Φοβίζει το «δώρο» του Σόιμπλε

O Λαοκόων ήταν ένας από τους Τρώες ιερείς του Θυμβραίου Απόλλωνα που είχε πει την περίφημη φράση «φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντες». Σύμφωνα με τον Όμηρο με αυτή τη φράση ο Λαοκόωντας ήθελε να προειδοποιήσει τους Τρώες για τον Δούρειο Ίππο, ο οποίος έμελλε να αποτελέσει το τέλος της Τροίας.

Του Μιχάλη Κωτσάκου

Στη σύγχρονη Ελλάδα δεν υπάρχει ιερέας από την Τροία, όμως τον ρόλο του Λαοκόωντα φέρεται να τον διαδραματίζουν τα κυβερνητικά στελέχη, τα οποία είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικά με την πρόταση Σόιμπλε για νέα δάνειο από 10 έως 20 δισ. ευρώ χωρίς να συμπεριλαμβάνεται στη συγκεκριμένη δανειακή σύμβαση η λέξη μνημόνιο. Όμως όπως διαρρέουν κύκλοι του Βερολίνου, η Ελλάδα θα πρέπει αφενός μεν να ακολουθήσει πιστά το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, χωρίς την παραμικρή απόκλιση, αφετέρου δε να σταματήσει την οποιαδήποτε σκέψη για αναδιάρθρωση του χρέους.

Έτσι αυτά τα αντιφατικά μηνύματα που συνδέουν το «δώρο του Βερολίνου» στην πράξη μοιάζει με τιμωρία για την κυβέρνηση, η οποία αποφεύγει ακόμη και να προφέρει τη λέξη «μέτρα», όπως ο διάολος το λιβάνι. Ως απάντηση σε όλα αυτά το μόνο που σιγοψιθυρίζεται είναι το θα ακολουθήσει «σκληρό πόκερ με πολλές μπλόφες και αρκετούς κρυμμένους άσους».

Η εντύπωση που επικρατεί στην Αθήνα είναι ότι οι διαρροές εγγράφων, που μόνον τυχαίες δεν μπορεί να θεωρηθούν, τα συνεχή δημοσιεύματα και οι διαψεύσεις που ακολουθούν, όπως και οι τοποθετήσεις υψηλόβαθμων αξιωματούχων, δείχνουν ότι στο εσωτερικό της γερμανικής κυβέρνησης έχει ανοίξει μια ζωηρή συζήτηση για το τι μέλλει γενέσθαι με τη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας.

Στο κυβερνητικό επιτελείο αποφεύγουν τις επίσημες τοποθετήσεις και ανεπισήμως επαναλαμβάνουν τα όσα έχει επανειλημμένα διακηρύξει ο Αντώνης Σαμαράς ότι «η Ελλάδα δεν έχει ανάγκη από δανεικά» και, σε κάθε περίπτωση, «δεν πρόκειται να δεχθεί μέτρα περαιτέρω περιορισμού των εισοδημάτων», καθώς θεωρούν ότι μετά την επικύρωση των στοιχείων για το δημοσιονομικό πλεόνασμα του 2013 ανοίγει ο δρόμος για να προχωρούν οι εταίροι μας σε αποφάσεις για την ελάφρυνση του χρέους.

«Είμαστε θετικοί σε κάθε συζήτηση για νέο πακέτο, εφόσον δεν υπάρχουν δημοσιονομικά και εισπρακτικά μέτρα, αλλά μόνο μέτρα διαρθρωτικού χαρακτήρα», ανέφερε κορυφαίο στέλεχος του οικονομικού επιτελείου όταν κλήθηκε να σχολιάσει δημοσίευμα του περιοδικού Der Spiegel που έφερνε στο φως της δημοσιότητας προτάσεις του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, Βόλφρανγκ Σόιμπλε.

Είναι δώρο;

Σύμφωνα με το δημοσίευμα, το οποίο, πάντως, διαψεύστηκε από τον εκπρόσωπο του γερμανικού υπουργείου, ο Β. Σόιμπλε σχεδιάζει νέο πακέτο βοήθειας προς την Ελλάδα ύψους 10 με 20 δισ. ευρώ ώστε να καλυφθεί το χρηματοδοτικό κενό της χώρας, η οποία θα αναλάβει με τη σειρά της δέσμευση να φέρει εις πέρας τις συμφωνηθείσες μεταρρυθμίσεις.

Άλλα δημοσιεύματα του γερμανικού Τύπου υποστηρίζουν ότι το συγκεκριμένο «πακέτο Σόιμπλε» μπορεί να αποτελέσει προεκλογικό δώρο προς την ελληνική κυβέρνηση υπό τον Αντ. Σαμαρά, την οποία το Βερολίνο θέλει να στηρίξει για να μπορεί να ισχυρίζεται και στο εσωτερικό τους ακροατήριο, ενόψει, μάλιστα, και των ευρωεκλογών του Μαΐου, ότι πέτυχε η πολιτική που επέβαλαν στον ευρωπαϊκό Νότο.

Και παρά τις επίσημες διαψεύσεις άλλο έγγραφο του υφυπουργού Οικονομικών της Γερμανίας, Στέφεν Κάμπετερ, το οποίο απευθύνεται στο γερμανικό Κοινοβούλιο σημειώνεται, επίσης, ότι η γερμανική κυβέρνηση θέλει να ενισχύσει τη στήριξή της προς την Ελλάδα και με άλλους τρόπους όπως με μια «συντονισμένη εταιρική βοήθεια ανοικοδόμησης. Οι ως τώρα μεταρρυθμίσεις είναι τεράστιες, αλλά δεν αρκούν ακόμη για να εξασφαλίσουν τη βιώσιμη επιτυχία», τονίζεται στο έγγραφο για την Ελλάδα και επισημαίνεται ότι ενόψει υποχρεώσεων για την καταβολή τον Μάιο του 2014 ποσού ύψους 10,5 δισ. ευρώ, πρέπει να τονιστεί ότι το τρέχον πρόγραμμα «δεν αρκεί για τη χρηματοδότηση».

Ο Κάμπετερ εξηγεί στους βουλευτές ότι «το υπουργείο Εξωτερικών έχει συμφωνήσει να αναλάβει τον συντονισμό μεταξύ των υπουργείων, καθώς μόνο με χρήματα δεν μπορεί να βοηθηθεί η χώρα» και επιβεβαιώνει, με το βλέμμα στραμμένο στη συζήτηση για ένα νέο πακέτο βοήθειας για την Ελλάδα, ότι η γερμανική κυβέρνηση είναι «υπό ξεκάθαρους όρους» έτοιμη να μιλήσει για περαιτέρω οικονομική βοήθεια για τη χώρα.

Δάνειο-γέφυρα

Αναμφίβολα εάν τελικά ισχύσει η πρόταση Σόιμπλε, τότε η ελληνική κυβέρνηση στην κυριολεξία θα βρεθεί προ μίας πολύ δύσκολης απόφασης. Και αυτό διότι οι περισσότεροι εκτιμούν πως μέχρι το τέλος του χρόνου είναι προτιμότερο ένα δάνειο-γέφυρα από τους εταίρους μας με μικρό επιτόκιο, παρά έξοδο στις αγορές, με τσιμπημένο επιτόκιο.

Εξάλλου και ο Κώστας Σκανδαλίδης είχε λάβει θέση επ’ αυτού σε ανύποπτο χρόνο, αλλά σίγουρα εκφράζει τους περισσότερους. Φυσικά η κυβέρνηση προσπαθεί να αποφύγει όχι μόνο νέα περιοριστικά μέτρα, αλλά και την επιθυμία των Γερμανών να μην «πειράξουν» το ελληνικό χρέος, παρά το γεγονός, ότι ακόμη και οι ίδιοι αποδέχονται ότι δεν είναι βιώσιμο. Ήδη τα στελέχη του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης μιλούν ανοικτά για τη λήψη ενός νέου δανείου που θα προσεγγίζει -και ίσως να ξεπερνά- τα 20 δισ. ευρώ, ωστόσο αποσυνδέουν τη λήψη του τρίτου πακέτου με τη συνομολόγηση ενός νέου Μνημονίου που θα περιλαμβάνει πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα.

Βέβαια το κατά πόσο το δάνειο-γέφυρα θα δοθεί δίχως νέα μέτρα είναι ένα ερώτημα. Εάν μείνουμε στις δηλώσεις του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕSΜ), Κλάους Ρέγκλινγκ, τότε τα πράγματα δεν είναι ευοίωνα. Ο Γερμανός αξιωματούχος έχει πει σχετικά με το εάν η Ελλάδα θα χρειαστεί ένα τρίτο Μνημόνιο, αλλά και υπό ποιους όρους θα μπορούσε να χορηγηθεί πρόσθετη στήριξη στη χώρα: «Σε κάθε περίπτωση, η Συνθήκη του ESM είναι σαφής: Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας δεν μπορεί να χορηγήσει ένα δάνειο χωρίς όρους. Κάθε αίτηση για πρόγραμμα βοήθειας, εγκρίνεται μόνο έναντι προϋποθέσεων. Αυτό σημαίνει ότι η δικαιούχος χώρα πρέπει να υπογράψει Μνημόνιο».

Πάντως, ενώ πλησιάζουμε στο Eurogroup της 17ης Φεβρουάριου, το οποίο η κυβέρνηση έχει θέσει ως ορόσημο για την επίτευξη συμφωνίας με την τρόικα, στελέχη του Ευρωσυστήματος απέφυγαν να προσδιορίσουν την πρόοδο που έχει επιτευχθεί και εστίασαν στην ανάγκη οι διαπραγματεύσεις να ολοκληρωθούν το συντομότερο δυνατό. Σε κάθε περίπτωση το επόμενο εξάμηνο είναι ιδιαιτέρως «απαιτητικό», τόσο από την άποψη των χρημάτων που θα χρειασθεί το Ελληνικό Δημόσιο όσο και των γεγονότων που δυνητικά μπορούν να επιδράσουν – θετικά ή αρνητικά- στην ελληνική οικονομία.

 

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα