«Η σοβιετική Ουκρανία αιτία όλων των δεινών»

Όποιος πιστεύει ότι το πρόβλημα της Ουκρανίας γεννήθηκε πριν από μερικούς μήνες πλανάται πλάνη οικτρά. Είναι πολύ βαθύτερο και χρονολογείται από την εποχή της ανεξαρτησίας της από τη Σοβιετική Ένωση, το 1991. Αρκετοί αναλυτές, μάλιστα, εντοπίζουν την αιτία των σύγχρονων δεινών όχι τόσο στην πολιτική καταπίεση του ρωσόφωνου πληθυσμού αλλά στα χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα μιας οικονομίας η οποία, στην ουσία, δεν έπαψε να είναι ποτέ σοβιετική, πολύ πιο σοβιετική από ό,τι είναι σήμερα η Ρωσία.

Του Γιάννη Συμεωνίδη

Την παραπάνω αντίληψη συμμερίζεται, σε συνέντευξή του στην «Α», ο Ντμίτρι Μπουτρίν, αρχισυντάκτης της καθημερινής οικονομικής ρωσικής εφημερίδας «Κόμερσαντ», στην οποία εργάζεται από το 1999. Ο ίδιος τονίζει πως η διακυβέρνηση της Ουκρανίας από τον αποπεμφθέντα πρόεδρο Βίκτορ Γιανουκόβιτς επιδείνωσε μια ήδη επιβαρυμένη κατάσταση: «Η διατήρηση του σοβιετικού προτύπου και τα πολλά λάθη επέστρεψαν την Ουκρανία από το στάτους τής αναπτυσσόμενης χώρας σε αυτό της φτωχής. Θυμίζει πλέον όλο και περισσότερο τη Ρωσία των τελών τής δεκαετίας τού ’90. Ειδικότερα στην ανατολική Ουκρανία η κατάρρευση της βιομηχανίας άνθρακα, η απουσία διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και η εγκληματική-παρασιτική δράση των αυτόνομων κυβερνήσεων οδήγησαν στο σημερινό τέλμα».

«Ο Πούτιν δεν θα εγκαταλείψει τους ρωσόφωνους»

Την ίδια ώρα, ο κ. Μπουτρίν παραδέχεται ότι δεν υπάρχει χώρα με την οποία να συνορεύει η Ρωσία και στα εσωτερικά ζητήματα της οποίας να μην έχει εμπλακεί η Μόσχα. Ωστόσο, υποστηρίζει πως δεν ήταν στις προθέσεις τού Βλαντίμιρ Πούτιν να αναμειχθεί στην Ουκρανία κι ότι αυτή προκλήθηκε από τον τρόπο με τον οποίο διάλεξε η Δύση να δείξει τα δόντια της, μέσω δηλαδή τού εξοστρακισμού Γιανουκόβιτς. Επιπλέον, ο δημοσιογράφος τής «Κόμερσαντ» διευκρινίζει πως ναι μεν ο πρόεδρος της Ρωσίας δεν στηρίζει ανοιχτά τους ρωσόφωνους αυτονομιστές τής ανατολικής Ουκρανίας, αλλά δεν πρόκειται να τους αφήσει μόνους τους στην περίπτωση που ζητήσουν την ένωσή τους με τη «ρωσική αρκούδα».

«Δεν βλέπω ούτε ένωση ούτε εμφύλιο»

Ο κ. Μπουτρίν, πάντως, δεν θεωρεί ως το πιθανότερο ενδεχόμενο να στηθεί στις ανατολικές περιοχές ένα αντίστοιχο σκηνικό με αυτό της Κριμαίας για μία σειρά λόγων: «Ο πληθυσμός στο Ντονέτσκ και στις γύρω περιοχές είναι μοιρασμένος ανάμεσα σε ρωσόφωνους και μη. Δεν υπάρχει σαφής πλειονότητα, όπως στην Κριμαία. Η Μόσχα, εξάλλου, δεν είναι διατεθειμένη να δαπανήσει για την ανατολική Ουκρανία ένα 20πλάσιο χρηματικό ποσό σε σύγκριση με αυτό που έχει προϋπολογίσει για τη χερσόνησο. Αντιμετωπίζει, άλλωστε, ήδη πολλά προβλήματα τα οποία σχετίζονται με τη δική της οικονομία, αλλά και με αποσχιστικά κινήματα στο εσωτερικό της, όπως των Τσετσένων».

Ο Ρώσος δημοσιογράφος, εξάλλου, δεν βλέπει να ξεκινά εμφύλιος πόλεμος, κι αυτό για έναν πολύ πρακτικό λόγο: γιατί καμία από τις δύο πλευρές δεν διαθέτει έναν ικανοποιητικό αριθμό στρατιωτικών και παραστρατιωτικών ώστε να εξαπολύσει μια συντονισμένη επίθεση με προοπτική επικράτησης. «Στην περιοχή βρίσκονται συνολικώς μόλις 3.000 παραστρατιωτικοί. Θα χρειαστούν πολύς χρόνος και χρήμα για να αυξηθεί αυτό το νούμερο. Γι’ αυτό κι ως πιθανότερο σενάριο να λάβει σάρκα και οστά θεωρώ εκείνο που θέλει την ντε φάκτο ομοσπονδοποίηση της ανατολικής Ουκρανίας, η οποία θα τύχει της εύνοιας του Κρεμλίνου. Δεν είναι ψεύτικα τα προβλήματα καταπίεσης που αντιμετωπίζουν οι ρωσόφωνοι. Ούτε οι ίδιοι, όμως, γνωρίζουν τι είναι προς το συμφέρον τους», καταλήγει ο κ. Μπουτρίν.

Γιούλια Οστρούκοβα (Ρωσίδα Δημοσιογράφος):«Πολύ μίσος και προπαγάνδα»

Η Ρωσίδα δημοσιογράφος Γιούλια Οστρουκόβα, η οποία έχει διατελέσει και υπεύθυνη επικοινωνίας της Ευρασιατικής Τράπεζας Ανάπτυξης («Eurasian Development Bank»), πέρασε τα παιδικά της χρόνια στην Ουκρανία κι έχει ακόμα πολλούς συγγενείς στη χώρα. Γι’ αυτό κι έχει έναν λόγο παραπάνω να μην επιθυμεί να ξεκινήσει πόλεμος μεταξύ των δύο χωρών. Η ίδια όμως, μιλώντας στην «Α», τονίζει πως δεν θέλει και την εμπλοκή της Δύσης στην περιοχή. Σε αυτό το πλαίσιο, η κα Οστρουκόβα κάνει λόγο για την ανάπτυξη υπερβολικού μίσους και αρνητικής προπαγάνδας και από τις δύο πλευρές, εξέλιξη που δυσκολεύει πολύ την ειρηνική τους συνύπαρξη.

«Αν δεν είχε αναμειχθεί ο κ. Πούτιν, οι ΗΠΑ και η Ευρώπη θα είχαν διαμελίσει την Ουκρανία, θα είχαν πουλήσει το μεγαλύτερο κομμάτι τού δημόσιου πλούτου της κι ακόμα και τότε η χώρα δεν θα γινόταν μέλος τής Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο μισός πληθυσμός είναι σήμερα ρωσόφωνος, αλλά δεν έχει δικαιώματα. Η ουκρανική κυβέρνηση, ωστόσο, είναι απασχολημένη με το να κάνει ήρωες τους “μπεντέρα”, τους εθνικιστές δηλαδή της δυτικής Ουκρανίας, και τα ουκρανικά τη μόνη γλώσσα στη χώρα. Αντιθέτως, θα έπρεπε να είχε ως προτεραιότητά της την ουκρανική εθνική ενότητα», προσθέτει η κα Οστρουκόβα.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα