Αναζητούν θετικές επιπτώσεις

Περισσότερα τα αρνητικά για τον ΣΥΡΙΖΑ από την απόφαση να κατατεθεί πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης

Ως πρόταση που μοιάζει με αυτοχειρία θεωρούν οι πολιτικοί αναλυτές την πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ και η οποία δεν πέρασε όπως αναμενόταν. Εξάλλου στην πολιτική ιστορία της Ελλάδας ποτέ μία πρόταση δυσπιστίας δεν στάθηκε αιτία για να πέσει μία κυβέρνηση.

Του Μιχάλη Κωτσάκου

Αναμφίβολα αυτό το γνώριζαν και ο Αλέξης Τσίπρας και οι στενοί του συνεργάτες, όμως όπως εξηγούσαν από την Τετάρτη στην Βουλή (όταν κατατέθηκε η πρόταση δυσπιστίας) η κίνηση αυτή ήταν αναγκαία για αρκετούς λόγους.

Πρώτον για να «γρατζουνίσουν την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Δεύτερον να της ανακόψουν τον δημοσκοπικό αέρα προσβλέποντας σε περαιτέρω άνοδο του κόμματος και να κλείσουν την ψαλίδα της διαφορά, που κινείται σταθερά πέριξ των επτά ποσοστιαίων μονάδων. Τρίτον να βάλουν οριστική φραγή στο σενάριο που κυκλοφορεί εδώ και ημέρες ότι μετά τις δεύτερες εκλογές με βάση τα δεδομένα και εάν δεν επιτευχθεί τελικά η αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας να σχηματιστεί μία συγκυκυβέρνηση με το ΠΑΣΟΚ. Τέταρτον να περάσει ένα μήνυμα στην κοινωνία ότι υπάρχει μέτωπο κατά της Νέας Δημοκρατίας.

Ας ξεκινήσουμε από το τελευταίο. Σε όλες τις προτάσεις δυσπιστίας που έχουν κατατεθεί διαχρονικά στην Ελλάδα από τα κόμματα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τα υπόλοιπα κόμματα την υπερψηφίζουν. Έτσι είχε γίνει και στα 4,5 χρόνια της διακυβέρνησης από τον Αλέξη Τσίπρα. Τότε η Νέα Δημοκρατία είχε καταθέσει δύο προτάσεις, οι οποίες φυσικά έπεσαν στο κενό. Η μία ήταν για την συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ για το Μακεδονικό και η άλλη κατά του Παύλου Πολάκη για τους υβριστικούς χαρακτηρισμούς κατά του υποψηφίου ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Στέλιου Κιμπουρόπουλου. Και τις δύο τις είχαν υπερψηφίσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης, μεταξύ των οποίων και το Ποτάμι, που λίγους μήνες αργότερα υπερψήφισε την συμφωνία των Πρεσπών. Το ίδιο είχε κάνει και ο τότε βουλευτής του ΚΙΝΑΛ Θανάσης Θεοχαρόπουλος. Ψήφισε το 2018 υπέρ της πρότασης δυσπιστίας της Ν.Δ. κατά του ΣΥΡΙΖΑ και αργότερα έφυγε από το Κίνημα Αλλαγής και ως συνεργαζόμενος με τον ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε υπέρ της Συμφωνίας των Πρεσπών.

Οπότε το σενάριο περί μετώπου κατά της Νέας Δημοκρατίας δεν ισχύει. Ήδη από τις ομιλίες των στελεχών, τόσο του ΠΑΣΟΚ, όσο και του ΚΚΕ-δύο εκ των ιστορικών κομμάτων της αντιπολίτευσης με ισχυρό brand name- ήταν απαξιωτικές για την τακτική του ΣΥΡΙΖΑ. Φυσικά τάχθηκαν εναντίον της κυβέρνησης. Ειδικά το ΠΑΣΟΚ που θεωρεί ότι η κυβέρνηση έχει ευθύνες για τις υποκλοπές.

Με σφοδρότητα

Το εάν κατάφερε ο ΣΥΡΙΖΑ να «γρατζουνίσει» θα φανεί το επόμενο διάστημα. Σίγουρα δόθηκε η ευκαιρία στον Αλέξη Τσίπρα και τους υπόλοιπους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ να επιτεθούν με σφοδρότητα κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη και της κυβέρνησης για όλα τα θέματα, όμως από την άλλη βρέθηκε εκτεθειμένος, καθώς τις ίδιες ημέρες δύο πρώην υπουργοί του απολογούνται σε δύο διαφορετικά Ειδικά Δικαστήρια. Ο λόγος για τον Δημήτρη Παπαγγελόπουλο και το Νίκο Παππά.

Συν τοις άλλοις στο Ειδικό Δικαστήριο για τον Παππά οι δικαστές απέρριψαν τις αιτιάσεις εκ μέρους της υπεράσπισης του πρώην υπουργού, ότι τα SMS και τα email είναι πλαστά. Οπότε ο κ. Παππάς πλέον δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι τα μηνύματα που αντάλλασσε με τον Χρήστο Καλογρίτσα ήταν κατασκευασμένα. Επίσης η όλη διαδικασία γίνεται ακόμη πιο δύσκολη για τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς αναμένεται να ξεκινήσει νέα έρευνα για τις σακούλες και τις βαλίτσες με χρήματα που έφευγαν από τον Καλογρίτσα για τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως κατέθεσε ενόρκως η γραμματέας εδώ και χρόνια του επιχειρηματία.

Ταυτόχρονα ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε σε δεινή θέση και με την υπόθεση της Novartis, την οποία είχε αναγάγει σε ευαγγέλιο. Με την σύλληψη του προστατευόμενου μάρτυρα «Μάξιμου Σαράφη», κατά κόσμο Φιλήστωρ Δεσταμπασίδης, άνοιξε ο ασκός του Αιόλου, καθώς ο εν λόγω κύριος κατηγορείται ως επικεφαλής εγκληματικής ομάδας. Μάλιστα ο «κουκουλοφόρος μάρτυρας» της Novartis, σήμερα απολογείται και αντιμετωπίζει ακόμη και τον κίνδυνο προφυλάκισης, ειδικά από τη στιγμή που στο κατηγορητήριο αναφέρεται ως επικεφαλής εγκληματικής ομάδας με βαρύτατα κακουργήματα.

Όπως γίνεται αντιληπτό αυτό το πινγκ-πονγκ μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Δημοκρατίας μάλλον δεν βολεύει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Πρώτον επειδή δεν κατάφερε να αναδείξει το θέμα των υποκλοπών, όπως θα το ήθελε. Και αυτό διότι οι παρακολουθήσεις μπήκαν στο ίδιο κάδρο με το θέμα Καλογρίτσα και «Μάξιμου Σαράφη». Συν τοις άλλοις, ότι δέχθηκε και τα πυρά από το ΚΚΕ για τις συνακροάσεις του 2016, όπως και για την παρακολούθηση του Πιτσιόρλα με εντολή του Αλέξη Τσίπρα στον τότε διοικητή της ΕΥΠ, τον Γιάννη Ρουμπάτη.

Μόνο στους δικούς του

Η συγκεκριμένη κίνηση της κατάθεσης πρότασης δυσπιστίας επί της ουσίας έγινε για να τονώσει την βάση του κόμματος και τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι ναι μεν θα επιλέξουν τον ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές, αλλά δείχνουν μία απάθεια, βλέποντας τις δημοσκοπήσεις και τις ελάχιστες πιθανότητες να επικρατήσει το κόμμα τους στην εκλογική μονομαχία. Η πρόταση δυσπιστίας είναι να τους καταστήσει ως «ταλιμπάν» εναντίον της «κακιάς δεξιάς», κάτι που με επιτυχία είχε κάνει στο παρελθόν ο Ανδρέας Παπανδρέου με την αρωγή της «Αυριανής» και του αείμνηστου Γιώργου Κουρή. Όμως οι εποχές είναι διαφορετικές και ο φανατισμός μεταξύ των ψηφοφόρων για τα κόμματα τους συνολικά έχει ατονήσει.

Τα παλιά και κραταιά «πράσινα», «μπλε» και «κόκκινα» καφενεία αποτελούν ευτυχώς παρελθόν. Βέβαια ένα μέρος της βάσης, τους ορκισμένους ΣΥΡΙΖΑιους, θα τους τονώσει ενόψει της μάχης των εκλογών. Επίσης στην Κουμουνδούρου ανησυχούν μήπως οι μουσαφίρηδες ψηφοφόροι που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ, αλλά δεν έχουν ενταχθεί σε αυτό που λέμε «φιλοσοφία ΣΥΡΙΖΑ» και είναι εθισμένοι στον κυβερνητισμό έχουν απογοητευτεί από τις δημοσκοπήσεις, οπότε ελλοχεύει ο κίνδυνος να απομακρυνθούν.

Στον ΣΥΡΙΖΑ, από την προηγούμενη Τετάρτη, ισχυρίζονται ότι με τον χαρακτηρισμό «μαφιόζος» που χρησιμοποίησαν για τον Κυριάκο Μητσοτάκη κατάφεραν να αποσυσπειρώσουν το κυβερνών κόμμα, καθώς θεωρούν ότι πολλοί βουλευτές της Ν.Δ. στήριξαν την κυβέρνηση εξ’ ανάγκης. Γι’ αυτό και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν περίμενε εκ των πρότερων διαρροές μια ανάσα από τις εθνικές εκλογές από την κυβερνητική πλειοψηφία. Γι’ αυτό και ο κ. Τσίπρας  επιχείρησε να αποδώσει τις πολιτικές ευθύνες και στους 156 «γαλάζιους» βουλευτές, οι οποίοι, πήραν θέση με την ψήφο τους «και τελικά μοιράστηκαν την εύθυμη μετατρέποντας ένα σκάνδαλο Μητσοτάκη σε σκάνδαλο συνολικά της παράταξης», όπως ανέφερε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Στην Κουμουνδούρου θεωρούν πως με την πρόταση δυσπιστίας απέκλεισαν το ενδεχόμενο κυβερνητικής συνεργασίας Νέας Δημοκρατίας-ΠΑΣΟΚ. Όπως αναφέρουν συνεργάτες του κ. Τσίπρα με την συζήτηση στην Βουλή και τις αποκαλύψεις της ΑΔΑΕ επιτεύχθηκε η εμβάθυνση του χάσματος μεταξύ Μητσοτάκη-Ανδρουλάκη. Κάτι βέβαια που θα φανεί μετά τις εκλογές, όταν πλέον όλες οι πλευρές θα κληθούν να λάβουν μία εθνική απόφαση, εάν ο λαός δεν έχει επιλέξει την αυτοδυναμία του κυβερνώντος κόμματος.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα