«Ακούμπησαν» (13 χρόνια μετά) τον δολοφόνο της Καβάλας

Πριν από περίπου 13 χρόνια, στις 16 Ιουνίου 2001, η κοινωνία της Καβάλας παγώνει όταν σε εξοχική κατοικία εντοπίζονται οι σοροί ανδρών. Ένα χρόνο μετά, στις 27 Ιουλίου 2002 πάλι στην Καβάλα εκτελείται ο επιχειρηματίας ιδιοκτήτης νυχτερινών κέντρων Γιώργος Σιδηρόπουλος. Και οι δύο υποθέσεις μένουν για χρόνια ανεξιχνίαστες, έχοντας ωστόσο δύο σημαντικά κοινά σημεία: το όπλο των εγκλημάτων που είναι το ίδιο, καθώς και το ότι πρόκειται για «συμβόλαια θανάτου».

Tου Αλέξανδρου Δερμέζη

Ο εντοπισμός των σορών τριών φίλων σε εξοχική κατοικία στην Καλλιράχη Θάσου, του 48χρονου υπάλληλου της Νομαρχίας Καβάλας Ιωάννη Γκουλούση, του 55χρονου υπάλληλου της Τοπογραφικής Υπηρεσίας Καβάλας Γιώργου Χαλκίδη και του 49χρονου στελέχους της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης στην Ξάνθη Κυριάκου Αθανασά, όπως είχαν καταλήξει τότε οι αστυνομικοί, ήταν «πληρωμένο συμβόλαιο θανάτου». Ο δολοφόνος τούς είχε εκτελέσει με χαριστική βολή στο κεφάλι, με πιστόλι των 9mm. Ο Γκουλούσης και ο Χαλκίδης βρέθηκαν νεκροί στη  βεράντα της εξοχικής κατοικίας, ενώ ο Αθανασάς ήταν ο λάθος άνθρωπος τη λάθος στιγμή στο λάθος σημείο, τον οποίο ο δολοφόνος εκτέλεσε ύστερα από καταδίωξη στην αυλή της διώροφης κατοικίας.

Κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης, οι αστυνομικοί της Ασφάλειας Καβάλας εξέτασαν το ενδεχόμενο επαφών του Γ. Κουλούση με «ροζ» κυκλώματα αλλά και τις συναλλαγές του με εργολάβους, λόγω της ιδιότητάς του ως υπαλλήλου της Πολεοδομίας, χωρίς να προκύπτει διασύνδεση. Άλλη υπόθεση που εξετάσθηκε, χωρίς επίσης να προκύπτει διασύνδεση, ήταν το ενδεχόμενο κίνητρο της δολοφονίας να είχε σχέση με απόφαση της Πολεοδομίας να γκρεμίσει πολυτελή κατοικία που διατηρούσε ο Α.Χ. –επιχειρηματίας και συνιδιοκτήτης νυχτερινών κέντρων στην περιοχή– έξω από την Καβάλα, χωρίς να έχει αποδειχθεί η εμπλοκή του στην υπόθεση. Ένα τρίτο ενδεχόμενο που «ψάχτηκε» ήταν εμπλοκή των θυμάτων με κυκλώματα μαστροπών που προωθούσαν παράνομα στη χώρα αλλοδαπές από χώρες της πρώην ΕΣΣΔ, και στη συνέχεια τις νομιμοποιούσαν, χωρίς πάλι να προκύπτουν στοιχεία.

Για τον Γ. Χαλκίδη, ο οποίος υπηρετούσε στην Τοπογραφική Υπηρεσία της Διεύθυνσης Καβάλας, ερευνήθηκε πιθανή σχέση με τη σύσταση του Εθνικού Κτηματολογίου για τη Θάσο και τους αναδασμούς που γίνονταν στις Μαριές και την Καλλιράχη, χωρίς ούτε και σε αυτή την περίπτωση να προκύπτει εμπλοκή.

Από τη δακτυλοσκοπική εξέταση στα δύο φλιτζάνια καφέ και σε κουτιά μπίρας, που είχαν βρεθεί σε τραπεζάκι στη βεράντα της βίλας, είχαν εντοπισθεί μόνο τα δακτυλικά αποτυπώματα των δύο θυμάτων. Υπό αυτές τις συνθήκες, η υπόθεση παραμένει ανεξιχνίαστη.

Η περίπτωση Σιδηρόπουλου

Όπως προαναφέρθηκε, στις 27 Ιουλίου 2002 δολοφονήθηκε στην Καβάλα ο επιχειρηματίας ιδιοκτήτης νυχτερινών κέντρων Γιώργος Σιδηρόπουλος. Ως ύποπτος εξετάστηκε ο συνέταιρός του, ο 46χρονος –τότε– Α.Χ., με τον οποίο το θύμα είχε τσακωθεί την προηγούμενη ημέρα και είχαν ραντεβού την επόμενη. Όσα ακολούθησαν θυμίζουν κινηματογραφική ταινία: το θύμα, το οποίο όπως είχε διαπιστώσει ο ιατροδικαστής ήταν σωματώδης και γυμνασμένος, δέχθηκε αιφνιδιαστική επίθεση. Οι δράστες τον ακινητοποίησαν και, αφού του πέρασαν χειροπέδες, τον φίμωσαν και στη συνέχεια τον έβαλαν στο πορτπαγκάζ ΙΧ αυτοκινήτου. Είχαν σκοπό να τον «τσιμεντώσουν» στο λιμάνι της Καλαμίτσας Καβάλας. Ο επιχειρηματίας προσπάθησε να διαφύγει, όταν λύθηκε και βγήκε από τον χώρο αποσκευών, με τους δράστες να τον καταδιώκουν και να τον εκτελούν με 4 σφαίρες!

Σχεδόν μια εβδομάδα αργότερα, η σύντροφος του Γ. Σιδηρόπουλου εντοπίζεται νεκρή σε παραλία της Καβάλας, θύμα τροχαίου δυστυχήματος από παράσυρση αυτοκινήτου. Το περίεργο είναι ότι το μοιραίο αυτοκίνητο δεν εντοπίσθηκε ποτέ, ενώ ούτε τα στοιχεία ταυτότητας της νεαρής γυναίκας εξακριβώθηκαν, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να πρόκειται για αλλοδαπή.

Τι συνδέει τις δύο δολοφονικές με διαφορά ενός έτους πράξεις; Από την εργαστηριακή εξέταση στις βολίδες και τους κάλυκες που είχε περισυλλέξει το Εγκληματολογικό από τον χώρο των εκτελέσεων –στην τριπλή δολοφονία στη Θάσο και τη δολοφονία στην Καβάλα– προέκυψε ότι είχαν βληθεί από το ίδιο όπλο, διαμετρήματος 9mm. Παρά τις έρευνες, το όπλο των εκτελέσεων, τελικά, ποτέ δεν βρέθηκε.

Βούλευμα ενοχής…

Ο 57χρονος –σήμερα– Α.Χ., ιδιοκτήτης νυχτερινών κέντρων και καταστήματος οπτικών στην Καβάλα, συνελήφθη το απόγευμα της περασμένης Παρασκευής (21/2), από αστυνομικούς της Ομάδας Πρόληψης και Καταστολής Εγκλήματος Καβάλας, δυνάμει εντάλματος το οποίο εκδόθηκε με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Καβάλας και παραπέμπεται σε δίκη. Σύμφωνα με στοιχεία τα οποία προέκυψαν κατά την προανακριτική και ανακριτική διαδικασία –με μαρτυρικές καταθέσεις ατόμων που έχουν τεθεί σε καθεστώς προστασίας μαρτύρων–, ο 57χρονος κατηγορείται για το τριπλό φονικό της Θάσου και τη δολοφονία του συνεταίρου του στην Καβάλα.

«Βρωμόσκυλα, δικαστές και αστυνομικοί…»

Η ανακρίτρια Πλημμελειοδικών Καβάλας, πριν από σχεδόν ένα μήνα, ύστερα από αίτημα του δικηγόρου του επιχειρηματία, άνοιξε και πάλι την ανεξιχνίαστη υπόθεση δολοφονίας του Γ. Σιδηρόπουλου το 2002. Κατά την ακροαματική διαδικασία, έγινε ταυτοποίηση σε κλειδί που είχε βρεθεί σε θυρίδα του, για το οποίο υπήρξαν υποψίες ότι ανήκε στο θύμα, αποδείχθηκε ωστόσο ότι ήταν κλειδί αυτοκινήτου ιδιοκτησίας του, αίροντας τις κατηγορίες σε βάρος του. Η απόφαση προκάλεσε την οργή του Α.Χ., ο οποίος επιτέθηκε με βαρείς χαρακτηρισμούς στο δικαστικό σύστημα και τις «αργές διαδικασίες» αλλά και τις αστυνομικές Αρχές της πόλης.

«Για μένα δεν ήρθε ακόμη η δικαίωση. Δικαίωση θα είναι όταν καταλάβετε τι γίνεται με αυτά τα βρωμόσκυλα, που αποκαλούνται δικαστές και αστυνομικοί. Ξέρετε ποιοι διοικούσαν και πώς κλείστηκα εγώ μέσα στη φυλακή. Μέσα σε οκτώ χρόνια έκανα 15 αιτήσεις και κανείς δεν έλεγξε το κλειδί, αν είναι κανενός από τα θύματα. Είναι προς τιμήν της ανακρίτριας, που κίνησε τη διαδικασία. Αυτή η σαθρή και ηλίθια δικαιολογία με ταλαιπωρούσε τόσα χρόνια. Τα ΜΜΕ ήταν η ουρά του συστήματος και είχαν ξεφτιλίσει εμένα και την οικογένειά μου, με κατηγορίες που δεν είχαμε σχέση. Ξέρετε τα πάντα για τις ελληνοποιήσεις, ποιοι ήταν νομάρχες και πήγαν να μπλέξουν εμένα. Για τον λόγο ότι πήγα να δουλέψω στην Τουρκία.

Ταλαιπωρηθήκαμε από την αλητεία κάποιων. Δεν είχα καμία σχέση με τα ανεξιχνίαστα εγκλήματα, ούτε σεξουαλική, ούτε οικονομική. Θέλω να καταλάβετε ποιοι διοικούν σήμερα την πόλη. Εδώ, έχουν τον Κοσκερίδη αστυνομικό διευθυντή», είχε πει ο Α.Χ. κατά την έξοδό του από το Δικαστικό Μέγαρο.

Ο 57χρονος το πρωί της Δευτέρας (24/02) οδηγήθηκε στον εισαγγελέα Πρωτοδικών Καβάλας, ενώ παραμένει κρατούμενος μέχρι να ορισθεί η μεταγωγή του σε κατάστημα κράτησης.

Παιδί «λουλούδι»…

Ο 57χρονος επιχειρηματίας και στο παρελθόν είχε βρεθεί αντιμέτωπος με βαρύ κατηγορητήριο. Είχε εκτίσει ποινή φυλάκισης για ληστείες, ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος, εκβιασμούς και ξυλοδαρμούς, ενώ είχε κατηγορηθεί ως αρχηγός συμμορίας Αλβανών κακοποιών.

Στις 31 Οκτωβρίου 2002, διαπράττονται δύο αιματηρές ένοπλες ληστείες σε τράπεζες της Ελευθερούπολης Παγγαίου Καβάλας. Ο Α.Χ. (σ.σ. είχε τραυματισθεί στο πόδι από την ανταλλαγή πυροβολισμών) διαφεύγει στην Τουρκία και νοσηλεύεται σε νοσοκομείο της Ανδριανούπολης, ώσπου συλλαμβάνεται και εκδίδεται στην Ελλάδα. Στην ίδια υπόθεση κατηγορούνται για ηθική αυτουργία σε απόπειρα ληστείας και διακεκριμένη οπλοκατοχή η σύζυγος και ο γιος του. Κατηγορούνται επίσης τέσσερις Αλβανοί, δύο από τους οποίους ήταν αντιμέτωποι με την κατηγορία της απόπειρας ανθρωποκτονίας αφού πυροβόλησαν με πολεμικά Kalashnikov κατά 5 αστυνομικών, σε ένοπλη συμπλοκή μετά τις ληστείες.

Στις 10 Δεκεμβρίου 2003, ο προφυλακισμένος –σήμερα– κατηγορούμενος κατάφερε να διαφύγει, κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες, από τα κρατητήρια αστυνομικού τμήματος της Καβάλας, πηδώντας από το παράθυρο της τουαλέτας. Σχεδόν μια εβδομάδα αργότερα (18/12/2003) εντοπίζεται τυχαία από αστυνομικούς, που τον αναγνωρίζουν, σε καφετέρια στο κέντρο της Θεσσαλονίκης.

Στις 27 Απριλίου 2004 ολοκληρώνεται η δίκη του για τις ληστείες, και καταδικάζεται σε 25 χρόνια κάθειρξη από το Μεικτό Ορκωτό Κακουργιοδικείο Θράκης. Η σύζυγός του σύμφωνα με την απόφαση βαρύνεται με κάθειρξη 17,5 ετών, ενώ στον γιο του επιβάλλεται ποινή κάθειρξης 15 ετών. Σε 25 έτη καταδικάζονται δύο Αλβανοί συνεργοί, και σε 24 χρόνια και 8 μήνες και σε 11 χρόνια και 8 μήνες δύο ακόμα Αλβανοί, μέλη της συμμορίας.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα