Ωμός εκβιασμός στις πλάτες των μαθητών

Με τον πλέον εκβιαστικό τρόπο εν τέλει οι εκπαιδευτικοί αποφάσισαν απεργιακές κινητοποιήσεις μέσα στην πιο κρίσιμη περίοδο στη ζωή τού κάθε μαθητή: τις πανελλαδικές εξετάσεις. Αδιαφορώντας για τον κόπο των εκατοντάδων χιλιάδων εφήβων, για τα έξοδα των οικογενειών τους και για το μέλλον αυτών των παιδιών, οι καθηγητές έρχονται να τα τινάξουν όλα στον αέρα. Η κυβέρνηση απαντά με επιστράτευση και μένουν λίγες μόνο ημέρες για να φανεί τι ακριβώς θα συμβεί.

Βήμα πίσω δεν κάνει το υπουργείο Παιδείας στη μάχη που ξέσπασε με τους καθηγητές. Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος εμμένει στις απόψεις του και αρνείται να υποκύψει στον εκβιασμό. Παράλληλα, ξεμπροστιάζει τους συνδικαλιστές της εκπαίδευσης κάνοντας λόγο για μύθους και συντεχνιακές στρεβλώσεις της πραγματικότητας από την ηγεσία της ΟΛΜΕ. Σύμφωνα λοιπόν με το υπουργείο Παιδείας, οι αλήθειες και τα ψέματα της ΟΛΜΕ έχουν ως εξής:

 

1. Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών οδηγεί σε απολύσεις

Ψέμα. Στις σχετικές διατάξεις της αξιολόγησης ΠΟΥΘΕΝΑ δεν τεκμηριώνεται, άμεσα ή έμμεσα, διαδικασία απόλυσης ή διαθεσιμότητας εκπαιδευτικού. Αυτό που διασφαλίζεται είναι ΜΗ εξέλιξη στις διευθυντικές θέσεις ή στις θέσεις στελεχών εκπαίδευσης των «αδιάβαστων» ή των «αμελών» δασκάλων και καθηγητών. Η ΟΛΜΕ αρνείται την αξιολόγηση ΓΙΑΤΙ θέλει:

1ον, να διασφαλίσει την ανεμπόδιστη υπηρεσιακή και κατά συνέπεια μισθολογική εξέλιξη ΟΛΩΝ, συμπεριλαμβανομένων όσων δεν μπαίνουν στις τάξεις ή ασκούν πλημμελώς τα καθήκοντά τους

2ον, να μην επιτρέψει στους «ικανούς» και «επιμελείς» που έχουν μεταπτυχιακές σπουδές, που έχουν επιτεύγματα αριστείας, που διακρίνονται στο εκπαιδευτικό τους έργο, να εξελίσσονται σε μια «ισοπεδωτική λογική». Αντίθετα, το ΥΠΑΙΘΠΑ μετά από 30 χρόνια εφαρμόζει ένα σύστημα για την αξιολόγηση δομών, διαδικασιών και ανθρώπινου δυναμικού στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

 

2. Το ΥΠΑΙΘΠΑ καταργεί διαμέσου συγχωνεύσεων σχολεία διαλύοντας τη δημόσια εκπαίδευση

Ψέμα: Αρκεί να αναλογιστούμε ότι το 2011 καταργήθηκαν διά των συγχωνεύσεων περίπου 800 σχολικές μονάδες. Το 2012 περίπου 120 και το 2013 το ΥΠΑΙΘΠΑ προχωρά στην κατάργηση περίπου 60 σχολικών μονάδων μετά από εισήγηση των Διευθυντών Εκπαίδευσης και των Περιφερειακών Διευθυντών και στις περισσότερες περιπτώσεις με σύμφωνη γνώμη των ΟΤΑ που εδρεύουν.

Συγχωνεύσεις δηλαδή που κρίνονται από την υπηρεσία απαραίτητες για λόγους μη βιωσιμότητας των σχολικών μονάδων (δηλαδή που δεν συμπληρώνουν τον απαραίτητο αριθμό μαθητών την ώρα που λειτουργούν όμορες σχολικές μονάδες που μπορούν να φιλοξενήσουν τον μαθητικό πληθυσμό).

 

3. Το ΥΠΑΙΘΠΑ «διαμορφώνει» τάξεις με 30 και πλέον μαθητές

Ψέμα: Είναι επισήμως γνωστό στη διοίκηση της ΟΛΜΕ ότι έχει υπογραφεί ΚΥΑ που ορίζει τη δυναμικότητα των τάξεων σε 27 μαθητές. Άλλωστε η καταστρατήγηση έως σήμερα στην πλειονότητα των περιπτώσεων ήταν να υπάρχουν τάξεις με 18 ή 20 μαθητές, ώστε να διασφαλίζουν οι Διευθυντές περισσότερο διδακτικό προσωπικό, το οποίο χρησιμοποιούσαν εκ των υστέρων ως διοικητικό προσωπικό. Γι’ αυτό και προκύπτει ένας αριθμός περίπου 1.500 εκπαιδευτικών την τρέχουσα σχολική χρονιά που δεν έχουν ούτε μία ώρα διδακτικού έργου.

 

4. Η κυβέρνηση «απολύει» 10.000 αναπληρωτές καθηγητές

Ψέμα: Κατ’ αρχάς οι αναπληρωτές καθηγητές είναι συμβασιούχοι και η μη πρόσληψή τους δεν σημαίνει «απόλυση». Η μόνιμη χρησιμοποίηση συμβασιούχων αναπληρωτών αλλά και η παράλληλη διαπίστωση κενών είναι μοναδικό φαινόμενο και αποδεικνύει την παθογένεια του συστήματος διαχείρισης προσωπικού που ακολουθήθηκε τα τελευταία 20 χρόνια.

Στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση εργάζονται περίπου 83.000 μόνιμοι εκπαιδευτικοί και αντιστοιχούν σε 640.000 μαθητές, δηλαδή η αναλογία είναι ένας καθηγητής για οκτώ μαθητές. Ακόμη και αν συνυπολογίσει κανείς την ιδιαιτερότητα της Νησιωτικότητας και της Ορεινότητας που συναντάμε στη χώρα μας, ο λόγος αυτός είναι πολύ χαμηλότερος σε σχέση από τον αντίστοιχο μέσο όρο των χωρών του ΟΑΣΑ.

Έχουμε λοιπόν πολύ περισσότερους μονίμους εκπαιδευτικούς ανά μαθητή και αυτό, σε συνδυασμό με την προβληματική κατανομή τους ανά Περιφέρεια και Διεύθυνση Εκπαίδευσης. Γιατί οι αναπληρωτές προσλαμβάνονται για να καλύψουν κενά που δημιουργεί η προβληματική κατανομή μονίμων καθηγητών ανά Περιφέρεια. Αλλού υπάρχει έλλειψη, άλλου υπεράριθμοι.

Πέραν αυτού το κόστος των αναπληρωτών καθηγητών ξεπερνά ετησίως τα 300 εκατ. ευρώ, ενώ για τη σχολική χρονιά 2012-2013 προσελήφθησαν 8.500 αναπληρωτές για 10μηνη απασχόληση.

Φυσικά και το υπουργείο έχει ήδη εξασφαλίσει την απασχόληση 8.500 αναπληρωτών στη νέα σχολική χρονιά σε καινοτόμες και χρηματοδοτούμενες δράσεις από το ΕΣΠΑ (όπως η εφαρμογή του θεσμού του Μέντορα, της ενισχυτικής διδασκαλίας κ.λπ.).

Με δράσεις καινοτομίας είναι εφικτό να δημιουργηθεί ένα εργασιακό περιβάλλον και στη νέα προγραμματική περίοδο 2015-2022 που θα μειώνει στο ελάχιστο το κοινωνικό αποτύπωμα του νοικοκυρέματος της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

 

5. ΟΧΙ στην αύξηση των διδακτικών ωρών κατά 2 ώρες εβδομαδιαία

Από τον Ιούλιο του 2012 διαπιστώσαμε ότι ουσιαστικά το υπουργείο δεν γνώριζε ούτε πόσους ακριβώς εκπαιδευτικούς διέθετε, ούτε πού βρίσκονταν όλοι, ούτε πόσες ώρες δίδασκε ο καθένας.

Γι’ αυτό προχωρήσαμε σε πλήρη χαρτογράφηση της εκπαίδευσης: σχολεία, τμήματα, εκπαιδευτικοί εντός και εκτός σχολείου, ώρες απασχόλησης. Αυτό και μόνον αυτό θα επέτρεπε έναν ουσιαστικό προγραμματισμό. Αλλά και λήψη των αναγκαίων μέτρων που έπρεπε να ληφθούν για σωστές τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις αλλά και διορισμούς –έστω και αυτούς τους περιορισμένους που πραγματοποιούνται τα τελευταία χρόνια– και εν τέλει για την αξιοποίηση του υπάρχοντος εκπαιδευτικού προσωπικού κατά τον καλύτερο δυνατόν τρόπο.

Με την ολοκλήρωση της παραπάνω χαρτογράφησης διαπιστώσαμε στρεβλώσεις δεκαετιών που οδήγησαν στη δημιουργία πλεονασμάτων σε κάποιες ειδικότητες με ταυτόχρονη έλλειψη σε άλλες. Και φυσικά το μοναδικό φαινόμενο των «κενών» και η πρόσληψη κατά μέσο όρο 10.000 συμβασιούχων αναπληρωτών. Και κενά και 300 εκατ. ευρώ σπατάλη.

Στόχος μας, μετά την έγκαιρη διανομή των βιβλίων τον Σεπτέμβριο του 2012, δηλαδή του αυτονόητου, η αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού, των εκπαιδευτικών μας, ώστε πριν από την έναρξη των μαθημάτων της επόμενης σχολικής χρονιάς όλα τα σχολεία να έχουν όλους τους αναγκαίους δασκάλους και καθηγητές.

Με βάση, λοιπόν, πλήρως ελεγμένα και επιβεβαιωμένα στοιχεία, αποφύγαμε την αύξηση των ωρών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση όπου το ωράριο του πρωτοδιόριστου δασκάλου είναι 24 ώρες.

Από την άλλη πλευρά προχωρούμε στην οριζόντια αύξηση του ωραρίου όλων των καθηγητών κατά δύο ώρες, ώστε ο πρωτοδιόριστος από την επόμενη χρονιά να διδάσκει 23 ώρες την εβδομάδα, από 21 που δίδασκε μέχρι και φέτος, και βεβαίως, ανάλογα με τα χρόνια, οι ώρες αυτές μειώνονται μέχρι και τις 18 από 16 που ήταν μέχρι σήμερα για όσους είχαν 20 και πάνω χρόνια υπηρεσίας.

Και μετά την αύξηση αυτή η Ελλάδα θα βρίσκεται ως προς τις ώρες που διδάσκουν οι εκπαιδευτικοί στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση περίπου στον μέσο όρο των χωρών της Ε.Ε. που είναι 19,1 (γυμνάσιο) και 18,4 (λύκειο), όταν ο μ.ο. όρος (γυμνάσιο-λύκειο) στην Ελλάδα είναι 18,5 (σύμφωνα με τα στοιχεία και της ΟΛΜΕ), ενώ εξακολουθεί η αναλογία εκπαιδευτικών-μαθητών στη χώρα μας να παραμένει η μικρότερη στις χώρες του ΟΟΣΑ αλλά και στην Ευρώπη.

Με την αύξηση αυτή των ωρών, και σε συνδυασμό με τον αυστηρό περιορισμό των αποσπάσεων εκπαιδευτικών σε φορείς εντός και εκτός του υπουργείου Παιδείας, την εξάντληση του υπάρχοντος ωραρίου, την αξιοποίηση των δεύτερων πτυχίων των εκπαιδευτικών, την επέκταση πρώτης και δεύτερης ανάθεσης διδασκαλίας και την πρόσληψη 2.500 συμβασιούχων αναπληρωτών για τη νησιωτική και ορεινή χώρα, εξασφαλίζονται οι αναγκαίες διδακτικές ώρες, κατά ειδικότητα, που θα επιτρέψουν, όλα τα παιδιά σε όλα τα σχολεία να έχουν –και μάλιστα έγκαιρα– τον καθηγητή τους τον Σεπτέμβριο του 2013.

 

6. Το ΥΠΑΙΘΠΑ μετατρέπει του καθηγητές σε περιφερόμενο θίασο με τις υποχρεωτικές μεταθέσεις

Αρχικά η «διαφωνία» της ΟΛΜΕ είναι όψιμη, εφόσον η νομοθετική ρύθμιση για τις αναγκαστικές μετακινήσεις των εκπαιδευτικών είναι νομοθετημένες από τον περασμένο Νοέμβριο.

Το Προεδρικό Διάταγμα ορίζει μόνον τη διαδικασία και τα κριτήρια υποχρεωτικής μετάθεσης και εφόσον ένας καθηγητής είναι υπεράριθμος, δηλαδή διδάσκει λιγότερο από 12 ώρες και δεν έχει συμπληρώσει δώδεκα χρόνια προϋπηρεσίας.

Πέραν αυτού, εκτός των υποχρεωτικών μεταθέσεων από το 2010 έχει ψηφιστεί –από την τότε μονοκομματική κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ– στον Ν3848/2010 η δυνατότητα υποχρεωτικής απόσπασης των εκπαιδευτικών και μάλιστα χωρίς κριτήρια.

Όμως είναι τόσο εύλογη και δίκαιη η απόφαση της πολιτείας να μεταθέσει υπεράριθμους εκπαιδευτικούς σε κενές θέσεις, αρκεί να αναλογιστούμε ότι, τη σχολική χρονιά 2012-2013, 5.500 εκπαιδευτικοί διδάσκουν λιγότερο από 12 ώρες την εβδομάδα, ενώ τα προηγούμενα χρόνια ήταν ακόμα περισσότεροι οι υποαπασχολούμενοι.

Οργή Αρβανιτόπουλου για την απόφαση

Ο υπουργός Παιδείας, Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, κ. Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος, παρακολουθούσε από κοντά τη διήμερη συνεδρίαση της ΟΛΜΕ και είχε ξεκαθαρίσει από νωρίς για εκείνον ότι οι καθηγητές θα επέμεναν στην απόφασή τους για απεργία. Μιλώντας σε συνεργάτες του ξεκαθάρισε πως για εκείνον «ένα πράγμα παραμένει αδιαπραγμάτευτο: Η ομαλή και απρόσκοπτη διεξαγωγή των πανελλαδικών εξετάσεων». Στο υπουργείο υπάρχει η αίσθηση πως εν τέλει οι καθηγητές παρά την απόφαση της ΟΛΜΕ δεν θα συμμετάσχουν στις κινητοποιήσεις απορρίπτοντας τη θέση αυτή στις συνεδριάσεις που έπονται στις αρχές της εβδομάδας. «Πιστεύω ακράδαντα ότι δεν θα υπάρξει παιδαγωγός που θα θέσει σε ομηρία τους μαθητές του, τον μόχθο τους, και τα όνειρά τους», σημείωνε χαρακτηριστικά πριν από λίγες ημέρες. Την ίδια ώρα, όλα είναι έτοιμα για την επιστράτευση των εκπαιδευτικών μόλις αυτό κριθεί αναγκαίο, έτσι ώστε οι εξετάσεις να πραγματοποιηθούν ομαλά.

Κύκλοι προσκείμενοι στον υπουργό εξηγούν ότι «είναι όψιμη η διαφωνία της ΟΛΜΕ και δολίως προσχηματική, αν αναλογιστούμε ότι πέραν αυτού από το 2010 έχει νομοθετηθεί η υποχρεωτική απόσπαση και μάλιστα χωρίς κριτήρια», και ότι «έπρεπε εντός του Απριλίου να νομοθετηθεί η αύξηση των δύο ωρών, ώστε να προκύψουν οι ανάγκες ανά σχολείο και να ακολουθήσουν οι τοποθετήσεις του προσωπικού».

«Πολιτικός εκβιασμός και “ευτελισμός των εκπαιδευτικών” θα ήταν αν το ΥΠΑΙΘΠΑ νομοθετούσε τον Ιούλιο ή τον Αύγουστο του 2013 την αύξηση των ωρών διδασκαλίας από 21 σε 23, καθώς και τις αναγκαστικές μεταθέσεις των υπεραρίθμων. Αν δηλαδή επικρατούσε στην ηγεσία του ΥΠΑΙΘΠΑ η παλαιοκομματική λογική τού “τους έπιασα στον ύπνο”», συμπληρώνουν.

«Οι τακτικισμοί του 11μελούς Δ.Σ. της ΟΛΜΕ για απεργία την πρώτη μέρα των Πανελλαδικών Εξετάσεων ή 3ωρες στάσεις εργασίας και η λήψη της απόφασης από τις Τοπικές Ενώσεις των Καθηγητών για 5μερες επαναλαμβανόμενες, με κάλπες ή χωρίς κάλπες, με το όριο της συμμετοχής στις κάλπες το 30% ή χωρίς όριο συμμετοχής, το μόνο που συνεισφέρουν είναι να διαμορφώνουν ένα περιβάλλον απειλών προς την κοινωνία και αγωνίας προς τους δοκιμαζόμενους μαθητές», καταλήγουν από το υπουργείο Παιδείας.

 

 

 

Η κρίσιμη απόφαση και τα αντεπιχειρήματα των καθηγητών

 

Με τη ΔΑΚΕ να αποσύρει την πρότασή της για ψηφοφορία με κάλπες από τις τοπικές ΕΛΜΕ στη διάρκεια των Γενικών Συνελεύσεων ολοκληρώθηκε η συνεδρίαση της ΟΛΜΕ που αποφάσισε τις απεργιακές κινητοποιήσεις. Συμφώνησαν για 24ωρη απεργία την πρώτη ημέρα των εξετάσεων (17/5) και για πενθήμερη απεργία από τις 20 μέχρι τις 24/5.

Γενικές συνελεύσεις σε όλες τις ΕΛΜΕ θα γίνουν στις 14/5 ημέρα Τρίτη και Γ.Σ. προέδρων την Τετάρτη 15/5. Εφόσον η πρόταση της ΟΛΜΕ συγκεντρώσει την απαιτούμενη πλειοψηφία και ξεκινήσει η απεργία, θα ξαναγίνουν Γ.Σ μέχρι 24/5 για παραπέρα εκτίμηση της κατάστασης και συνέχιση της απεργίας.

Η απόφαση ελήφθη με 9 ψήφους ΥΠΕΡ και 2 ΚΑΤΑ (ΕΣΑΚ ΔΕΕ παράταξη του ΚΚΕ). Να σημειωθεί πάντως ότι έστω και μία ΕΛΜΕ να αποφασίσει υπέρ της απεργίας, οι εξετάσεις δεν μπορούν να γίνουν. Την ίδια ώρα οι καθηγητές περνούν στην αντεπίθεση επιχειρώντας να καταρρίψουν την επιχειρηματολογία του υπουργείου.

Ο γνωστός αρθρογράφος-καθηγητής Χρήστος Κάτσικας σημειώνει πως «στην πραγματικότητα το διδακτικό ωράριο των καθηγητών στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση αρχίζει από τις 21 ώρες την εβδομάδα και αποκλιμακώνεται ανάλογα με τα χρόνια υπηρεσίας σε 19, 18 και τελικά 16 μετά την εικοσαετία», συμπληρώνοντας πως «το ωράριο εργασίας φτάνει μέχρι τις 30 ώρες, τουλάχιστον, υποχρεωτικά, αλλά στην πράξη μπορεί να υπερβαίνει και τις 40 και περιλαμβάνει ένα πλήθος γραφειοκρατικών εργασιών και καθηκόντων, προκειμένου να λειτουργήσει το σχολείο! Αν συνυπολογίσουμε και την εργασία στο σπίτι, που συνίσταται στην προετοιμασία της διδασκαλίας για την επόμενη μέρα και τη διόρθωση των συχνών γραπτών εργασιών των μαθητών, προκύπτει ένας αυξημένος όγκος ωρών που ξεπερνά, κατά πολύ, το ημερήσιο οκτάωρο!».

Σύμφωνα με τον εκπαιδευτικό Γιώργο Καββαδία, μέλος του Κέντρου Μελέτης και Τεκμηρίωσης (ΚΕΜΕΤΕ), ο μέσος όρος διδακτικών ωρών για τους εκπαιδευτικούς των 25 χωρών από τις 27 της Ε.Ε. για την κατώτερη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (Γυμνάσιο) είναι 19,1 και για αυτούς της ανώτερης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (Λύκειο) είναι 18,4. Στην Ελλάδα, όπου δεν υπάρχει αντίστοιχος διαχωρισμός, ο μέσος όρος διδασκαλίας είναι 18,5, αντίστοιχος του μέσου όρου Ε.Ε. (19,1 και 18,4).

Όσον αφορά τους Έλληνες εκπαιδευτικούς προκύπτει ότι ως προς τον χρόνο εργασίας συνολικά σε ετήσια βάση στο σχολείο είναι 1.170 ώρες για το Γυμνάσιο και το Λύκειο, ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 1.199 για την κατώτερη και 1.166 για την ανώτερη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και για την Ε.Ε./19 είναι 1.133 και 1.108, αντίστοιχα.

Ο μέσος όρος των καθαρών εργάσιμων εβδομάδων για τους εκπαιδευτικούς κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους είναι 38,6 εβδομάδες, ενώ στην Ελλάδα οι εργάσιμες εβδομάδες για τους εκπαιδευτικούς είναι 39, λίγο πάνω από τον μέσο όρο Ε.Ε./27.

Ρεπορτάζ: Κώστας Παπαϊωάννου

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα