Δένδιας: ” Το Διεθνές Δίκαιο είναι Ευαγγέλιο. Θα έπρεπε να ισχύει και για την Ουκρανία & για τα Ελληνοτουρκικά”

"Οι σχέσεις Ελλάδας - Ρωσίας έχουν βαθιά ιστορία και ελπίζω να επανέλθουν πλήρως μόλις η Ρωσία επανέλθει στη διεθνή νομιμότητα"

«Βοηθώντας κάθε χώρα που μάχεται για την ανεξαρτησία της και την ύπαρξή της, όπως την Ουκρανία, στην πραγματικότητα προβάλλουμε αυτό το οποίο εμείς, το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, πιστεύουμε», υπογράμμισε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ1.

Ο κ. Δένδιας σημείωσε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, «με συντριπτική πλειοψηφία, για να μην πω με ομοφωνία, αποφάσισε να ενισχύσει την Ουκρανία με κάθε τρόπο και αυτό επιχειρούμε να κάνουμε εμείς, δίνοντας αμυντικό υλικό σε μία χώρα η οποία υφίσταται εισβολή. Η Ελλάδα πορεύεται στις διεθνείς της σχέσεις με διακριτές αρχές. Για εμάς η εδαφική ακεραιότητα των κρατών είναι ιερό ευαγγέλιο, έτσι πηγαίνουμε πάντοτε στην εξωτερική μας πολιτική. Αυτό είναι και το εθνικό μας συμφέρον, πέρα από μία θέση αρχής στην οποία πιστεύουμε βαθύτατα», υπογράμμισε.

Χαρακτήρισε τις σχέσεις Ελλάδας-Ρωσίας ιστορικές και σημείωσε ότι ο ίδιος διατηρεί την ελπίδα ότι θα επανέλθουν κάποια στιγμή, «όταν η Ρωσία επανέλθει στη διεθνή νομιμότητα». Όπως υπενθύμισε ο ίδιος εργάστηκε πολύ για να τις βελτιώσει. «Λυπάμαι ειλικρινά πάρα πολύ, πάρα πολύ για το σημείο που βρίσκονται σήμερα, αλλά δεν είναι ελληνική ευθύνη αυτό. Η Ελλάδα είναι μία χώρα η οποία πορεύεται επί τη βάσει αρχών και αξιών και δεν μπορεί παρά να βοηθάει όλες τις χώρες, οι οποίες συνυπογράφουν και μάχονται για αυτές τις αρχές. Εάν αυτό εξ’ ανάγκης τη φέρνει να αντιδιαστέλλεται με άλλες πρακτικές, δεν μπορεί αυτό να θεωρηθεί ελληνική υπευθυνότητα».

Ερωτηθείς σχετικά με τα σενάρια που τον έφεραν να διαφοροποιείται για την αποστολή στρατιωτικού υλικού στην Ουκρανία, ο υπουργός Εξωτερικών ξεκαθάρισε: «Ένα πράγμα είναι προφανές: εγώ είμαι υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Μητσοτάκη και παραμένω υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Νομίζω αυτό τα λέει όλα. Αν είχα μία διαφορετική άποψη σε ένα σημαντικό θέμα εξωτερικής πολιτικής, η οδός, την οποία θα όφειλα να έχω ακολουθήσει, είναι προφανής».

Ο υπουργός Εξωτερικών υπενθύμισε πως η Ελλάδα είναι μία από τις 38 χώρες που έχουν υπογράψει το αίτημα να ανοίξει μια έρευνα στο Δικαστήριο της Χάγης όσον αφορά τα εγκλήματα πολέμου που συντελούνται κατά την εισβολή.

«Αυτό το οποίο συμβαίνει στην Ουκρανία είναι ένα απολύτως διακριτό έγκλημα πολέμου», σημείωσε. «Είναι τρομερό να βομβαρδίζονται άμαχοι άνθρωποι τον 21ο αιώνα».

Επεσήμανε δε πως «ουδείς γνωρίζει» πόσο κοντά είμαστε στο να τελειώσει ο πόλεμος. «Όλοι εκφράζουμε ελπίδες και καταβάλλουμε τις καλύτερες προσπάθειές μας. Αυτό το οποίο συμβαίνει, δεν είναι μόνο μία ανθρωπιστική τραγωδία, δεν είναι μία πλήρης ασυμβατότητα με το διεθνές δίκαιο, είναι κάτι το παντελώς απαράδεκτο για τον 21ο αιώνα».

Τόνισε ακόμη πως η Ελλάδα με τις δυνάμεις της κάνει και θα κάνει ό,τι μπορούμε προς αυτή την κατεύθυνση και για να προστατευθεί η ελληνική ομογένεια.

Υπογράμμισε ακόμη πως «όποιες και αν είναι οι προτεραιότητες του προέδρου Πούτιν, μετά τη ρωσική εισβολή είναι φανερό ότι είναι παντελώς αντιβαίνουσες στο Διεθνές Δίκαιο, σε ό,τι προβλέπει ο Καταστατικός Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών» ενώ υπενθύμισε ότι η Ρωσία είναι μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας, κατά συνέπεια ένας, θεωρητικά, από τους πυλώνες επιβολής αυτού του Καταστατικού Χάρτη στην ανθρωπότητα.

«Είναι φανερό ότι η Ρωσία επιδιώκει τον διαμελισμό της Ουκρανίας και την ουδετεροποίησή της. Το ποιο είναι το συνολικό σχέδιο της ρωσικής πλευράς δεν το ξέρουμε και δεν μπορούμε να το ξέρουμε».

Αναφορικά με τις συζητήσεις που γίνονται σε διπλωματικό επίπεδο, ο κ. Δένδιας σημείωσε ότι υπάρχουν αποκλίσεις από τις αρχικές θέσεις των δύο πλευρών, όμως «τα δύο αφηγήματα, αυτή τη στιγμή, δεν φαίνονται συμβατά».

«Η Ρωσία ζητά από την ουκρανική πλευρά παραχωρήσεις που ο Πρόεδρος Ζελένσκι δεν είναι έτοιμος να κάνει. Και αντιλαμβάνομαι απολύτως τη θέση του. Έχει ένα εσωτερικό ακροατήριο, τη δική του κοινή γνώμη η οποία μάχεται. Δεν είναι εύκολο να αποκηρύξει αυτά προς χάριν των οποίων αυτή τη στιγμή μάχεται η ουκρανική κοινωνία και ο ουκρανικός στρατός».

Από την άλλη, φαίνεται δύσκολη σε αυτή τη φάση και η υποχώρηση της Μόσχας, καθώς ο πρόεδρος Πούτιν έχει δημιουργήσει ένα δικό του αφήγημα.

Ο κ. Δένδιας ανέφερε ότι πριν από τη ρωσική εισβολή υπήρχαν σαφείς προειδοποιήσεις και από την αμερικανική και την αγγλική πλευρά ότι επίκειται εισβολή. Όμως υπήρχε και η διαβεβαίωση μίας σειράς παραγόντων, συμπεριλαμβανομένης της ουκρανικής πλευράς, ότι αυτό δεν θα συμβεί και ότι η Ρωσία προσπαθεί να πιέσει προς μία λύση. Και, βεβαίως, η διαβεβαίωση που δόθηκε από το Ρώσο υπουργό Εξωτερικών στον ίδιο στην κατ’ ιδίαν συνάντησή τους και η διαβεβαίωση από τον Πρόεδρο Πούτιν στον Πρόεδρο Μακρόν.

Αναφερόμενος στην αντίδραση της Ευρώπης, ο κ. Δένδιας σημείωσε ότι “η Ευρώπη προχωράει μέσα από κρίσεις”.

«Η κρίση αυτή δημιουργεί συνθήκες βίαιης ωρίμανσης. Όπως η κρίση της πανδημίας δημιούργησε βίαιη ωρίμανση στο οικονομικό κομμάτι και υπήρξε αποδοχή του ευρω-ομολόγου, έτσι και η κρίση αυτή δημιουργεί την ανάγκη δημιουργίας αμυντικού βραχίονα στην ΕΕ, κάτι το οποίο είναι απολύτως απαραίτητο. Εάν υπάρχει κάτι καλό μέσα από αυτή την τραγωδία, είναι αυτό».

Αναφέρθηκε ακόμη στον επανεξοπλισμό της Γερμανίας και σημείωσε ότι Ευρώπη πρέπει να συζητήσει πολύ σοβαρά τους κανόνες δημιουργίας της αμυντικής της αυτονομίας .

«Η Ελλάδα βλέπει την ευρωπαϊκή αυτονομία, ως συνδυασμένη με το ΝΑΤΟ και συνδυασμένη με την αμερικανική παρουσία. Όχι ως αντιδιαστολή στο ΝΑΤΟ και την αμερικανική παρουσία», επεσήμανε και τόνισε πως αυτό είναι πολύ σημαντικό για τα δικά μας εθνικά συμφέροντα.

Αναφορικά με την εμπλοκή του ΝΑΤΟ, ο κ. Δένδιας σημείωσε ότι το ΝΑΤΟ βοηθά την Ουκρανία όσο μπορεί, όμως ξεκαθάρισε πως «το ότι δεν εμπλέκεται είναι αυτονόητο».

«Η Ουκρανία δεν είναι μέλος του ΝΑΤΟ, άρα το ΝΑΤΟ πρέπει να είναι υποχρεωτικά εξαιρετικά προσεκτικό, θυμίζω ότι τόσο η Ρωσία, αλλά όσο και μερικές χώρες του ΝΑΤΟ είναι πυρηνικές δυνάμεις. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, τι θα σήμαινε μια εμπλοκή της Ρωσίας με το ΝΑΤΟ».

Η Ελλάδα δεν έχει τάσεις αποκλεισμού της Τουρκίας, όμως τίθεται θέμα κανόνων

Αναφορικά με την πρόσφατη συνάντηση του πρωθυπουργού με τον πρόεδρο της Τουρκίας και σχολιάζοντας τα λεγόμενα στην Τουρκία περί συνεκμετάλλευσης, υπογράμμισε ότι τέτοιο θέμα δεν τέθηκε και «είναι εκτός των απόψεων της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής παγίως».

«Τι μπορεί να συνεκμεταλλευτούμε όταν δεν έχουμε συμφωνήσει τι ανήκει πού;» σημείωσε χαρακτηριστικά.

Σχολιάζοντας τη στάση της Τουρκίας απέναντι σε Ουκρανία και Ρωσία σημείωσε πως «τα πάγια θεωρήματα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής δεν προσομοιάζουν με αυτά της τουρκικής», καθώς «η Τουρκία επιλέγει έναν διαφορετικό ρόλο».

«Προσπαθεί να μιλήσει και με τις δυο πλευρές, καταδικάζει μεν, αλλά δεν επιβάλλει κυρώσεις δε, έκλεισε τα στενά στα πολεμικά πλοία με καθυστέρηση. Αυτό που δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να συμβεί είναι η Τουρκία, με από τον τρόπο με τον οποίο κινείται και ελίσσεται στο ρωσο-ουκρανικό, να επιτύχει αποτελέσματα που να αντανακλούν στις διαφορές της με την Ελλάδα».

Αντιθέτως, πρόσθεσε, «η σύμπτυξη της ΕΕ και η δημιουργία αμυντικού βραχίονα της ΕΕ στο βάθος του χρόνου, θα δώσει στην Ελλάδα σημαντικές δυνατότητες που σήμερα η πατρίδα μας δεν έχει στο βαθμό που θα επιθυμούσε να έχει».

«Δεν μπορεί να υπάρχει μικρότερη προστασία και βοήθεια σε ένα κράτος-μέλος από ότι σε ένα κράτος μη μέλος. Το άρθρο 42.7 των Ευρωπαϊκών Συνθηκών αποτελεί το μέλλον της ευρωπαϊκής άμυνας», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Ξεκαθάρισε ακόμη πως η Ελλάδα «δεν έχει τάσεις αποκλεισμού της Τουρκίας από το διεθνές γίγνεσθαι». «Όμως αυτό πρέπει να το επιλέξει η Τουρκία καταρχήν, διότι τίθεται θέμα κανόνων,» επεσήμανε και πρόσθεσε: «δεν μπορεί να συναλλάσσεται με την ΕΕ και εν ταυτώ να μην αναγνωρίζει ένα από τα κράτη-μέλη, δηλαδή την Κυπριακή Δημοκρατία, δεν μπορεί να μιλάει για δικαιώματα είτε επί υφαλοκρηπίδας, είτε επί ΑΟΖ, χωρίς να αναγνωρίζει το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας».

«Εάν η Τουρκία δει με θετικό τρόπο τα προφανή, από εκεί και πέρα η Ελλάδα, όπως πάντα, θα τείνει προς την Τουρκία χείρα συνεργασίας και χείρα βοηθείας», ξεκαθάρισε.

«Η Ελλάδα είναι πάντα έτοιμη να το κάνει αυτό, δεν είναι μια αντιτουρκική δύναμη. Όμως, επίσης, έχει υποχρέωση να προασπίσει τα εθνικά της δικαιώματα και το Διεθνές Δίκαιο. Διότι σε αυτή την περίπτωση αυτά τα δυο είναι απολύτως ταυτόσημα. Με το Διεθνές Δίκαιο σαν ευαγγέλιο πηγαίνουμε, το είπα πριν για την Ουκρανία, ισχύει και για τα ελληνοτουρκικά».

Η διασύνδεση της Ελλάδας και της Αιγύπτου είναι υπαρξιακή για την Ελλάδα

Ο υπουργός Εξωτερικών αναφέρθηκε ακόμη στην ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία και σημείωσε πως η Ελλάδα είχε κάνει σωστές επιλογές, με τη στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τις εγκαταστάσεις επαναεριοποίησης του φυσικού αερίου. Αυτές δίνουν μια δεύτερη δυνατότητα σε όλη την Ευρώπη, «αντί να έχει ρωσική ενέργεια, να μπορεί να παίρνει ενέργεια μέσω της Ελλάδος και αυτό αναδεικνύει την Ελλάδα σαν ενεργειακό κόμβο».

«Το μεγάλο στοίχημα της Αλεξανδρούπολης έχει κερδηθεί», τόνισε. «Η Αλεξανδρούπολη δεν ήταν γνωστή, δεν υπήρχε στον γεωπολιτικό χάρτη, μπήκε το 2009 και ωριμάζει με τρομερή ταχύτητα».

«Η διασύνδεση της Ελλάδας και της Αιγύπτου, η ελληνοαιγυπτιακή Συμφωνία είναι υπαρξιακή για την Ελλάδα”, επεσήμανε. “Διασφαλίζει τον χώρο από τον οποίο μπορεί να περάσει αγωγός, μπορεί να περάσει καλώδιο, μπορεί να μεταφερθεί η ενέργεια από την Αφρική προς την Ευρώπη. Διότι η Αφρική, με τις μεγάλες εκτάσεις, είναι ο χώρος, όπου θα παραχθεί η ηλιακή ενέργεια και θα παραχθεί και πράσινο υδρογόνο”.

Ξεκαθάρισε δε πως δεν υπάρχει καμία περίπτωση καθυστέρησης, ούτε από την Ελλάδα, αλλά ούτε και από την Αίγυπτο, ενώ ανέφερε πως την άλλη εβδομάδα θα συναντηθεί στο Κάιρο με τον Αιγύπτιο ομόλογό του.

Ερωτηθείς σχετικά με την οικονομία, ο κ. Δένδιας ανέφερε ότι, πριν τη ρωσική εισβολή, η Ελλάδα, «μετά από τις δίδυμες κρίσεις, έβγαινε πια σε ένα ξέφωτο, με μια μεγάλη δυνατότητα ανάπτυξης. Και πάνω στη στιγμή αυτή, αντιμετωπίζουμε τις συνέπειες μιας εισβολής, οι οποίες, δημιουργούν ακρίβεια, δημιουργούν πληθωρισμό».

Τόνισε πως «η μόνη ελπίδα μιας σοβαρής απάντησης είναι μια ευρωπαϊκή απάντηση», ενώ πρόσθεσε πως η ελληνική κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί, όπως το έκανε και στην πανδημία, που προσπάθησε με συγκεκριμένα επιδόματα να βοηθήσει τους οικονομικά ασθενέστερους να ανταποκριθούν.

Σημείωσε πως και σήμερα η κυβέρνηση προσπαθεί να βοηθήσει τους οικονομικά ασθενέστερους με ένα νέο πακέτο. «Εάν κάποιος νομίζει ότι υπάρχουν λεφτόδεντρα και τα οποία μπορούμε να τα βρούμε, νομίζω δεν θα είχαμε αντίρρηση εμείς», ξεκαθάρισε.

«Δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να μην εξαντλήσουμε και το τελευταίο και την τελευταία δυνατότητα στήριξης των οικονομικά ασθενέστερων», πρόσθεσε.

Αναφορικά με τα σενάρια πρόωρων εκλογών, ο υπουργός Εξωτερικών σημείωσε πως ο πρωθυπουργός «έχει μια θεσμική αντίληψη των πραγμάτων, και αυτό το οποίο σκέφτεται και αυτό το οποίο έχει πει, είναι ότι θα ομαλοποιηθεί η πολιτική ζωή αν οι κυβερνήσεις εξαντλούν την τετραετία» και πρόσθεσε:

«Από εκεί και πέρα, αν υπάρξει κάτι το απολύτως έκτακτο το οποίο επιβάλει να εκφράσει την άποψή της η ελληνική κοινωνία πριν γίνει μία επιλογή, νομίζω θα ήταν αντιθέτως αντισυνταγματικό να μη ζητηθεί η άποψή της».

Αναφερόμενος στην εξωτερική πολιτική που ακολουθεί η Ελλάδα, σημείωσε “επιχείρησε να έρθει σε επαφή με χώρες και με δυνατότητες που παλιά ήταν εκτός του ορίζοντά” και «έχει υπογράψει 146 διμερείς και περίπου 40 πολυμερείς συμφωνίες αυτά τα σχεδόν 3 χρόνια».

«Η Ελλάδα βλέπει και την Αραβική Χερσόνησο και τον Κόλπο και την Αφρική και τις χώρες του ευρύτερου Ινδοειρηνικού που συμμερίζονται τις απόψεις για το διεθνές δίκαιο, ακόμα και χώρες της Λατινικής Αμερικής, με παρόμοιες απόψεις, ως χώρες με τις οποίες πρέπει να αποκτήσει σχέσεις. Πρέπει να φύγουμε από το στενό βαλκανικό περίγυρο και κοστούμι, χωρίς να σημαίνει αυτό ότι δεν μας αφορά και δεν μας ενδιαφέρει, και να ανοιχτούμε στη νέα τάξη πραγμάτων».

Τέλος, ανέφερε τη σημασία να υπάρχει συζήτηση με τα υπόλοιπα κόμματα «άτυπα, καθαρά, για να μπορεί να λέει ο καθένας την άποψή του και να υλοποιούμε κοινούς εθνικούς στόχους».

«Δεν είμαστε ούτε πολύ μεγάλοι, ούτε πάρα πολλοί για να μπορούμε να έχουμε μεγάλες διαφορές μεταξύ μας. Ο ελληνισμός διχάστηκε ιστορικά για θέματα εξωτερικής πολιτικής. Δεν μπορούμε να το επιτρέψουμε και πάλι», κατέληξε.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα