COVID-19: Διαφωνούν οι επιστήμονες για την ανοσία της αγέλης

Φωτιές ανάβει η «διακήρυξη» 3 επιστημόνων των πανεπιστημίων του Χάρβαρντ, της Οξφόρδης και του Στάνφορντ για τη στρατηγική της συλλογικής ανοσίας ως μέσο καταπολέμησης της πανδημίας

Αντιμέτωπους με μια νέα πραγματικότητα έφερε τους επιστήμονες, τις πολιτικές ηγεσίες και τους πολίτες η «γέννηση» και η επέλαση του κορωνοϊού στις τοπικές κοινωνίες ανά τον κόσμο. Ακόμη και σε επίπεδο ορολογίας, λέξεις όπως «κρούσματα», «ασυμπτωματικοί», «rapid test» έγιναν μέρος των καθημερινών μας συζητήσεων. Καμιά τους, όμως, δεν έχει προκαλέσει τέτοια διχογνωμία όσο η έννοια της «ανοσίας της αγέλης».

Η «ανοσία της αγέλης» δεν είναι τίποτα περισσότερο από την προστασία που αποκτά ένας ικανός αριθμός του ανθρώπινου πληθυσμού που έχει νοσήσει και έχει αναρρώσει από μία μεταδοτική ασθένεια, έχοντας αποκτήσει σχετικά αντισώματα και διακόπτοντας την αλυσίδα μετάδοσης της ίδιας ασθένειας σε δεύτερο χρόνο.

Πρόκειται επί της ουσίας για τη φυσική διαδικασία ανοσοποίησης που επιτυγχάνεται με τους εμβολιασμούς, με τη διαφορά ότι ελλείψει εμβολίου κατά της νόσου COVID- 19 που προκαλεί ο κορωνοϊός SARS-coV-2, η δημόσια συζήτηση εστιάζεται όχι μόνο στην αποτελεσματικότητά της αλλά και στο ηθικό υπόβαθρό της ως επιλογή υγειονομικής αντιμετώπισης της πανδημίας.

Οι πρώτοι «διδάξαντες» Σουηδοί και η Διακήρυξη του Μπάρινγκτον

Κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος της πανδημίας, η Σουηδία ήταν η χώρα που de facto (αν κι όχι με επίσημη δήλωση) υιοθέτησε μέχρις ενός βαθμού την αμφιλεγόμενη –στην περίπτωση του κορωνοϊού– πρακτική της «ανοσίας της αγέλης».

Ωστόσο, η εν λόγω υγειονομική επιλογή αντιμετώπισης της πανδημίας έγινε ξανά επίκαιρη την περασμένη εβδομάδα εξαιτίας της «Μεγάλης Διακήρυξης του Μπάρινγκτον» (Great Barrington Declaration).

Πρόκειται για την «ετυμηγορία» που φέρει τις υπογραφές του καθηγητή Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, Μάρτιν Κούλντορφ, της καθηγήτριας Θεωρητικής Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, Σουνέτρα Γκούπτα, και του καθηγητή Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ, Τζέι Μπατατσάρια, και σύμφωνα με αυτή τα περιοριστικά μέτρα είχαν «καταστροφικές επιπτώσεις» στη δημόσια υγεία.

Μάλιστα, οι τρεις επιστήμονες εμμένουν στην άποψη ότι η «ανοσία της αγέλης» μπορεί να είναι αποτελεσματική στην περίπτωση του κορωνοϊού, επιτυγχάνοντας και την προστασία των ευπαθών ομάδων αλλά και την επιστροφή των λιγότερο ευάλωτων πολιτών στην οικονομική και κοινωνική κανονικότητα.

Στη land page που έχει δημιουργηθεί στο διαδίκτυο για τη φιλοξενία της «Μεγάλης Διακήρυξης του Μπάρινγκτον», πάνω από 30.000 γιατροί και σχεδόν 11.000 επιστήμονες των κλάδων της ιατρικής και της δημόσιας υγείας εμφανίζονται να έχουν υπογράψει μέχρι και τα μέσα της τρέχουσας εβδομάδας τη διακήρυξη.

Οι αριθμοί δεν είναι αμελητέοι, αν και το ζιζάνιο της αμφιβολίας για την εγκυρότητά τους έσπειρε το βρετανικό ειδησεογραφικό πρακτορείο Sky News, που σε σχετικό ρεπορτάζ του αποκάλυψε την περασμένη εβδομάδα ότι στον κατάλογο με τους υπογράφοντες έχουν εντοπιστεί και fake ονοματεπώνυμα, όπως λ.χ. ο δόκτωρ Τζόνι Μπανάνας (Dr «Johnny Bananas»).

ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΠΟΥ, ΕΙΝΑΙ ΕΝΤΕΛΩΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ ΠΡΑΓΜΑ Η ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΑΝΟΣΙΑ ΠΟΥ ΕΠΙΤΥΓΧΑΝΕΤΑΙ ΜΕ ΤΑ ΕΜΒΟΛΙΑ, ΚΑΘΩΣ ΑΥΤΟ ΓΙΝΕΤΑΙ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΟ ΚΑΙ ΟΧΙ ΕΚΘΕΤΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΣΕ ΑΥΤΟΝ

Και σκωτσέζικη έρευνα

Με κατ’ αντιστροφή επιχειρήματα που όπως κατατείνουν στους ίδιους επιδημιολογικούς ισχυρισμούς της «Μεγάλης Διακήρυξης του Μπάρινγκτον» για τα οφέλη της «ανοσίας της αγέλης», είδε το φως της δημοσιότητας ακόμη μία έρευνα που «έτρεξε» ομάδα ερευνητών με έδρα τη Σχολή Φυσικής και Αστρονομίας του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, στη Σκωτία.

Η έρευνα δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «British Medical Journal», με την ερευνητική ομάδα να μελετά διαφορετικά σενάρια αντιμετώπισης της πανδημίας του κορωνοϊού, έχοντας ως «πειραματόζωο» ένα μοντέλο χώρας με πληθυσμό που προσομοιάζει με αυτόν του Ηνωμένου Βασιλείου. Σε αυτό το πλαίσιο, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι το κλείσιμο των σχολείων και των πανεπιστημίων δύναται να παρατείνει τη χρονική διάρκεια της πανδημίας, αυξάνοντας τον αριθμό των θανάτων από αυτήν, με τις ευάλωτες ομάδες να νοσούν και μακροπρόθεσμα να χάνουν τη ζωή τους.

Σημειώνεται, πάντως, ότι σε άρθρο γνώμης που υπογράφουν επιστήμονες που δεν συμμετείχαν στην παραπάνω έρευνα αναφέρεται ότι η μελέτη δεν έλαβε υπόψη τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις του COVID-19.

Οι αρνητές της «ανοσίας της αγέλης»

Με κατά τεκμήριο κομψό αλλά σίγουρα κοφτό τρόπο εκφράζουν την αντίθεσή τους στα πορίσματα της «Μεγάλης Διακήρυξης του Μπάρινγκτον» οι αρνητές της «ανοσίας της αγέλης», είτε πρόκειται για μεμονωμένους επιστήμονες είτε πρόκειται για τον ίδιο τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η τοποθέτηση της βρετανικής επιστημονικής ομάδας Independent Sage, που έχει επικεφαλής τον σερ Ντέιβιντ Κινγκ, πρώην επιστημονικό σύμβουλο της κυβέρνησης της Μ. Βρετανίας. Σε έκθεσή τους που δημοσιεύθηκε προ μηνός, οι ερευνητές της Independent Sage εξηγούν τους λόγους για τους οποίους δεν θα ήταν αποτελεσματική η πρακτικής της ανοσίας της αγέλης, υπογραμμίζοντας μάλιστα ότι «δεν είναι απλώς απίθανο να επιτευχθεί το επιθυμητό επίπεδο ανοσίας του πληθυσμού, αλλά μπορεί και να οδηγήσει σε πολύ περισσότερους θανάτους και μολύνσεις που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί, χωρίς να προστατεύεται και η οικονομία».

Παρά το γεγονός ότι στη αρχή της πανδημίας το «Νησί» είχε μία τάση υιοθέτησης της στρατηγικής της ανοσίας της αγέλης, είναι αρκετοί οι Βρετανοί επιστήμονες που δεν την ασπάζονται. Ας δούμε τι λένε μερικοί από αυτούς:

>> Ο αναπληρωτής καθηγητής στη Σχολή Ιατρικής του Πανεπιστημίου του Λιντς στη Μεγάλη Βρετανία, Στίβεν Γκρίφιν, δήλωσε: «Δεν έχουμε επιστημονικά στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η συλλογική ανοσία θα ήταν εφικτή, ακόμη και αν μολυνόταν ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού (…). Είμαστε όλοι εξαντλημένοι από την πανδημία και δικαίως θυμώνουμε στην ιδέα ενός δεύτερου γύρου αυστηρών περιοριστικών μέτρων σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. Ωστόσο, δεν πρέπει να μπερδεύουμε την αποτυχία ορισμένων κυβερνήσεων να αντιμετωπίσουν την πανδημία κατά τη διάρκεια των μέτρων αυτών, με την αποτελεσματικότητα των ίδιων των μέτρων».

>> Ο αναπληρωτής καθηγητής κυτταρικής μικροβιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Ρέντινγκ, στη Μεγάλη Βρετανία, Σάιμον Κλαρκ, δήλωσε: «Δεν υπάρχουν ενδείξεις που να υποδηλώνουν ότι μια μακροπρόθεσμη παθητική προσέγγιση αξίζει να εξεταστεί».

 Η «ψευδής υπόθεση»

Αναφερόμενος στη Μεγάλη Διακήρυξη του Μπάρινγκτον, ο ανώτερος ερευνητής στην παγκόσμια υγεία στο Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον στη Μεγάλη Βρετανία, Μάικλ Χεντ, δήλωσε ότι η διακήρυξη βασίζεται σε μια «ψευδή υπόθεση» ότι οι κυβερνήσεις και η επιστημονική κοινότητα επιθυμούν να παραταθούν τα περιοριστικά μέτρα έως ότου είναι διαθέσιμο ένα εμβόλιο. Ο Χεντ είπε ότι «η ιδέα είναι ότι κατά κάποιον τρόπο οι ευάλωτες ομάδες θα προστατευτούν από τη μετάδοση ενός επικίνδυνου ιού. Είναι μια πολύ κακή ιδέα». Αναφέρθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο όπου, ακόμη και με πολύ αυστηρά μέτρα, καταγράφηκε ένας «τεράστιος αριθμός θανάτων», κυρίως ηλικιωμένων, με το 20% έως 30% του πληθυσμού να χαρακτηρίζεται ως ευάλωτο στην COVID-19.

Χώρες όπως η Νότια Κορέα και η Νέα Ζηλανδία, «που διαχειρίζονται την πανδημία σχετικά καλά», σύμφωνα με τον Χεντ, «δεν έχουν αφήσει ανεξέλεγκτο τον ιό ελπίζοντας ότι οι ευάλωτες ομάδες θα βρουν κάπου να κρυφτούν για 12 μήνες».

Ο Ρούπερτ Μπιλ, επικεφαλής της ομάδας του εργαστηρίου κυτταρικής βιολογίας λοιμώξεων στο Francis Crick Institute του Ηνωμένου Βασιλείου, δήλωσε ότι απαιτούνται πολλαπλές και στοχευμένες παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση της πανδημίας, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης της εξάπλωσης, της ανάπτυξης καλύτερων θεραπειών και της προστασίας των ευάλωτων ατόμων.

Η Μεγάλη Διακήρυξη του Μπάριγκτον «δίνει προτεραιότητα σε μία μόνο πτυχή μιας λογικής στρατηγικής –την προστασία των ευάλωτων– λέγοντας ότι ο υπόλοιπος πληθυσμός μπορεί να αποκτήσει συλλογική ανοσία με ασφαλή τρόπο. Αυτός είναι ένας ευσεβής πόθος». Ο Μπιλ συμπλήρωσε ότι δεν είναι δυνατόν να αναγνωριστούν πλήρως τα ευάλωτα άτομα ή να απομονωθούν πλήρως.

Όπως και στην περίπτωση άλλων μελών της οικογένειας των κορωνοϊών, η ανοσία δεν θα είναι δυνατή χωρίς εμβόλιο, δήλωσε ο Μπιλ. Η ανοσία είναι γνωστό ότι υποχωρεί ακόμη και με το κοινό κρυολόγημα, όπως και με τους ιούς MERS και SARS.

Στο ίδιο μήκος κύματος με τους Βρετανούς συναδέλφους τους «συντονίζονται» και ο επικεφαλής της Μονάδας Μαθηματικής Μοντελοποίησης Λοιμώξεων του γαλλικού ινστιτούτου Παστέρ, Σιμόν Κοσεμέ, καθώς και ο επιδημιολόγος, Αρνό Φοντανέ. Οι δυο επιστήμονες αρθρογράφησαν στο περιοδικό «Nature Reviews Immunology», καταθέτοντας μεταξύ άλλων την εκτίμηση ότι είναι λίγα τα επιδημιολογικά δεδομένα που να υποδηλώνουν ότι ο ιός SARS-coV-2 μπορεί να σταματήσει να εξαπλώνεται πριν πάθει ανοσία τουλάχιστον το 50% του πληθυσμού.

«Αν υποθέσουμε για παράδειγμα ότι το 50% του πληθυσμού της Γαλλίας ή των ΗΠΑ έχει αποκτήσει ανοσία, τότε αυτό μεταφράζεται σε 100.000 με 450.000 και 500.000 με 2.100.000 θανάτους, αντίστοιχα», υποστήριξαν στο άρθρο τους.

Από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, τέλος, ο διευθυντής των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας των ΗΠΑ, Φράνσις Κόλινς, εξέφρασε προ ημερών την ανησυχία του στην εφημερίδα «Washington Post», λέγοντας ότι η θεωρία της ανοσίας της αγέλης παρουσιάζεται ως «μια σημαντική εναλλακτική άποψη» που έχει υιοθετηθεί από μεγάλο αριθμό εμπειρογνωμόνων. Αυ όμως δεν αληθεύει, λέει, χαρακτηρίζοντας μάλιστα την ιδέα «περιθωριακή».

ΠΟΥ: «Επιστημονικά και ηθικά προβληματική η στρατηγική της συλλογικής ανοσίας»

Λάβρος κατά των θεωριών που θέλουν την καταπολέμηση της πανδημίας του κορωνοϊού να επιτυγχάνεται μέσω της ανοσίας της αγέλης ήταν την περασμένη Δευτέρα ο γενικός διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), Τέντρος Αντχανόμ Γκεμπρεγεσούς. Στο πλαίσιο συνέντευξης Τύπου, ο Γκεμπρεγεσούς τόνισε ότι ««ποτέ στην ιστορία της δημόσιας υγείας, η συλλογική ανοσία δεν χρησιμοποιήθηκε ως στρατηγική στην αντιμετώπιση μιας επιδημίας και πόσο μάλιστα στην περίπτωση μιας πανδημίας. Είναι επιστημονικά και ηθικά προβληματικό».

Ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ είπε επίσης ότι όταν επιτυγχάνεται η συλλογική ανοσία με εμβόλια, αυτό γίνεται προστατεύοντας τους ανθρώπους από τον ιό και όχι εκθέτοντάς τους σε αυτόν. «Δεν γνωρίζουμε αρκετά για το πόσο ισχυρή είναι η ανοσοαπόκριση, πόσο διαρκεί και πώς διαφέρει από άτομο σε άτομο. Υπήρξαν επίσης παραδείγματα ατόμων που μολύνθηκαν για δεύτερη φορά», είπε ο Γκεμπρεγεσούς.

 «Το να αφήσεις να κυκλοφορεί ελεύθερα ένας επικίνδυνος ιός, σημαίνει περιττές λοιμώξεις, ταλαιπωρία και θανάτους», κατέληξε ο Γκεμπρεγεσούς και τόνισε για ακόμη μία φορά ότι οι υγειονομικές αρχές κάθε χώρας πρέπει να χρησιμοποιούν τα «όπλα» που από την αρχή της πανδημίας υποστηρίζει ο ΠΟΥ, και αυτά είναι η παρακολούθηση, τα διαγνωστικά τεστ, η απομόνωση, η φροντίδα, η εντοπισμός και η απομόνωση των επαφών των κρουσμάτων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τον ΠΟΥ, με τον κορωνοϊό έχει μολυνθεί λιγότερο από το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού. Σύμφωνα με το Πανεπιστήμιο Johns Hopkins, μέχρι τώρα έχουν μολυνθεί από τον κορωνοϊό 38,1 εκατομμύρια άνθρωποι και πάνω από 1.000.000 έχουν πεθάνει. Οι ΗΠΑ είναι η χώρα με τα υψηλότερα ποσοστά περιστατικών και θανάτων, 7,8 εκατομμύρια και σχεδόν 216.000, αντίστοιχα.

 

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα