Κωνσταντίνος Καβάφης

Ο ποιητής που πέθανε σαν σήμερα, τη μέρα των γενεθλίων του

Ο  Κωνσταντίνος Καβάφης  ανήκει στους λίγους εκείνους, που πέθαναν τη μέρα των γενεθλίων τους, όπως ο Μανώλης Χιώτης, ο Χρήστος Τσαγανέας, η Ίγκριντ Μπέργκμαν… Είναι ο Καβάφης, που ζητούσε σε άρθρο του το 1893 «την επάνοδον της Κύπρου εις τους κόλπους της Ελληνίδος γης…»

Του Τάσου Κ. Κοντογιαννίδη

Σκίτσο Καβάφη από τον Μαλέα

Γεννήθηκε και πέθανε στις 29 Απριλίου (1863-1933) στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Θα πίστευε κανείς πως η μοίρα του φανέρωνε τον κύκλο του επίγειου βίου του, που το μαρτυρεί καταφανώς, με μία… αυθαίρετη ερμηνεία, ο στίχος του στο ποίημα «Έμπορος Αλεξανδρεύς»: «…έφθασ’ Απρίλιον: φεύγω Απρίλιον. Δεν έχασα καιρόν!»

Ο Καβάφης άργησε να καθιερωθεί στην Ελλάδα, αφού Παλαμάς και Ψυχάρης ήσαν πολέμιοι της ποιήσεώς του, επειδή δεν συμβάδιζε μ’ εκείνην που καλλιεργείτο στην Αθήνα. Ώσπου ήλθε ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, που τον παρουσίασε υμνητικά στις στήλες του περιοδικού «Παναθήναια».

Και τότε το καβαφικό στυλ, με την κατάργηση της ομοιοκαταληξίας, θεωρήθηκε μοντέρνο κι επηρέασε  τους μεταγενέστερους ποιητές.

Το διαβατήριο του Καβάφη

Στα 30 του χρόνια, ο Καβάφης, αν και ζούσε μακριά, δεν ήταν αποκομμένος από την Ελλάδα. Διατηρούσε μέσα του ζωντανό το όνειρο της μεγάλης Ελλάδος και δημοσίευσε άρθρο στην εφημερίδα «Τηλέγραφος» της Αλεξάνδρειας (9-4-1893), με τίτλο «Το κυπριακό ζήτημα», όπου σημειώνει: «…ας ελπίσωμεν, ότι μίαν ημέραν οι πόθοι των Κυπρίων, ή ορθότερον των Ελλήνων όλων, περί ενώσεως της νήσου μετά του Ελληνικού Βασιλείου,  θα εκπληρωθώσιν. Εν τη  Μεγάλη Βρετανία υπάρχει φιλοδίκαιος πεφωτισμένη και πανίσχυρος δημοσία γνώμη. Η Κύπρος ήτις διά την Ελλάδα είναι μέγα βήμα προς τα πρόσω, δια την Αγγλίαν είναι βάρος, δυσκολία τις, πηγή φροντίδων».

Αυτά σημειώνει  ο Καβάφης, για το όνειρο «της επανόδου της ξενιτεμένης Κύπρου στους κόλπους της Ελληνίδος γης», τονίζοντας ότι  δεν είναι ανάγκη να αποδείξει ότι είναι ελληνική, γιατί είναι  «ως να απεδείκνυε τις ότι οι Πελοποννήσιοι είναι Έλληνες».

Για την καταγωγή του ο Καβάφης σημειώνει: «Είμαι Κωνσταντινουπολίτης την καταγωγήν, αλλά εγεννήθηκα στην Αλεξάνδρεια…» Τελευταίο παιδί του Πέτρου Καβάφη και της Χαρίκλειας Φωτιάδου. Ο πατέρας της Χαρίκλειας, Γεώργιος,  κατήγετο από τη Σινώπη του Πόντου και η οικογένειά του μετώκησε στις αρχές του 19ου αιώνα στην Πόλη, ασχολούμενη  με το εμπόριο κοσμημάτων.

Μετά τον θάνατο της μητρός του Χαρίκλειας, λίγο πριν από το 1920,  ο Καβάφης έδειξε ενδιαφέρον διαβάζοντας και σχολιάζοντας δημοτικά τραγούδια που έχουν σχέση με την απώτερη καταγωγή της μητέρας του και του παππού του, όπως το ποντιακό  «Η Ρωμανία επάρθεν». Ιδού τι έγραψε:                       

«Αυτές τις μέρες διάβαζα δημοτικά τραγούδια  για τ’ άθλα των κλεφτών και τους πολέμους. Πράγματα συμπαθητικά, δικά της, γραικικά. Διάβαζα και τα πένθιμα για το χαμό της Πόλης που εψέλναν ζερβά ο βασιλιάς και δεξιά ο Πατριάρχης, όπου  φωνή ακούστηκε και είπε.  “Πάψτε παπάδες τα χαρτιά και κλείστε τα Βαγγέλια. Πήραν την πόλιν, πήραν την, πήραν τη Σαλονίκη”. Όμως εκείνο που με άγγιξε πιο πολύ ήταν το άσμα το Τραπεζούντιο, με την παράξενη του γλώσσα και με τη λύπη των Γραικών των μακρινών εκείνων, που ίσως, όλο πίστευαν πως θα σωθούμε ακόμη. “Μα αλίμονο μοιραίον πουλίν, από την πόλη έρ’ται μεσ’ στο φτερούλιν’ αθ’ εν’, χαρτίν περιγραμμένον κι ουδέ σην άμπελον κονεύ’, μηδέ σο περιβόλιν, επή’εν και εκόνεψεν, ση κυπαρίσσ’ τη ρίζαν”. Οι αρχιερείς δε δύνανται (ή δε θέλουν)να το διαβάσουν. “Σσέρας υιός Γιαννίκας έν’”, ατός  το χαρτί παίρνει και το διαβάζει κι όλοφύρεται, “σίτ’ αναγνώθ’, σίτ’ ανακλαίγ’ σίτ’ ανακρούγ’ την κάρδιαν, ν’αϊλλοί εμάς να βάϊ εμάς, η Ρωμανία επάρθεν!”»

Τότε εμπνεύστηκε και έγραψε άλλα τρία μικρά ποιήματα, το ένα με την πόλη που γεννήθηκε ο παππούς του Γεώργιος (Γιωρίκας) με τίτλο «Eν πορεία προς την Σινώπη», το δεύτερο με τίτλο «Μανουήλ Κομνηνός» και το τρίτο «Άννα Κομνηνή», για την  «αγέρωχη αυτή γραικιά».

Όταν πέθανε η Τζάκι Κέννεντι Ωνάση το 1994, στην κηδεία της έγινε κάτι αναπάντεχο. Αφού μίλησαν  για την προσωπικότητά της, ήρθε η σειρά φιλικού της προσώπου, του Μορίς Τέμπελσμαν, που ξαφνιάζοντας όλους, απάγγειλε το ποίημα του Καβάφη «Θερμοπύλες». Την επομένη οι αμερικάνικες εφημερίδες ασχολήθηκαν με το θέμα ενώ οι «Νιού Γιορκ Τάϊμς» δημοσίευσαν ολόκληρο το ποίημα σε μετάφραση του Έντμουντ Κήλυ. Τις επόμενες ημέρες, όλα τα βιβλιοπωλεία στην Αμερική τύπωναν, πουλούσαν  και ξεπουλούσαν τα ποιήματα, κάνοντας επίκαιρο τον  Καβάφη

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα