«Είδα τρία εκατομμύρια ανθρώπους να περνούν από μπροστά μου κλαίγοντας!» (φωτό)

Η μοναδική Ελληνίδα δημοσιογράφος που βρέθηκε στην κηδεία του στρατηγού Κασέμ Σολεϊμανί αφηγείται τη συγκλονιστική εμπειρία της

Της Βίκυς Καλοφωτιά

Ιράν. Τρία εκατομμύρια άνθρωποι περπατούν με βήμα αργό, αποφασιστικό, πένθιμο. Τρία εκατομμύρια άνθρωποι θρηνούν για τον εθνικό ήρωά τους, που σκοτώθηκε στη Βαγδάτη ως αποτέλεσμα αεροπορικής επιδρομής της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ, αφήνοντας ορφανό ένα ολόκληρο έθνος. Ένα ολόκληρο έθνος που τον λάτρεψε σαν κάτι ιερό.

Ανάμεσα στη λαοθάλασσα που πενθεί για την απώλεια του στρατηγού Κασέμ Σολεϊμανί, ανάμεσα σε άνδρες, μαυροφορεμένες γυναίκες με τσαντόρ, ηλικιωμένους και παιδιά που κρατούν στα χέρια τους τη φωτογραφία του, βρίσκεται και μία Ελληνίδα, που ταξίδεψε στο Ιράν για να κάνει ρεπορτάζ, παρακολουθώντας από κοντά την κηδεία του. Είναι η μοναδική δημοσιογράφος από τη χώρα μας, που κατάφερε να βρεθεί εκεί, στην εστία του γεγονότος που «έβαψε» με κόκκινο χρώμα τις πρώτες ημέρες του 2020.

Το ανέφικτο -κυρίως λόγω της οικονομικής κρίσης- να ταξιδέψει ένας δημοσιογράφος σε μια τέτοια αποστολή, έγινε δυνατό χάρη στα χρήματα που συγκεντρώθηκαν από τους αναγνώστες της ιστοσελίδας thepressproject.gr, όπου εκείνη εργάζεται, και έτσι να τη, εκεί, να καταγράφει λεπτό προς λεπτό τις εικόνες που όλοι εμείς παρακολουθήσαμε (δυστυχώς) μόνο από τις οθόνες της τηλεόρασης, μέσω των ξένων ειδησεογραφικών τηλεοπτικών σταθμών.

Η Λαμπρινή Θωμά, η οποία λίγες ημέρες αφότου επέστρεψε από την Τεχεράνη,  συμμετείχε ως μία από τους ομιλητές (Βαγγέλης Πισσίας, Γιάννης Ραχιώτης, Ερρίκος Φινάλης και η ίδια) στη διάλεξη που πραγματοποιήθηκε στο κτίριο της Ένωσης Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών, με τον τίτλο: «Μετά την επίθεση στο Ιράν: Ποιοι απειλούν την ειρήνη στη γειτονιά μας».

Έχοντας στο μυαλό μου το πόσο θα ήθελα να είχα ταξιδέψει μαζί της σε αυτό το ταξίδι, όπως επίσης και τα λόγια που είχε αναρτήσει στον προσωπικό της λογαριασμό στο Facebook μόλις έγινε γνωστό ότι εξασφάλισε το απαιτούμενο χρηματικό ποσό, έτσι ώστε αυτό να πραγματοποιηθεί –«Βαλίτσα, τσεκ. Μαντήλα, τσεκ. Κασετοφωνακι παρά πόδα, τσεκ. Όποιος λέει την Αλήθεια έχει το Θεό βοήθεια, καρατσεκ(αρισμένο)– έδωσα το «παρών» για να την ακούσω από κοντά να μιλάει για την εμπειρία της.

«Θα μιλήσω σαν ρεπόρτερ, γιατί γι’αυτό πήγα εκεί!», ήταν οι πρώτες λέξεις της, και κάπως έτσι ξεκίνησε να μιλάει για όσα έζησε, μεταφέροντάς μας νοερά εκεί, στην ημέρα της κηδείας του εκλιπόντος στρατηγού, τη φωτογραφία του οποίου -όπως η ίδια μας εκμυστηρεύτηκε- είδε «να έχουν στα ψιλικατζίδικα και τα διάφορα καταστήματα δίπλα σε εκείνες των παιδιών τους». Τόση ήταν η λατρεία που του είχαν.

«Ήταν συγκλονιστικό να βλέπω έναν ολόκληρο λαό να θρηνεί τον ήρωά του», συνεχίζει η Ελληνίδα δημοσιογράφος. «Οι μέρες παραμονής μου στο Ιράν ήταν πάρα πολύ έντονες για εμένα. Είδα τρία εκατομμύρια ανθρώπους να περνούν από μπροστά μου! Άνδρες όλων των ηλικιών ήταν εκεί, συνοδεύοντας τον στρατηγό τους, στην τελευταία του κατοικία. Μικρά παιδιά που τα κρατούσαν οι γονείς από το χέρι ή τα είχαν ανεβάσει στους ώμους τους, άνθρωποι που ήταν ακόμη μέχρι και σε αναπηρικό καρότσι περνούσαν από δίπλα μου, κλαίγοντας. Κάποιες γυναίκες είχαν ραμμένη πάνω στα τσαντόρ τους τη φωτογραφία του.

»Ο άνθρωπος αυτός είχε και έχει γι’αυτούς διάσταση ενός λαϊκού ήρωα, ο οποίος ξεκίνησε στα 13 του χρόνια σαν οικοδόμος για να βοηθήσει τον πατέρα του να ξεχρεώσει διάφορες οφειλές. Σε όλη του τη ζωή δεν ήταν άνθρωπος που έκανε φασαρία, αλλά ήταν κάτι σαν ήρεμη δύναμη και ο λαός του τον λάτρεψε υπερβολικά. Δεν ήθελε να μιλάει με λόγια βαρύγδουπα για τον εαυτό του, και το μόνο που είχε ζητήσει από πριν να γραφτεί στον τάφο του, ήταν απλά “Στρατιώτης Κασέμ Σολεϊμανί”.

»Η κοινωνία του Ιράν σήμερα, μου θύμισε έντονα την θεοκρατική κοινωνία που είχε το Βυζάντιο. Έχουν μια βαθιά σύνδεση του θρησκευτικού με το πατριωτικό στοιχείο και θεωρούν ότι πρέπει πάση θυσία να κάνουν το καθήκον τους για την πατρίδα. Έτσι και σε αυτήν την περίπτωση. Έπρεπε να τιμήσουν τον στρατηγό τους, δείχνοντάς του την λατρεία τους ακόμη και τώρα που δεν βρισκόταν πια στη ζωή.

»Υπάρχει και κάτι ακόμη που μου έκανε χαρακτηριστική εντύπωση. Ψάχνοντας μετά την κηδεία να βρω έστω και μια πεταμένη φωτογραφία του κάτω στο δρόμο, για να την φέρω ως ενθύμιο στους συνεργάτες μου στην Ελλάδα, δεν βρήκα ούτε μία! Έψαξα ξανά και ξανά, αλλά μάταια. Ούτε ένα χέρι δεν χαλάρωσε για να αφήσει έστω και μία να πέσει κάτω…

Λίγο πριν η ίδια κλείσει την περιγραφή των όσων βίωσε σε αυτήν την εξαιρετικά σημαντική για εκείνη αποστολή στη δημοσιογραφική διαδρομή της, αποκάλυψε τι είναι αυτό που κάνει τους Ιρανούς να νιώθουν αποκομμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο εκτός συνόρων.

»Πρόκειται για έναν λαό που νιώθει αρκετά μεγάλη μοναξιά, αφού δεν επισκέπτονται τη χώρα τους συχνά άλλοι λαοί από το εξωτερικό. Είναι άνθρωποι που αισθάνονται έντονα την ανάγκη να δείξουν την φιλοξενία τους και να ανοίξουν το σπίτι τους σε πολίτες από άλλες χώρες. Σε αυτό θα έλεγα ότι μοιάζουν με τους Έλληνες.

»Την τελευταία μέρα της παραμονής μου εκεί, λίγο πριν φύγω από το ξενοδοχείο, όλο το προσωπικό του ξενοδοχείου συγκεντρώθηκε στην έξοδο για να με αποχαιρετίσει. Θεώρησαν τιμή τους το ότι ταξίδεψα εκεί από την Ελλάδα για να θρηνήσω μαζί τους τον ήρωά τους!», ολοκληρώνει την αφήγησή της η Λαμπρινή Θωμά και πράγματι, με αυτά που μοιράστηκε με όλους όσους βρέθηκαν εκεί, επί της οδού Ακαδημίας, εκείνο το απόγευμα του Ιανουαρίου, ένα είναι βέβαιο: έστω και αμυδρά ήταν σαν να ήμασταν κι εμείς κάπου ανάμεσα στο πλήθος των τριών εκατομμυρίων ψυχών, που ένωσαν τις φωνές τους για να θρηνήσουν έναν άνθρωπο, που τουλάχιστον για εκείνους, ήταν κάποιος που έδωσε τα πάντα για το λαό του.

Και το πλήρωσε.

Το πλήρωσε με τη ζωή του…

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα