Απ’ τ’ αλώνια στα σαλόνια…

ΝΤΑΜΙΡ ΚΑΝΑΝΤΙ

Αν υπήρχε τίτλος καλύτερου προπονητή στην Ελλάδα για τη φετινή σεζόν, θα τον κέρδιζε ασυζητητί ο Νταμίρ Κάναντι. Ο Αυστριακός προπονητής του Ατρόμητου έγραψε φέτος ιστορία με τους «κυανόλευκους» και στο Περιστέρι λατρεύεται σαν… θεός.

Στη ζωή του, ωστόσο, δεν ήταν πάντα όλα… ρόδινα, ούτε όταν ήταν παιδί, αλλά ούτε και όταν έπαιζε ποδόσφαιρο. Κάποια στιγμή, μάλιστα, όταν πήρε την απόφαση να κρεμάσει τα παπούτσια του, αναγκάστηκε να εργαστεί ακόμα και ως επιστάτης σε μία ασφαλιστική εταιρεία, προκειμένου να εξασφαλίσει το ψωμί της οικογένειάς του.

Ο 48χρονος τεχνικός γεννήθηκε το 1970 σε αυστριακό έδαφος και ήταν ο δευτερότοκος γιος μίας οικογένειας προσφύγων από τη Γιουγκοσλαβία. Μεγάλωσε στη Βιέννη σε ένα διαμέρισμα 55 τετραγωνικών που δεν διέθετε ούτε ζεστό νερό και, επειδή οι γονείς του εργάζονταν πολλές ώρες, το μεγαλύτερο διάστημα της ημέρας το περνούσε σε ένα πάρκο κοντά στο πατρικό του σπίτι, μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό του.

Σαν ποδοσφαιριστής κατάφερε να κάνει αξιόλογη καριέρα, αλλά όχι αυτή που άξιζε βάσει του ταλέντου του. Γιατί, όπως παραδέχτηκε αργότερα, «σαν προπονητής δεν θα συνεργαζόμουν ποτέ με τον παίκτη Κάναντι. Δεν εκμεταλλεύτηκα το ταλέντο μου, αλλά δεν μετανιώνω, γιατί τελικά δεν είχε καμία σημασία.

»Σίγουρα όμως, δεν έκανα όσα μπορούσα, ίσως γιατί όταν είσαι νέος και βγάζεις περισσότερα από τους γονείς σου, όταν μπαίνεις στο star system και μπορείς να αποκτήσεις ό,τι υλικό έχεις ονειρευτεί, είναι δύσκολο να το διαχειριστείς. Όταν τελείωσε η καριέρα μου και έπρεπε να δουλέψω, κατάλαβα όσα έκανα λάθος. Κυρίως, ότι δεν μου ανήκει ο κόσμος».

Σαφώς πιο συνειδητοποιημένος, λοιπόν, αποφάσισε να ακολουθήσει καριέρα προπονητή, μπολιασμένος με ισχυρή δόση σεμνότητας. Όπως άλλωστε πιστεύει μέχρι σήμερα, «το να είσαι ταπεινός είναι το ίδιο σημαντικό με το να έχεις ταλέντο. Και πιστέψτε με, ως παίκτης δεν ήμουν ταπεινός. Κάθε άλλο».

Το 2008 βρέθηκε στη Μόσχα αποδεχόμενος την πρόταση που του έγινε να αναλάβει δεύτερος προπονητής στη Λοκομοτίβ κι εκεί έπαθε ένα πραγματικό σοκ με αυτά που έβλεπε. «Ξαφνικά βρέθηκα εν μέσω εκατομμυριούχων. Υπήρχαν παίκτες που έπαιρναν μεταξύ 1,5 και 3 εκατομμυρίων ευρώ τον χρόνο και έρχονταν στο γήπεδο με Porsche. Σε αυτόν τον κόσμο χρειάζεσαι 6.000 ευρώ για ένα δείπνο τεσσάρων. Δεν μπορούσα να τα καταλάβω όλα αυτά και δεν πήγαινα σε εστιατόρια της Μόσχας, γιατί δεν ανταποκρίνονταν στο σύστημα ηθικών αξιών που είχα».

Στη Ρωσία έμεινε μόλις 9 μήνες, αλλά χάρη στα εφόδια που πήρε εκεί η καριέρα του απογειώθηκε όταν επέστρεψε πίσω στην Αυστρία. Το 2012 ανέλαβε την Άλταχ στη δεύτερη κατηγορία και την οδήγησε τρία χρόνια αργότερα στο Γιουρόπα Λιγκ.

Στη Ραπίντ Βιέννης έμεινε λίγο, αλλά στον Ατρόμητο και χωρίς ιδιαίτερη πίεση κατάφερε να δημιουργήσει μία ομάδα που μπήκε… σφήνα στις παραδοσιακές δυνάμεις του ελληνικού ποδοσφαίρου και πέρασε μερικές αγωνιστικές στην κορυφή.

Η προ ολίγων ημερών ανανέωση του συμβολαίου του ήταν η επιβράβευση της δουλειάς που έκανε φέτος στο Περιστέρι, οδηγώντας τους «κυανόλευκους», που προβάρουν ήδη το ευρωπαϊκό τους κοστούμι για την επόμενη σεζόν, σε ιστορικές εκτός έδρας νίκες επί του Ολυμπιακού και της ΑΕΚ.

Ο 20χρονος γιος του τον ξεπέρασε ποδοσφαιρικά

Ο Μαρσέλ Κάναντι κατάφερε στα 20 χρόνια του να ξεπεράσει τον πατέρα του, υπογράφοντας επαγγελματικό συμβόλαιο στην Αούστρια Λουστενάου της δεύτερης κατηγορίας.

Ο γιος τού Νταμίρ Κάναντι αναγκάστηκε, πάντως, να ξενιτευτεί προκειμένου να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα, θητεύοντας επί τρία χρόνια στις ακαδημίες της Γκλάντμπαχ στη Γερμανία και ο πατέρας του δεν κρύβει πόσο περήφανος αισθάνεται γι’ αυτό:

«Είναι απίστευτα όσα έχει περάσει από τα 16 έως τα 19, πόσο έχει ωριμάσει ως άνθρωπος. Πόσο έχει εξελιχθεί ως παίκτης. Χωρίς να τον βοηθήσει κανένας, έφτασε στoυς καλύτερους της χώρας κάτω των 23 χρόνων.

Στη Γερμανία έπρεπε να είναι δυο και τρεις φορές καλύτερος από τους γηγενείς. Πίστευα πως θα μετανιώσει για την απόφαση του να μετακομίσει στη Γερμανία. Με τη γυναίκα μου τον περιμέναμε πίσω σε λίγους μήνες, γιατί ήξερε το διεθνές ποδόσφαιρο κυρίως από την τηλεόραση και από ό,τι του έλεγαν. Παρ’ όλα αυτά, τα κατάφερε και του βγάζω το καπέλο».

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα