Ιδού η Ρόδος (της φτώχιας), ιδού και το αδιέξοδο…

Η ύφεση αρχίζει να δείχνει τα δόντια της, δοκιμάζοντας τις αντοχές πολλών κλάδων της οικονομίας, αλλά και της κοινωνίας

Η είδηση που δημοσιοποιήθηκε το πρωί της περασμένης Τετάρτης για ένα κοριτσάκι στη Ρόδο που λιποθύμησε από την πείνα μέσα σε έναν φούρνο, καθώς η ξενοδοχοϋπάλληλος μητέρα της αδυνατεί να βρει εργασία θύμισε σε κάποιους τα μαγκάλια των πρώτων δύσκολων εποχών της Ελλάδας των μνημονίων.

Του Νίκου Τσαγκατάκη

Κι όσο κι αν κάποιοι έχουν την τάση να υποτιμούν τέτοια φαινόμενα, δεν παύει να αποτελούν μία σκληρή κοινωνική πραγματικότητα, «γέννημα-θρέμμα» της μετα-πανδημικής κρίσης που ήδη δείχνει τα δόντια της στηn ελληνική οικονομία.

Είναι χαρακτηριστικό ότι την ημέρα του θλιβερού συμβάντος ο πρόεδρος του σωματείου ξενοδοχοϋπαλλήλων Ρόδου, Θανάσης Σταμούλης, περιέγραψε παρουσία των τηλεοπτικών καμερών ότι το «σμαραγδένιο νησί», πού άλλοτε βούλιαζε από το πλήθος των τουριστών που το επισκέπτονταν, τώρα βουλιάζει στο τέλμα της οικονομικής ύφεσης, αφού η πλειοψηφία των τουριστικών επιχειρήσεων του νησιού δεν… ξεκλείδωσε το λουκέτο που είχε μπει στην καραντίνα.

Ο πρόεδρος του σωματείου ξενοδοχοϋπαλλήλων Ρόδου, Θανάσης Σταμούλης

Αποτέλεσμα; Η πλειονότητα των Ροδιτών που βιοπορίζονταν από το τοπικό τουριστικό προϊόν σήμερα βιώνουν μία κατάσταση οικονομικής ανέχειας. «Η κατάσταση είναι τραγική. Έρχονται άνθρωποι έξω από το εργατικό κέντρο της Ρόδου, για να πουλήσουν τα υπάρχοντά τους… Μου θυμίζει κατοχή η κατάσταση. Η Ρόδος είναι νεκρή πόλη. Δεν κινείται τίποτα έξω. Ειδικά το βράδυ είναι… νέκρα», δήλωσε επί λέξη ο κ. Σταμούλης

Την ίδια εικόνα πιστοποιούν και τα στοιχεία που δημοσιοποίησε ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων στον Επισιτισμό – Τουρισμό (ΠΟΕΕΤ), Γιώργος Χότζογλου. Συγκεκριμένα, ο εκπρόσωπος των ξενοδοχοϋπαλλήλων είπε σε ραδιοφωνική του συνέντευξη στα μέσα της εβδομάδας ότι πολλοί εκ των συναδέλφων του ζουν χωρίς εισόδημα από τον περασμένο Οκτώβριο, με αποτέλεσμα να εξαναγκάζονται σε διακοπές ηλεκτροδότησης των κατοικιών τους, ακόμη και σε εξώσεις από αυτές!!!

Προέβη δε στη ζοφερή πρόβλεψη ότι σχεδόν οι μισοί εργαζόμενοι του επισιτιστικού-τουριστικού κλάδου θα οδηγηθούν εκτός αγοράς εργασίας, που σημαίνει πρακτικά ότι περί τις 250.000-300.000 εργαζόμενοι –από τους 600.000 που αριθμούσε ο κλάδος το 2019– θα χάσουν τη δουλειά τους.

Ο πρόεδρος της ΠΟΕΕΤ, Γιώργος Χότζογλου

Σύμφωνα πάντα με τον Γ. Χότζογλου, παρά την έκδοση από τις 15 Ιουνίου της Κοινής Υπουργικής Απόφασης που προέβλεπε ότι οι ιδιοκτήτες εποχικών τουριστικών καταλυμάτων έπρεπε μετά την άρση του lockdown να προχωρήσουν στην τυπική επαναπρόσληψη των εργαζομένων τους στην ΕΡΓΑΝΗ, ώστε οι τελευταίοι να πάρουν τα χρήματα για την αναστολή εργασίας, εκείνοι δεν το έπραξαν, με αποτέλεσμα οι ξενοδοχοϋπάλληλοι να μείνουν ξεκρέμαστοι.

Θυμίζεται ότι με εναρκτήρια ημερομηνία την 7η Ιουλίου όσοι εργάζονταν σε καταλύματα που δεν θα λειτουργήσουν φέτος εξαιτίας της πανδημίας, θα πρέπει να «τρέξουν» μόνοι τους τις σχετικές διαδικασίες αιτούμενοι το επίδομα των 534 ευρώ, ενώ αντίστοιχα οι εργαζόμενοι όσων ξενοδοχείων επαναλειτουργήσουν θα πρέπει να επαναπροσληφθούν και στη συνέχεια οι εργοδότες τους να τους ξαναθέσουν σε καθεστώς αναστολής ώστε να δικαιούνται το εν λόγω επίδομα.

Λουκέτα… ομαδόν!

Η αλήθεια είναι ότι τα όσα καταμαρτυρούν οι εκπρόσωποι του τουριστικών φορέων δεν αφορούν μόνο τη Ρόδο ή κάποιες λίγες τοπικές τουριστικά εξαρτώμενες οικονομίες. Πρόκειται για ένα πιο γενικευμένο φαινόμενο, γι’ αυτό και πίσω στην Αθήνα, ο επικεφαλής και οι επιτελείς του υπουργείου Οικονομικών κοιμούνται και ξυπνούν με τον εφιάλτη να δουν την εκτίναξη των λουκέτων και κατά συνέπεια της ανεργίας σε ολόκληρη την επικράτεια.

Τον παραπάνω φόβο παραδέχτηκε κρυφίως και… γλυκά ο ΥΠ.ΟΙΚ., Χρήστος Σταϊκούρας, καθώς όπως είπε το πρωί της Τετάρτης υπάρχουν τμήματα της ελληνικής οικονομίας που έχουν πάρει μπρος, υπάρχουν γεωγραφικές περιοχές που πηγαίνουν καλύτερα, συμπληρώνοντας ωστόσο ότι υπάρχουν «και περιοχές που δεν έχουν πάρει φόρα ακόμα όπως τα νησιά».

Ειδικά για τις νησιωτικές περιοχές, που ως γνωστόν ζουν από τους ημεδαπούς και αλλοδαπούς επισκέπτες, ο «τσάρος» επιβεβαίωσε ότι «ο τουρισμός στην καλύτερη των περιπτώσεων μόλις ξεκίνησε να κάνει τα πρώτα δειλά βήματα». Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών, αυτή η εικόνα είχε ενσωματωθεί πλήρως στα στοιχεία για την εκτίμηση της ύφεσης που έστειλε η Ελλάδα στις Βρυξέλλες, η οποία όπως διευκρίνισε ο ίδιος έφτασε το β΄ τρίμηνο του έτους στο δυσθεώρητο 16%!!!

Χειροτερεύουν οι προβλέψεις

Τα μαύρα σύννεφα της απαισιοδοξίας πυκνώνουν και από τις αναθεωρημένες –επί τα χείρω– προβλέψεις του ΔΝΤ για την παγκόσμια οικονομία, με το Ταμείο να «βλέπει» αλματώδη διόγκωση των ελλειμμάτων και του χρέους.

Ειδικότερα, στην αναθεώρηση των προβλέψεων του Απριλίου (World Economic Outlook Update) οι αναλυτές του ΔΝΤ εκτιμούν ότι το τρέχον έτος η παγκόσμια οικονομία θα «γράψει» ύφεση της τάξης του 4,9% (έναντι 3% που εκτιμούσε το IMF τον μήνα Απρίλιο), ενώ για το 2021 οι ίδιες αναλύσεις προβλέπουν ένα λιγότερο εντυπωσιακό από τα προσδοκώμενα ριμπάουντ ανάκαμψης που δεν θα ξεπεράσει το 5,4%.

Το πλήγμα θα είναι μεγαλύτερο για τις ανεπτυγμένες οικονομίες, οι οποίες εκτιμάται ότι θα υποστούν φέτος ύφεση 8% για να ανακάμψουν 4,8% το 2021, με αποτέλεσμα το ΑΕΠ τους να είναι χαμηλότερο το επόμενο έτος κατά 4% σε σχέση με το επίπεδο του 2019. Ειδικότερα για την Ευρωζώνη, το ΔΝΤ προβλέπει ύφεση 10,2% φέτος και ανάκαμψη 6% το 2021, με την Ιταλία και την Ισπανία να αντιμετωπίζουν τις χειρότερες προοπτικές (12,8% ύφεση φέτος και ανάκαμψη 6,3% το 2021).

Ιδιαίτερα έντονες εκτιμώνται οι επιπτώσεις της κρίσης και για τη Γαλλία (12,5% ύφεση και 7,3% ανάκαμψη, αντίστοιχα), ενώ μικρότερο αναμένεται το πλήγμα για τη Γερμανία, όπου προβλέπεται ύφεση 7,8% φέτος και ανάκαμψη 5,4% το 2021.

Ιδιαίτερη μνεία κάνουν οι επικεφαλής του ΔΝΤ στην απουσία –για την ώρα τουλάχιστον– ενός ιατρικού «αντίδοτου» στην υγειονομική απειλή ενός δεύτερου κύματος του κορωνοϊού, γεγονός που καθιστά εξαιρετικά αβέβαιη την ισχύ της ανάκαμψης. Εξ ου και η επίσης δυσοίωνη σύσταση του Ταμείου προς τις χώρες που χαλαρώνουν τα περιοριστικά μέτρα για την εξάπλωση του κορωνοϊού να στρέψουν σταδιακά τις δημοσιονομικές πολιτικές τους από τη στήριξη των επιχειρήσεων προς μία καλύτερα στοχευμένη στήριξη των νοικοκυριών, λαμβάνοντας υπόψη την έκταση της παραοικονομίας.

Αβέβαιη αναμονή να «μαρσάρουν» οι τράπεζες

Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα παγκόσμιας απαισιοδοξίας, στην οδό Νίκης προσπαθούν να κερδίσουν χρόνο προσδοκώντας ότι στο διάστημα των επόμενων 15-20 ημερών οι τράπεζες θα μπορέσουν να ξεκλειδώσουν τις κάνουλες των εκταμιεύσεων προ τις επιχειρήσεις. Το ζητούμενο είναι φυσικά να μην παραμείνει η πραγματική οικονομία στο επίπεδο της προσδοκίας, πράγμα όχι απίθανο. Κι αυτό διότι από την πηγή της κυβερνητικής στήριξης (βλ. πρόγραμμα ΤΕΠΙΧ ΙΙ, Ταμείο Εγγυοδοσίας, μέτρο επιστρεπτέας προκαταβολής κ.ά.) μπορούν να πιούν νερό λίγοι και «καθαροί».

Εν ολίγοις αυτοί που είχαν παρελθούσες κερδοφόρες χρήσεις (σ.σ. πόσοι είναι αυτοί μετά από χρόνια κρίσης;), διαθέτουν εμπράγματες εξασφαλίσεις, δεν είναι νεοφυείς επιχειρήσεις (αφού σε τέτοια περίπτωση δεν έχουν καν πρότερο επιχειρηματικό βίο να επιδείξουν) και φυσικά δεν είναι «προβληματικές» βάσει των κριτηρίων που θέτουν οι ντιρεκτίβες της Ε.Ε. για τις κρατικές ενισχύσεις.

Αυτό νομοτελειακά οδηγεί σε αυστηρό face control και «κόφτη» μεγάλου μέρους του μικρομεσαίου επιχειρείν, πρόβλημα που αναγνωρίζουν και τα ίδια τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της χώρας. Απόδειξη τα όσα είπε προ ημερών στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, Γεώργιος Χαντζηνικολάου, ο οποίος υπογράμμισε μεταξύ άλλων ότι «αν και τα ποσά ρευστότητας που διοχετεύονται στην οικονομία είναι μεγάλα, οι παραπάνω περιορισμοί (σ.σ. εννοεί τη χρηματοδότηση των προβληματικών επιχειρήσεων) συνεπάγονται ότι η χρηματοδότηση και ο τραπεζικός δανεισμός δεν θα φθάσει στα πιστοληπτικά ασθενέστερα στρώματα της οικονομίας. Το τραπεζικό σύστημα δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτήν την πρόκληση. Καλό θα ήταν να δοθούν κρατικές εγγυήσεις σε αυτές τις μονάδες (επιχειρήσεις και καταναλωτές), όπως έχει γίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αντιλαμβανόμαστε όμως τους δημοσιονομικούς περιορισμούς της χώρας μας».

Ενδεικτικό του προβλήματος είναι ότι για το πρόγραμμα ΤΕΠΙΧ ΙΙ, μέσω του οποίου μπορούν να χορηγηθούν δάνεια έως 2 δισ. ευρώ με επιδότηση του επιτοκίου για δύο χρόνια από το κράτος, υποβλήθηκαν συνολικά 98.000 αιτήσεις, αλλά έγιναν δεκτές μόνο οι 10.000, σύμφωνα με τα στοιχεία των τραπεζών.

Για το πρόγραμμα των εγγυημένων δανείων της Αναπτυξιακής Τράπεζας, έχουν ζητηθεί δάνεια άνω των 19 δισ. ευρώ, αλλά το πρόγραμμα, ακόμη και αν όλες οι αιτούσες επιχειρήσεις ήταν αξιόχρεες, δεν μπορεί να διαθέσει περισσότερα από 7 δισ. ευρώ, συνεπώς οι περισσότερες αιτήσεις θα απορριφθούν.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα