Δεν αρκεί η συγγνώμη. Γρήγορα στα σπίτια σας!

Του Γιώργου Αρκουλή

Πολύ κομψή σε βάρος της ΕΠΟ ήταν το βράδυ Δευτέρας η πρώτη είδηση στο τηλεοπτικό αθλητικό μαγκαζίνο του ΣΚΑΪ. Και έχει σημασία, γιατί το κανάλι του Γιαννάκη Αλαφούζου είναι το μοναδικό που θίγει κακώς κείμενα του ελληνικού ποδοσφαίρου και συντηρεί αποκαλύψεις που δεν τιμούν τα καλόπαιδα της Ομοσπονδίας.

Ο ρεπόρτερ (ένας καλοξυρισμένος νέος και με ωραία γραβάτα), χωρίς φόβο αλλά ούτε πάθος, είπε επί λέξει:
«Αν και πέρασαν 48 ώρες από την ήττα της Εθνικής, δεν ακούστηκε ούτε μία συγγνώμη από τους αρμόδιους».
Ποια συγγνώμη, βρε καλόπαιδο; Τόσο δύσκολο ήταν να ζητηθoύν, αντί συγγνώμης, οι παραιτήσεις εκείνων που ταλαιπωρούν (για την ακρίβεια καταστρέφουν) κάθε προσπάθεια που πάει να στηθεί από το φωτεινό καλοκαίρι της Πορτογαλίας ως τώρα;

Ο Ουρουγουανός προπονητής Σέργιος Μαρκαριάν, προφανώς από… άγνοια κινδύνου, μίλησε κάπως ανοιχτά, και φυσικά είχε δικαίωμα να το κάνει, διότι δεν είναι περαστικός –όπως ο Κλαύδιος Ρανιέρι– από τις γειτονιές του ελληνικού ποδοσφαίρου. Και τι είπε; Ότι δεν είναι δυνατόν να διοικείται το εθνικό ποδόσφαιρο από ανθρώπους οι οποίοι κατηγορούνται για κακουργηματικές πράξεις και μπαινοβγαίνουν σε ανακριτικά γραφεία σχεδόν καθημερινά.

Ακόμη, ο κόουτς πέταξε την μπάλα στους σχολιαστές και τους επαγγελματίες της ενημέρωσης, δείχνοντας ως ένα από τα βασικά προβλήματα της Εθνικής ομάδας το γεγονός ότι το ντόπιο πρωτάθλημα δεν είναι ανταγωνιστικό. Ωχ! Εννοείται πως αυτά τα είπε με πολλή ευγένεια, αποφεύγοντας (το πρωτάθλημα του ενός…) να το χαρακτηρίσει της πλάκας (χωρίς εισαγωγικά).

Δεν έχει καμία σημασία αν το βασικό μερίδιο ευθύνης χρεώνεται στη διοίκηση Σαρρή ή στη φρέσκια του κυρίου Γκιρτζίκη. Έτσι κι αλλιώς, είναι σίγουρο στους παροικούντες στην Ιερουσαλήμ ότι οι εκάστοτε (εκλεγμένες!!!) διοικήσεις δεν είναι αυτές που κάνουν κουμάντο…

Θα μου πείτε: εντάξει, η διοίκηση του Βασίλη Γκαγκάτση (με υπαρχηγό Σταθόπουλο…) ήταν καλύτερη που πήγε την ομάδα στην Πορτογαλία πριν έντεκα χρόνια και πέτυχε το σχεδόν ακατόρθωτο; Υπάρχει απάντηση. Τότε, στην Εθνική βρίσκονταν κάποια παλικάρια που μέσα στο γήπεδο ψιθύριζαν στον εαυτό τους (και στον διπλανό τους) «πάμε, ρε, να νικήσουμε». Και με μπροστάρη (συγγνώμη για την κάπως μαλλιαρή λέξη) τον Ζαγοράκη, έβλεπες ότι έτρεχαν, τα έδιναν όλα και δικαίωναν τον έτσι κι αλλιώς εξαιρετικό προπονητή Ρεχάγκελ.

Σήμερα, εκτός του ότι παίκτες ψυχωμένοι όπως ο αρχηγός της Λισσαβώνας, ο Καψής, ο Καραγκούνης, ο Βρύζας, ο Τραϊανός, ο Χαριστέας δεν υπάρχουν, παρατηρείς ότι οι μετριότατοι που επιλέγονται είναι παίκτες που αγωνίζονταν για τον εαυτό τους, το συμβόλαιό τους και τις φωτογραφίες στα ΜΜΕ, αλλά όχι για το σύνολο της ομάδας. Πέρα του γεγονότος ότι μερικοί από αυτούς δεν έχουν ιδέα πού βρίσκονται, τι πρέπει να κάνουν και πώς να βοηθήσουν.

Αναρωτιέμαι: ο Λάζαρος Χριστοδουλόπουλος, σε ποια θέση πρέπει να αγωνίζεται και –φίλε μου– τι είδους μαχητής είναι; Κυνηγός, εξτρέμ, επιθετικός μέσος; Μεταξύ μας, τίποτε από όλα αυτά. Οι αμυντικοί που «φυλάττουν Θερμοπούλες» μπροστά από τον άτυχο (δηλαδή αβοήθητο) Καρνέζη τι σόι καριέρα θα μπορέσουν να στερεώσουν; Το ότι ο ένας παίζει στην Ντόρτμουντ (έχοντας ήδη χάσει τη θέση του βασικού) και ο άλλος στη Ρόμα (με αρκετά λάθη, κάρτες και αστάθεια στην απόδοσή του) δεν σημαίνει τίποτα, ή σχεδόν τίποτα.

Ο Ζαγοράκης στην Μπολόνια και στη Λέστερ αγωνίστηκε, αλλά ήταν ο αρχηγός. Ο Στέλιος Γιαννακόπουλος ποτέ δεν φοβήθηκε τα θηρία των μεγάλων ομάδων στην Αγγλία, ως βασικότατος της άσημης Μπόλτον. Ο Ζήκος στη Μονακό γοήτευε τους δημοσιογράφους, οι οποίοι τον χαρακτήρισαν «Πύργο ελέγχου» μέσα στο γήπεδο, ενώ ο Βασίλης Τσιάρτας, που ποτέ δεν μάρκαρε ή έτρεξε με υποφερτές ταχύτητες, ήταν εξαιρετικός σε ΑΕΚ, Σεβίλλη και Εθνική ομάδα.

Ποιοι, άραγε, αντικατέστησαν αυτούς τους μαχητές; Κάποια παιδιά με αβέβαιο μέλλον και πολύ-πολύ φόβο μέσα στο τερέν. Γι’ αυτό και μετά την ξευτίλα στο γήπεδο των Φερόε, δεν τόλμησαν να ανοίξουν το στόμα τους, να δικαιολογηθούν, να θίξουν κάποιες δυσάρεστες καταστάσεις, που πιθανώς βιώνουν από το… κονκλάβιο της ΕΠΟ κ.λπ. Με άλλα λόγια, προτίμησαν το κλασικό «τα κεφάλια μέσα!». Μόνο ο συνήθως αμίλητος Παπασταθόπουλος βρέθηκε μπροστά στο μικρόφωνο της ΕΡΤ και τον ρεπόρτερ για να πει δυο λέξεις του συρμού («θέλουμε οργάνωση», κ.λπ.).

Το ότι οι παίκτες παραδέχονται την ευθύνη τους για τα ελεεινά αποτελέσματα είναι πράξη ύποπτη, προσφορά άλλοθι στους φταίχτες και πράξη χωρίς εσωτερική ηθική. Γιατί είναι αυτοί υπεύθυνοι και όχι εκείνοι που διοικούν το ποδόσφαιρο, διάβολε;

Υπάρχει ακόμη μία άποψη που οι πονηροί φίλοι του ποδοσφαίρου (και φαν των στοιχημάτων…) πάντα την υπολογίζουν. Ποιοι είναι αυτοί; Όσοι πόνταραν –λέμε τώρα– το Πλατανιάς – Καλλονή +6 γκολ, ή –καλή ώρα– το διπλό τής Βενεζουέλας επί του σούπερ φαβορί με το όνομα Κολομβία!

Έτσι, για να μην ξεχνιόμαστε. Και για να θυμόμαστε πού στηρίζουν οι εισαγγελείς τις βασικές κατηγορίες για σύσταση συμμορίας κ.λπ., κ.λπ.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα