Έτσι θα γίνονται οι μεταθέσεις εργαζομένων

Της Αγγελικής Κοσμοπούλου

«Ασπίδα» προστασίας στα κεκτημένα χιλιάδων εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα και μάλιστα στη δύσκολη εργασιακή αγορά, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί ελέω οικονομικής κρίσης, αποτελεί δικαστική απόφαση την οποία παρουσιάζει η «A».

Σύμφωνα με την απόφαση, ο εργαζόμενος δεν μπορεί να γίνεται «μπαλάκι» μεταξύ των επιχειρήσεων του εργοδότη του και ούτε να μετατίθεται οποιαδήποτε στιγμή σε παραρτήματα της επιχείρησής του, ακόμη και αν κάτι τέτοιο προβλέπεται στη σύμβαση που έχει υπογράψει. Τυχόν μετάθεσή του από τον εργοδότη του θα πρέπει να γίνεται με βάση τις ανάγκες του και τα συμφέροντά του και ειδικότερα την κατάσταση της υγείας του, τις οικογενειακές του υποχρεώσεις κ.ά. Μάλιστα, σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, ενδεχόμενη απόλυση του εργαζόμενου επειδή αντέδρασε στη «μονομερή μεταβολή των εργασιακών του όρων» είναι παράνομη και καταχρηστική.

Με την απόφασή του (3404/2014) το δικαστήριο –Μονομελές Πρωτοδικείο της Αθήνας– δικαίωσε εργαζόμενη, μητέρα τριών ανήλικων, σε εταιρεία ειδών ένδυσης, η οποία έχασε τη δουλειά της επειδή διαμαρτυρήθηκε για τη μετάθεσή της σε κατάστημα της επιχείρησης πολύ μακριά από την κατοικία της με ό,τι αυτό σήμαινε για την οικογενειακή της ζωή. Το δικαστήριο δέχθηκε ότι η καταγγελία της εργασιακής της σύμβασης «έγινε κινούμενη από ταπεινά ελατήρια και από λόγους εκδίκησης, διότι η ενάγουσα διαμαρτυρήθηκε έντονα και αρχικά διαφώνησε στην μετακίνησή της σε άλλο κατάστημα… και ως εκ τούτου, (η καταγγελία) είναι καταχρηστική, καθόσον υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλονται από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη…».

Πλέον αυτών, όμως, ιδιαίτερη αξία έχουν τα όσα αναφέρονται στο σκεπτικό της δικαστικής απόφασης σχετικά με την άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη να απολύει εργαζόμενο από την επιχείρησή του. Σύμφωνα με την απόφαση, «καταχρηστική άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος υπάρχει όταν ο εργοδότης ακόμη και όταν του επιτρέπει ο κανονισμός εργασίας, αποφασίζει να μεταθέσει εργαζόμενό του σε άλλο τόπο των επιχειρήσεών του χωρίς να λαμβάνει υπόψη του τα συμφέροντα του μισθωτού και ειδικότερα την κατάσταση της υγείας του, τις ατομικές και οικογενειακές του ανάγκες και υποχρεώσεις, και τη μακροχρόνια παραμονή του σε ορισμένο τόπο και τη συνεπεία αυτής δημιουργία ορισμένων συνθηκών διαβίωσης».

Κατά το δικαστήριο σε τέτοιες περιπτώσεις, ο εργοδότης οφείλει να εξετάζει τη δυνατότητα μετακίνησης του υπαλλήλου του σε άλλη επιχείρησή του και να μην επιλέγει για τον σκοπό αυτό εργαζόμενους που από την εφαρμογή της απόφασής του θα έχουν επαχθέστερες συνέπειες στη ζωή τους, σε σχέση με άλλους συναδέλφους του. Διότι αλλιώς, σύμφωνα με την απόφαση, «πρόκειται για ενέργεια που αντίκειται εκδήλως στην καλή πίστη και συνιστά καταχρηστική άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος και επομένως μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας».

Η αγωγή της εργαζόμενης
Αγωγή στη Δικαιοσύνη κατέθεσε εργαζόμενη σε βάρος της εργοδότριας εταιρείας της. Η ενάγουσα εργάζονταν αρχικά σε υποκατάστημα της επιχείρησης στον Πειραιά και με σύμβαση αορίστου χρόνου (αρχικά ήταν εξαρτημένης εργασίας) και υποστήριζε ότι ενώ παρείχε την εργασία της στο κατάστημα αυτό, της ανακοινώθηκε μονομερώς από τους εργοδότες της η μετάθεσή της σε κατάστημα της επιχείρησης στο Χαλάνδρι.

Στην αγωγή της η γυναίκα υποστήριζε ότι η μετάθεσή της έγινε από ταπεινά αίτια, και δη επειδή αρνείτο να παραμείνει στο κατάστημα στον Πειραιά πέραν του νομίμου ωραρίου παρά τις συνεχείς παραινέσεις της υπευθύνου του καταστήματος. Μάλιστα, όπως ανέφερε για τον λόγο αυτό η ίδια ήρθε σε έντονη σύγκρουση με την υπεύθυνη του καταστήματος, η οποία την πίεζε, όπως υποστήριξε στο δικαστήριο, να απασχολείται και πέραν του μειωμένου λόγω μητρότητας ωραρίου.

Αρχικά, όπως επεσήμανε στην αγωγή της η ίδια εργαζόμενη, αν και αντέδρασε στη μετάθεσή της, εμφανίστηκε την επόμενη ημέρα στο κατάστημα στο Χαλάνδρι και προσέφερε τις υπηρεσίες της. Ωστόσο, λίγο αργότερα, η εργοδότρια εταιρεία κατήγγειλε την εργασιακή της σύμβαση, απόλυση που όπως επισημαίνει η ενάγουσα είναι άκυρη.

Καταχρηστική άσκηση δικαιώματος
Το δικαστήριο, εξετάζοντας την υπόθεση σε συνδυασμό με τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων αλλά και τα έγγραφα που προσκομίστηκαν στη δίκη, δέχθηκε ότι η ενάγουσα βάσει όρου της ατομικής σύμβασης εργασίας της, είχε συμφωνήσει με τους εργοδότες της πως τόπος παροχής της εργασίας μπορεί να είναι όλα τα καταστήματα ή και υποκαταστήματα της εταιρείας όπου έχει θέση απασχόλησης ή έννομο συμφέρον η εταιρεία.

Ωστόσο, στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπως διαπίστωσε το δικαστήριο, η απόφαση των εκπροσώπων της εταιρείας να τη μεταθέσει από τον Πειραιά στο Χαλάνδρι δεν έγινε για την εξυπηρέτηση των αναγκών της επιχείρησης. Αντίθετα, ο τρόπος που έγινε η μετάθεση «συνιστά καταχρηστική άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος της εναγομένης, αφού η μονομερής αυτή μεταβολή έγινε καθ’ υπέρβαση των ορίων που τάσσονται από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον κοινωνικό σκοπό του δικαιώματος με πραγματικό απώτερο σκοπό να εξουθενώσει την ενάγουσα ψυχικά και σωματικά και να την εξωθήσει σε παραίτηση λόγω της διένεξης της με την υπεύθυνη του καταστήματος στον Πειραιά».

Κατά το δικαστήριο η καταγγελία της εργασιακής σύμβασης της ενάγουσας είναι άκυρη, αφού «έγινε κινούμενη από ταπεινά ελατήρια και από λόγους εκδίκησης, διότι η ενάγουσα διαμαρτυρήθηκε έντονα και αρχικά διαφώνησε στην μετακίνησή της σε άλλο κατάστημα». Με βάση το σκεπτικό αυτό, το δικαστήριο δικαίωσε την ενάγουσα και υποχρέωσε τους εργοδότες να αναγνωρίσουν την ακυρότητα της καταγγελίας της εργασιακής σύμβασης της, αλλά και να αναγνωρίσουν ότι η απόφασή τους να μεταθέσουν την ενάγουσα «έγινε κατά κατάχρηση του διευθυντικού της δικαιώματος…».

Επιπλέον, σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, η εργοδότρια εταιρεία θα πρέπει να καταβάλει στην ενάγουσα μισθούς υπερημερίας, αλλά και να αποδεχθεί την εργασία της με τους όρους που εκείνη παρείχε τις υπηρεσίες της πριν μετατεθεί στο κατάστημα Χαλανδρίου.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα