«Ξυπόλυτος» και μόνος στα… αγκάθια της Siemens

Όταν ο εισαγγελέας Εφετών, κ. Γαληνός Μπρης, αναλάμβανε καθήκοντα αναπληρωτή οικονομικού εισαγγελέα, σίγουρα δεν μπορούσε να φανταστεί πως ενάμιση χρόνο μετά θα καλείτο να ξεδιαλύνει «την ήρα από το στάρι» σε μια υπόθεση που συντάραξε συθέμελα το πολιτικό στερέωμα της χώρας και την οποία μάλιστα πρώτος είχε ερευνήσει ο έτερος οικονομικός εισαγγελέας κ. Παναγιώτης Αθανασίου, όταν ακόμη υπηρετούσε ως εισαγγελέας Πρωτοδικών στο Πρωτοδικείο της Αθήνας.

Ο λόγος για το πολύκροτο σκάνδαλο της Siemens που τελούσε υπό διερεύνηση από την ελληνική Δικαιοσύνη από το 2005, δηλαδή λίγο μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Σήμερα, περίπου έξι χρόνια μετά τις πρώτες ποινικές διώξεις που ασκήθηκαν –προϊόν της προανακριτικής έρευνας που είχε διενεργήσει ο κ. Αθανασίου η σχετική δικογραφία, όπως αποκαλύπτει η «Α»– η υπόθεση βρίσκεται στα χέρια του κ. Μπρη, ο οποίος αφού τη μελετήσει θα εισηγηθεί στο Συμβούλιο Εφετών ποιοι από τους 70 και πλέον κατηγορουμένους και για ποιες κατηγορίες θα παραπεμφθούν στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων.

Μόνο που η δικογραφία για το πολύκροτο σκάνδαλο της Siemens είναι τεράστια (καλύπτει τετραγωνικά ολόκληρα) και οι παλινωδίες που «συνόδευσαν» τη μαραθώνια δικαστική έρευνα ουκ ολίγες. Υπό αυτές τις συνθήκες και ενώ σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη με τη διερεύνηση της υπόθεσης ασχολούνται τιμ δικαστικών λειτουργών, το έργο που καλείται να φέρει εις πέρας ο κ. Μπρης είναι μάλλον τιτάνιο.

Η ανάκριση για το πολύκροτο σκάνδαλο της Siemens περατώθηκε τον περασμένο Φεβρουάριο και η δικογραφία-μαμούθ που έχει σχηματιστεί έφυγε από τα χέρια των ειδικών ανακριτών που ερεύνησαν την υπόθεση, Μαρίας Νικολακέα, Νίκου Πιπιλίγκα και Ιωάννη Φιοράκη, και διαβιβάστηκε στον κ. Μπρη. Πλέον, ο κ. Μπρης, εκτός όλων των άλλων υποθέσεων τις οποίες χειρίζεται ως οικονομικός εισαγγελέας, θα κληθεί να καταθέσει στο συμβούλιο τη σχετική πρότασή του σε εύλογο χρονικό διάστημα για να ακολουθήσει στη συνέχεια η έκδοση του βουλεύματος και ο προσδιορισμός της δίκης.

H ανάκριση για το σκάνδαλο της Siemens είχε περατωθεί με περισσότερους από 75 κατηγορούμενους, ανάμεσά τους άλλοτε «βαριά» ονόματα του πολιτικού γίγνεσθαι, όπως για παράδειγμα αυτό του Θεόδωρου Τσουκάτου, «στρατηγού» κάποτε του ΠΑΣΟΚ, καθώς και άλλων υψηλόβαθμων κρατικών αξιωματούχων.

Η αυλαία, ωστόσο, των ερευνών για το μεγάλο σκάνδαλο «λαδώματος» και χρηματισμού Ελλήνων πολιτικών και στελεχών δημόσιων οργανισμών, όπως ο ΟΤΕ, από τη γερμανική εταιρεία Siemens, έπεσε με μόνο δύο πρόσωπα (από τα 70 και πλέον του κατηγορητηρίου) να έχουν ομολογήσει στις ελληνικές δικαστικές αρχές, ότι πράγματι δωροδοκήθηκαν από τον γερμανικό κολοσσό.

Ο πρώτος είναι ο κ. Τσουκάτος, ο οποίος κατέθεσε στις ελληνικές δικαστικές αρχές ότι πράγματι έλαβε χρήματα από τα «μαύρα ταμεία» της γερμανικής εταιρείας. Ο κ. Τσουκάτος, το όνομα του οποίου περιλαμβάνεται στη λίστα με τα ονόματα των κατηγορουμένων είχε παραδεχθεί πως 1.000.000 γερμανικά μάρκα εισέρευσαν στα ταμεία του ΠΑΣΟΚ και προέρχονταν από τη Siemens Ελλάδος. Όπως μάλιστα είχε επισημάνει, τα χρήματα «πήγαν στον προορισμό τους», δηλαδή στο ΠΑΣΟΚ ως προεκλογική εισφορά, χωρίς κανείς να γνωρίζει την προέλευσή τους και δόθηκαν σε μια περίοδο (1998-1999) που κανείς, όπως είπε, δεν είχε ιδέα για τα «μαύρα ταμεία» του γερμανικού κολοσσού!

Το άλλο πρόσωπο που μίλησε και παραδέχθηκε τον στενό… εναγκαλισμό του με τα στελέχη της Siemens στην Αθήνα είναι ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ, Τάσος Μαντέλης, ο οποίος δικάζεται στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας. Το σκέλος αυτό της υπόθεσης έφτασε στο ακροατήριο, καθώς διαχωρίστηκε από τη μεγάλη δικογραφία δεδομένου του κινδύνου τα αδικήματα να παραγραφούν.

Ο Τ. Μαντέλης, κατηγορούμενος για ξέπλυμα «μαύρου χρήματος» και παθητική δωροδοκία, είχε παραδεχθεί αρχικά στη Βουλή (τον Μάιο του 2010) ότι το 1998 και το 2000 έλαβε 200.000 και 250.000 μάρκα. Ως πηγή προέλευσης του πρώτου ποσού ο Τ. Μαντέλης κατονόμασε τη Siemens, ενώ για το δεύτερο έμβασμα δήλωσε ότι δεν γνωρίζει την προέλευσή τους.

Σύμφωνα, ωστόσο, με το παραπεμπτικό βούλευμα (αριθμ. 1828/2013), ο Τ. Μαντέλης έλαβε από τα «μαύρα ταμεία» της γερμανικής εταιρείας το συνολικό ποσό 450.000 γερμανικών μάρκων. Τα χρήματα είχαν εμβαστεί σε δόσεις σε λογαριασμό στη Γενεύη τον οποίο είχε ανοίξει ο κ. Γιώργος Τσουγκράνης, «κουμπάρος» του Τ. Μαντέλη, χρησιμοποιώντας την κωδική ονομασία ROCOS.

Κατηγορούμενοι στη δίκη που βρίσκεται σε εξέλιξη εκτός από τον πρώην υπουργό του ΠΑΣΟΚ είναι ακόμη οι Γιώργος Τσουγκράνης, Αντωνία Μάρκου εφοριακός, Ηλίας Γεωργίου πρώην στέλεχος της Siemens, και Αριστείδης Μαντάς συνεργάτης του πρώην υπουργού.

 

 

Η ανάκριση και οι προφυλακίσεις

Τα πρόσωπα που έχουν καταστεί κατηγορούμενοι από τους τρεις ανακριτές έπειτα από περίπου πέντε χρόνια έρευνας για το σκάνδαλο των «μαύρων ταμείων» είναι κυρίως στελέχη του ΟΤΕ, μέλη των επιτροπών αξιολόγησης που μετείχαν στη σύναψη της σύμβασης 8002 (μεταξύ Siemens και ΟΤΕ), μεγαλοστελέχη της γερμανικής εταιρείας στην Ελλάδα, αλλά και πρώην στελέχη της μητρικής Siemens στη Γερμανία.

Όλοι έχουν απολογηθεί στους ανακριτές για τις κακουργηματικού τύπου κατηγορίες που αντιμετωπίζουν (ξέπλυμα και δωροδοκία) και έχουν αφεθεί ελεύθεροι με την επιβολή περιοριστικών όρων. Δεν υπήρξε, δηλαδή, καμία προφυλάκιση στο πλαίσιο της έρευνας που διενήργησαν οι τρεις ειδικοί ανακριτές που ορίστηκαν από την Ολομέλεια Εφετών για να χειριστούν την τόσο σοβαρή αυτή υπόθεση, δηλαδή η κα Νικολάκεα και οι κ.κ. Πιπιλίγκας και Φιοράκης.

Είχε προηγηθεί η ανάκριση που διενήργησε ο κ. Ζαγοριανός και τότε ήταν που κατηγορημένοι στην υπόθεση, όπως για παράδειγμα ο Γιώργος Σκαρπέλης, ο Αλ. Αθανασιάδης κ.ά., οδηγούνταν μετά τις απολογίες τους στη φυλακή, για να αποφυλακιστούν όμως λίγους μήνες αργότερα με όρους.

Πλέον τον τελικό λόγο θα έχει το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, το οποίο θα δικάσει την υπόθεση.

A.K.

 

 

Οι φυγόδικοι και το υπόμνημα

Η ανάκριση για το πολύκροτο σκάνδαλο της Siemens είχε σημαδευτεί όμως και από την εξαφάνιση του βασικού κατηγορουμένου της υπόθεσης Μιχάλη Χριστοφοράκου, αλλά και του άλλου επίσης βασικού κατηγορουμένου Χρήστου Καραβέλα στο εξωτερικό. Τα δύο αυτά γεγονότα στιγμάτισαν τις έρευνες των ελληνικών αρχών και η φυγή κυρίως του Μ. Χριστοφοράκου έβαλε για πολλούς και ταφόπλακα στις έρευνες της ελληνικής Δικαιοσύνης.

Ο άλλοτε ισχυρός άνδρας της Siemens στην Ελλάδα διέφυγε στη Γερμανία στις 15 Δεκεμβρίου 2007 και ενώ είχε κληθεί σε απολογία από τον τότε ανακριτή υπόθεσης κ. Νίκο Ζαγοριανό. Δύο χρόνια μετά τη διαφυγή του, και συγκεκριμένα στις 4 Νοεμβρίου του 2009, το ανώτατο δικαστήριο της Βαμβέργης  έκρινε τελεσίδικα ότι τα αδικήματα για τα οποία είχαν εκδοθεί τα τρία ευρωπαϊκά εντάλματα σύλληψης σε βάρος του Μ. Χριστοφοράκου είχαν παραγραφεί σύμφωνα με το γερμανικό δίκαιο. Μάλιστα, πέντε χρόνια μετά τη διαφυγή του στο εξωτερικό, ο άλλοτε ισχυρός άνδρας της Siemens απέστειλε υπόμνημα στις ελληνικές ανακριτικές αρχές σε μια προσπάθεια να εξηγήσει τη στάση του.

Ανέφερε μεταξύ άλλων στο υπόμνημά του: «…Το ότι δεν έλαβα θέση στις εναντίον μου κατηγορίες δεν αποτελεί από την πλευρά μου κανενός είδους απείθεια ή έλλειψη σεβασμού απέναντι στην ελληνική Δικαιοσύνη… Ήμουν εξαρχής πρόθυμος να συνεργαστώ με τις ελληνικές Αρχές, έτσι παρουσιάστηκα πολλές φορές στον εισαγγελέα κ. Αθανασίου. Μία φορά παρουσιάστηκα και στον ανακριτή κ. Ζαγοριανό για να απολογηθώ. Είχαν κληθεί περίπου 12 άτομα την ίδια ώρα για απολογία. Ο κ. ανακριτής μού ανακοίνωσε ότι το κατηγορητήριο δεν ήταν έτοιμο, δεν μου έκανε ερωτήσεις, αλλά ανακοίνωσε ότι θα ακολουθούσε νέα κλήση.

»Η νέα κλήση ήρθε στο δεύτερο ήμισυ του Μαΐου 2009 σχετική με τον ΟΤΕ. Ζήτησα, λόγω οικογενειακών λόγων, νέα προθεσμία για μέσα Ιουνίου… Έλειπαν ακόμη περίπου 25 ημέρες ως τη νέα απολογία και έχοντας επαγγελματικές υποχρεώσεις στο Μόναχο ταξίδεψα με τον γιο μου, μόνοι μας, χωρίς συνοδεία. Ο γιος μου επέστρεψε την Κυριακή και εγώ παρέμεινα για επαγγελματικούς λόγους… Την Τρίτη, αν ενθυμούμαι καλά, έλαβα μήνυμα από τον Έλληνα δικηγόρο μου ότι τα γεγονότα σε σχέση με την ανάκριση της Siemens είχαν πολιτικοποιηθεί υπέρμετρα, ίσως λόγω και των εκλογών του Ιουνίου (σ.σ.: 2009).

»Ενημερώθηκα επίσης αιφνιδίως ότι η ημερομηνία, που είχε οριστεί για τα μέσα Ιουνίου, είχε ακυρωθεί και ότι ο κ. ανακριτής είχε ζητήσει την άμεση απολογία μας. Οι έντονες ψυχοσωματικές αντιδράσεις με ανάγκασαν να επισκεφθώ έναν γιατρό. Μου απαγόρευσε να ταξιδέψω σε αυτή την κατάσταση και ειδοποίησα τον δικηγόρο μου. Ενημέρωσε τον κ. ανακριτή, αλλά εκείνος εξέδωσε αμέσως διεθνές ένταλμα σύλληψης σε βάρος μου, το οποίο αποτέλεσε και τον λόγο της συλλήψεώς μου στη Γερμανία(…). Στην τωρινή φάση της ανάκρισης δεν μπόρεσα να εμφανιστώ, διότι η σύλληψή μου ήταν, όπως πληροφορήθηκα, σίγουρη…»

 

 

Αβάσιμες κατηγορίες

Με το υπόμνημά του ο Μ. Χριστοφοράκος χαρακτηρίζει αβάσιμες τις εναντίον του κατηγορίες και όπως επισημαίνει δεν υπάρχει καμία μαρτυρική κατάθεση που να τον συνδέει με τον ΟΤΕ. Αναφέρει χαρακτηριστικά: «Είδα για πρώτη φορά το 8% στις δημοσιεύσεις στα τέλη του 2007. Δεν γνώριζα τίποτε για πιθανές πληρωμές σε στελέχη του ΟΤΕ. Εξάλλου και στα κατηγορητήρια δεν γίνεται καμία αναφορά σε δικές μου καταβολές χρημάτων, καθ’ ότι δεν υπάρχουν τέτοιες καταβολές».

Μάλιστα, βάλλει κατά του Ράινχαρτ Σίκατσεκ, υψηλόβαθμου στελέχους της μητρικής Siemens, τον οποίο χαρακτηρίζει αναξιόπιστο. Αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η πλήρης αναξιοπιστία τού κ. Σίκατσεκ διαπιστώθηκε από τα γερμανικά δικαστήρια. Σας έχει αναφέρει και ο κ. Γκάνβσιντ. Ο ίδιος έχει διαψευσθεί πολλές φορές, άλλωστε από την αρχή προσπάθησε να εμπλέξει όσο το δυνατόν περισσότερα ανώτερα στελέχη της Siemens ΑΕ Ελλάδος».

A.K.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα