Γιατί πανηγυρίζει η Ελλάδα για τις κυρώσεις των ΗΠΑ στην Τουρκία;

Την ημέρα που το κολέγιο των εκλεκτόρων προχώρησε στην τυπική εκλογή του Τζο Μπάιντεν, δίνοντας τέλος στα όσα έλεγε ο Ντόναλντ Τραμπ περί νοθείας, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο τράβηξε την σκανδάλη, προφυλάσσοντας αφενός μεν το κύρος της χώρας, αφετέρου δε ενισχύοντας το πολιτικό του μέλλον.

Οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στην Τουρκία θεωρούνται εξόχως σημαντικές, διότι στέλνει ένα μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις. Διότι παγώνει πλήρως τους εξοπλισμούς προς την Τουρκίας, ενώ πλέον τίθεται ζήτημα και για τις ευρωπαϊκές χώρες, που έχουν συνάψει συμβόλαια με την τουρκική εταιρεία και δεν θα μπορούν να πουλήσουν όπλα στην Τουρκία. Ο λόγος για την Γερμανία και τα υποβρύχια, την Ισπανία με το αεροπλανοφόρο και την Ιταλία με τα διάφορα οπλικά συστήματα.

Αν τώρα οι χώρες αυτές συνεχίσουν τα οικονομικά νταραβέρια με την τουρκική εταιρεία εξοπλισμών, η οποία έχει υποστεί τις κυρώσεις, τότε ελλοχεύει ο κίνδυνος να μπουν στην μαύρη λίστα των ΗΠΑ. Οι κυρώσεις απευθύνονται κατά του προέδρου Διεύθυνσης Αμυντικής Βιομηχανίας της τουρκικής Προεδρίας της Δημοκρατίας Ισμαήλ Ντεμίρ και εναντίον τριών ακόμη Τούρκων εργαζομένων της, όπως ανακοίνωσε το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών και περιλαμβάνουν πάγωμα περιουσιακών στοιχείων και περιορισμούς χορήγησης ταξιδιωτικών θεωρήσεων. Επίσης απαγορεύεται ο δανεισμός και η έκδοση από τις ΗΠΑ αδειών εξαγωγών και εξουσιοδοτήσεων στην Τουρκική Αμυντική Βιομηχανία SSB.

Η αντίδραση της Τουρκίας είναι χλιαρή και λογικό είναι αυτό, καθώς οι διπλωμάτες εκτιμούν ότι ο Πομπέο έκανε την καλύτερη πάσα στο νέο πρόεδρο και όπως εκτιμάται καταδεικνύει την αποφασιστικότητα των ΗΠΑ να επανακάμψουν ενεργότερα σε μία περιοχή που παραδοσιακά εκτεινόταν στη «σφαίρα επιρροής» τους. Κάτι που σημαίνει ότι τα όνειρα του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για ανασύσταση της νεοθωμανικής αυτοκρατορίας δεν μπορούν να ισχύσουν με τους Αμερικανούς να ασχολούνται ενεργά με την περιοχή.

Βέβαια θα πρέπει να τονιστεί ότι οι κυρώσεις των ΗΠΑ στην Τουρκία δεν επιτρέπουν πανηγύρια. Διότι όπως λέει η παροιμία «ο λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του, μήτε τη γνώμη άλλαξε, μήτε την κεφαλή του». Και φυσικά ο Ερντογάν είναι πολύ πιθανό να συνεχίσει τις προκλήσεις, οπότε καλό είναι να υπάρχουν ελληνική πανηγύρια. Διότι οι κυρώσεις στην Τουρκία δεν είναι για τις προκλήσεις στο Αιγαίο, ή στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, ή στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά για την αγορά των S-400 από την Ρωσία. Κι επειδή η πίεση προς τον Τούρκο πρόεδρο αυξάνεται επικίνδυνα και στο εσωτερικό, όπου γκρεμίζεται το αφήγημα της ισχυρής περιφερειακής δύναμης της Τουρκίας. Οπότε για εσωτερικούς λόγους είναι πιθανό να επιχειρήσει κάτι για να αλλάξει το κλίμα. Διότι στην Τουρκία ακούγεται έντονα το «τι θα πάθουμε με τον Μπάιντεν εάν μας έκανε τέτοια ζημιά ο φίλος μας ο Τραμπ».

Τι προβλέπουν οι κυρώσεις

Στο πλαίσιο των προβλέψεων του Τμήματος (Section 231) του CAATSA, επιβάλλονται πλήρεις κυρώσεις και περιορισμοί στην έκδοση θεωρήσεων στον Ισμαήλ Ντεμίρ, επικεφαλής της Προεδρίας Αμυντικών Βιομηχανιών (SSB) που είναι αρμόδια για όλο το αμυντικό πρόγραμμα της Τουρκίας και υπάγεται απευθείας στον κ. Ερντογάν, καθώς επίσης στον αντιπρόεδρό της Φαρούκ Γιγίτ, στον Σερχάτ Τζένκογλου, επικεφαλής του τμήματος Αεροπορικής Άμυνας και Διαστήματος, όπως επίσης στον Μουσταφά Αλπέρ Ντενίζ, υπεύθυνο προγραμμάτων στην Περιφερειακή Διεύθυνση Αεροπορικών Αμυντικών Συστημάτων της SSB.

Όπως προβλέπει το σχετικό Τμήμα 231 του CAATSA, πρέπει να επιβληθούν τουλάχιστον πέντε από τα συνολικά 12 μέτρα που αυτό προβλέπει. Σε αυτό το πλαίσιο και από τη στιγμή που η ρωσική εταιρεία ROE περιλαμβάνεται στη Λίστα Καθορισμένων Προσώπων επί των οποίων μπορούν να μπορούν να επιβληθούν τα σχετικά μέτρα, ο υπουργός Εξωτερικών, σε συνεργασία με τον υπουργό Οικονομικών, αποφάσισαν τις ακόλουθες κυρώσεις:

  • Πρώτον, την απαγόρευση χορήγησης συγκεκριμένων αδειών εξαγωγών και εγκρίσεων για κάθε αγαθό και τεχνολογίας που θα μπορούσε να μεταφερθεί στην SSB.
  • Δεύτερον, την απαγόρευση χορήγησης δανείων και πιστώσεων από αμερικανικούς χρηματοοικονομικούς θεσμούς προς την SSB, ύψους ως και 10 εκατομμυρίων δολαρίων ετησίως,
  • Τρίτον, την απαγόρευση βοήθειας από την αμερικανική Τράπεζα Εξαγωγών – Εισαγωγών για εξαγωγές προς την SSB,
  • Τέταρτον, την απαίτηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες να εκφράσουν αντίθεση σε δάνεια που θα ωφελούσαν την SSB από διεθνείς χρηματοοικονομικού θεσμούς και,
  • Πέμπτον, την επιβολή πλήρων κυρώσεων παρεμπόδισης και περιορισμών στην έκδοσης θεωρήσεων στα προαναφερθέντα πρόσωπα.

 

Ο Ισμαήλ Ντεμίρ είναι ο πρόεδρος της πανίσχυρης τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας και βρίσκεται σε απ’ ευθείας συνεννόηση με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν

Πλήττεται η οικονομία

Αναμφίβολα οι κυρώσεις των ΗΠΑ ήταν ότι χειρότερο για την Τουρκία, όχι μόνο στο πεδίο των εξοπλισμών, αλλά καις την οικονομία, καθώς η Αμυντική Βιομηχανία αποτελεί ένα βασικό πυλώνα της τουρκικής οικονομίας, η οποία έχει ξεκινήσει από την δεκαετία του ’90 και απογειώθηκε επί ημερών Ερντογάν. Μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας το 2004, η προσπάθεια αυτή εντατικοποιήθηκε και προσέλαβε και εξαγωγικό χαρακτήρα. Σημειώνεται πως οι κυριότεροι εισαγωγείς οπλικών συστημάτων από την Τουρκία, το 2019, σύμφωνα με τα στοιχεία Turkish Exporters Assembly, είναι οι εξής χώρες (σε εκατομμύρια δολάρια): ΗΠΑ (600), Γερμανία (190), Ομάν (180), Κατάρ (175), Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (100), Ολλανδία (60), Ηνωμένο Βασίλειο (40), Ινδία (40), Πολωνία (30), και Γαλλία (20).

Οι εξαγωγές της Τουρκίας, την περίοδο 2015-2019, αποτέλεσαν το 0,8% των παγκόσμιων εξαγωγών, αυξημένες κατά 80,0% σε σχέση με την προηγούμενη πενταετία (2010-2014), ενώ ο μακροχρόνιος σχεδιασμός της Προεδρίας είναι τουλάχιστον εξωπραγματικός: μέχρι το 2053 απόλυτη αυτάρκεια σε οπλικά συστήματα και εξαγωγές αξίας 50 δισ. δολαρίων. Πέραν τούτου, με την ισχυροποίηση της Αμυντικής Βιομηχανίας ο Ερντογάν επιδιώκει να εξοικονομήσει χρήματα τα οποία φεύγουν στο εξωτερικό και να δώσει ώθηση στην ανάπτυξη της τουρκικής οικονομίας, η οποία περνάει ισχυρούς κλυδωνισμούς. Σημαντικό, δε, παράγοντα αποτελεί το διπλωματικό κομμάτι, όπου οι εξαγωγές αμυντικού υλικού συνδέονται και με την προσπάθεια επηρεασμού χωρών και την ένταξή τους στην τουρκική επιρροή.

Η SSB ως υπηρεσία ελέγχει όλη την αμυντική βιομηχανία της χώρας και είναι υπεύθυνη για περισσότερα από 600 προγράμματα που καλύπτουν ευρύ φάσμα – από την ανάπτυξη μηχανών αεροσκαφών έως την παραγωγή πυρομαχικών. Η υπηρεσία δημιουργήθηκε το 1985 και βρισκόταν υπό την ομπρέλα του υπουργείου Άμυνας, όμως το 2017 πέρασε στον έλεγχο του προέδρου Ερντογάν, με στόχο να εκσυγχρονίσει τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις. Επικεφαλής από το 2014 είναι ο Αεροναυπηγός Ισμαήλ Ντεμίρ, ενώ πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής (SSIK), η οποία είναι το κύριο όργανο λήψεως αποφάσεων, είναι ο ίδιος ο τούρκος πρόεδρος με μέλη τον αντιπρόεδρο, τον ΥΠΑΜ, τον ΥΠΕΣ τον ΥΠΟΙΚ, τον ΑΓΕΕΘΑ και φυσικά τον ίδιο τον γραμματέα. Πρόκειται ουσιαστικά για όμιλο επιχειρήσεων που περιλαμβάνει συνολικά 14 θυγατρικές και άλλες συνεργαζόμενες εταιρείες.

Τρεις είναι οι ανερχόμενες μεγάλες επιχειρήσεις: η Baykar Makina που ανήκει στην οικογένεια του γαμπρού του Ερντογάν, Σελτσούκ Μπαιρακτάρ, η BMC που ανήκει στην οικογένεια Οζτούρκ και στον Εφέμ Σανσάκ, μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου του κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) και η Tumosan που ανήκει στο Albayrak Group. Εξ αυτών η πλέον φιλόδοξη εμφανίζεται να είναι η BMC, η οποία το 2019 κατάφερε να εισέλθει στη λίστα των 100 πρώτων επιχειρήσεων παγκοσμίως, αναφορικά με τις πωλήσεις (85η θέση, με 554,18 εκατομμύρια πωλήσεις).

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα