ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ: “Η ελληνική κρίση ανέδειξε τις μεγάλες εσωτερικές ανισότητες που διαπερνούν την ΕΕ και την Ευρωζώνη”

Σε ένα από τα πιο έγκριτα γαλλικά περιοδικά, το «Commentaire», αρθρογραφεί ο Ευάγγελος Βενιζέλος για την ελληνική κρίση. Το Commentaire είναι τριμηνιαίο περιοδικό, το οποίος ίδρυσε ο διάσημος γάλλος φιλόσοφος και ιστορικός Ραϊμόντ Αρόν το 1978 («επειδή ανησυχούσε για την άφιξη των αριστερών σοσιαλιστών και κομμουνιστών στην εξουσία»). Το περιοδικό Commentaire διευθύνει σήμερα ο οικονομολόγος και στοχαστής Ζαν Κλοντ Καζανοβά. Στο τεύχος Σεπτεμβρίου 2017 αρθρογραφούν κάποιες από τις μεγαλύτερες πένες της Γαλλίας, όπως ο Πασκάλ Μπρικνέρ, ο Ολιβιέ Ντιαμέλ κ.ά.

Το άρθρο του Ευάγγελου Βενιζέλου έχει τίτλο «Crise grecque et zone euro» -«Η Ελληνική κρίση και η Ευρωζώνης. Μια εμπειρία οικονομικής διακυβέρνησης».

Μεταξύ άλλων στο άρθρο του ο Ευάγγελος Βενιζέλος αναφέρει:
“Θυμίζω πολύ συνοπτικά ότι η ελληνική οικονομική κρίση ξεσπά στα τέλη 2009 -αρχές 2010 ως τριπλή κρίση:

Πρώτον, ως κρίση αναχρηματοδότησης και άρα βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους που μετατρέπεται σε κρίση φερεγγυότητας. Στις 31.12.2009 το δημόσιο χρέος βρίσκεται στο 126.7% του ΑΕΠ. Σε απόλυτους αριθμού είναι 301 δισ. ευρώ με το συνολικό χρέος της Ευρωζώνης να είναι 7.3 τρις ευρώ. Άρα το ελληνικό δημόσιο χρέος αντιστοιχεί στο  4.14 % του συνολικού δημοσίου χρέους της Ευρωζώνης.

Δεύτερον, ως οξεία κρίση δημοσιονομικού ελλείμματος. Το 2009 κλείνει τελικά με δημοσιονομικό  έλλειμμα 15,7% του ΑΕΠ και πρωτογενές έλλειμμα 10,5 % του ΑΕΠ ( 25 δις ευρώ ).

Τρίτον, ως οξεία κρίση ανταγωνιστικότητας αλλά και παραγωγής με το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών του 2009 να εμφανίζει έλλειμμα 15 % του ΑΕΠ.

Τα συμπτώματα της κρίσης ήταν όμως εμφανή ως προς το δημοσιονομικό και το πρωτογενές έλλειμμα και ως προς το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ήδη από το 2007 και ακόμη πιο έντονα το 2008. Οι ρίζες της ελληνικής κρίσης είναι βεβαίως πολύ πιο βαθιές. Ανάγονται στις διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας και ειδικότερα των σχέσεων κράτους και οικονομίας. Με άλλη διατύπωση στη μειωμένη ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας ή ακριβέστερα της χώρας συνολικά.

Τι διδάσκει η ελληνική εμπειρία

Επτά χρόνια μετά το πρώτο ελληνικό μνημόνιο ( 2010) και μετά από δέκα χρόνια ύφεσης ( 2007-2016)  το στοίχημα είναι αν μπορεί να υπάρξει μια Ελλάδα μετά την κρίση. Μια Ελλάδα κανονικό και ισότιμο μέλος της Ευρωζώνης που θα επανέλθει  στις αγορές με ικανοποιητικά επιτόκια, θα καταγράφει ρυθμούς ανάπτυξης πάνω από το μέσο ρυθμό της Ευρωζώνης και θα καλύψει τη συσσωρευμένη ύφεση και  επενδυτικό κενό που δημιουργήθηκε τα τελευταία χρόνια. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό θα δοθεί πρωτίστως στην Ελλάδα, από τον ελληνικό λαό. Η ελληνική όμως εμπειρία ανέδειξε τις μεγάλες εσωτερικές ανισότητες που διαπερνούν την ΕΕ και την Ευρωζώνη και τις ανεπάρκειες της οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρωζώνης. Η Ελλάδα μετά την κρίση, προϋποθέτει από την άποψη αυτή και μια Ευρωζώνη μετά την κρίση, έτοιμη να κινηθεί με μεγαλύτερη διορατικότητα, χωρίς αγκυλώσεις που μειώνουν τελικά την ίδια την ανταγωνιστικότητα της Ευρωζώνης στο πεδίο των χρηματοπιστωτικών και χρηματοοικονομικών θεσμών.

Η ελληνική εμπειρία δεν πρέπει συνεπώς  να αντιμετωπίζεται ως μια μαύρη σελίδα που πρέπει να κλείσει και να ξεχαστεί,  αλλά ως ένα ολόκληρο βιβλίο μαθημάτων που πρέπει να αντλήσει η Ευρώπη. Ως ένα εργαστήριο στο οποίο δοκιμάστηκαν τα υλικά της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και, παρά τα προβλήματα, άντεξαν. Το  κόστος όμως είναι άδικο να το καταβάλει ολόκληρο  η ελληνική οικονομία και κοινωνία. Η στήριξη της Ευρωζώνης προς την Ελλάδα πρέπει να έχει καθαρό στόχο: τη χειραφέτηση, την ανάκτηση του χαμένου εδάφους και του χαμένου χρόνου. Στο πλαίσιο αυτό μια λειτουργική και έντιμη συμφωνία ως προς το χρέος και τη βιωσιμότητα του είναι εφικτή ξεκινώντας από την πλήρη αξιοποίηση των παραμέτρων της επέμβασης του 2012 και από την ορθή απεικόνιση του ελληνικού  χρέους και των ευεργετικών ιδιομορφιών του.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα