ΚΟΡΩΝΟΪΟΣ: «Πυρετός» για τις δομές και τα σχολεία

Ανησυχίες και ανασφάλεια λίγες ημέρες πριν από το πρώτο κουδούνι

Όταν στις αρχές Ιουνίου οι μαθητές επέστρεφαν στα θρανία έπειτα από σχεδόν δύο μήνες αυστηρής υγειονομικής καραντίνας, η ελπίδα όλων –γονιών, μαθητών, εκπαιδευτικών και υπουργείου Παιδείας– ήταν ότι τον Σεπτέμβρη οι σχολικές αίθουσες θα άνοιγαν εκ νέου, αυτήν τη φορά χωρίς τον φόβο του κορωνοϊού.

Μία εβδομάδα μένει μέχρι την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς και όπως φαίνεται το πρώτο κουδούνι δεν θα χτυπήσει και πολύ… χαρμόσυνα. Κι αυτό γιατί η εκπαιδευτική κοινότητα επιστρέφει μεν στο φυσικό της περιβάλλον αλλά με πολλούς και πρωτόγνωρους κανόνες ασφαλείας: υποχρεωτική χρήση μάσκας μέσα στις τάξεις αλλά και σε κάθε κλειστό χώρο της σχολικής μονάδας, ξεχωριστά διαλείμματα, προσαρμογή ακόμη και των κυλικείων στη νέα πραγματικότητα.

Αναμφίβολα το μεγάλο στοίχημα που καλείται να κερδίσει η κυβέρνηση, μαζί με αυτό της οικονομίας (σ.σ. τα ελληνοτουρκικά είναι μια κατηγορία μόνα τους), είναι η επανέναρξη των σχολείων. Διότι το πρώτο κουδούνι έρχεται σε μία στιγμή που τα κρούσματα είναι μεν σταθερά και χωρίς να αυξάνονται δραματικά οι διασωληνώσεις, αλλά παραμένουν σε μεγάλο τριψήφιο αριθμό, οι νέες νοσήσεις που επιβεβαιώνονται καθημερινά αφορούν κυρίως τις νεότερες ηλικίες και η μεγαλύτερη (και εκπαιδευτικά) περιφέρεια της χώρας, η Αττική, συγκεντρώνει τα υψηλότερα ποσοστά διασποράς του κορωνοϊού στην κοινότητα.

Ήδη τα στελέχη και οι επιστήμονες του υπουργείου Υγείας και του ΕΟΔΥ ιδρώνουν και ξεϊδρώνουν από αγωνία για τα υγειονομικά δεδομένα που προκύπτουν από κλειστές δομές, όπως είναι οι οίκοι ευγηρίας, τα κέντρα φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών. Η ανησυχία τους εύλογη. Μετά από τους 23 νεκρούς που μετρούσαν μέχρι και την Πέμπτη στο γηροκομείο στο Ασβεστοχώρι Θεσσαλονίκης, «έσκασαν» τα 19 κρούσματα κορωνοϊού στο γηροκομείο του Αμαρουσίου, και φυσικά η σοβαρή λοίμωξη 40χρονου πρόσφυγα στο ανοιχτό  ΚΥΤ της Μόριας που τέθηκε σε καραντίνα.

Η υπογράμμιση της επικινδυνότητας διασποράς του κορωνοϊού σε τέτοιες δομές δεν έχει κινδυνολογική χροιά, αλλά αποτελεί κι αυτή ένα καμπανάκι εγρήγορσης για την εκπαιδευτική κοινότητα. Ας μη γελιόμαστε: τα σχολεία αποτελούν μία «κλειστή» και με συνθήκες αναγκαστικού συγχρωτισμού «κοινωνία». Μπορεί το αντεπιχείρημα να λέει ότι δεν είναι δόκιμο να συγκρίνονται οι κανόνες κοινωνικής αποστασιοποίησης που ισχύουν, π.χ. στην εστίαση με τις αποστάσεις των μαθητών στα σχολικά θρανία, γιατί στις ταβέρνες και στα μπαρ οι πελάτες εναλλάσσονται, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι και οι δάσκαλοι και οι μαθητές δεν είναι αποστειρωμένα όντα. Ψωνίζουν κι αυτοί στα σούπερ μάρκετ, μετακινούνται με τα μέσα μαζικής μεταφοράς, παίζουν στις παιδικές χαρές και φοιτούν στα φροντιστήρια.

Ευτυχώς, το πρώτο κρούσμα σε εκπαιδευτικό δημοτικού σχολείου που έγινε γνωστό χθες Παρασκευή το είχαμε πριν ανοίξει το σχολείο, αλλά παραμένει ενδεικτικό της πρόκλησης μπροστά στην οποία βρίσκεται η εκπαιδευτική κοινότητα, συμπεριλαμβανομένων όλων όσοι την απαρτίζουν. Ειδικά για τους δασκάλους/καθηγητές η πρόκληση είναι ακόμη μεγαλύτερη, αφού πλην του δύσκολου εκπαιδευτικού έργου τους, καλούνται πλέον να ασκήσουν και τα «καθήκοντα» του υγειονομικού, του ψυχολόγου, ακόμη-ακόμη και του ανθρώπου που θα έρθει αντιμέτωπος με την άρνηση κάποιων να φορούν τη μάσκα, επειδή η μαμά και ο μπαμπάς στο σπίτι εμφορούνται από θεωρίες συνωμοσίας.

Καλά κουράγια, λοιπόν…

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα