Το Διοικητικό Εφετείο Αθήνας διέγραψε τσουχτερό πρόστιμο της Unilever
Πρόστιμο 7 εκατομμυρίων ευρώ που είχε επιβληθεί από την Επιτροπή Ανταγωνισμό στην πολυεθνική εταιρεία Unilever διέγραψε το Διοικητικό Εφετείο της Αθήνας το οποίο με την υπ’ αριθμόν 3807/2014 απόφασή του έκανε δεκτή την σχετική προσφυγή της εταιρείας.
Το πρόστιμο είχε επιβληθεί στην εταιρεία από την Επιτροπή Ανταγωνισμού και αφορούσε τα έτη 2000-2002 όταν η UNILEVER είχε υπογράψει συμφωνίες με αλυσίδες σούπερ μάρκετ (ΚΥΨΕΛΗ Α.Ε., ΑΤΛΑΝΤΙΚ Α.Ε., ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ Α.Ε., ΟΡΑ, ΜΕΤΡΟ ΑΕΒΕ, MAKRO C&C, ΒΕΡΟΠΟΥΛΟΣ, ΜΑΣΟΥΤΗΣ Α.Ε.) και με παράνομες ρήτρες απαγόρευε το παράλληλο εμπόριο στα απορρυπαντικά.
Η πολυεθνική προσέφυγε στην διοικητική δικαιοσύνη , η προσφυγή της έγινε δεκτή ενώ το δικαστήριο της αναγνώρισε και ελαφρυντικά. Ειδικότερα, σύμφωνα με την δικαστική απόφαση το πρόστιμο επεβλήθη λανθασμένα καθώς η εταιρεία δεν εφάρμοσε τις παράνομες ρήτρες σε όλες τις συμβάσεις. Συν τοις άλλοις όπως επισημαίνεται, κάποιες από αυτές τις αφαίρεσε οικειοθελώς , ενώ έχει και καθαρό ποινικό μητρώο. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι στην απόφαση επισημαίνεται ότι παρήλθε πολύς καιρός μέχρι να διαπιστωθεί η παράβαση.
Εντελώς διαφορετικό ήταν το σκεπτικό με το οποίο η Επιτροπή Ανταγωνισμού επέβαλε το πρόστιμο.
Μεταξύ άλλων στην απόφαση της Επιτροπής αναφέρεται ότι: «Η απαγόρευση των παράλληλων εισαγωγών εντάσσεται στις λεγόμενες per se παραβάσεις του κοινοτικού δικαίου του ανταγωνισμού και θεωρείται – μαζί με τα καρτέλ – η πιο επαχθής αντιανταγωνιστική πρακτική από πλευράς κοινοτικού δικαίου”. Επίσης η Επιτροπή υπογράμμιζε ότι «επειδή η πρακτική της απαγόρευσης των παράλληλων εισαγωγών θεωρείται ότι εδραιώνει ουσιαστικά μία γεωγραφική κατανομή της κοινοτικής αγοράς, αντιμετωπίζεται αυστηρά τόσο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και από την κοινοτική νομολογία».