Τελευταία ελπίδα για το χρέος η Σύνοδος Κορυφής

«Πολιτική διαπραγμάτευση». Είναι μία από τις αγαπημένες φράσεις του Αλέξη Τσίπρα και της «πρώτη φορά Αριστερά» κυβέρνησης γενικότερα. Ήδη –ενόψει της συνεδρίασης του επόμενου Eurogroup- ακούγεται όλο και πιο συχνά στο Μέγαρο Μαξίμου. Γιατί; Μα επειδή ο πρωθυπουργός σκοπεύει να θέσει το θέμα του χρέους στην επόμενη Σύνοδο Κορυφής, στις 22 Ιουνίου, εάν και εφόσον δεν δοθεί μία έστω και μέτρια λύση στις 15 του μήνα που συνεδριάζουν οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης.

Ρεπορτάζ: Κώστας Παπαδόπουλος

Τα δεδομένα αυτή τη στιγμή είναι τα εξής: Η Ελλάδα πιέζει –κυρίως ελπίζει- να πάρει μία δόση της τάξεως των 10 δισ. ευρώ από τους δανειστές, προκειμένου να αποπληρώσει δανειακές υποχρεώσεις 7,4 δισ. ευρώ και να χρησιμοποιήσει τα υπόλοιπα χρήματα για αποπληρωμένη χρεών προς ιδιώτες και άλλες λειτουργικές ανάγκες του κράτους. Τα πράγματα δεν είναι εύκολα. Τα καλά λόγια και τα… χτυπήματα στην πλάτη περισσεύουν, αλλά ο κίνδυνος πιστωτικής ασφυξίας είναι και πάλι ορατός. Αυτή τη φορά χωρίς την ευθύνη να την έχει η κυβέρνηση, που ψήφισε ότι της ζητήθηκε σε επίπεδο μέτρων λιτότητας και ακόμα περισσότερα.

Από το κυβερνητικό στρατόπεδο διαρρέουν πως το κλίμα τώρα «δεν έχει καμία σχέση με εκείνο του 2015», όπου η χώρα είχε απέναντι το σύνολο των εταίρων. Μάλιστα, επικαλούνται τη στάση των υπουργών Οικονομικών Γαλλίας και Ιταλίας στο τελευταίο Eurogroup, όπου όντως φάνηκε η πρόθεση τους να δοθεί μία λύση για την Ελλάδα. Ο Αλέξης Τσίπρας «επενδύει» στην καλή σχέση που χτίσει με την Αγνκελα Μέρκελ. Ξεχνάει όμως δύο πράγματα: πρώτον ότι έχει εκλογές μπροστά της και δεύτερον ότι σε πολλές περιπτώσεις έχει «παίξει» με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε τον «κακό και τον καλό μπάτσο». Άλλωστε και η ίδια η Γερμανίδα καγκελάριος το ξεκαθάρισε, ότι «παιχνίδι» κάνει ο υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης της. Εάν περίμενε κανείς κάτι διαφορετικό, είναι μάλλον αφελής. Και στην πολιτική η αφέλεια δεν συγχωρείται. Η κα. Μέρκελ έχει δείξει πολλάκις ότι η όποια εμπλοκή της αποσκοπεί στο να λειάνει τις γωνίες.

Στον αντίποδα, η κυβέρνηση δικαιούται να περιμένει περισσότερα από τον Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος φέρεται να διαβεβαίωσε τον Αλέξη Τσίπρα ότι ο ίδιος θα στηρίξει μέχρι τέλους το ελληνικό αίτημα για «καθαρή λύση». Αυτή τη στήριξη άλλωστε παρέσχε ο νέος υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας Μπρούνο Λεμέρ στο Eurogroup της προηγούμενης Δευτέρας. Μάλιστα, όπως προκύπτει από τα έγγραφα που διέρρευσαν, ο κ. Λεμέρ αντιμετώπισε τις μεσοβέζικες προτάσεις των πέριξ του κ. Σόιμπλε με τη φράση: «έχω εντολή από τον πρόεδρο να μην δεχτώ κάτι πέραν της καθαρής λύσης».

Το ζητούμενο εδώ, βέβαια, είναι τι θεωρεί το Παρίσι «καθαρή λύση»; Ας συνταχθεί με τη γραμμή της Αθήνας, τότε αυτό που περιγράφει το Μέγαρο Μαξίμου είναι:

Α) μία λύση που θα οδηγεί στην ένταξη της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ (QE).

Β) Να μην υιοθετηθεί μία «σπαστή» συμφωνία με το ΔΝΤ –δηλαδή την παραμονή του ως τεχνικού συμβούλου (και) για τους επόμενους μήνες λόγω γερμανικών εκλογών και την ένταξή του με χρηματοδότηση στο τέλος του ευρωπαϊκού προγράμματος (Αύγουστος 2018) με υπογραφή νέου μνημονίου.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα