1914: Όταν ο Ιησούς γεννήθηκε με την… μπάλα της ειρήνης

Η ιστορία είναι περίπου κλασική. Αφορά σε «μιας ημέρας» – παραμονές Χριστουγέννων– ανακωχή των εχθροπραξιών, ανάμεσα στους Άγγλους και τους Γερμανούς στρατιώτες στο μέτωπο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Προκειμένου να παίξουν μπάλα. Επί των ημερών μας, αυτό φαντάζει αδιανόητο… Ήταν 24 Δεκεμβρίου του 1914, στην βελγική πόλη Ιπρ, στην Φλάντρα. Όταν Άγγλοι και Γερμανοί, καταχωνιασμένοι στα χαρακώματα, άρχισαν να στολίζουν τα… χριστουγεννιάτικα (αυτοσχέδια) δέντρα τους.

Αντί για μπάλες στα κλαδιά, κάλυκες από σφαίρες. «Stille Nacht» τραγουδούσαν οι Γερμανοί. Οι Άγγλοι,  «Silent Night». Ήταν η «Άγια Νύχτα». Εκείνη την ημέρα δεν είχε πέσει ούτε μία τουφεκιά. Ξαφνικά, μέσα στην απόλυτη ησυχία του μεσημεριανού, ακούστηκε η φωνή του Γερμανού στρατιώτη, Μέκελ (όχι… Μέρκελ). Ο οποίος, ευχήθηκε στα αγγλικά: «Καλά Χριστούγεννα, κύριοι, ο Θεός να σας έχει καλά». Ωστόσο, στην δίνη του πολέμου, οι Άγγλοι ένιωθαν αμήχανα. Μπας κι ήταν καμία γερμανική μπλόφα για να τους βγάλουν έξω από τα χαρακώματα και να τους σκοτώσουν; «Καλά Χριστούγεννα και σε σας», απάντησαν.

Η μία κουβέντα έφερε την άλλη. «Τι λέτε, παρατάμε τα όπλα αύριο για να παίξουμε μπάλα;» ρώτησε ο Μέκελ. «Και πώς είμαστε σίγουροι ότι το εννοείτε;» ανταπάντησαν οι Άγγλοι και όπλισαν. «Βγαίνω πρώτος από το χαράκωμα», αντέτεινε ο Μέκελ. Και βγήκε. Οι Άγγλοι σήκωσαν κι αυτοί έναν στρατιώτη. Οι δυο τους κατευθύνθηκαν στην «ουδέτερη ζώνη». Μίλησαν, έσφιξαν τα χέρια και το αποφάσισαν.

«Αύριο, παίζουμε μπάλα». Κάτι σαν make football, no war. Μετά, βγήκαν κι άλλοι έξω στην ουδέτερη ζώνη, κρατώντας μάλιστα και… δώρα. Τσιγάρα, ουίσκι, κουμπιά για τις χλαίνες. «Καλά Χριστούγεννα, κύριοι, και εν ειρήνη». Αγκαλιάστηκαν.Την επομένη, ανήμερα των Χριστουγέννων, όλα έμοιαζαν διαφορετικά στις πεδιάδες του Ιπρ. Άγγλοι (μερικοί Γάλλοι, Βέλγοι κ.λπ.) και Γερμανοί βγήκαν πάλι από τα χαρακώματα και ετοιμάστηκαν για μπάλα.

Ποια… μπάλα, όμως; Σιγά μην κουβαλούσαν και μπάλες μαζί τους. Την λύση έδωσε Άγγλος στρατιώτης, πρώην… κουρέας. «Αναλαμβάνω να σας φτιάξω εγώ μια μπάλα, θέλω 50 νοματαίους για κούρεμα». Κόστος; Δύο τσιγάρα το κεφάλι! Αφού μάζεψε τις τρίχες, τις ανακάτεψε με κάλυκες, τις έδεσε με τις χοντρές στρατιωτικές κάλτσες και… να τη, έτοιμη η μπαλίτσα. Το παιχνίδι έγινε χωρίς διαιτητή, και… καλύτερα. Ίσως ήταν ο πιο ασφαλής τρόπος για να μην αρχίσουν να σκοτώνονται για ένα φάουλ ή ένα πέναλτι. Σκορ; Ούτε αυτό κρατήθηκε. Απλά κάποιοι έγραψαν ότι τελείωσε 3-2 υπέρ των Γερμανών.

Την επόμενη ημέρα, όμως, οι εχθροπραξίες έγιναν σφοδρότερες! Γιατί; Διότι είχαν έρθει «διαταγές» από τα επιτελεία. Οι αξιωματικοί, Άγγλοι και Γερμανοί, το έφεραν βαρέως που οι φαντάροι από μόνοι τους αποφάσισαν ανακωχή και «παρέβησαν τας διαταγάς». Για μεν τους Άγγλους, ένας ταγματάρχης, αγνώστων στοιχείων, μετέφερε την διαταγή. «Ο Γερμανός δεν πιάνεται φίλος». Στα γερμανικά χαρακώματα, ένας νεαρός δεκανέας, αυστριακής καταγωγής, μιλούσε φωναχτά στους διοικητές του.

«Τέτοιες συνεννοήσεις θα έπρεπε να απαγορεύονται αυστηρά». Το όνομά του; Αδόλφος Χίτλερ! Ο «εκλεκτός του σατανά», που μερικά χρόνια αργότερα θα έπνιγε τον κόσμο στο αίμα. Φυσικά και δεν έπαιξε μπάλα εκείνα τα Χριστούγεννα. Λέγεται, μάλιστα, πως μέχρι που τελείωσε ο πόλεμος, το 1918, κάθε παραμονή και ανήμερα τα Χριστούγεννα, οι διαταγές που έφταναν από «ψηλά» είχαν την σφραγίδα του. Διαρκείς βομβαρδισμοί και μάχες. Να μην έρθει στους στρατιώτες καμιά καινούργια ιδέα και σταματήσουν να σκοτώνονται για να παίξουν μπάλα…

Η απίστευτη ιστορία στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν ανήμερα Χριστουγέννων Άγγλοι και Γερμανοί στρατιώτες έπαιξαν μπάλα, αντί να αλληλοσκοτωθούν

«Αγκάλιαζα ανθρώπους που πριν από λίγη ώρα προσπαθούσα να σκοτώσω», είχε πει ένας Άγγλος στρατιώτης μιλώντας χρόνια αργότερα στο BBC. «Στο χαράκωμά μας είχαμε τοποθετήσει ήδη γιορταστικά δεντράκια και κεριά. Μετά την πετυχημένη συνάντησή μας με τους Άγγλους, βάλαμε ακόμα περισσότερα στολίδια. Οι Άγγλοι έδειχναν την χαρά τους για τα φωταγωγημένα χαρακώματά μας. Φώναζαν, σφύριζαν και χειροκροτούσαν. Εγώ, όπως και οι περισσότεροι, όλη την νύχτα την πέρασα ξάγρυπνος. Μπορεί να έκανε κρύο, αλλά ήταν υπέροχα». Έγραψε στο ημερολόγιό του ο Γερμανός φαντάρος, Κουρτ Τσέμις. Έζησε εκείνη την μεγάλη ώρα του ποδοσφαίρου, επέζησε του Α΄  Παγκοσμίου Πολέμου. Σταμάτησε να ζει στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σε στρατόπεδο αιχμαλώτων…

Το 1999, στο σημείο από όπου ξεκίνησε η ανακωχή, στήθηκε ένας ξύλινος σταυρός, για να θυμίζει σε όλους εκείνο το βράδυ του 1914. Ο τελευταίος εν ζωή στρατιώτης που είχε πάρει μέρος στην ποδοσφαιρική αναμέτρηση, ο Σκοτσέζος, Άλφρεντ Άντερσον πέθανε το 2005 σε ηλικία 109 ετών.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα