Άρον το… εξιτήριόν σου και περιπάτει

Στη Γερμανία και σε άλλα… προηγμένα κράτη ασθενείς παίρνουν εξιτήριο άρον-άρον και δίχως να έχουν ανανήψει πλήρως, έτσι ώστε και τα νοσοκομεία να εισάγουν νέους «πελάτες» και οι προηγούμενοι να αποφύγουν να πληρώσουν περισσότερα για τη νοσηλεία τους. Αυτή η «θεραπευτική αγωγή» ονομάζεται «αιματηρά εξιτήρια» και κινδυνεύουμε να τη μιμηθούμε και στη χώρα μας εξαιτίας τής Εταιρείας Συστήματος Αμοιβών Νοσοκομείων Α.Ε. (ΕΣΑΝ), στην οποία θα συμμετέχουν κρυπτόμενοι και οι ιδιώτες μεγαλοκλινικάρχες.

 

Του Γιάννη Συμεωνίδη

 

Επίσημος σκοπός της ΕΣΑΝ είναι η διαχείριση των χρημάτων τού ΕΣΥ, καθώς και η κοστολόγηση κι αξιολόγηση όλων των δομών Υγείας. Όπως καταγγέλλεται, ωστόσο, πρόκειται για ένα ακόμα βήμα προς την απεμπλοκή του κράτους από την υποχρέωσή του να μην επιστρέψουμε σύντομα σε πολεμικά ποσοστά θνησιμότητας, ενώ οι ιδιωτικές κλινικές αποκτούν ισχυρό προβάδισμα στον ανταγωνισμό, για παράδειγμα, για την αγορά υλικών…

Το ελληνικό Δημόσιο κατέχει το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών, ο ιδιωτικός τομέας συμμετέχει με 20% και η εταιρεία θα είναι μη κερδοσκοπική, με ουσιαστικό στόχο να απαλλαγεί ο κρατικός προϋπολογισμός από την οικονομική επιβάρυνση της καταβολής των λειτουργικών εξόδων των νοσηλευτικών ιδρυμάτων, αλλά ακόμα και των μισθών, εφημεριών κι επιδομάτων τού ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού. Κοντολογίς, και τα δημόσια νοσοκομεία θα λειτουργούν σαν να ήταν μια οποιαδήποτε άλλη κερδοσκοπική εταιρεία, ενώ οι ανάγκες τους θα καλύπτονται από τα ασφαλιστικά ταμεία (άλλο ένα «κρύο» ανέκδοτο) κι από τους ασθενείς (ακόμα πιο «κρύο»). Μέχρι το 2020, εξάλλου, σχεδιάζεται με βάση και τις βουλές τής τρόικας τα δημόσια νοσηλευτικά ιδρύματα να είναι πλήρως αυτοχρηματοδοτούμενα, με μηδενική κρατική χρηματοδότηση.

 

Ελλειμματική η νέα εταιρεία;

Από την άλλη, όσοι ξέρουν πρόσωπα και καταστάσεις επικρίνουν στην «Α» την εισαγωγή από χώρες όπως η Γερμανία τού φαινόμενου των «αιματηρών εξιτηρίων». Άρρωστοι, δηλαδή, ακόμα και σε βαριά μορφή θα αναγκάζονται να εγκαταλείπουν άρον-άρον τις κλίνες τους, είτε γιατί δεν θα έχουν χρήματα να τις πληρώσουν, είτε γιατί το νοσοκομείο θα θέλει να φέρει νέα «σοδειά» για να μεγιστοποιήσει, στην καλύτερη των περιπτώσεων, τα κέρδη του ή απλώς για να καταφέρει να συντηρηθεί.

Οι ίδιες πηγές υποστηρίζουν, επίσης, πως δημιουργείται μια ελλειμματική εταιρεία η οποία πέραν του να κατανέμει τα νοσήλια θα έχει και στόχο να ρυθμίζει το αποκαλούμενο Κλειστό Ενοποιημένο Νοσήλιο (ΚΕΝ). Κάθε πάθηση, δηλαδή, κοστολογείται αναλόγως με τις ημέρες θεραπείας που απαιτούνται. Υψηλά ΚΕΝ εκδίδονται για τις παθήσεις υψηλής τεχνολογίας, οι οποίες χρήζουν χειρουργικών-λαπαροσκοπικών επεμβάσεων και οι οποίες όμως πραγματοποιούνται στα μεγάλα νοσοκομεία. Δεν είναι δυνατό, για παράδειγμα, το Νοσοκομείο Δράμας να διαθέτει τον ίδιο εξοπλισμό με τον Ευαγγελισμό. Επομένως, ο ανταγωνισμός θα είναι άνισος μεταξύ των νοσηλευτικών ιδρυμάτων κι όσα δεν θα μπορούν να ακολουθούν τον κερδοσκοπικό ρυθμό θα κλείνουν, εξέλιξη άλλωστε που δεν έχει αποκλείσει εντελώς ούτε ο κ. Βορίδης.

 

«Το πρόβλημα είναι στα ιδιωτικά νοσοκομεία»

Ο Δημήτρης Βαρνάβας, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ), υπενθυμίζει στην «Α» πως όταν το σχετικό νομοσχέδιο έφτασε στο Κοινοβούλιο δεν γινόταν λόγος για πλειοψηφικό πακέτο τού Δημοσίου: «Η υγεία δεν μπορεί ποτέ να είναι βιώσιμη με οικονομικούς όρους στοn δημόσιο τομέα. Οι γιατροί, εξάλλου, θα αμείβονται αναλόγως των ΚΕΝ που θα φέρνουν στο νοσοκομείο τους, το οποίο σημαίνει πως θέλοντας και μη θα ασχολούνται κυρίως με τα σοβαρά περιστατικά. Όποιος υποφέρει από μια απλή ασθένεια δεν θα έχει τρόπο να νοσηλευτεί».

Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Ηλίας Σιώρας, πρόεδρος του Σωματείου των Εργαζόμενων στον «Ευαγγελισμό» και μέλος τού Δ.Σ. της Ένωσης Ιατρών Νοσοκομείων Αθήνας Πειραιά (ΕΙΝΑΠ), «απορεί» σε συνομιλία του με την «Α» γιατί προχωρά η κυβέρνηση στη σύσταση της ΕΣΑΝ από τη στιγμή που τα κονδύλια είναι δεδομένα. Με λίγα λόγια, το υπουργείο και τώρα είναι αυτό το οποίο καθορίζει το τιμολόγιο των διάφορων νόσων, το πλαφόν των διαγνωστικών εξετάσεων κι αυτό των θεραπευτικών επεμβάσεων.

«Ο κ. Βορίδης επιθυμεί να εμπεδώσει στο ευρύ κοινό πως το κράτος αποσύρεται σταδιακώς από τη χρηματοδότηση των νοσηλευτικών ιδρυμάτων. Το πρόβλημα έγκειται ωστόσο στο ότι έχουμε πλασματικές νοσηλείες στα ιδιωτικά νοσοκομεία και διαγνωστικά κέντρα. Στα δημόσια νοσοκομεία, τα οποία θα λειτουργούν σαν ιδιωτικές κλινικές, ισχυροποιούνται οι ελαστικές σχέσεις εργασίας, από τη στιγμή που μεγαλώνει ο αριθμός των επικουρικών γιατρών και των συμβασιούχων υπαλλήλων. Με όλα αυτά από το 2010 έχουν κλείσει καμιά δεκαριά νοσοκομεία και θα κλείσουν κι άλλα στο αμέσως προσεχές χρονικό διάστημα. Ο στόχος να μειωθούν στα 83 από τα 133 πριν από τέσσερα χρόνια έχει τεθεί άλλωστε από την εποχή τής υπουργίας Ανδρέα Λοβέρδου», επισημαίνει ο κ. Σιώρας.

 

«Κι ο ΕΟΠΥΥ θα μπορούσε να κάνει τη δουλειά»

Ο Λυκούργος Λιαρόπουλος, ομότιμος καθηγητής τής Οικονομίας τής Υγείας του Πανεπιστήμιου Αθηνών, σημειώνει στην «Α» πως ναι μεν θα πρέπει να υπάρχει κάποιος φορέας ο οποίος θα υπολογίζει το κόστος με σωστό τρόπο, αλλά το μεγάλο ζητούμενο είναι πώς θα λειτουργήσει η ΕΣΑΝ. Ο ίδιος, πάντως, θα πρότεινε γι’ αυτόν το σκοπό την ίδρυση ξεχωριστής υπηρεσίας στον ΕΟΠΥΥ αντί της δημιουργίας ανώνυμης εταιρείας από την αρχή.

«Είναι ένας τρόπος να χρεώνεται κάποιος ο οποίος μπαίνει στο νοσοκομείο σύμφωνα με το πραγματικό κόστος το οποίο προκαλεί η νοσηλεία του και το οποίο είναι διαφορετικό από χώρα σε χώρα. Στην Ελλάδα, ωστόσο, ακόμα και καλά πράγματα διαστρεβλώνονται σύμφωνα με το ποιός θέλει να κονομήσει από κάθε ιστορία, όπως μας έχει διδάξει το παρελθόν. Η επιτυχία τού μέτρου θα φανεί από την αποφασιστικότητα του υπουργείου να επιβλέπει την ποιότητα της δουλειάς που κάνουν τα δημόσια και ιδιωτικά νοσοκομεία. Θα βρεθούν, όμως, αμέσως οι οδοί οι οποίες θα επιτρέπουν υπόγεια μεγιστοποίηση κέρδους γι’ αυτούς οι οποίοι διαχειρίζονται τους άρρωστους. Μπορεί, για παράδειγμα, ένας γιατρός να ζητήσει ως δωράκι από τον ασθενή χρήματα για να τον κρατήσει περισσότερες ημέρες στην εντατική. Θα αναπτυχθούν, επομένως, συμπεριφορές οι οποίες θα απαιτούν καλό έλεγχο. Το θέμα είναι ποιος θα τον κάνει», αναρωτιέται ο κ. Λιαρόπουλος.

 

«Δεν θα κλείσει κανένα νοσοκομείο, αρκεί να…»

Κύκλοι περί τον υπουργό Υγείας διατείνονται στην «Α» πως η ΕΣΑΝ είναι μια ανώνυμη εταιρεία η οποία καλείται να παρακολουθεί, να ενημερώνει και να κοστολογεί την εφαρμογή των θεραπευτικών πρωτοκόλλων («DRGs») σε όλα τα δημόσια νοσηλευτικά ιδρύματα και πως πρόκειται για ένα σχήμα το οποίο χρησιμοποιείται με επιτυχία σε όλα τα μεγάλα ευρωπαϊκά συστήματα υγείας, όπου συνέβαλε στη μείωση του κόστους και στη βελτίωση των παρεχομένων υπηρεσιών. Οι ίδιες πηγές υποστηρίζουν πως η ΕΣΑΝ συμβάλλει στο να διαπιστώσουμε την αποτελεσματικότητα κάθε νοσοκομείου, είτε μεγάλου είτε μικρού, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα κλείσει κάποιο μικρό νοσηλευτικό ίδρυμα, με τις προϋπόθεση ότι βρίσκεται σε μια περιοχή όπου αφενός χρειάζεται κι αφετέρου προσφέρει κοινωνική υπηρεσία.

«Είναι πολλά τα μικρά νοσοκομεία ή τα Κέντρα Υγείας στην περιφέρεια που ενδεχομένως δεν έχουν την αποδοτικότητα ενός μεγάλου νοσοκομείου, αλλά χρειάζονται και τα συντηρούμε. Επομένως, η ΕΣΑΝ μας βοηθά στο να έχουμε μια καλύτερη εικόνα για κάθε νοσοκομείο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα το κλείσουμε. Η μεταρρύθμιση στα νοσοκομεία έχει ήδη ολοκληρωθεί. Όσο για την ΕΣΑΝ, δεν έχει καμία σχέση με τον αριθμό των νοσηλευτικών ιδρυμάτων αλλά με τη διαπραγμάτευση του κόστους και την εφαρμογή των DRGs. Στόχος μας είναι η βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας κι όχι η μείωση των νοσοκομείων. Ένα τέτοιο σενάριο είναι προφανώς παρανόηση του ρόλου τής ΕΣΑΝ», αναφέρουν άνθρωποι του κ. Βορίδη.

Αναφορικώς με την επιλογή τού νομικού πλαισίου τής Ανώνυμης Εταιρείας από το υπουργείο Υγείας σημειώνουν πως δεν είναι τυχαία, καθώς με αυτό το νομικό καθεστώς υπάρχει η δυνατότητα ευρείας συμμετοχής τόσο παρόχων υγείας, όπως το υπουργείο, νοσοκομεία και ιατρικοί σύλλογοι, όσο κι αγοραστών, όπως ασφαλιστικοί φορείς κι εταιρείες. «Σε αυτό, επομένως, το σχήμα πώς θα ήταν δυνατό –και για ποιο λόγο– να αποκλείσουμε τους ιδιώτες, για παράδειγμα, από τη διαπραγμάτευση για την κοστολόγηση; Δεν αντιλαμβάνεστε ότι η παρουσία τους είναι χρήσιμη, αν όχι απαραίτητη; Κι από πού προκύπτει πως η συμμετοχή τους οδηγεί στην ιδιωτικοποίηση του ΕΣΥ, όταν ακόμα και μετοχικά η ΕΣΑΝ ελέγχεται από το Δημόσιο;» αναρωτιούνται οι συνεργάτες τού κ. Βορίδη.

 

ΠΑΡΑΔΟΧΗ ΚΕΕΛΠΝΟ:

«Δεν ξέρουμε τι θα γίνει αν τα κρούσματα έμπολα στην Ελλάδα είναι πολλά»!

Ο μεγάλος αριθμός μεταναστών ο οποίος προσεγγίζει τα σύνορά μας, σε συνδυασμό με τον ερασιτεχνισμό με τον οποίο πολλές φορές αντιμετωπίζουμε διάφορες υγειονομικές κρίσεις, δεν επιτρέπουν σε κανέναν τον εφησυχασμό για άφιξη του έμπολα στη χώρα μας. Οφείλουμε να σημειώσουμε, πάντως, πως το κακό είναι πιθανό να καταφτάσει από εκεί από όπου δεν το περιμένουμε. Κι αυτό γιατί οι μετανάστες οι οποίοι έχουν κολλήσει τον έμπολα από τις πατρίδες τους το πιθανότερο είναι πως θα τον έχουν εκδηλώσει πολύ πριν πλησιάσουν στις ακτές τού Αιγαίου ή στον Έβρο, ενώ υπενθυμίζεται πως ελέγχονται από τις ελληνικές υγειονομικές αρχές όσοι από αυτούς συλληφθούν να επιχειρούν να περάσουν παρανόμως τα ελληνικά σύνορα. Γι’ αυτό και θεωρείται πιθανότερο, στην περίπτωση βεβαίως που φτάσει ο ιός και στα μέρη μας, πως αυτό θα συμβεί μέσω ενός ταξιδιώτη υπεράνω πάσης υποψίας ο οποίος θα πατήσει ελληνικό έδαφος με πιο… επίσημους τρόπους, όπως διαμέσου ενός αεροδρομίου ή ενός λιμανιού.

Πηγές τού ΚΕΕΛΠΝΟ με τις οποίες ήρθε σε επικοινωνία η «Α» υποστηρίζουν πως από τις αρχές Σεπτεμβρίου είναι διαθέσιμο σχέδιο πρόληψης κι αντιμετώπισης του νοσήματος. Οι ίδιοι άνθρωποι συμπληρώνουν πως τεστ έμπολα θα γίνονται στη Θεσσαλονίκη, με την πιστοποίηση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ενώ έχουν προβλεφθεί όλες οι διαδικασίες για τη μεταφορά δειγμάτων πιθανών κρουσμάτων κι έχει οργανωθεί και η πιθανή υποδοχή σε ειδικώς διαμορφωμένη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του νοσοκομείου «Σωτηρία» στην Αθήνα.

Ωστόσο, οι ίδιοι κύκλοι τού ΚΕΕΛΠΝΟ παραδέχονται στην «Α» ότι είναι ένα μεγάλο ερωτηματικό τι θα συμβεί αν τα κρούσματα είναι περισσότερα από ένα, δύο ή πέντε: «Το ένα κρούσμα είναι σχετικώς εύκολο να περιοριστεί. Το θέμα είναι, όμως, να αντιμετωπιστεί γρήγορα, γιατί μετά θα πρέπει να αρχίσει η ανίχνευση των επαφών τις οποίες είχε ο φορέας και αν τήρησε τα απαραίτητα μέτρα προστασίας. Στη χώρα μας, εξάλλου, δεν αρκεί να έχεις κάνει καλό σχεδιασμό, αλλά και να μπορείς να τον υλοποιήσεις. Δεν διαθέτουμε συστηματική οργάνωση και δεν συνεννοούμαστε καλά μεταξύ μας», προσθέτουν με νόημα από το ΚΕΕΛΠΝΟ.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα