Η κρυφή γοητεία της ΣΥΡΙΖΟκρατίας
Εκείνο το βράδυ των αρχών του Δεκέμβρη του 2017 που ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, παρέθετε επίσημο δείπνο προς τιμήν του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ήταν ακόμη μία αφορμή που χάρη στην παρουσία ενός ξένου ηγέτη στη χώρα μας η πολιτική και η επιχειρηματική ελίτ της χώρας εναγκαλίζονται μεταξύ τυρού και αχλαδιού. Μία «αγκαλιά» που πολλές φορές δεν σημαίνει τίποτα, αλλά κάποιες άλλες μπορεί να (προ)μηνύει πολλά περισσότερα από όσα φαίνονται με την πρώτη ματιά…
Του Νίκου Τσαγκατάκη
Πίσω, στις παραπολιτικές μνήμες εκείνου του δείπνου, τα φλας των φωτογράφων είχαν πάρει φωτιά από την απαστράπτουσα Μπέτυ Μπαζιάνα, τη σύζυγο του Έλληνα πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, η οποία έλαμπε στο επαναστατικού άλικου χρώματος midi φόρεμά της. Mόνο ένα φευγαλέο κλικ απαθανάτισε τον σύντομο αλλά πολύ θερμό χαιρετισμό που είχε με τον Έλληνα μεγιστάνα, Βαρδή Βαρδινογιάννη. Κάποιοι κακεντρεχείς, εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ, επικαλέστηκαν τότε την ατάκα του αείμνηστου Λάμπρου Κωνσταντάρα στο «Η κόρη μου η σοσιαλίστρια», λέγοντας ειρωνικά ότι για πρώτη φορά βλέπουν το κεφάλαιο να περιβάλλει με τέτοια στοργή την εργατική τάξη. Και οι ίδιοι άνθρωποι ξαναθυμήθηκαν το στιγμιότυπο τις τελευταίες ημέρες ακούγοντας για τα αλλεπάλληλα επιχειρηματικά deals που έκλεισε το τελευταίο διάστημα ο όμιλος της Motor Oil Ελλάς σε διαφορετικούς κλάδους της οικονομίας.
Επέλαση…
Η αλήθεια είναι ότι το τελευταίο διάστημα η οικογένεια Βαρδινογιάννη επελαύνει επιχειρηματικά. Η αρχή έγινε στα μέσα Σεπτεμβρίου, με την ανακοίνωση του ιδιότυπου διαζύγιου της Motor Oil με τη Μυτιληναίος Α.Ε. και την εξαγορά από την πρώτη της κοινής μέχρι τότε εταιρείας NRG, κίνηση που εγκαινίασε το ντεμπούτο της ελληνικής πετρελαιακής στη λιανική αγορά ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου. Έκτοτε οι στήλες του οικονομικού Τύπου βοούν ότι το δυναμικότερο μπάσιμο της Motor Oil στο λιανεμπόριο καυσίμων (μέσω των μπραντ Avin και Coral) και η απόκτηση των αποθηκευτικών εγκαταστάσεων της Revoil στην Καβάλα, αποτελούν κινήσεις ενδεικτικές της επιθυμίας της οικογένειας Βαρδινογιάννη να επεκταθεί επιχειρηματικά και σε διαφορετικούς τομείς. Η εκτίμηση για την ώρα επιβεβαιώνεται πλήρως, καθώς η Motor Oil είναι η πρωταγωνίστρια ακόμη δύο συμφωνιών που έγινα τα τελευταία 24ωρα και παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Η πρώτη είναι μιντιακή και αφορά τη στρατηγική είσοδο στο μετοχικό κεφάλαιο και την απόκτηση κοινού ελέγχου της Motor Oil στον τηλεοπτικό και ραδιοφωνικό σταθμό Alpha του Δημήτρη Κοντομηνά. Η δεύτερη είναι χρηματοπιστωτική και αφορά την απόκτηση μέσω θυγατρικής της Motor Oil του 97,08% του μετοχικού κεφαλαίου της Επενδυτικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε.
Πολιτική ουδετερότητα, αλλά…
Προς τι όμως ο συσχετισμός των επιχειρηματικών ανοιγμάτων ενός –εμβληματικού είναι η αλήθεια– επιχειρηματικού τζακιού της χώρας με την πολιτική συγκυρία των τελευταίων ετών;
Μοιάζει ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία να πει κανείς ότι ένας επιχειρηματίας, που είναι ταυτόχρονα εφοπλιστής, εξελίσσεται σε ενεργειακό παίκτη, διευρύνει τη μιντιακή επιρροή του αποκτώντας λόγο στο πρώτο ειδησεογραφικό τηλεοπτικό κανάλι της χώρας, και αναζητά ευκαιρίες εισόδου στο τραπεζικό σύστημα, είναι ένας παράγοντας που κάθε κυβέρνηση θα ήθελε να τον έχει, αν όχι φίλα προσκείμενο, σίγουρα ουδέτερο και οπωσδήποτε όχι «εχθρό».
Όταν, δε, αυτός ο επιχειρηματίας είναι ο Βαρδής Βαρδινογιάννης, ο πατριάρχης της οικογένειας, που το βιογραφικό του περιλαμβάνει μια αναγκαστική αποστρατεία από τη χούντα (ήταν αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού) λόγω αντιστασιακής δράσης, μία εξορία στην Αμοργό και συνολικά προοδευτικές πολιτικές καταβολές, το να είναι ιδιαίτερα συμπαθής από την πρώτη φορά Αριστερά του Αλέξη Τσίπρα μόνο παράλογο δεν ακούγεται.
Πάντως και από την πλευρά της οικογένειας Βαρδινογιάννη τα συναισθήματα μοιάζει να είναι αμοιβαία. Και λέμε «μοιάζει», διότι ουδέποτε κάποιο μέλος της οικογένειας και με οποιαδήποτε ιδιότητά του (προσωπική ή επαγγελματική) δεν δήλωσε δημοσίως την πολιτική στήριξή του σε έναν ιδεολογικο-πολιτικό σχηματισμό ή έστω χώρο. Η οικογένεια τηρούσε ανέκαθεν μία «ελβετική» ουδετερότητα απέναντι στους εκπροσώπους του εγχώριου πολιτικού συστήματος, φροντίζοντας να μην προκαλεί και ενίοτε να μην απαντά ακόμη κι αν προκαλείται.
Εγκώμια υπέρ ΣΥΡΙΖΑ
Ίσως γι’ αυτό υπήρξαν πηχυαίοι τίτλου του στυλ «Οι Βαρδινογιάννηδες “ψηφίζουν” Τσίπρα», όταν τον περασμένο Μάιο ο Γιάννης -Τζίγγερ- Βαρδινογιάννης έπλεξε το εγκώμιο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και του υπουργού Μεταφορών, Χρήστου Σπίρτζη, με αφορμή το έργο σιδηροδρομικής σύνδεσης του ΟΣΕ με τα διυλιστήρια και τις βιομηχανικές μονάδες που εδρεύουν στην Κόρινθο.
Επ’ αφορμή των επίσημων ανακοινώσεων για το έργο, ο αντιπρόεδρος της Motor Oil και άλλοτε πρόεδρος του Παναθηναϊκού δεν φείσθηκε καλών λόγων, υπογραμμίζοντας μάλιστα ότι επρόκειτο για ένα χρόνιο αίτημα της Motor Oil «και αυτή τη φορά υλοποιήθηκε σε χρόνο ρεκόρ από την παρούσα κυβέρνηση!».
Συνέχισε, δε, λέγοντας ότι «ο κύριος υπουργός (σ.σ. ο Χρ. Σπίρτζης) είχε και την πολιτική βούληση και την αμεσότητα να ολοκληρώσει αυτή την προσπάθεια. Αυτό το αυτονόητο δυστυχώς μέχρι πρότινος δεν ήταν… αυτονόητο και ενώ είχαμε όλη τη διάθεση να το χρηματοδοτήσουμε σαν εταιρεία, υπήρχαν διάφορα προβλήματα».
Είναι αρκετά τα παραπάνω για να στοιχειοθετήσουν τις σχέσεις αλληλοεκτίμησης της οικογένειας Βαρδινογιάννη με την κυβέρνηση Τσίπρα; Ή, από την άλλη, μπορεί να θεωρήσει το Μαξίμου ότι η μιντιακή σύμπλευση Κοντομηνά – Βαρδινογιάννη δημιουργεί έναν φιλοκυβερνητικό πυλώνα στα ΜΜΕ που θα φανεί χρήσιμος στη διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, δεδομένων και των εκλογικών αναμετρήσεων που έρχονται;
«Το κεφάλαιο δεν έχει χρώμα και οι πολιτικές φιλίες είναι σαν τα νερά στον πορθμό του Ευρίπου: έξι ώρες πηγαίνουν πάνω και έξι ώρες κάτω…» απάντησε μια παλιά καραβάνα του πολιτικού σχολιασμού, όταν τον ρωτήσαμε σχετικά, και έκλεισε το μάτι του με νόημα…