Γιάννης Στουρνάρας: Προϋποθέσεις για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της ύφεσης και για την επιτάχυνση της ανάκαμψης

Άρθρο του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος στην ειδική έκδοση της «Α» «Η οικονομία στην κρίση του COVID-19»

Η πανδημία οδήγησε την παγκόσμια οικονομία σε ύφεση και διαμόρφωσε διεθνώς ένα περιβάλλον ακραίας αβεβαιότητας. Ως εκ τούτου, η διενέργεια προβλέψεων για τα βασικά μακροοικονομικά και δημοσιονομικά μεγέθη κατέστη ιδιαίτερα δυσχερής. Η έκταση και η διάρκεια της ύφεσης δεν μπορούν να προβλεφθούν με ασφάλεια σε καμία οικονομία.

Στο πλαίσιο αυτό, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί επέδειξαν μια αξιοσημείωτη αλλαγή στη συμπεριφορά και την αντίδρασή τους σε σχέση με προηγούμενες καταστάσεις.

Αξιοποιώντας την εμπειρία από προηγούμενες κρίσεις, όπως η κρίση χρέους, οι ευρωπαϊκές αρχές αντέδρασαν άμεσα, αποφασιστικά και αποτελεσματικά για να στηρίξουν την ευρωπαϊκή οικονομία και να παράσχουν χρόνο στην ιατρική- επιστημονική κοινότητα ώστε να αναπτύξει κατάλληλη θεραπεία και εμβόλιο κατά του κορωνοϊού.

Η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική σε συνδυασμό με τη διευκολυντική ενιαία νομισματική πολιτική στήριξαν την ευρωπαϊκή και την ελληνική οικονομία, μετριάζοντας τις αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομική δραστηριότητα.

Η πρώτη αντίδραση ήρθε από την πλευρά της ΕΚΤ, η οποία εξασφάλισε την απαραίτητη ρευστότητα στις οικονομίες της ζώνης του ευρώ με προεξάρχουσα δράση την υιοθέτηση του έκτακτου προγράμματος αγοράς τίτλων λόγω της πανδημίας (PEPP). Επίσης, η χορήγηση παρέκκλισης (waiver) από τα κριτήρια αποδοχής κρατικών ομολόγων ως εξασφαλίσεων στις πράξεις αναχρηματοδήτησης των τραπεζών και κυρίως η συμπερίληψη των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα PEPP συνέβαλαν καταλυτικά στη δραστική μείωση των αποδόσεων των ελληνικών κρατικών ομολόγων και του κόστους δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου.

Η δε χαλάρωση των εποπτικών κανόνων για τις τράπεζες σε συνδυασμό με εθνικές πρωτοβουλίες παροχής κρατικών εγγυήσεων ή επιδότησης δόσεων δανείων επιτρέπουν σημαντική αύξηση της πιστωτικής επέκτασης και βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας.

Η προσωρινή χαλάρωση των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και του θεσμικού πλαισίου περί κρατικών ενισχύσεων καθώς και το ευρωπαϊκό πακέτο βοήθειας του Απριλίου του 2020, συνολικού ύψους 540 δισεκατομμύρια ευρώ, επέτρεψαν στα κράτη-μέλη της ζώνης του ευρώ να στηρίξουν την παραγωγή και την απασχόληση. Ωστόσο, η κυρίαρχη δράση της πολιτικής της Ε.Ε. απέναντι στην πανδημία είναι η δημιουργία του ευρωπαϊκού μέσου ανάκαμψης Next Generation EU (NGEU), το οποίο θα χρηματοδοτήσει αναπτυξιακές πρωτοβουλίες την περίοδο 2021-2026 αξίας 750 δισεκατομμύρια ευρώ σε σταθερές τιμές του 2018. Για τη χρηματοδότηση του NGEU προβλέπεται η έκδοση αμοιβαίου χρέους σε επίπεδο Ε.Ε., το οποίο θα αποπληρωθεί μεταξύ 2028 και 2058.

Η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική σε συνδυασμό με τη διευκολυντική ενιαία νομισματική πολιτική στήριξαν την ευρωπαϊκή και την ελληνική οικονομία, μετριάζοντας τις αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομική δραστηριότητα

Συνέχιση των μέτρων στήριξης της ευρωπαϊκής οικονομίας

Τα μέτρα στήριξης της ευρωπαϊκής οικονομίας θα πρέπει να συνεχιστούν, καθώς μια πρόωρη απόσυρσή τους θα μπορούσε να καθυστερήσει την ανάκαμψη οδηγώντας σε απότομη αύξηση των πτωχεύσεων, των μη εξυπηρετούμενων δανείων και της διαρθρωτικής ανεργίας και σε μείωση των επενδύσεων και της παραγωγικότητας της εργασίας.

Μια τέτοια αρνητική εξέλιξη θα οδηγούσε σε στασιμότητα και αποπληθωρισμό στην Ευρώπη. Συνεπώς, ο συνδυασμός επεκτατικής δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής θα πρέπει να συνεχιστεί μέχρις ότου η ανάκαμψη τεθεί σε στέρεη τροχιά και ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη προσεγγίσει επίπεδα κοντά αλλά κάτω από το 2% σε σταθερή και βιώσιμη βάση. Επιπλέον, η δημιουργία του ευρωπαϊκού μέσου ανάκαμψης NGEU δεν θα πρέπει να είναι μια εφάπαξ πολιτική, αλλά θα πρέπει να μετεξελιχθεί σε ένα μόνιμο δημοσιονομικό εργαλείο μακροοικονομικής σταθεροποίησης με έκδοση ασφαλών ομολόγων.

Οι παραπάνω πολιτικές θα πρέπει να συμπληρωθούν με τη δημιουργία της Ένωσης Κεφαλαιαγορών και την ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης, καθώς και από ένα πιο ευέλικτο ευρωπαϊκό πλαίσιο διαχείρισης κρίσεων στο χώρο των τραπεζών, κυρίως με προσαρμογή του σχετικού νομοθετικού πλαισίου (Οδηγία για την ανάκαμψη και την εξυγίανση τραπεζών –BRRD– και κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων), δεδομένου ότι η πανδημία αναμένεται να επηρεάσει σημαντικά την ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών.

Συνδυασμός βραχυπρόθεσμων και μεσοπρόθεσμων δράσεων

Προκειμένου να αντιμετωπιστεί το δεύτερο κύμα της πανδημίας και οι επιπτώσεις του στην ελληνική οικονομία και κοινωνία, απαιτείται συνδυασμός δράσεων σε βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.

Βραχυπρόθεσμα:

>>Η διασφάλιση της δημόσιας υγείας αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα. Για το σκοπό αυτό, είναι αναγκαία η πιστή τήρηση των γενικευμένων ή/και τοπικών περιοριστικών μέτρων όποτε αυτά κριθούν αναγκαία. Επιπλέον, απαιτείται:

(α) Συνεχής ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας προκειμένου να αντιμετωπιστεί το δεύτερο κύμα της πανδημίας κατά τη διάρκεια του χειμώνα,

(β) περαιτέρω στήριξη του εκπαιδευτικού συστήματος για να παρέχει εξ αποστάσεως εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες,

(γ) βελτίωση των υποδομών και ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού των μέσων μαζικής μεταφοράς, καθώς και

(δ) αύξηση του ποσοστού των εργαζομένων που θα πρέπει να εργάζονται εξ αποστάσεως στο Δημόσιο και σε όλους τους κλάδους και δραστηριότητες όπου αυτό είναι εφικτό.

>>Πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις αυξανόμενες ανισότητες και στην προστασία των πιο ευάλωτων ομάδων. Για το σκοπό αυτό απαιτούνται στοχευμένες παρεμβάσεις, όπως η ενίσχυση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος και η διασύνδεση με κοινωνικές υπηρεσίες και υπηρεσίες ενεργοποίησης που στοχεύουν στην ένταξη ή επανένταξη των δικαιούχων στην αγορά εργασίας.

>>Πρέπει να συνεχιστεί η στήριξη της επιχειρηματικότητας και της απασχόλησης μέσω κρατικών παρεμβάσεων (δάνεια, εγγυήσεις, επιχορηγήσεις, ρυθμίσεις οφειλών με ευνοϊκούς όρους), οι οποίες λειτουργούν υποστηρικτικά στην ταχεία επανεκκίνηση της οικονομίας.

Για την επαναφορά της οικονομίας σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, είναι απαραίτητο να συνεχιστούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και να αυξηθούν οι επενδύσεις

Μεσοπρόθεσμα, για την επαναφορά της οικονομίας σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, είναι απαραίτητο να συνεχιστούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και να αυξηθούν οι επενδύσεις.

Κάτι τέτοιο θα διευκολύνει τη μετάβαση σε ένα βιώσιμο πρότυπο οικονομικής ανάπτυξης, το οποίο θα επιταχύνει τον ψηφιακό μετασχηματισμό, θα ενσωματώνει τις αρχές της πράσινης και κυκλικής οικονομίας και θα εδράζεται στη συνεχή επένδυση σε ανθρώπινο κεφάλαιο.

Για τον σκοπό αυτό θεωρείται κρίσιμη η έγκαιρη και αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του ευρωπαϊκού μέσου ανάκαμψης NGEU για την περίοδο 2021-2026, συνολικού ύψους 32 δισεκ. ευρώ σε σταθερές τιμές 2018 για την Ελλάδα, εκ των οποίων 19,3 δισεκ. ευρώ αφορούν επιχορηγήσεις και 12,7 δισεκ. ευρώ δάνεια. Η στόχευση των διαθέσιμων πόρων θα πρέπει να είναι στην υλοποίηση αναπτυξιακών δράσεων υψηλής προστιθέμενης αξίας που θα αφορούν την εξοικονόμηση ενέργειας, τη μετάβαση στην πράσινη ενέργεια, τον ψηφιακό μετασχηματισμό του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, αλλά και την ενίσχυση του τομέα της υγείας.

Έμφαση θα πρέπει, επίσης, να δοθεί στην ενίσχυση των πλέον δυναμικών κλάδων και επιχειρήσεων στη μεταποίηση, δηλαδή των επιχειρήσεων που υποκαθιστούν εισαγωγές και των επιχειρήσεων που προωθούν εξαγωγές, των επιχειρήσεων με υψηλή εγχώρια προστιθέμενη αξία και των επιχειρήσεων και κλάδων που ήδη έχουν υψηλή συμμετοχή στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας.

Επιπλέον, σημαντικά κονδύλια θα πρέπει να κατευθυνθούν στην εκπαίδευση, καθώς μια αύξηση της δαπάνης για την εκπαίδευση με στόχο τη διεύρυνση και βάθυνση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου κεφαλαίου αναμένεται να έχει σημαντικές πολλαπλασιαστικές επιδράσεις στο ελληνικό ΑΕΠ και την απασχόληση και να ενισχύσει τη διαδικασία του ψηφιακού μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος που παρουσιάζονται στην παρούσα έκθεση, τα κονδύλια του NGEU θα αυξήσουν το πραγματικό ΑΕΠ κατά 2,3% κατά μέσο όρο ετησίως την περίοδο 2021-2026, πρωτίστως λόγω της αύξησης των συνολικών επενδύσεων.

Οι εκτιμήσεις αυτές θα μπορούσαν να αποδειχθούν συντηρητικές, καθώς δεν λαμβάνεται υπόψη ότι η δημοσιονομική τόνωση μέσω αύξησης των επενδύσεων είναι πιο αποτελεσματική σε περιόδους βαθιάς ύφεσης, αλλά και το γεγονός ότι η εφαρμογή του NGEU από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες θα έχει έμμεσες θετικές επιδράσεις στο ΑΕΠ μέσω των εξαγωγών.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα