ΑΓΡΟΔΙΑΤΡΟΦΗ: Το ανεκμετάλλευτο καύσιμο του ελληνικού τουρισμού

H μοναδικότητα των ελληνικών προϊόντων κινδυνεύει να χαθεί, όταν ο γεωργικός κι ο κτηνοτροφικός κλάδος είναι αδύναμος και αγνοεί τις ανάγκες του τουριστικού κλάδου

Οι Έλληνες οικονομολόγοι και συχνά και οι υπουργοί Οικονομικών είθισται να αναζητούν λεφτά από την εξοικονόμηση των περιττών, αγνοώντας έτσι πως δεν αρκεί ο εξορθολογισμός των δαπανών ή λ.χ. το κυνήγι της εισφοροδιαφυγής, αλλά απαιτείται και αύξηση της πίτας. Μία αύξηση, που δεν επιτυγχάνεται τόσο από μηχανής θεούς, όσο από εγχώριους, δηλαδή από την αύξηση της παραγωγής σε προϊόντα, που θέλει η αγορά.

Της Άννας Στεργίου(*)

Το προηγούμενο διάστημα σε συνέδριο στο πλαίσιο της έκθεσης «Philoxenia» στη Θεσσαλονίκη, ο Δημήτρης Καλαϊτζιδάκης, ένας εκ των πρωτοπόρων στον τουριστικό κλάδο, αναφέρθηκε στην εισήγησή του για τη συμπόρευση της ελληνικής αγροδιατροφής και τουρισμού με συγκεκριμένες δράσεις. Δημιούργησε κλίμα αισιοδοξίας, για την ανανέωση του τουριστικού προϊόντος, ώστε να κερδίζουν όλοι: αγρότες, ξενοδοχεία, μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ταξιδιώτες. Παρόμοια συζήτηση γίνεται από την «Αυθεντική Ελλάδα», ενώ τα προηγούμενα χρόνια πρωτοστάτησε και η Ελληνική Ακαδημία Γεύσης κ.ο.κ.

Η ιδέα έχει ειπωθεί πολλές φορές, αλλά η ειδοποιός διαφορά είναι πως ο κ. Δ. Καλαϊτζιδάκης την έχει χρεωθεί και την έχει κάνει πράξη με διάφορες δράσεις. Κατόρθωσε να εφαρμόσει με επιτυχία σε μαζική κλίμακα το δίπτυχο γαστρονομίας – τουρισμού παρουσιάζοντας  την εμπειρία της επαφής με τη γη, τόσο για τα μικρά παιδιά όσο και για τους μεγάλους. Τα όσα είπε, συμβαίνουν σε γνωστό ελληνικό τουριστικό όμιλο, πρωτοπόρο στο είδος, ο οποίος κατέχει ηγεμονικό ρόλο στην ελληνική τουριστική σκηνή, σε πολλές περιοχές της χώρας.

Βεβαίως, οι ιδιοκτήτες του συγκεκριμένου τουριστικού ομίλου είχαν γνώση για τον χώρο της αγροδιατροφής από προηγούμενη ενασχόλησή τους με τον κλάδο. Ο ίδιος δεν έβαλε στο τραπέζι το θέμα της αγροδιατροφής, μόνο στα μεγάλα μεγέθη, με ισχυρούς παίκτες της αγοράς, αλλά ακόμη και στο μικρό οικογενειακό εστιατόριο, με ΠΟΠ επιλεγμένα προϊόντα. Παραδοσιακά φαγητά, που κουβαλούν πίσω τους μία ιστορία και δημιουργούν μία νέα, αυθεντική, ταξιδιωτική εμπειρία στον ταξιδιώτη, με συνέπεια και συνέχεια.

Σε όλες τις έρευνες, που έχουν γίνει για την Ελλάδα, η γαστρονομία παίζει κομβικό ρόλο στην πρώτη πεντάδα μεταξύ των λόγων που κάποιος τουρίστας επισκέπτεται τη χώρα μας

Ωστόσο, η μοναδικότητα των ελληνικών προϊόντων, κινδυνεύει να χαθεί, όταν ο γεωργικός και ο κτηνοτροφικός κλάδος είναι αδύναμος κι αγνοεί τις ανάγκες του τουριστικού κλάδου. Δυστυχώς, δεν φτάνουν ούτε οι Λέσχες Αρχιμαγείρων ούτε άλλοι οραματιστές –επώνυμοι και μη– του κλάδου, για να δώσουν νέα ώθηση και περιεχόμενο στην ελληνική κουζίνα. Δεν φτάνει μόνο το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδας, που έχει κάνει άλματα για την προώθηση της ελληνικής κουζίνας ή τοπικών κουζινών. Πρέπει να είναι θεσμική, στρατηγική επιλογή. Χρειάζεται συντονισμός σε επίπεδο υπουργείων με εκπροσώπους φορέων, για να σταματήσουν τα μεμονωμένα success stories.

Γίνονται προσπάθειες, αλλά…

Το ελληνικό υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ετοιμάζεται για τη νέα ΚΑΠ, όπως την παρουσίασε στη Βουλή ο αρμόδιος υπουργός, Σπήλιος Λιβανός, ο οποίος δηλώνει πως ενδιαφέρεται για το μάρκετινγκ. Η αντίφαση είναι πως η επίσημη ιστοσελίδα του υπουργείου δεν διαθέτει καν φωτογραφίες των εμβληματικών ελληνικών προϊόντων. Ο καταναλωτής δεν γνωρίζει την ιστορία των προϊόντων που αγοράζει. Πρόσφατα σε τηλεπαιχνίδι στην κρατική τηλεόραση, οι 3 από τους 4 παίκτες δεν γνώριζαν το τυρί μαστέλο Χίου.

Σε όλες τις έρευνες, που έχουν γίνει για την Ελλάδα, η γαστρονομία παίζει κομβικό ρόλο στην πρώτη πεντάδα μεταξύ των λόγων (3η έως 5η), που κάποιος τουρίστας επισκέπτεται τη χώρα μας. Όμως, αυτό προϋποθέτει ότι και οι ξενοδόχοι ασπάζονται την ίδια φιλοσοφία για την αγροδιατροφή και δεν κοιτούν κοντόφθαλμα το θέμα του κόστους.

Στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης έχουν γίνει κατά καιρούς προσπάθειες για το θέμα της προώθησης της ελληνικής αγροδιατροφής.

Οι προσπάθειες της Κατερίνας Μπατζελή σκόνταψαν στις διαφορετικές προσεγγίσεις περί ελληνικής, κρητικής ή μεσογειακής διατροφής. Επί Κώστα Σκανδαλίδη στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης υπήρχε η άποψη ότι πρέπει να κυνηγήσουμε το θέμα της Μεσογειακής Διατροφής, όμως σκόνταψε σε κάτι καρεκλοκένταυρους του υπουργείου Πολιτισμού. Η άποψη επί υπουργίας Θανάση Τσαφτάρη, για τα Θεσμοφόρια και την παλέτα κρασιών/τυριών, έμεινε στη μέση και δεν συνεχίστηκε.  Επί ΣΥΡΙΖΑ, τέλος, ο διάλογος της τότε υπουργού Τουρισμού, Έλενας Κουντουρά, με τους υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης, Αποστόλου και Αραχωβίτη, προχώρησε ως προς το τουριστικό νομοθετικό πλαίσιο και τον αγροτουρισμό.

Να βρει τον δρόμο του ο αγροτικός χώρος

Όμως, για να γίνουν όλα αυτά χρειάζεται και ο αγροτικός χώρος να βρει τον δρόμο και να οργανωθεί. Μέχρι σήμερα, δεν υπάρχει στρατηγική για το εθνικό μας τυρί. Τρεις φορές έχει ανακοινωθεί η δημιουργία της Διεπαγγελματικής Φέτας από 3 διαφορετικούς υπουργούς, και πάλι οι ισορροπίες είναι δύσκολες.

Και σήμερα, ενώ τα ελληνικά τυριά είναι σπουδαία από άποψη γεύσης μαζί με το γιαούρτι, κινδυνεύουν να πνιγούν λόγω των χαμηλών τιμών, των ελληνοποιήσεων και στην κουταλιά της Κλιματικής Αλλαγής ελέω μεθανίου και της απουσίας ολοκληρωμένης μελέτης, για τους ρύπους που εκπέμπει κάθε ζώο ξεχωριστά, ανάλογα με τις συνθήκες εκτροφής και την περιοχή που βρίσκεται.

Είμαστε από τους μεγαλύτερους καταναλωτές τυριών στην Ευρώπη, με τη φέτα να είναι το κυρίαρχό μας τυρί. Όλοι κάνουν τους γευσιγνώστες στα ελαιόλαδα. Πότε δώσαμε βαρύτητα στα ελληνικά τυριά; Κοιτάζουμε να φέρουμε τις μεγάλες επενδύσεις απ’ έξω, και δεν κοιτάζουμε αυτά που ήδη έχουμε και μας φέρνουν χρήμα από την εγχώρια αγορά και τις εξαγωγές.

Τα δώρα, που παίρνουν οι ξένες αντιπροσωπείες, που επισκέπτονται τη χώρα, πρέπει de facto να περιλαμβάνουν ελληνικές γεύσεις. Οι τεχνικές του σύγχρονου μάρκετινγκ είναι πολυεπίπεδες και οφείλει η χώρα μας, όχι μόνο να λέει πως θα τις αξιοποιήσει, αλλά και να δώσει βαρύτητα και στην εξέλιξη των παραγωγών.

Κρατώ για το τέλος μία ατάκα, που μου είπε, πριν από μερικά χρόνια, ένας Αμερικανός μεσίτης, που ήρθε για να δει ελληνικά προϊόντα σε ένα συνέδριο. Έλληνες παραγωγοί από τη Θεσσαλία τον πλησίασαν, για να του δείξουν τη φέτα τους, που είχε ωραία γεύση. Η  συσκευασία ήταν όλη γραμμένη στα ελληνικά και δεν του έδωσαν καν μετάφραση του κειμένου. Ουδείς από το υπουργείο προσπάθησε να κατευθύνει τους παραγωγούς στο αυτονόητο…

(*) Η Άννα Στεργίου είναι συγγραφέας – κοινοβουλευτική συντάκτρια εξειδικευμένη σε αγροπεριβαλλοντικά θέματα

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα