Η Χάγη και τα λάθη Καραμανλή – Σημίτη

Οι αρχηγοί των κομμάτων θα πρέπει να μελετήσουν το άρθρο του Αμερικανού καθηγητού Νομικής Eric Posner, στο οποίο επισημαίνει ότι «οι χώρες έχουν εγκαταλείψει το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης επειδή δεν εμπιστεύονται την κρίση των Δικαστών»

Γράφει ο  Γεώργιος Τρανταλίδης (*)

Μετά από 12 χρόνια ο Καραμανλής έλυσε τη σιωπή του. Αφορμή απετέλεσε το βιβλίο Σημίτη («Η στρατηγική του Ελσίνκι») οπότε ξεκίνησε ένα άτυπο debate. Είναι δεδομένο ότι δύο πρωθυπουργοί εκπροσωπούν δύο διαφορετικές σχολές σκέψεις. Σύμφωνα με το δόγμα της σχολής Μολυβιάτη «η όποια λύση δεν είναι εξ’ ορισμού προτιμότερη από τη μη λύση».

Η συμφωνία του Ελσίνκι υπεχρέωνε την Τουρκία να επιλύσει «τις εκκρεμείς συνοριακές διαφορές και άλλα συναφή θέματα» με την Ελλάδα μέχρι το τέλος του 2004, αν ήθελε να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις έναρξης στην Ε.Ε. Το 2004, όμως, η κυβέρνηση Καραμανλή αποδέχτηκε την έναρξη των διαπραγματεύσεων χωρίς προηγουμένως να έχει επιλύσει «τις εκκρεμείς συνοριακές διαφορές». Αυτό ήταν ένα μοιραίο και τραγικό λάθος διότι απεμπόλισε έναν μέσο πίεσης, ένα δικαίωμά της και μάλιστα χωρίς κάποιο αντάλλαγμα. Όφειλε δηλαδή να θέσει τουλάχιστον δύο προϋποθέσεις ήτοι: α) την άρση του casus belli και β) τη δέσμευση της Τουρκίας για να υπογράψει τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας.

Η ευκαιρία αυτή χάθηκε ανεπιστρεπτί και το λάθος είναι πελώριο, οι δε συνέπειες τεκτονικές. Δηλαδή θα πρέπει τώρα ο Κ. Καραμανλής να επιστρέψει στην αρχική του άποψη ότι σε περίπτωση που ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσφύγει στη Χάγη, τότε θα παραδώσει την έδρα του. Υπενθυμίζω ότι το συνυποσχετικό (ως προϋπόθεση για την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης) είναι μια κρισιμότατη για τα εθνικά συμφέροντα Διεθνής Σύμβαση και το κείμενό της έχει τεράστια ιστορική βαρύτητα. Επισημαίνω ότι ουδείς εγγυάται ότι η όποια προσφυγή θα μας δικαιώσει. Καραμανλής, Σημίτης, Μητσοτάκης και οι αρχηγοί των κομμάτων θα πρέπει να μελετήσουν εμβριθώς το άρθρο του Αμερικανού Eric Posner, καθηγητού Νομικής στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, («Β» – 30/1/2005) στο οποίο επισημαίνει ότι: «Οι χώρες έχουν εγκαταλείψει το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης επειδή δεν εμπιστεύονται την κρίση των Δικαστών».

Η κυβέρνηση Σημίτη ζητούσε ουσιαστικά από την Ε.Ε. να ωθήσει την Τουρκία «να προσφύγει στη Χάγη εναντίον μας για τα Ίμια και για τις λεγόμενες γκρίζες ζώνες». Η Ε.Ε. θα προωθούσε την τουρκική προσφυγή «και όχι από κοινού με την Ελλάδα με συνυποσχετικό. Μονομερώς!». Στα 8 χρόνια Σημίτη εγκαταλείφθηκε πλήρως το δόγμα της ισχυρής αποτροπής και επεκράτησε αυτό του κατευνασμού με τα γνωστά ολέθρια αποτελέσματα. Το μεγάλο έγκλημα του Κ. Σημίτη ήταν να βλέπει τις μίζες στα εξοπλιστικά να περνούν. Απάτριδες και διεφθαρμένοι υπουργοί (βλ. Άκη, Παπαντωνίου) στο κρισιμότατο Υπ. Άμυνας. Έτσι, απογυμνωθήκαμε στρατιωτικά (βλ. την τραγωδία στα Ίμια) ενώ τα αντίστοιχα χρόνια ο δικτάτορας γινόταν «αστακός», με drones, πυρηνικά, τορπίλες, υποβρύχια, αεροπλάνα και βιομηχανίες όπλων.

Άλλη εγκληματική παράλειψη ήταν η πλήρης αποξένωση της χώρας από τις αραβικές χώρες (π.χ. Λιβύη κ.λ.π.), με τον σουλτάνο να απλώνει τα δίχτυα του, με επιρροές σε πλειάδα κρατών. Εξ’ άλλου η συχνή αρθρογραφία στην οποία επιδίδεται ο κ. Σημίτης μοιάζει σαν προεκλογική ομιλία από μπαλκόνι, αφού πρόκειται για μονόλογο. Ουσία υπάρχει όταν απαντάς σε ερωτήσεις διπλωματών, διεθνολόγων και στρατηγών.

Έχω παραθέσει σε άρθρο μου τους λόγους που η Τουρκία δεν έχει καμία θέση στην Ε.Ε. Η τυχόν συναίνεσή μας για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων προϋποθέτει αυστηρούς όρους. Η Ιστορία διδάσκει πως όποιοι από τους πολιτικούς είχαν βουλοκέρι στα αυτιά τους, ομφαλοσκοπούσαν, στρουθοκαμήλιζαν και δεν άκουγαν τις εισηγήσεις των επαϊόντων διεθνολόγων για τα εθνικά θέματα, το αποτέλεσμα ήταν η συρρίκνωση του εθνικού κορμού με ανείπωτες τραγωδίες για τον λαό.

Στην εξωτερική πολιτική, οι ευκαιρίες είναι πάρα πολύ σπάνιες και μόνο εμπειρότατοι διπλωμάτες μπορούν να αδράξουν την ευκαιρία. Η συνήθης μέθοδος «ρουλέτας» για διορισμό υπουργού στο κρισιμότατο ΥΠ.ΕΞ. είναι αυτοκτονία. Αποδείχθηκε πως με την τακτική του κατευνασμού (στα τελευταία 20 χρόνια), ο σουλτάνος αποθρασύνθηκε με σωρεία διεκδικήσεων. Το δίδαγμα είναι πως οι τέως πρωθυπουργοί θα πρέπει να εγκαταλείψουν τους μονολόγους και τον διάλογο κωφών, όταν μάλιστα έχεις να κάνεις με έναν δικτάτορα, άρπαγα, ύπουλο, πονηρό, αιμοσταγή, με ειδικότητα στις γενοκτονίες. Τότε, χαράσσεις εθνικές γραμμές, εθνική στρατηγική με εθνική συναντίληψη, συναίνεση, προβλεπτικότητα και διορατικότητα για τους μελλοντικούς κινδύνους. Άλλωστε το 1821 απέδειξε πως η διχόνοια είναι αυτοκτονία του λαού. Όποιοι πρωθυπουργοί αποδείχθηκαν σπιθαμιαίοι, άβουλοι και μοιραίοι, θα πρέπει να κάνουν αυτοκριτική.

Να υπενθυμίσω τον διορατικό στοχασμό του Λιβανέζου ποιητή Γκιμπράν (1883 – 1931) στο έργο του «Ο Κήπος του Προφήτη»: «Να λυπάσθε το έθνος που φορά ένα ρούχο που δεν το έχει υφάνει, που τρώει ψωμί που δεν το έχει θερίσει, που οι σοφοί του είναι βουβοί από τα χρόνια και που οι δυνατοί του άνδρες (πολιτικοί) είναι ακόμα στην κούνια». Η Ιστορία θα κρίνει εάν οι πιο πάνω παραλείψεις των 2 πρωθυπουργών ήταν εγκληματικές για τα συμφέροντα της πατρίδος ή όχι. Εγώ, πάντως, αναμένω με ενδιαφέρον τις απαντήσεις αμφοτέρων στις ανωτέρω επισημάνσεις μου. Οψόμεθα…

(*) Ο κ. Γ. Τρανταλίδης είναι δικηγόρος 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα