Γ. Στουρνάρας: Να επισπεύσουν οι τράπεζες την αναγνώριση των NPEs της πανδημίας

Η αντιμετώπιση του νέου κύματος «κόκκινων» δανείων σε συνδυασμό με το ήδη υψηλό σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη απόθεμα NPEs, είναι η μεγαλύτερη πρόκληση για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, σύμφωνα με τον ίδιο

Η αντιμετώπιση του νέου κύματος «κόκκινων» δανείων σε συνδυασμό με το ήδη υψηλό σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη απόθεμα NPEs, είναι η μεγαλύτερη πρόκληση για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, σύμφωνα με όσα αναφέρει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.

Οι σημαντικές πρωτοβουλίες εκ μέρους των τραπεζών και της ελληνικής κυβέρνησης με την εφαρμογή του Προγράμματος Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων (Hellenic Asset Protection Scheme) αναμφισβήτητα συνέβαλαν επιτυχώς στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.

Ωστόσο, το ποσοστό τους ως προς το σύνολο των χορηγήσεων εξακολουθεί να βρίσκεται σε επίπεδα πολλαπλάσια του ευρωπαϊκού μέσου όρου, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα νέα κόκκινα δάνεια που εν δυνάμει θα δημιουργηθούν από την πανδημία, επισημαίνει ο Γ. Στουρνάρας.

Στο πλαίσιο αυτό, καλεί τις τράπεζες να πρέπει να επισπεύσουν τη διαδικασία αναγνώρισης των νέων NPEs στους ισολογισμούς τους, καθώς, με τη κατάργηση των μέτρων στήριξης των δανειοληπτών, θα πρέπει να αποτυπώσουν με διαφάνεια τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν.

«Η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών βρίσκεται σε ικανοποιητικά επίπεδα, λαμβάνοντας υπόψη τα εποπτικά μέτρα για την κεφαλαιακή ελάφρυνση. Ωστόσο, η ποιότητα των εποπτικών κεφαλαίων, δεδομένου του υψηλού μεριδίου της αναβαλλόμενης οριστικής και εκκαθαρισμένης φορολογικής απαίτησης (Deferred Tax Credits), η οποία θα αυξηθεί περαιτέρω, καθώς οι τράπεζες εφαρμόζουν τις στρατηγικές μείωσης των ΜΕΔ, δημιουργεί αυξημένους κινδύνους μεσοπρόθεσμα», αναφέρεται στην Έκθεση.

Συγκεκριμένα, ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 ratio – CET1 ratio) σε ενοποιημένη βάση μειώθηκε σε 14,9% το Δεκέμβριο του 2020 από 16,2% το Δεκέμβριο του 2019, και ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου (Total Capital Ratio – TCR) σε 16,6%, από 17,3% αντίστοιχα.

Επισημαίνεται ότι τα μέτρα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Τράπεζας της Ελλάδος για την προσωρινή κεφαλαιακή ελάφρυνση των πιστωτικών ιδρυμάτων που υπάγονται στην άμεση εποπτεία τους με σκοπό την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από την πανδημία COVID-19 θα παραμείνουν σε ισχύ τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2022.

Η Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας αξιολογεί τις εξελίξεις, εντοπίζει τους κύριους παράγοντες των συστημικών κινδύνων του ελληνικού τραπεζικού τομέα και των λοιπών κλάδων του χρηματοπιστωτικού συστήματος και αναλύει τη λειτουργία των υποδομών των χρηματοπιστωτικών αγορών (συστήματα πληρωμών, κάρτες πληρωμών, κεντρικά αποθετήρια τίτλων και κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι).

Η παρούσα Έκθεση επικεντρώνεται στις εξελίξεις που έλαβαν χώρα στον τραπεζικό τομέα κατά τη διάρκεια του 2020. Ειδικά σε ό,τι αφορά τους κινδύνους ρευστότητας και αγοράς, καλύπτεται η περίοδος έως και τον Απρίλιο του 2021.

Αντίστοιχες αρνητικές επιπτώσεις για τις τράπεζες μπορεί να προκύψουν από το υψηλό ποσοστό του αναβαλλόμενου φόρου στα ίδια κεφάλαια τους, το οποίο ανέρχεται σε ι σε 53% των εποπτικών κεφαλαίων των τραπεζών, αναμένεται επίσης να αυξηθεί εάν δεν ληφθούν μέτρα .

Ο λόγος είναι ότι κατά την υλοποίηση των τιτλοποιήσεων με σκοπό την ελάφρυνση των ισολογισμών από τα ΜΕΔ χρησιμοποιούνται κεφάλαια για την κάλυψη των ζημιών, με αποτέλεσμα να ενισχύεται συνολικά το ποσοστό της φορολογικής απαίτησης ως ποσοστό των εποπτικών κεφαλαίων των τραπεζών.

Ωστόσο, όπως επισημαίνεται στην Εκθεση, θετική εξέλιξη αποτελεί η ολοκλήρωση συναλλαγών κεφαλαιακής ενίσχυσης κατά τη διάρκεια των πρώτων μηνών του 2021, όπως η αύξηση μετοχικού κεφαλαίου κατά 1,4 δισεκ. ευρώ και η έκδοση ομολόγου Additional Tier 1 ύψους 600 εκατ. ευρώ από την Τράπεζα Πειραιώς, καθώς και η έκδοση ομολόγου Tier 2 ύψους 500 εκατ. ευρώ από την Alpha Bank και η επικείμενη αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου

Όσον αφορά τις προοπτικές για το 2021, η Τράπεζα της Ελλάδος προβλέπει σημαντική αύξηση του ΑΕΠ κατά 4,2% το 2021 και 5,3% το 2022, καθώς εκτιμάται ότι τόσο η εξωτερική όσο και η εγχώρια ζήτηση θα ανακάμψουν από το β΄ εξάμηνο του 2021, μεταξύ άλλων με τη συμβολή και των πόρων του ευρωπαϊκού μέσου ανάκαμψης Next Generation EU (NGEU)

Η πανδημία COVID-19 επηρέασε καθοριστικά την οικονομική δραστηριότητα το 2020, οδηγώντας την οικονομία σε βαθιά ύφεση και προκαλώντας κλυδωνισμούς στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Ωστόσο, μια σειρά μέτρων, που εφαρμόστηκαν από τις αρχές (ελληνική κυβέρνηση, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός) και καταγράφονται αναλυτικά στην παρούσα Έκθεση, περιόρισαν σε μεγάλο βαθμό τις επιπτώσεις της πανδημίας.

Στο πλαίσιο αυτό, ο ελληνικός τραπεζικός τομέας καλείται να αντιμετωπίσει τόσο τις υπάρχουσες όσο και τις νέες προκλήσεις που σχετίζονται με την πανδημία και να διασφαλίσει την αδιάκοπη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα