H καλή χρονιά θέλει και καλό θέατρο

«Τέχνη δεν είναι αυτό που βλέπεις, αλλά αυτό που κάνεις τους άλλους να δουν», είπε ο Έντγκαρ Ντεγκάς.

Τούτη τη φράση ενστερνισθήκαμε εδώ στην «Α» και θελήσαμε να κάνουμε ένα μικρό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, αυτές τις γιορτινές μέρες.

Αρωγός σε αυτή την προσπάθεια ο εξαίρετος θεατρολόγος, κ. Γιώργος Παπαγιαννάκης, ο οποίος μέσα από την κριτική πένα του παρουσιάζει θεατρικές παραστάσεις όπως τις κατέγραψε η επιστημονική γνώση του και η αγάπη του για το θέατρο, παροτρύνοντάς μας να δούμε αυτό που η ίδια η τέχνη θέλει να μας προσφέρει απλόχερα.

Ιχνηλατώντας… με την Καίτη Νικολοπούλου

∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴

Μονόλογος για δυνατούς λύτες

Ωμός παραληρηματικός λόγος, νευρωτικός βερμπαλισμός μεταξύ ψυχαναλυτικού ημερολογίου και φιλοσοφικού δοκιμίου, ιλιγγιώδεις συνειρμικές εμπειρικές ή φαντασιακές εικόνες, ανακλαστικές σωματικές αντιδράσεις, προσωπικές ιστορίες καθημερινής τρέλας που οικουμενικοποιούνται αναδίδοντας τοξικές, ανεξερεύνητες αλήθειες, αισθητική που διαρρηγνύει νόρμες ανατέμνοντας τα «εσώψυχα» κειμένων και προσώπων, χαρακτηρίζουν λίγο-πολύ το ξεχωριστό και ευδιάκριτο ιδίωμα της Λένας Κιτσοπούλου.

Στον μονόλογό της «Το πράσινό μου το φουστανάκι» (θέατρο «Αλκμήνη») όλα αυτά τα στοιχεία συνυπάρχουν. Το πρόσωπο που τίθεται στο προσκήνιο είναι μια γυναίκα της διπλανής πόρτας που όμως δεν μένει βουβή. Αγανακτεί, διαμαρτύρεται, καταγγέλλει, θυμώνει, λυγίζει, πεισμώνει, απογοητεύεται και ελπίζει. Δίνει ρυθμό και μια αύρα αρμονίας στην αντιφατική ζωή της μεταξύ μοναξιάς και υστερίας, πλέκοντας στίχους σε δεκαπεντασύλλαβο, επιχειρώντας έτσι μια διαφυγή από τον πνιγηρό, παρανοϊκό κόσμο γύρω της και από τον εαυτό της. Μια γυναίκα τόσο καθημερινή, τόσο τραγική όσο και θλιβερά αναγνωρίσιμη.

Η Τζούλη Σούμα, υπό την εμπνευσμένη σκηνοθετική μπαγκέτα της Μαρίας Αιγινίτου, δίνει ένα ρεσιτάλ υποκριτικής αποχρώσεων, διαβαθμίσεων και δυναμικών. Σαν αιθέρια κύματα διέρχονται εναλλάξ το χιούμορ, το σκοτεινό γκροτέσκ, η εκτόνωση της πολυσχιδούς σωματικότητας έως και σε εξπρεσιονιστικά μονοπάτια. Λαγαρές εκφράσεις, ρετζίστρα φωνής δουλεμένα στην εντέλεια, τιθάσευση σκηνικού χώρου και χρόνου αλλά και «ηχηρές» σιωπές, όλα αυτά δίνουν εκ νέου πνοή σε ένα εξόχως ενδιαφέρον θεατρικό κείμενο υποκριτικών απαιτήσεων. Απέριττη στους συμβολισμούς της, ως αρνητικό στο μαύρο του φόντου, η σκηνική δημιουργία του Γιάννη Θεοδωράκη, ενώ οι φωτιστικές δημιουργίες (Δημήτρης Μπαλτάς) και η πρωτότυπη μουσική (Σπύρος Παρασκευάκος) εμφυσούν στην ατμόσφαιρα θέρμη συναισθημάτων και ονειρικών παραστάσεων.

«Το πράσινό μου το φουστανάκι»

Θέατρο Αλκμήνη(Αλκμήνης 8, Γκάζι)

Ένας άνθρωπος, όπως όλοι μας, μια γυναίκα, που δεν πείνασε ποτέ της, έχει φίλους, γνωστούς, συγγενείς, ζει μια φυσιολογική ζωή. Περιμένει να συμβεί κάτι μαγικό και σκαρώνοντας στίχους σε δεκαπεντασύλλαβο, ψάχνει την όμορφη θέα του κόσμου πάνω από τις ταράτσες των πολυκατοικιών. Ίσως χρειαστεί να ανέβει στα κάγκελα του μπαλκονιού, να σηκωθεί στις μύτες και να αφήσει τα χέρια. 

Σκηνοθεσία: Μαρία Αιγινίτου

Ερμηνεία: Τζούλη Σούμα

∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴

Φαντασιακή επανένωση

Τίποτε γύρω από τις ανθρώπινες σχέσεις και πολύ περισσότερο από την αγάπη δεν είναι απλό, πεζό ή γελοίο. Παρά το γεγονός ότι ο Jöel Pommerat αποσυμπιέζει τα πράγματα χαρακτηρίζοντας «απλό έργο» την «Επανένωση της Βόρειας με τη Νότια Κορέα» στην ουσία αφήνει να μιλήσει η ίδια δυναμική του και το πως επενεργεί στην καρδιά του καθένα μέσα στη βουβή, σκοτεινή αίθουσα. Και εκεί είναι που ο συγγραφέας κερδίζει το στοίχημα περισσότερο από όσο σε μια ανάγνωση του κειμένου του.

Η «Επανένωση της Βόρειας με τη Νότια Κορέα», λιτό δραματουργικό πόνημα πάνω στη λειτουργία της αγάπης κρίνεται μόνο από το πως προσλαμβάνεται τη στιγμή που καθένας νοιώθει οικείος και αλληλέγγυος με τα πρόσωπα των είκοσι -φαινομενικά αυτόνομων- σκηνών του. Κοινός παρονομαστής τους ο μύθος της ανυπέρβλητης αγάπης, ως επιβεβλημένης συνθήκης συμβίωσης και συνείδησης της υπαρξιακής ταυτότητας. Υπάρχει αγάπη και, αν ναι, τι είναι; «Δεν υπάρχει, είναι μια νοητή κατασκευή…» αναφέρει ο συγγραφέας. Ένα φαντασιακό παιχνίδι του μυαλού όπως ο καλοζωϊσμένος δυτικός άνθρωπος αρέσκεται να κρυφοκοιτάζει από την κλειδαρότρυπα του ολότελα απομονωμένου και γοητευτικά μυστηριακού κόσμου της Βόρειας Κορέας.

Πρόσωπα παγιδευμένα στην αναγκαιότητα να αγαπήσουν και να αγαπηθούν, πρόσωπα που κλείνοντας τον λογαριασμό της ζωής τους δεν έχουν άλλη απαντοχή από τη μοναξιά, ήρωες και αντι-ήρωες καθημερινής τρέλας ματαιωμένοι, απογοητευμένοι, διχασμένοι, κατατρεγμένοι, προδομένοι, χαμένοι στις ψευδαισθήσεις και τις κτηνώδεις επιθυμίες – αποχρώσεις της ευεπίφορης ευάλωτης φύσης και της φαιδρότητας της ύπαρξής τους που περικλείει όμως και το μέγεθος της τραγικής της υπόστασης, συνθέτουν το ψηφιδωτό αυτού του σπονδυλωτού έργου.

Ο Νίκος Μαστοράκης στην παράσταση του ΘεάτρουΤέχνης (Υπόγειο) αντιστρέφει τη θέση του προβολέα αφήνοντας μέσα από διακριτικούς τόνους σαρκαστικού μαύρου χιούμορ να αναψηλαφίσει σκοτεινές περιοχές της ανθρώπινης ψυχής και του μυαλού και με ανακλαστικές ρεαλιστικές αντιδράσεις, μηρυκασμούς και εμβόλιμα δηλωτικά κινησιολογικά ιντερμέδια να ενσωματώσει αρμονικά όλα τα πρόσωπα στο ίδιο πολυδαίδαλο terrain της πολύπλοκης πραγματικότητάς τους.Κάθε επεισόδιο είναι σαν να βγαίνει από το προηγούμενο και όλοι είναι μάρτυρες –και ίσως ακόμη και σιωπηλοί συνένοχοι– στα μικρά εγκλήματα και δράματα των άλλων.

Ευθύβολη μετάφραση (Μαριάννα Κάλμπαρη), υπαινικτικοί φωτισμοί (Στέλλα Κάλτσου), απέριττος, πλην όμως λειτουργικός, σκηνικός χώρος μεταξύ λαβύρινθου και αρένας (Αλέξανδρος Λαγόπουλος) και ερμηνείες τόσο με προσωπική σφραγίδα όσο και με αύρα αγαστής συνύπαρξης σε ένα πεδίο αναμετρήσεων μέχρι τελικής πτώσης δομούν ένα άρτιο αποτέλεσμα. Ο Χάρης Φραγκούλης αποδεικνύει εκ νέου την αξεπέραστη υποκριτική του στόφα, ο Κλέων Γρηγοριάδης κινείται με την αυτοσυγκράτηση και το μέτρο του ώριμου ηθοποιού, ενώ ο Δημήτρης Πασσάς εμφανίζεται δυναμικά ενσωματωμένος κατακτώντας την πάλλουσα σκηνική συχνότητα του Μαστοράκη.

Ιδιαίτερης μνείας χρήζει η παρουσία της Ιωάννας Μαυρέα σε μια πολυεπίπεδη ερμηνεία ολικής συμμετοχικότητας εκφραστικών μέσων και ψυχισμού, ελαφρώς επαναλαμβανόμενη η Μαρία Καλλιμάνη, επαρκής η Κατερίνα Λυπηρίδου και με υπερβάλλοντα ζήλο πάνω στη βάση ενός μονοδιάστατου υποκριτικού ιδιώματος η Κωνσταντίνα Τάκαλου.

«Η Επανένωση της Βόρειας με τη Νότια Κορέα»

Θέατρο Τέχνης Κάρολου Κουν – Υπόγειο (Πεσμαζόγλου 5, Αθήνα)

Μικρές ιστορίες-εικόνες που μιλούν με μελαγχολία, σκληρότητα, μεταφυσική διάθεση αλλά και με πολύ χιούμορ για το αδιέξοδο της αγάπης. Της αγάπης που δεν καταφέρνει να επανενώσει ποτέ πραγματικά «τη Βόρεια με τη Νότια Κορέα». Της αγάπης που είναι αλληλένδετη με την απώλεια. Εραστές, σύζυγοι, οικογένειες, φίλοι… Ακόμα και όταν καταφέρνουν ν’ αγαπηθούν, συνειδητοποιούν ότι «η αγάπη δε φτάνει ». Ίσως γιατί «η αγάπη δεν υπάρχει. Η αγάπη είναι μια επινόηση. Ένα παιχνίδι του μυαλού. Η αγάπη είναι ένα είδος αρρώστιας που μας κάνει να κάνουμε πράγματα τρελά, επικίνδυνα…»

Μετάφραση: Μαριάννα Κάλμπαρη

Σκηνοθεσία: Νίκος Μαστοράκης

Κοστούμια: Κλαιρ Μπρέισγουελ

Επιμέλεια Κίνησης: Βάλια Παπαχρήστου

Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου

Βοηθός Σκηνοθέτη: Μαριλένα Μόσχου

Επιμέλεια σκηνικού: Αλέξανδρος Λαγόπουλος

Φωτογραφίες: Μυρτώ Αποστολίδου

VideoTrailer: Μιχαήλ Μαυρομούστακος

Παίζουν (αλφαβητικά): Κλέων Γρηγοριάδης, Μαρία Καλλιμάνη, Κατερίνα Λυπηρίδου, Ιωάννα Μαυρέα, Δημήτρης Πασσάς, Κωνσταντίνα Τάκαλου, Χάρης Φραγκούλης

Συμμετέχουν: Χριστίνα Παπατριανταφύλλου, Ανθή Σαββάκη

∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴∴

Η τραγωδία του κοινού Ανθρώπου

Η πρόσληψη της δραματουργίας του Άρθουρ Μίλλερ (1920-2005) σήμερα ξεπερνά τα στεγανά του πολιτικού θεάτρου και αποκτά νόημα αν ανατρέξει κανείς στις βασικές αρχές επανακαθορισμού του τραγικού προσώπου, όπως ο σπουδαίος Aμερικανός συγγραφέας τις διατύπωσε το 1949 στο δοκίμιο «Η Τραγωδία του κοινού Ανθρώπου»: «Τραγικός ήρωας είναι ο απλός άνθρωπος που συγκρούεται με τον ηθικό νόμο και που με κίνδυνο της ζωής του διεξάγει τον αγώνα για αξιοπρέπεια…»

Στο «Ήταν όλοι τους παιδιά μου» (1947) θέτει στο στόχαστρο την «εξαΰλωση» της ατομικής συνείδησης μπροστά στο μαζικό έγκλημα με αντάλλαγμα την οικονομική ευμάρεια αλλά και την ένοχη, παθητική σιωπή της κοινωνίας που ζυγίζει την ηθική της με τα συμφέροντά της.

Ο Γιάννης Μόσχος μετατρέπει σκηνή και πλατεία του θεάτρου Εμπορικόν σε ένα τοπίο τραγωδίας προσωπικής, οικογενειακής και κοινωνικής, όπου πίσω από τον παραπλανητικό ρεαλισμό υφέρπουν οι παρακρουσιακές αντιδράσεις ατόμων ολότελα παραδομένων σε αίολα οράματα πέρα και πάνω από κάθε λογική και συναίσθημα. Η σκηνή με τα αυστηρά κονστρουκτιβιστικά χαρακτηριστικά τύπου Μέγερχολντ και Άππια (σκηνογραφία Τίνα Τζόκα) και τους ψυχογραφικούς φωτισμούς (Λευτέρης Παυλόπουλος) γίνεται ένας καθρέφτης της εσωτερικής ένδειας αλλά και ταυτόχρονα πεδίο στο οποίο αυτή προβάλλεται ανάγλυφα ως ανθρώπινη τραγωδία.

Ο Δημήτρης Καταλειφός ως Τζο Κέλλερ διατρέχει με σθένος και βραδυφλεγή κλιμάκωση όλη την απόσταση από την κατασκευασμένη εκλογίκευση στην αυτοσυνειδησία επάνω στο λεπτό νήμα της παράνοιας που γεννά η ηθική τύφλωση. Ανάλογης υποκριτικής ποιότητας η μητέρα, Κέητ, της Αλεξάνδρας Σακελλαροπούλου στις παλινδρομικές, σχεδόν σχιζοειδείς, αντιδράσεις της, ενώ ο Γιώργος Βουρδαμής, γενικά δόκιμος ως γιος Κρις Κέλλερ, χρήζει μιας περαιτέρω υπαρξιακών διαστάσεων κορύφωσης στη γ΄ πράξη. Υπερβάλλουσα στον ατροφικό ψυχισμό και την καχεξία του παρασιτισμού η Ανν της Δανάης Ευθυμιάδη, και με ένα επιδέξια χαρακτηριστικό στρώμα ιλαρότητας η ευεπίφορη προσωπικότητα του «αγγελιαφόρου» Τζωρτζ-Κώστα Βασαρδάνη. Οι λοιποί ηθοποιοί αποτυπώνουν επαρκώς την ανθρωπογεωγραφία της μικρής κοινότητας των Κέλλερ αλλά και ταυτόχρονα επωμίζονται τον ρόλο ενός άτυπου Χορού που παρατηρεί, επισημαίνει αλλά αδυνατεί να συμβάλει σε μια δραστική αλλαγή.

«Ήταν όλοι τους παιδιά μου» του Άρθουρ Μίλλερ

Θέατρο Εμπορικόν (Σαρρή 11, Ψυρρή)

1947: Η μεταπολεμική ανάπτυξη έχει αρχίσει. Η οικογένεια Κέλλερ επαυξάνει τα αγαθά που απέκτησε κατασκευάζοντας εξαρτήματα για τα μαχητικά αεροσκάφη. Το εργοστάσιο, που δουλεύουν πατέρας και γιος, κατασκευάζει πια πλυντήρια και χύτρες ταχύτητας, και ευημερεί. Δυο σκιές, ωστόσο, σκοτεινιάζουν την εικόνα: ο άλλος γιος, ο Λάρρυ, που δεν γύρισε ποτέ από τον πόλεμο και το σκάνδαλο με τους ελαττωματικούς κυλίνδρους που έφτιαξε τον καιρό του πολέμου το εργοστάσιο του Κέλλερ. Η συντριβή 21 αεροσκαφών οδήγησε σε δίκη και καταδίκη του συνεταίρου του σε πολύχρονη φυλάκιση. Η άφιξη της Άννυ, κόρης του συνεταίρου και μνηστής του Λάρρυ (αργότερα και του αδελφού του), ανακινεί παλιές ιστορίες, μυστικά και απωθημένες ενοχές με απρόβλεπτες συνέπειες. Η αλήθεια δεν μπορεί να μείνει για πολλή θαμμένη κι η ορμή της, όταν, επιτέλους, αποκαλυφθεί παρασύρει ενόχους και συμβιβασμένους στη λυτρωτική κάθαρση.

Μετάφραση: Δάφνη Οικονόμου

Σκηνοθεσία-Δραματουργική επεξεργασία: Γιάννης Μόσχος

Σκηνικά-Κοστούμια: Τίνα Τζόκα

Μουσική-Ήχοι: Άγγελος Τριανταφύλλου

Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος

Κίνηση: Ανθή Θεοφιλίδου

Πρωταγωνιστούν: Δημήτρης Καταλειφός, Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου, Γιώργος Βουρδάμης, Δανάη Επιθυμιάδη, Κώστας Βασαρδάνης, Δημήτρης Καραμπέτσης, Ευγενία Αποστόλου, Γιώργος Τζαβάρας, Ιωάννα Πιατά

Γιώργος Παπαγιαννάκης: http://www.kritikitheatrou.gr/

https://www.facebook.com/kritikitheatrou/

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα