Ρίχνει λάδι στη φωτιά

Ως λάδι στη φωτιά ερμηνεύεται από πολλούς η κίνηση του Αλέξη Τσίπρα για τη διάθεση του πρωτογενούς πλεονάσματος. Υποστηρίζουν πως εκτός των σκοπιμοτήτων που εξυπηρετεί στο εσωτερικό της χώρας, ήταν και μια προσπάθεια του πρωθυπουργού να πιέσει τους συνομιλητές τους με στόχο το κλείσιμο της αξιολόγησης.

Ρεπορτάζ: Θεοδόσης Παπανδρέου

Πάνω του παίρνει τη διαπραγμάτευση για το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης και την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ ο Αλέξης Τσίπρας. Ο Έλληνας πρωθυπουργός αναμένεται να συναντηθεί την επομένη εβδομάδα, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής, με τη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, τον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ, άλλους Ευρωπαίους ηγέτες, αλλά και επικεφαλής των θεσμών, προκειμένου να βρεθεί πολιτική λύση στη διαπραγμάτευση για τα πλεονάσματα και τις εργασιακές σχέσεις. Η Αθήνα επιμένει ότι δεν πρόκειται να λάβει κανένα νέο μέτρο μετά το 2018, ενώ ο πρωθυπουργός, εκτός από τις Βρυξέλλες όπου θα μεταβεί για τη Σύνοδο Κορυφής, την επόμενη εβδομάδα θα επισκεφθεί και το Βερολίνο για το συνέδριο του κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς.

Στην ίδια γραμμή ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος ξεκαθάρισε πως «έχουμε δηλώσει σε όλους τους τόνους και με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο –ο υπουργός Οικονομικών, στην ενημέρωση των πολιτικών συντακτών το έχω πει και εγώ αρκετές φορές, αλλά και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, του οποίου ο λόγος είναι και ο βασικός και καθορίζει την πολιτική της κυβέρνησης– ότι δεν υπάρχει περίπτωση να αποδεχθούμε μέτρα 4,2 δισεκατομμυρίων ευρώ. Αυτό το οποίο, δηλαδή, ζητάει το ΔΝΤ. Δεν υπάρχει περίπτωση να αποδεχθούμε κανένα μέτρο για μετά τη λήξη του προγράμματος. Αυτή είναι σαφής και κατηγορηματική δήλωση της κυβέρνησης. Είναι σαφής και κατηγορηματική δήλωση του πρωθυπουργού και δεν υπάρχει καμία περίπτωση να πάμε πίσω απ’ αυτή τη δέσμευση». Στην κυβέρνηση γνωρίζουν πολύ καλά πως η αξιολόγηση μπορεί να κλείσει χωρίς την συμμετοχή του ΔΝΤ στην παρούσα φάση. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο όμως βρίσκει αντίθετο το Βερολίνο.

Σε άλλο σημείο της συνέντευξης ο Δημήτρης Τζανακόπουλος εξήγησε ότι η συζήτηση για τα πλεονάσματα μετά το 2018 δεν έχει κλείσει, ότι η Ελλάδα δεν έχει δεχθεί κάτι, ενώ συνέστησε υπομονή μέχρι να γίνει σαφές ποιο θα είναι το νέο σημείο ισορροπίας μεταξύ Ελλάδας και θεσμών.

Εκτίμηση του Μεγάρου Μαξίμου είναι ότι το σημείο στο οποίο θα ισορροπήσουν οι διαφορετικές πλευρές στη διαπραγμάτευση, δεν θα περιλαμβάνονται νέα μέτρα. Όπως επιχειρηματολόγησε σχετικά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, «κανείς στην Ευρώπη δεν θέλει ακόμη μία εστία αβεβαιότητας, κανείς δεν θέλει αναζωπύρωση της ελληνικής κρίσης». Στο σημείο αυτό ρωτήθηκε για τις δηλώσεις του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε περί Grexit: «Ενοχλούμαι όταν το ακούω, αλλά διαπραγματεύεται», δήλωσε, επισημαίνοντας συγχρόνως ότι το θέμα του Grexit έχει κλείσει.

Το χρέος
Εν τω μεταξύ και σύμφωνα με τον επικεφαλής του ESM, Κλάους Ρέγκλινγκ, από τον Ιανουάριο θα μπορούν να αρχίσουν να εφαρμόζονται τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για τη διευθέτηση του χρέους. Όπως επεσήμανε, συμφωνεί με την κυβέρνηση πως θα πρέπει να υπάρχει έξοδος στις αγορές προς το τέλος του 2017 ή στις αρχές του 2018, ήτοι πριν από το τέλος του προγράμματος, το οποίο είναι ο Αύγουστος του 2018. Πρόσθεσε δε ότι «κάνουμε τα πάντα έτσι ώστε να ανακάμψει η ελληνική οικονομία, να επιστρέψει στην ανάπτυξη, να μειωθεί η ανεργία, και εξασφαλιστεί η οικονομική και δημοσιονομική βιωσιμότητα», που είναι προϋποθέσεις για την έξοδο στις αγορές.

Σε συνέντευξή του ο κ. Ρέγκλινγκ αναφέρει, ειδικά για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα, ότι «μερικά από τα μέτρα που μπορούν να υλοποιηθούν αρκετά γρήγορα, είναι το να φέρουμε τη μέση σταθμική διάρκεια των δανείων από τα 28 έως 32,5 έτη. Αυτό μπορούμε να το κάνουμε κατά πάσα πιθανότητα τον Ιανουάριο. Ένα άλλο μέτρο που θα έχει αντίκτυπο το 2017 είναι η εξάλειψη του βήματος προς τα πάνω (step up) των επιτοκίων σε μια συγκεκριμένη δόση του δανείου του EFSF. Αυτό θα σώσει τον ελληνικό προϋπολογισμό κατά 200 εκατ. ευρώ το 2017 και μόνον. Αυτό θα τεθεί σε ισχύ στις αρχές του έτους. Στη συνέχεια υπάρχουν μέτρα για τη μείωση της ευπάθειας των επιτοκίων. Αυτά τα βραχυπρόθεσμα μέτρα θα εφαρμοστούν με την πάροδο του χρόνου, διότι είναι πράξεις που έχουν να κάνουν με την αγορά, είναι συμβάσεις ανταλλαγής επιτοκίων, είναι η μετάβαση από τις βραχυπρόθεσμες εκδόσεις σε μακροπρόθεσμα ομόλογα. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο με την πάροδο του χρόνου και μπορεί να διαρκέσει 12 έως 18 μήνες, ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς».

Ο κ. Ρέγκλινγκ δήλωσε ακόμα ότι «σημειώσαμε σημαντική πρόοδο τη Δευτέρα (σ.σ. στο Eurogroup) και τώρα τα θεσμικά όργανα θα συνεχίσουν το έργο τους με την ελληνική κυβέρνηση», προσθέτοντας ότι «δεν υπάρχει κανένας λόγος να είμαστε απαισιόδοξοι» σχετικά με την ολοκλήρωση της β΄ αξιολόγησης.

Σε ερώτηση για το εάν υπάρχει ο κίνδυνος να «επαναληφθεί το 2015» σχετικά με τις διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς, ο κ. Ρέγκλινγκ απαντά: «Όχι, καθόλου. Δεν βλέπω επανάληψη, επειδή υπάρχει καλή συνεργασία με την ελληνική κυβέρνηση. Νομίζω ότι ο πρωθυπουργός Τσίπρας πήρε μια πολύ διαφορετική εντολή, όταν εξελέγη για δεύτερη φορά τον Σεπτέμβριο του 2015. Όπως το βλέπω, έλαβε την εντολή να υλοποιήσει το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που συμφωνήθηκε με τις άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ στο υψηλότερο πολιτικό επίπεδο. Αυτό άλλωστε που συμβαίνει».

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα