούμενοι μέσω νέων μέτρων; Αν είχε στριμώξει έτσι την κυβέρνηση στα σχοινιά, ή θα δεσμευόταν η κυβερνητική πλειοψηφία και η διάταξη θα πέρναγε παμψηφεί ή η αντιπολίτευση θα αποχωρούσε με ψηλά το κεφάλι και δεν θα εκτίθετο ως κοινωνικά ανάλγητη.

Και μη σκεφτεί κανείς ότι οι παραπάνω παλινωδίες αθωώνουν το Μέγαρο Μαξίμου. Τα λάθη είναι τεράστια και τα ρίσκα επαναλαμβανόμενα. Απλώς στην παρούσα φάση όφειλε η Ν.Δ. ως εν αναμονή κυβέρνηση να δείξει ένα πιο υπεύθυνο πρόσωπο. Ένα πρόσωπο που προστατεύει την (όποια) αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος χωρίς μικροπολιτικούς τακτικισμούς. Κι αυτό το πρόσωπο δυστυχώς δεν το αντιληφθήκαμε…

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα