Ανάβει… φλας στην Οικολογία η Φώφη

Εδώ και πολλά χρόνια η Σοσιαλδημοκρατία βρίσκεται σε κρίση. Μετά τη χρυσή εποχή της δεκαετίας του ’90 και ειδικά επί προεδρίας του Μπιλ Κλίντον στις ΗΠΑ, η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία κινείται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Και δεν είναι τα χαμηλά ποσοστά της, αλλά το γεγονός ότι στις περισσότερες χώρες οδηγείται σε απαξίωση.

Του Μιχάλη Κωτσάκου

Τη δεκαετία του ’90 η Ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία άνθισε χάρη και στο σύνθημα του τότε Βρετανού προέδρου των Εργατικών και μετέπειτα πρωθυπουργού Τόνι Μπλερ, το οποίο ακολουθήθηκε από παντού. Μιλάμε φυσικά για το «new deal». Έτσι στην Ευρώπη υπήρξαν ένα σωρό σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις. Στη Γερμανία ανέτειλε το άστρο του Γκέρχαρντ Σρέντερ, στην Ελλάδα αυτό του Κώστα Σημίτη, στην Ιταλία του Ρομάνο Πρόντι. Ο Ιταλός μάλιστα εξελέγη και πρόεδρος της Κομισιόν χάρη στις Σοσιαλδημοκρατικές Κυβερνήσεις της Ευρώπης. Ακόμη και στη Γαλλία εξελέγη πρόεδρος ο συντηρητικός Ζακ Σιράκ, αλλά αναγκάστηκε να συγκυβερνήσει με τον σοσιαλιστή πρωθυπουργό Λιονέλ Ζοσπέν. Τέλος, στην Ισπανία ο Γκονζάλεθ ήταν κυρίαρχος τη μισή δεκαετία.

Οι εποχές άλλαξαν και αυτήν τη στιγμή η Σοσιαλδημοκρατία βρίσκεται σε βαθιά κρίση. Στην Ευρώπη μόνο σε Ισπανία και Πορτογαλία εξακολουθούν να κυβερνούν Σοσιαλδημοκράτες. Μάλιστα, σε όλη την Ευρώπη μόνο το ισπανικό Σοσιαλιστικό κόμμα του Πέδρο Σάντσεζ εξακολουθεί να καταγράφει υψηλά ποσοστά. Αν και μετά την ήττα στις περιφερειακές εκλογές της Καστίλης (Μαδρίτη) το μέλλον του Πέδρο Σάντσεζ στην ισπανική κυβέρνηση μοιάζει θολό. Συνολικά τα Σοσιαλδημοκρατικά κόμματα σε όλη την Ευρώπη είτε έχουν κατρακυλήσει σε μονοψήφια ποσοστά (ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα, Σοσιαλιστές στη Γαλλία), είτε η πτώση τους είναι ραγδαία, όπως το γερμανικό Σοσιαλιστικό κόμμα που σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις στην καλύτερη των περιπτώσεων στις εκλογές του Σεπτεμβρίου θα καταλήξει τρίτο με ένα ποσοστό πέριξ του 15%.

Τουναντίον, οι ψηφοφόροι των Σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, αφού πέρασαν μία βόλτα από κόμματα της ριζοσπαστικής αριστεράς αποφάσισαν να καταλήξουν στους Πράσινους. Δηλαδή, σε κόμματα που ασχολούνται πρωτίστως με την κλιματική αλλαγή, είναι όμορα με τα Σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, έχουν πάνω-κάτω τις ίδιες απόψεις με τη Σοσιαλδημοκρατία σε κοινωνικά ζητήματα και, το κυριότερο, δεν είναι ακραίοι, όπως τα κόμματα της ριζοσπαστικής αριστεράς.

 Οι γερμανικές εκλογές

Κι όπως ισχυρίζονται πολλοί αναλυτές, οι Πράσινοι είναι μία μορφή της σύγχρονης Σοσιαλδημοκρατίας και είναι πολύ πιθανό να υπάρξει έκρηξη ανάλογων κομμάτων σε όλη την Ευρώπη σε περίπτωση που τελικά οι Πράσινοι νικήσουν στις γερμανικές εκλογές και η Αναλένα Μπέρμποκ διαδεχθεί την Άνγκελα Μέρκελ στην καγκελαρία.

Στην Ελλάδα, ως είναι γνωστό, το οικολογικό κίνημα είναι πολυδιασπασμένο και δεν έχει καταφέρει να καταγράψει αξιόλογα ποσοστά. Κάποιοι ακολουθούν δική τους πορεία, κάποιοι είναι σύμμαχοι του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ άλλους βρίσκουμε τόσο στο ΚΙΝΑΛ, όσο και στη Νέα Δημοκρατία. Η απόφαση της Φώφης Γεννηματά να ασχοληθεί τόσο ενεργά με τα θέματα της κλιματικής αλλαγής είναι μία προσπάθεια να μετακινήσει το ΚΙΝΑΛ προς την οικολογία και να σταματήσει να έχει μόνο την ταμπέλα ενός Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, αλλά να περάσει στην κοινωνία ότι αποτελεί την έκφραση των Πρασίνων στην Ελλάδα. Σε αυτό βολεύεται, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ παλινδρομεί μεταξύ Σοσιαλδημοκρατίας και ριζοσπαστικής αριστεράς, αλλά φαίνεται σα να έχει λησμονήσει την οικολογία. Αφενός μεν πιάστηκε στον ύπνο από την πρόταση της Γεννηματά, αφετέρου δεν έχει φέρει στον δημόσιο διάλογο μία πρόταση που να δείξει ότι προβληματίζεται με την κλιματική αλλαγή.

Το ΚΙΝΑΛ αναζητεί τρόπους να στρίψει προς την οικολογία και να εκμεταλλευτεί το Πράσινο Κίνημα που γιγαντώνεται στην Ευρώπη

Σε αντίθεση με τις χώρες τις Βόρειας Ευρώπης, στην Ελλάδα η οικολογική ατζέντα δεν είχε ιδιαίτερη απήχηση τα προηγούμενα χρόνια. Μια γενικότερη αίσθηση πως οι οικολόγοι είναι ενίοτε ακόμα και γραφικοί, αλλά και ο τρόπος που πολιτεύτηκαν τα πράσινα κόμματα στη χώρα δημιούργησαν ένα κενό πολιτικής.

Αυτό το κενό ανέλαβε να καλύψει η Ν.Δ., η οποία επί Κυριάκου Μητσοτάκη έχει στραφεί στην περιβαλλοντική πολιτική. Κατά κύριο λόγο, με την προώθηση της ηλεκτροκίνησης, της πολιτικής απολιγνιτοποίησης, την αξιοποίηση της ΠΥΡΚΑΛ στον Υμηττό, αλλά και τον περιβαλλοντικό παράγοντα ως στοιχείο πλέον οικονομίας που περιέχεται στο «Ελλάδα 2.0». Στον αντίποδα, η κυβέρνηση προκάλεσε την αντίδραση των περιβαλλοντικών οργανώσεων όταν, στον πρόσφατο περιβαλλοντικό νόμο, άλλαξε το καθεστώς των περιοχών Natura. Οι Πράσινοι, ωστόσο, τουλάχιστον με τη μορφή που έχουν σήμερα στη Γερμανία, έχουν προοδευτικό πρόσημο.

Στην Κουμουνδούρου, η διαχείριση των περιβαλλοντικών θεμάτων μοιάζει περισσότερο κολλημένη στο παρελθόν, σχεδόν επαναπαυμένη στην «πράσινη» παράδοση της Αριστεράς. Χαρακτηριστικά, ο Αλέξης Τσίπρας δεν απάντησε ποτέ στην επιστολή της Φώφης Γεννηματά που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια κοινή συνισταμένη για τον κλιματικό νόμο – αυτό επετεύχθη χωρίς τη συμμετοχή του ανάμεσα στην κυβέρνηση και το Κίνημα Αλλαγής.

Για το Κίνημα Αλλαγής, που ίσως κοιτάει τη σχέση τού SPD και των Πρασίνων με μεγαλύτερο ενδιαφέρον, το θέμα οικολογία και περιβάλλον δεν είναι προνομιακό, είναι ωστόσο γνώριμο. Ήδη από το 2000 η κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη είχε κάνει τα πρώτα βήματα, ενώ η ατζέντα της πράσινης ανάπτυξης εισήχθη στην κεντρική πολιτική σκηνή από τον Γιώργο Παπανδρέου, σε μια εποχή που η συζήτηση για το περιβάλλον δεν ήταν τόσο δημοφιλής έως σήμερα.

Ολοκληρωμένη πρόταση

Ο κλιματικός νόμος έγινε πρόσφατα η αφορμή για μια διαδικτυακή εκδήλωση, στην οποία η Φώφη Γεννηματά παρουσίασε την ολοκληρωμένη πρόταση του Κινήματος Αλλαγής για το περιβάλλον, που κινείται προς την κατεύθυνση της κλιματικής ουδετερότητας της Ελλάδας έως το 2050, θέτοντας συγκεκριμένους στόχους μείωσης των εκπομπών αερίου στον δημόσιο τομέα έως το 2030 και στηρίζοντας τη δημιουργία συγκεκριμένου προϋπολογισμού υποστήριξης. Εκεί έγινε αναφορά στη σύσταση ανεξάρτητου κλιματικού συμβουλίου (που θα προτείνει λύσεις και θα παρακολουθεί την πρόοδο στην υλοποίηση των κλιματικών στόχων), στη θεσμοθέτηση κλιματικής συνέλευσης με αντιπροσωπευτική εκπροσώπηση, τη σύσταση αρμόδιας επιτροπής διαλόγου αλλά και αντίστοιχη διαφάνειας και λογοδοσίας.

Απόρροια αυτής της επιλογής ήταν η επιστολή στους πολιτικούς αρχηγούς, στην οποία απάντησε ο πρωθυπουργός. Μπορεί το Κίνημα Αλλαγής να επανασυστήσει το κοινό του στην περιβαλλοντική ατζέντα; Για τη νέα γενιά, δεν θα είναι ιδιαίτερα δύσκολο, ωστόσο στον γενικό πληθυσμό, η περιβαλλοντική συμπεριφορά των Ελλήνων δεν φημίζεται ιδιαίτερα.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα