Η σταθερότητα το νέο αφήγημα

Το Μαξίμου σχεδιάζει το πώς θα καταφέρει να επιτύχει 3η σερί νίκη σε εθνικές εκλογές με αυτοδυναμία

Σε αναζήτηση πειστικού αφηγήματος βρίσκεται το Μαξίμου μετά τις τελευταίες δημοσκοπήσεις που δείχνουν ότι εάν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση στις μετρήσεις της κοινής γνώμης, τότε η αυτοδυναμία στις επόμενες εθνικές εκλογές θεωρείται όνειρο θερινής νυχτός.

Του Μιχάλη Κωτσάκου

Από τις πρώτες ημέρες που φάνηκε πως το ΠΑΣΟΚ ανεβαίνει στις δημοσκοπήσεις, η κυβέρνηση έκανε το πρώτο λάθος. Τότε που ο πρωθυπουργός ανήγαγε το ΠΑΣΟΚ σε αξιωματική αντιπολίτευση, αρνούμενος να ακούσει τις ομιλίες του Νίκου Παππά στην Βουλή, που εκπροσωπούσε τον ακέφαλο ΣΥΡΙΖΑ, μετά την έκπτωση του Στεφάνου Κασσελάκη. Προφανώς κάποιοι στο Μαξίμου θεωρούσαν το Νίκο Ανδρουλάκη και το ΠΑΣΟΚ ως εύκολους αντιπάλους.

Όμως το ΠΑΣΟΚ και αναβαθμίστηκε κοινοβουλευτικά σε αξιωματική αντιπολίτευση (λόγω των αποχωρήσεων των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ), ενώ και στις δημοσκοπήσεις μείωσε σε μονοψήφιο ποσοστό την διαφορά με το κυβερνών κόμμα, στην πρόθεση ψήφου. Δείγμα του ότι το πουσάρισμα που του έδωσε ο ίδιος ο πρωθυπουργός έπεισε και αρκετούς κεντρώους να το βλέπουν με διαφορετικό μάτι.

Εν συνεχεία ακολούθησε και νέο επικοινωνιακό σφάλμα, όταν σύσσωμη η κυβέρνηση και το κόμμα άρχισαν να αποκαλούν το ΠΑΣΟΚ ως «πράσινο ΣΥΡΙΖΑ». Άλλο ένα δώρο για την Χαριλάου Τρικούπη, η οποία εδώ και χρόνια πάσχιζε να πείσει τους δικούς της ψηφοφόρους να επαναπατριστούν. Έτσι όλοι αυτοί ριζοσπαστικοποιημένοι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ που είχαν πάει στον ΣΥΡΙΖΑ πλέον σκέφτονται επιστροφή στο σπίτι, καθώς βλέπουν ότι το κόμμα που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου αποφάσισε να κοντράρει με σκληρό τρόπο τη Νέα Δημοκρατία. Οπότε είναι πιο κοντά από ποτέ στην επιστροφή στο σπίτι.

Από τη στιγμή που όλοι στο Μαξίμου βλέπουν πως η ρητορική του νέου μπαμπούλα δεν πιάνει αναζητούν αφήγημα, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος όχι μόνο της 3ης τετραετίας, που δεν έχει γίνει ποτέ στην μεταπολίτευση, αλλά και μίας νέας αυτοδυναμίας. Οι μετριοπαθείς ψηφοφόροι δεν αντιμετωπίζουν το ΠΑΣΟΚ ως κίνδυνο. Τουναντίον το θεωρούν ένα συστημικό κόμμα, το οποίο δεν τους δημιουργεί φόβο. Ακόμη και οι προτάσεις του με τις τελευταίες τροπολογίες κινούνται στην λογική των ψηφοφόρων, ότι δεν είναι δα και τόσο τραγικό οι τράπεζες να πληρώσουν ένα ποσό κοντά στα 300 εκατομμύρια, ως φορολόγηση των υπερκερδών του. Επίσης δεν αντιμετωπίζουν αρνητικά και το να επιστρέψουν οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας και να μπει μία τάξη στα εργασιακά, που ανατράπηκαν κατά την περίοδο των μνημονίων.

Από το εξωτερικό

Και πάνω σε αυτό τον καμβά οι παράγοντες του Μαξίμου βλέπουν πως πρέπει να βρουν ένα αφήγημα που θα πείσει τους πολίτες να εμπιστευθούν για μία ακόμη φορά τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη Νέα Δημοκρατία. Και το κυριότερο να τους δώσει την ευχέρεια να κυβερνήσουν χωρίς συμμάχους.

Η βοήθεια για το νέο αφήγημα έρχεται από την Ευρώπη. Και συγκεκριμένα από την Γαλλία και την Γερμανία. Τις δύο ατμομηχανές της οικονομικής ζωής της Ευρώπης. Ήδη η κυβέρνηση Μπαρνιέ στην Γαλλία μένει μέχρι να φύγει δημιουργώντας τεράστιο οικονομικό πρόβλημα, καθώς δεν κατάφερε να ψηφίσει νέο προϋπολογισμό. Έναν προϋπολογισμό που είχε περικοπές ύψους 40 δισεκατομμυρίων ευρώ. Η πτώση της κυβέρνησης Μπαρνιέ μέσω πρότασης μομφής στην Γαλλία είναι η πρώτη από το 1962, όταν είχε πέσει η κυβέρνηση Πομπιντού το 1962, επί προεδρίας του Σαρλ ντε Γκωλ.

Ταυτόχρονα η Γερμανία βιώνει τις δικές της σοβαρές περιπέτειες και η συμμαχική κυβέρνηση Σολτς βρίσκεται επί της ουσίας σε μία πολιτική αδράνεια έως τις εκλογές του Φεβρουαρίου. Και όταν η κατάσταση επιδεινώνεται τόσο πολιτικά και οικονομικά στον γαλλογερμανικό άξονα- στις δύο ισχυρότερες χώρες της Ευρώπης – είναι βέβαιο ότι τα πράγματα δεν είναι καλά για κανέναν.

Κάπως έτσι το Μαξίμου βγάζει ξανά και ρίχνει στο τραπέζι το «χαρτί» της πολιτικής σταθερότητας. Η κυβέρνηση, λοιπόν, είναι πολύ λογικό και στην συζήτηση για τον προϋπολογισμό, αλλά και σε όλο το επόμενο διάστημα να χρησιμοποιήσει ως «μπαμπούλα» τα όσα συμβαίνουν σε Παρίσι και Βερολίνο για να ενισχύσει το αφήγημα της ανάγκης για σταθερότητα.

Είναι εμφανές ότι η ελληνική κυβέρνηση θα αξιοποιεί με κάθε ευκαιρία τις εξελίξεις στη Γαλλία – προβάλλοντάς τες ουσιαστικά ως παράδειγμα προς αποφυγή. Στόχος, η συσπείρωση τόσο της συντηρητικής βάσης της Ν.Δ., όσο και των μετριοπαθών ψηφοφόρων – των κεντρογενών – που αξιολογούν ως σημαντική προτεραιότητα τη σταθερότητα. Η επιχείρηση είναι απαιτητική και επείγουσα από τη στιγμή που το πολιτικό Κέντρο έχει αποκτήσει πλέον και άλλον διεκδικητή – το ΠΑΣΟΚ.

Είναι χαρακτηριστικές οι τοποθετήσεις του κ. Μητσοτάκη στο CNN. «Εκπροσωπώ μια χώρα που έχει πετύχει ένα αξιοθαύμαστο comeback» είπε στον Ρίτσαρντ Κουέστ από το Λονδίνο και σχολιάζοντας την κατάσταση σε Γαλλία και Γερμανία, σχολίασε ότι «η Ελλάδα πρόκειται να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα. Υπάρχουν χώρες που αυξάνουν τους φόρους, την ώρα που εμείς τους μειώνουμε. Υπάρχουν χώρες που παλεύουν με την πτώση στον τομέα της μεταποίησης, την ώρα που η μεταποίηση στην Ελλάδα ενισχύεται. Επομένως, εμείς τουλάχιστον ερχόμαστε στο τραπέζι έχοντας βάλει τάξη στα του οίκου μας».

Παραδοχές

Και ενώ είναι σαφές ότι σε πολιτικό επίπεδο θα ενισχύεται με κάθε τρόπο το αφήγημα της σταθερότητας, στο πεδίο της οικονομίας της κοινωνίας, το Μαξίμου έρχεται μπροστά σε διαπιστώσεις της σκληρής πραγματικότητας. Το πρωθυπουργικό περιβάλλον έχει δώσει γραμμή στα κυβερνητικά στελέχη να έχουν «συναίσθηση» της καθημερινότητας όπως τη βιώνουν οι πολίτες, παραδεχόμενο ότι υπάρχει απόσταση ανάμεσα στην πραγματικότητα που καταγράφεται στην κοινωνία και σε όσα αποτυπώνονται στους μακροοικονομικούς δείκτες.

«Θεωρώ ότι είναι σημαντικό όχι μόνο να πείσουμε τη χρηματοοικονομική κοινότητα, τις μεγάλες εταιρείες, αλλά επίσης να διασφαλίσουμε ότι το ευρύτερο κοινό είναι στο πλευρό μας και ότι κατανοεί ότι θα ωφεληθεί και εκείνο από αυτή την διαδρομή ανάπτυξης. Αυτό δεν έχει συμβεί ακόμη στον βαθμό που θα θέλαμε» είπε ο κ. Μητσοτάκης στο επενδυτικό συνέδριο της Morgan Stanley και του Χρηματιστηρίου Αθηνών στη βρετανική πρωτεύουσα.

Από το Λονδίνο ο πρωθυπουργός δεν μπορούσε παρά να αναγνωρίσει ότι ο «σωρευτικός πληθωρισμός έχει ουσιαστικά εξαφανίσει τις όποιες αυξήσεις μισθών και φοροαπαλλαγές». Επέμεινε όμως σε ορίζοντα τριετίας για αλλαγή εικόνας: «Προσδοκώ ότι τα πράγματα θα είναι αρκετά διαφορετικά».

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα