Ενεργειακή φτώχεια και βαρυχειμωνιά ακρίβειας «βλέπουν» οι διεθνείς αναλυτές

Κακά μαντάτα από Bloomberg και Citigroup

Η ακρίβεια είναι ένας από τους μεγαλύτερους –αν όχι ο μεγαλύτερος– πονοκεφάλους της κυβέρνησης στην παρούσα φάση και, όπως έγραψε και στο τελευταίο φύλλο της η «Α», στην Ηρώδου Αττικού (Μαξίμου) και στην πλατεία Συντάγματος (ΥΠ.ΟΙΚ.) ανακατεύουν την τράπουλα ώστε να βρεθεί ο… άσος που θα σώσει νοικοκυριά και επιχειρήσεις από το κύμα ανατιμήσεων ειδικά αυτού που θα φουσκώσει τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος.

Του Νίκου Τσαγκατάκη

Το πρόβλημα είναι ότι η παρτίδα των ανατιμήσεων είναι διεθνής, τα «χαρτιά» μοιράζουν ενεργειακοί… κρουπιέρηδες-κολοσσοί και δυστυχώς στα κυβερνητικά μανίκια υπάρχουν ελάχιστοι μπαλαντέρ. Ο ένας εξ αυτών ακούει στο όνομα «κοινωνικό τιμολόγιο», ο οποίος μεταφράζεται για το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης σε θεσμοθέτηση υψηλότερων εκπτώσεων στο τιμολόγιο προμήθειας ρεύματος για τους δικαιούχους του κοινωνικού τιμολογίου τής ΔΕΗ. Η ευκολία της συγκεκριμένης λύσης είναι ότι οι ευνοούμενοι είναι γνωστοί και καταγεγραμμένοι.

H δυσκολία; Ότι η ακρίβεια θα πλήξει πολύ περισσότερους καταναλωτές, και όχι μόνο τους περίπου μισό εκατομμύριο δικαιούχους του κοινωνικού τιμολογίου οι οποίοι, για να τύχουν των υφιστάμενων ή αυξημένων εκπτώσεων, πρέπει να έχουν πολύ χαμηλά ετήσια εισοδήματα (€9.000 για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, €13.500 για νοικοκυριό δύο ενηλίκων ή μονογονεϊκή οικογένεια με έναν ανήλικο, και €15.750 για οικογένειες με ένα παιδί ή μονογονεϊκή οικογένεια με δύο ανήλικα τέκνα) και αντίστοιχα όρια τετραμηνιαίας κατανάλωσης (1.400 kWh, 1.600 kWh και1.700 kWh).

Εκ των ων ουκ άνευ θεωρείται η εύρεση και ενός δεύτερου «μπαλαντέρ» που θα σώσει την παρτίδα και για τις επιχειρήσεις, κυρίως τις μικρομεσαίες, οι οποίες μη μπορώντας να απορροφήσουν τις αυξήσεις των πρώτων υλών και της ενέργειας νομοτελειακά θα μετακυλήσουν τη… λυπητερή στους καταναλωτές.

Φόβος για επαπειλούμενο φρενάρισμα του αναπτυξιακού ριμπάουντ στην ευρωζώνη, εξαιτίας του πληθωρισμού που καλπάζει «ταϊσμένος» από τις ανατιμήσεις, αλλά και της πιθανής εξέλιξης να μειώσουν την παραγωγή τους οι ενεργοβόρες βιομηχανίες

Καμπανάκι και από το Bloomberg

Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να είναι υπέρ του δέοντος υποστηρικτικά τα μέτρα που προτίθεται να πάρει η κυβέρνηση για να μην αισθανθούν οι Έλληνες καταναλωτές και επιχειρηματίες τη βαρυχειμωνιά ακρίβειας που ήδη βιώνουν οι ίδιοι αλλά και οι Ευρωπαίοι.

Δεν είναι τυχαίο ότι «πρόγνωση» για πληθωριστική βαρυχειμωνιά κάνει και το διεθνές ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg, το οποίο σε προ ημερών δημοσίευμά του περιγράφει ως «σοκ» αυτό που αντιμετωπίζει η Γηραιά Ήπειρος αναφορικά με τις τιμές στον κλάδο της ενέργειας, «με το κόστος του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας να ανέρχεται πλέον σε επίπεδα ρεκόρ».

Αιτία του κακού είναι, σύμφωνα με τους συντάκτες του Bloomberg, «η ανεπάρκεια στην παροχή φυσικού αερίου», που με τη σειρά της «αυξάνει το κόστος παραγωγής ενέργειας από το Ηνωμένο Βασίλειο έως τη Γερμανία, την ώρα που οι επιχειρήσεις ανοίγουν ξανά και ο κόσμος επιστρέφει στο γραφείο, γεγονός που οδηγεί σε αύξηση της ζήτησης».

Μάλιστα, στο διεθνές πρακτορείο διαβλέπουν ένα επαπειλούμενο φρενάρισμα του αναπτυξιακού ριμπάουντ στην ευρωζώνη (σ.σ. η «δική» μας ΕΛΣΤΑΤ κατέγραψε την Τρίτη εκτόξευση του ΑΕΠ στο +16,2% για το δεύτερο τρίμηνο του 2021) εξαιτίας του πληθωρισμού που καλπάζει «ταϊσμένος» από τις ανατιμήσεις αλλά και της πιθανής εξέλιξης να μειώσουν την παραγωγή τους οι ενεργοβόρες βιομηχανίες.

Ακόμη δεν έχουμε δει τίποτα!!!

Οι αισιόδοξοι της αγοράς λένε ότι πρόκειται για περιστασιακή στρέβλωση, αλλά υπάρχουν και οι (ιδιαιτέρως) απαισιόδοξοι που θεωρούν ότι ακόμη δεν έχουμε δει τίποτα!!! Έναν τέτοιο επικαλείται στο επίμαχο δημοσίευμά του ο Bloomberg. Πρόκειται για τον επικεφαλής της EnergyScan, της μονάδας ανάλυσης της γαλλικής εταιρείας Engie SA., Ζουλιέν Χουαρού, που αναλύει γιατί «το πρόβλημα δεν έχει ακόμη ξεκινήσει».

Πέρα από το διαπιστωτικό της εκτίναξης των τιμολογίων και των προθεσμιακών συμβολαίων φυσικού σε Ολλανδία, Γερμανία και Βρετανία, ο αναλυτής τής Engie εξηγεί ότι «ο ζεστός καιρός και η χαμηλή ταχύτητα των ανέμων περιορίζουν την παραγωγή ανανεώσιμων, δίνοντας ώθηση στην παραγωγή ορυκτών και ανεβάζοντας την τιμή του άνθρακα πάνω από 70% στην Ευρώπη φέτος. Όλα αυτά οδήγησαν στο υψηλότερο κόστος μόλυνσης φέτος στην Ευρώπη».

Αν στα παραπάνω προστεθεί το γεγονός ότι ο βαρύς περσινός χειμώνας εξαέρωσε τα αποθέματα αερίου και ότι με τη σειρά τους αυτά τα αποθέματα δεν ήταν εύκολο να αναπληρωθούν –δεδομένης της μείωσης των ροών από τη Ρωσία, της συγκέντρωσης φορτίων LNG από την Ασία που μπορεί να κατέληγαν και στην Ευρώπη και τη υποτονικής ευρωπαϊκής παραγωγής– η συνέχιση των υπερπτήσεων των τιμών μοιάζει με… άχαστο στο στοίχημα.

Στο ίδιο απαισιόδοξο μήκος κύματος «εκπέμπουν» και οι προβλέψεις των αναλυτών της Citigroup, που κάνουν λόγο για «ενεργειακή φτώχια» η οποία «θα μπορούσε να εξαπλωθεί γρήγορα στην Ευρώπη αυτόν τον χειμώνα», με τις χονδρικές τιμές ρεύματος και αερίου στην Ευρώπη να στρώνουν το χαλί για μεσοσταθμική αύξηση της τάξης του +20% στους λογαριασμούς των Ευρωπαίων καταναλωτών.

Στα καθ’ ημάς και για να υπάρχει μία τάξη μεγέθους, η τιμή χονδρικής της ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε θεαματικά τον Ιούλιο στα 113,4 ευρώ ανά μεγαβατώρα, όταν σύμφωνα με τα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ η χονδρική στην αρχή του 2021 κυμαινόταν στα €62-€64 έχοντας ανακάμψει από τα €40 και κάτω που είχε κατρακυλήσει το 2020 εξαιτίας της επέλασης της πανδημίας. Εξάλλου, τα δικαιώματα εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα, που επιβαρύνει το κόστος παραγωγής κυρίως των λιγνιτικών αλλά και των μονάδων φυσικού αερίου, έφθασαν στο β΄  τρίμηνο του 2021 στα €52/τόνο έναντι €22-€27 το 2020.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα