Γιατί βιάστηκε ο Ερντογάν να κάνει πρόωρες εκλογές

Πρόεδρος της Τουρκίας μέχρι τα βαθιά γεράματα θέλει να είναι ο παμπόνηρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν που ανακοίνωσε την Τετάρτη την διενέργεια πρόωρων βουλευτικών και προεδρικών εκλογών για τις 24 Ιουνίου,  ενάμιση χρόνο νωρίτερα από την προγραμματισμένη ημερομηνία, όπου θα διεκδικήσει νέα θητεία με τις διευρυμένες εξουσίες που του παρέχει το νέο προεδρικό σύστημα.

Σχεδόν δύο χρόνια μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος ο Eρντογάν, ο οποίος τις προηγούμενες εβδομάδες διέψευδε τις «φήμες» περί πρόωρων εκλογών, θα ζητήσει από τους Τούρκους να τον ξαναψηφίσουν.

Με τις εκλογές αυτές θα τεθούν σε ισχύ τα περισσότερα μέτρα που προβλέπουν την ενίσχυση των εξουσιών του προέδρου, τα οποία υιοθετήθηκαν με το δημοψήφισμα του Απριλίου του 2017.

Μεταξύ των μέτρων αυτών είναι και η κατάργηση της θέσης του πρωθυπουργού.

Αυτή η συνταγματική μεταρρύθμιση επιτρέπει στον 64χρονο Ερντογάν, ο οποίος βρίσκεται ήδη 15 χρόνια στην εξουσία, να διεκδικήσει δύο ακόμη πενταετείς προεδρικές θητείες.

Ο Τούρκος πρόεδρος δικαιολόγησε την απόφασή του να προκηρύξει πρόωρες εκλογές αναφερόμενος στην ανάγκη να περάσει η χώρα άμεσα στο προεδρικό σύστημα προκειμένου να αντιμετωπίσει «την επιτάχυνση των εξελίξεων στη Συρία» και να ληφθούν γρήγορα «σημαντικές αποφάσεις» για την οικονομία.

«Οι συμπολίτες μας επιθυμούν αυτή η (συνταγματική μεταρρύθμιση) να τεθεί σε ισχύ το συντομότερο δυνατό», διαβεβαίωσε και ο Τούρκος πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ.

Οι εκλογές πρόκειται να διεξαχθούν την ώρα που συνεχίζονται οι μαζικές διώξεις μετά το πραξικόπημα του Ιουλίου του 2016 και εν μέσω έντασης μεταξύ Τουρκίας και Δύσης.

Λίγο μετά την ανακοίνωση των πρόωρων εκλογών το κοινοβούλιο ψήφισε την τρίμηνη παράταση, για έβδομη συνεχόμενη φορά, της κατάστασης έκτακτης ανάγκης που έχει επιβληθεί στην Τουρκία μετά το πραξικόπημα.

Η χώρα εμπλέκεται άμεσα στη σύγκρουση στη Συρία, όπου η Άγκυρα διεξάγει στρατιωτική επιχείρηση εναντίον της κουρδικής πολιτοφυλακής Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG) και είναι αντιμέτωπη με μια δύσκολη οικονομική κατάσταση.

Οι Τούρκοι ηγέτες «επιθυμούν να εκμεταλλευθούν αυτό το αίσθημα φόβου και ανασφάλειας που νιώθει η πλειονότητα των Τούρκων για να τροφοδοτήσουν τα εθνικιστικά αισθήματα του λαού και να κερδίσουν τις εκλογές», σημειώνει η Τζάνα Τζάμπουρ του CERI/ Science Po.

Αν και οι αναλυτές εκτιμούσαν ότι ο Ερντογάν θέλει να επισπεύσει τις εκλογές για να εκμεταλλευθεί υπέρ του τη δημοφιλία της επιχείρησης στη Συρία και να μειώσει τον κίνδυνο διεξαγωγής εκλογών σε μια χειρότερη οικονομική συγκυρία, λίγοι περίμεναν ότι θα πραγματοποιούνταν τόσο σύντομα.

«Ένδειξη πανικού και αδυναμίας»

Ο Φάντι Χακούρα, ειδικός σε θέματα Τουρκίας στο Chatham House, υποστηρίζει ότι η απόφαση αυτή του Ερντογάν είναι ταυτόχρονα «ένδειξη πανικού και αδυναμίας» εξαιτίας των ανησυχητικών οικονομικών στοιχείων.

Ωστόσο οι αγορές αντιμετώπισαν θετικά την ανακοίνωση των πρόωρων εκλογών, με την τουρκική λίρα να κερδίζει σχεδόν 2% έναντι του δολαρίου.

Ήδη εδώ και αρκετές εβδομάδες στην Τουρκία επικρατεί προεκλογική ατμόσφαιρα, με τον Ερντογάν και τον Γιλντιρίμ να εκφωνούν συχνά ομιλίες στις οποίες παρουσίαζαν το έργο τους.

Η απόφαση για κάλπες

Λίγα λεπτά πριν από την πυροδότηση των πυραύλων από τα αμερικανικά σκάφη και τις γαλλικές δυνάμεις χτύπησε το τηλέφωνο στην προεδρία της Δημοκρατίας στην Άγκυρα.

Μόνον τότε πληροφορήθηκε ο Ερντογάν πως αρχίζει η επίθεση κατά της Συρίας. Την ίδια στιγμή χτυπούσε το κόκκινο τηλέφωνο στο Κρεμλίνο και στο Πεκίνο. Ο Ερντογάν μέχρι εκείνη τη στιγμή βαυκαλιζόταν με την ιδέα ότι θα μπορούσε να αποτρέψει την αμερικανική επίθεση και κυρίως πως θα είχε τη δυνατότητα να διαδραματίσει ρόλο διαμεσολαβητή μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ.

Το Σάββατο τα χαράματα ο Ερντογάν κατάλαβε πως οι Αμερικανοί τον είχαν «στην απ’ έξω» για άλλη μια φορά, αλλά και πως στο μέλλον η Ουάσινγκτον θα διατηρούσε αυτήν την αγεφύρωτη πλέον κατάσταση καχυποψίας ως προς το πρόσωπό του.

Ο Ερντογάν κατάλαβε επίσης πως ο πραγματικός στόχος των Αμερικανών και του Ισραήλ δεν είναι η Συρία, ούτε οι Ρώσοι, αλλά το Ιράν και πως από τούδε και στο εξής η ευρύτερη Εγγύς και Μέση Ανατολή θα εξελισσόταν σε ένα θέατρο πολέμου της Δύσης κατά της Τεχεράνης.

Σε αυτό το σκηνικό ο Ερντογάν δεν θα μπορούσε να παίξει τον ρόλο του. Θα έπρεπε να αποφασίσει με ποιον θα πάει και ποιον θα αφήσει. Δύσκολο το δίλημμα.

Ο Ταγίπ Ερντογάν τα έβαλε κάτω. Οι σύμβουλοί του τον έχουν προειδοποιήσει πως η φούσκα της τουρκικής οικονομίας είναι ευάλωτη. Πως ο ιδιωτικός τομέας δανείζεται με επιτόκιο 13% από τις διεθνείς αγορές, ποσοστό που ξεπερνά ακόμα και αυτό του Πακιστάν.

Του είχαν πει πως οι τερατώδεις ρυθμοί ανάπτυξης της τουρκικής οικονομίας δεν αποτελούν εγγύηση και πως οι διεθνείς οίκοι υποχρεώθηκαν να υποβαθμίσουν την αξιοπιστία της οικονομίας της χώρας.

Η πρόσφατη νίκη στο Αφρίν προσέφερε στον Ταγίπ Ερντογάν την ευκαιρία να μετατρέψει σε πολιτικό όφελος τη δημοφιλία του, η οποία είχε φτάσει στο ζενίθ της.

Η διαχείριση της πολιτικής πραγματικότητας με τους ειδικούς νόμους που επέβαλε του επέτρεπε να ελέγχει κάθετα και οριζόντια την αντιπολίτευση. Επί της ουσίας την είχε διαλύσει.

Το κόμμα HDP των Κούρδων είναι ακέφαλο, αφού σχεδόν το σύνολο της ηγεσίας του είναι στη φυλακή. Οι Ρεπουμπλικάνοι του CHP δεν ξέρουν πού πατούν και πού βρίσκονται. Έμενε μόνο αυτή η κυρία που ξαφνικά βγήκε από τους Γκρίζους Λύκους για να στήσει το κόμμα των γυναικών στην Τουρκία και η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει δυνητική απειλή, όχι για να απειλήσει την εκλογή του Ερντογάν, αλλά για να μειώσει το ποσοστό του.

Όμως και για αυτήν υπήρχε λύση. Με μια διάταξη στον εκλογικό νόμο ο Ταγίπ Ερντογάν την κρατούσε στο χέρι, αφού κανένα κόμμα δεν έχει δυνατότητα συμμετοχής στις εκλογές αν δεν περάσουν έξι μήνες από την ίδρυσή του.

Σκέφτηκε, λοιπόν, ο Ερντογάν: αφού το μέλλον είναι μάλλον σκοτεινό, η οικονομία έχει εισέλθει σε κυκλώνα και η αντιπολίτευση είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη, γιατί να μην κάνω τώρα εκλογές τη στιγμή μάλιστα που η δημοφιλία μου λόγω Αφρίν είναι αναμφισβήτητη;

Δεν ήθελε, ωστόσο, να φανεί πως είναι αυτός που στήνει πρόωρες κάλπες και, άρα, να δείξει πως κάτι τον φοβίζει. Βρήκε, λοιπόν, τον υπάκουο υποτακτικό του, τον αρχηγό των ακροδεξιών εθνικιστών, τον γεράκο Ντεβλέτ Μπαχτσελί, ο οποίος κάποτε τον έβριζε για να βγει μπροστά. Έτσι κι έγινε. Ο Μπαχτσελί πρότεινε πρόωρες εκλογές και ο Ερντογάν συμφώνησε μαζί του αλλάζοντας μόνο την ημερομηνία. Σκέφτηκε πως 70 μέρες είναι υπεραρκετές για να στηθούν οι κάλπες. Για να είναι όμως σίγουρος εξέδωσε και ένα φιρμάνι ανανέωσης του ειδικού καθεστώτος ασφαλείας που είχε επιβάλει μετά το πραξικόπημα του 2016.

Με λίγα λόγια, θα πραγματοποιηθούν εκλογές υπό καθεστώς απόλυτου ελέγχου και αδυναμίας αντίδρασης. Οι εκλογές αυτές θα διεξαχθούν με ειδικές ρυθμίσεις και προεδρικά διατάγματα.

Τι σημαίνει η επανεκλογή Ερντογάν

Οι συνταγματικές τροποποιήσεις 2017 προβλέπουν πως ο Πρόεδρος που θα εκλεγεί από την επόμενη εκλογική αναμέτρηση (προβλεπόταν το 2019) θα διαθέτει πλήρεις εξουσίες. Θα καταργηθεί το αξίωμα του πρωθυπουργού της χώρας και η διοίκηση της Τουρκίας θα γίνεται απευθείας από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Η θητεία του προέδρου της χώρας θα είναι στο εξής πενταετής. Με λίγα λόγια, η Τουρκία θα αποκτούσε το 2019 ένα προεδρικό σύστημα εξουσίας που πλησιάζει αυτό της Αμερικής και αγγίζει αυτό της Γαλλίας.

Υπ’ αυτές τις συνθήκες ο Ερντογάν την επομένη των εκλογών της 24ης Ιουνίου 2018 θα στεφθεί απόλυτος μονάρχης μιας χώρας με ισοπεδωμένη και διαιρεμένη αντιπολίτευση και με πολλούς από τους αντιπάλους του στα κελιά των φυλακών.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα