Ενδοοικογενειακή βία και ποινικός λαϊκισμός: Μια σχέση καταστροφική

Το αποτρόπαιο περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας από τον αστυνομικό της Βουλής που έγινε γνωστό έχει φέρει στο προσκήνιο, ξανά, το ζήτημα της ενδοοικογενειακής βίας και της κακοποίησης ανηλίκων - Η αντιμετώπιση της Πολιτείας οφείλει να είναι σφαιρική, με την αξιοποίηση όλων των αρμόδιων επιστημόνων και με μακροπρόθεσμη στόχευση, προτού θρηνήσουμε νέα θύματα

Με αφορμή την αποτρόπαια περίπτωση της ψυχικής, σωματικής και σεξουαλικής κακοποίησης των παιδιών του από τον 45χρονο αστυνομικό της φρουράς της Βουλής, έρχεται στην επιφάνεια, ξανά, το ζήτημα της ενδοοικογενειακής βίας. Το φαινόμενο, παρά τις προσπάθειες ευαισθητοποίησης της κοινωνίας και τη λήψη μέτρων από την Κυβέρνηση, λαμβάνει ολοένα και περισσότερο διαστάσεις κοινωνικής επιδημίας. Η μία γυναικοκτονία διαδέχεται την άλλη, ενώ τα περιστατικά που περιλάμβανουν βιασμούς και κακοποίηση ανηλίκων διαρκώς αυξάνονται.

Περίπου έναν χρόνο νωρίτερα, είχε ψηφιστεί από τη Βουλή νομοσχέδιο με τίτλο, «Τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας». Το νομοσχέδιο εμπεριείχε, κατά κύριο λόγο, αυστηροποιήσεις των ποινών, με προβλέψεις για αυστηροποιήση των προϋποθέσεων απόλυσης των φυλακισμένων, αύξηση του ανώτατου ορίου κάθειρξης κ.ο.κ. . Παράλληλα, η Κυβέρνηση έχει περάσει μία σωρεία μέτρων για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας, όπως το «panic button», ενώ νέες οδηγίες για την αντιμετώπιση του φαινομένου έχει λάβει και η Αστυνομία.

Μάλιστα, στις αρχές του καλοκαιριού, το Υπουργείο Δικαιοσύνης έφερε και νέο νομοσχέδιο τροποποίησης του Ποινικού Κώδικα, εντός του οποίου, περιλαμβάνονταν και πάλι αυστηροποιήσεις των ποινών.

Ωστόσο, η πραγματικότητα φαίνεται να «φωνάζει» στην Πολιτεία ότι πρέπει να αντιμετωπίσει το ζήτημα βαθύτερα. Η αυστηροποιήση των ποινών, όταν δεν εντάσσονται στο πλαίσιο του ποινικού λαϊκισμού, αλλά έχουν, πράγματι, μία ορισμένη στόχευση ως προς τη διόρθωση «ατελειών» του Ποινικού Κώδικα, δεν είναι κατακριτέα, αλλά, όπως προκύπτει, δεν είναι και αρκετή. Η αντιμετώπιση του φαινομένου δεν πρόκειται ποτέ να φτάσει σε πραγματικά ικανοποιητικά επίπεδα, εάν δεν υπάρξει ένα ολιστικό και επιστημονικό σχέδιο πρόληψης. Ούτως ή άλλως, η συντριπτική πλειονότητα των παραδειγμάτων, τόσο από το εσωτερικό, όσο και από το εξωτερικό, δείχνουν ότι η αυστηροποίση των ποινών από μόνη της δεν είναι αποτελεσματική στη μείωση της εγκληματικότητας.

Αντιθέτως, η αξιοπιστία στην εφαρμογή των ποινών, σε συνδυασμό με τις καμπάνιες ευαισθητοποίησης, αλλά και τον ενισχυμένο ρόλο της Παιδείας στην πρόληψη, αποφέρουν καρπούς. Παράλληλα, όπως απεδείχθη και στην περίπτωση του οικογενειακού Δικαίου τη δεκαετία του 1980, οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις, όπως για παράδειγμα η θεσμοθέτηση του όρου γυναικοκτονία, που ελαχιστοποιεί τα ελαφρυντικά των δραστών, είναι εξίσου αποτελεσματικές.

Η ενδοοικογενειακή βία, σε οποιαδήποτε μορφή της, είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο με μακρά ιστορία, πολλά πλοκάμια, αλλά και πολλά θύματα, ιδίως από την εποχή της πανδημίας και έπειτα. Το φαινόμενο απαιτεί προσεκτικούς και λεπτούς χειρισμούς, με μακροπρόθεσμη στόχευση και με την πλήρη συνεισφορά των αρμόδιων ειδικών κοινωνικών λειτουργών, (παιδο)ψυχιάτρων κ.ο.κ. . Το εν λόγω ζήτημα δεν (θα έπρεπε να) είναι πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης, αντιπολίτευσης ή ποινικού λαϊκισμού, καθώς τότε έρχεται η καταστροφή. Είναι ζήτημα ζωής και θανάτου.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα