Κυριάκο, τι περιμένεις;

Σε παραβατικές συμπεριφορές δικαστικών λειτουργών που «βγάζουν μάτια», η ηγεσία της Δικαιοσύνης παραμένει άβουλη και απαθής. Ποιος θα μας «φυλάξει από τους φύλακες», αν όχι ο πρωθυπουργός;

Στις 17/9/2019 ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, πριν από την εισήγηση για τη συγκρότηση Προανακριτικής Επιτροπής για τις τυχόν ευθύνες του πρώην υπουργού Δημήτρη Παπαγγελόπουλου, υπονοώντας τις τυχόν ευθύνες του τέως πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, μέσω κύκλων είχε δημοσιοποιήσει τη γνώμη του για την περίπτωση πιθανής παραπομπής του, λέγοντας ότι «Εγώ τους πολιτικούς μου αντιπάλους δεν τους στέλνω στα δικαστήρια. Οι πρωθυπουργοί κρίνονται στις κάλπες, στις συνειδήσεις των πολιτών και στις σελίδες της ιστορίας».

Φυσικά, η φράση εμπεριέχει και μια σταγόνα αστοχίας, αφού κανείς πρωθυπουργός δεν μπορεί να στείλει προκάτοχό του ή και οποιοδήποτε άλλο πολιτικό πρόσωπο στο εδώλιο, παρά μόνο η Δικαιοσύνη.

Ακόμη και το οποιοδήποτε επιβαρυντικό πόρισμα της Βουλής για παραπομπή στο Ειδικό Δικαστήριο πολιτικού προσώπου και τυχόν συμμετόχων, μετά την έκδοσή του  θα τύχει επεξεργασίας μέσω ανάκρισης από ανώτατα στελέχη της Δικαιοσύνης.

Η δήλωση του πρωθυπουργού δεν ήταν ότι «παιδιά, δεν μπαίνει κανένας φυλακή ακόμη κι εάν κλέψει οπώρας, ή πιαστεί με τη γίδα στην πλάτη». Ο κ. Μητσοτάκης εννοούσε πως δεν πρόκειται να μπει στη διαδικασία να στήσει σκευωρία, όπως έκανε ο προκάτοχός του με την αρωγή του συστήματος Παπαγγελόπουλου με την υπόθεση Novartis, όπου έβγαλε στη σέντρα 10 πολιτικά πρόσωπα.

Από τη μαγνητοφωνημένη συνομιλία του Παππά με τον Μιωνή προκύπτει ότι ο Αλέξης Τσίπρας και το σύστημα ΣΥΡΙΖΑ είχαν βάλει στο στόχαστρο και τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Εκβίαζαν τον Σταύρο Παπασταύρου να καταθέσει κατά της συζύγου του νυν πρωθυπουργού. Πίεζαν όποιον έβρισκαν μπροστά τους για να πει έστω και μία λέξη κατά του Μητσοτάκη. Ξέθαψαν υποθέσεις που έχουν τελεσιδικήσει, για να μπλέξουν τον κ. Μητσοτάκη σε υποτιθέμενα σκάνδαλα.

Αμόλησαν τα μαντρόσκυλά τους στον Τύπο για να υβρίζουν και να χυδαιολογούν. Μέχρι και στην ΕΡΤ έβαλαν τον Καψώχα να αποκαλέσει φασίστα τον κ. Μητσοτάκη. Και όμως, ο πρωθυπουργός τους συγχώρεσε. Έδειξε μεγαλοψυχία. Δεν ενδιαφέρθηκε να τους στήσει παγίδα και να τους απαντήσει με το «οφθαλμός αντί οφθαλμού». Κι αυτό διότι, όπως λέει ο ίδιος,αλλά και οι συνεργάτες του, τον λόγο έχει η Δικαιοσύνη.

Πολύ σωστή η προσέγγιση του κ. Μητσοτάκη και των επιτελών του να μη θέλουν, ούτε να στήσουν σκευωρία, ούτε να κάνουν υποδείξεις στη Δικαιοσύνη. Όμως, προκαλεί εντύπωση πώς είναι δυνατόν, τόσο σε επίπεδο υπουργού Δικαιοσύνης, όσο και σε επίπεδο ηγεσίας του Αρείου Πάγου να μη ζητούν από τους λειτουργούς της Δικαιοσύνης να κινηθεί σε πιο γρήγορους ρυθμούς, όπως και να επιτρέπει περίεργες συμπεριφορές εκ μέρους δικαστών που ελέγχονται.

Για να υπάρξει όμως απόδοση δικαιοσύνης, θα πρέπει οι δικαστικοί λειτουργοί που θα ερευνήσουν τις υποθέσεις Novartis, Μιωνή κ.λπ., να είναι όντως δικαστικοί που θα τιμήσουν τον όρκο τους, και όχι «παιδιά» –όπως ο ίδιος τα αποκαλούσε–του αρχηγού της σκευωρίας Novartis, του πρωταγωνιστή στηνυπόθεση εκβιασμού του επιχειρηματία Σάμπυ Μιωνή, και του «εφευρέτη» της χρήσης παρανόμως  χρισθέντων επί υπουργίας του κουκουλοφόρων μαρτύρων ως «μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος».

Μπορεί ο πρωθυπουργός να δηλώνει –και έτσι πρέπει– ότι έχει εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη. Το ερώτημα που τίθεται είναι αν η εμπιστοσύνη του περιλαμβάνει και πρόσωπα που πασιφανώς έχουν εκφύγει της νομιμότητας και λειτουργούν πλέον ως «παραδικαστικό» κύκλωμα της Δικαιοσύνης.

Η πρόσφατη προσπάθεια εκβίασης του επιχειρηματία Μιωνή να «μεσολαβήσει» στον Παπασταύρου, για να ενοχοποιηθεί η σύζυγος του πρωθυπουργού Μαρέβα Γκαμπρόβσκι, μέσω δικαστικών λειτουργών δεν θα υλοποιείτο;

Η μη κατάθεση κοινής φορολογικής δήλωσης του πρωθυπουργικού ζεύγους μέσω δικαστικών διαδικασιών δεν θα έπαιρνε επικοινωνιακή διάσταση, ώστε να πληγεί ο σημερινός πρωθυπουργός;

Αν η σκευωρία της Novartis είχε «αίσιον» τέλος, με τον πρώην πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά, τον σημερινό αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Παν. Πικραμμένο, τον σημερινό κεντρικό τραπεζίτη Γιάννη Στουρνάρα, τον τότε αρχηγό του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελο Βενιζέλο, τον τότε Επίτροπο Δημήτρη Αβραμόπουλο και τους υπόλοιπους τότε υπουργούς, να διασύρονται καθημερινά με «προαναγγελίες» της «Νέας Σελίδας», του «Documento», της ΕΡΤ της κας Ακριβοπούλου, του κ. Καψώχα και της κας Γιάμαλη, του AlphaTVμέσω της αγαπημένης του ΣΥΡΙΖΑ κας Παπαδάκου, και άλλων «καλών» παιδιών, είναι σίγουρο ότι ο Κυριάκος θα ήταν σήμερα ένοικος του Μεγάρου  Μαξίμου;

Τα παραδείγματα με δικαστικούς, που όπως διαπιστώθηκε, είχαν «στρεβλή» άποψη για την απόδοση της δικαιοσύνης, είναι πολλά.

Έχουν ήδη καταγγελθεί από υψηλόβαθμους συναδέλφους τους με αδιάσειστες αποδείξεις –και όχι μόνο απλές ενδείξεις–, για σωρεία παραβατικώνδικονομικών συμπεριφορών.

Κι όμως, οι κεφαλές της Δικαιοσύνης, ο υπουργός Δικαιοσύνης και η Εισαγγελία ΑΠ παραμένουν αδρανείς…

Υπενθυμίζουμε ότι οι «ηγήτορες» της Δικαιοσύνης επί ΣΥΡΙΖΑ Κοντονής, Παρασκευόπουλος, Θάνου, Δημητρίου κ.ά., χρησιμοποιούσαν κάθε μέσο εις βάρος δικαστικών που δεν ήταν «δικοί τους».

Έφτασαν στο σημείο να ακυρώσουν με παρέμβαση του τότε υπουργού Δικαιοσύνης Ν. Παρασκευόπουλου την εκ νέου επιλογή του τότε εισαγγελέως Εφετών Ισίδωρου Ντογιάκου στη θέση του προϊσταμένου της Εισαγγελίας του Εφετείου Αθηνών, με αιτιολογικό ότι είχε «θίξει» την τότε πρόεδρο του ΑΠ, Βασιλική Θάνου, όταν την κατήγγειλε για εξωθεσμική παρέμβαση στη Δικαιοσύνη. Τα ονόματα των δικαστικών που έκλειναν τα μάτια επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ είναι πολλά και βαρύνονται για την αδράνειά τους σε πλήθος δικονομικών παραβάσεων των υφισταμένων τους.

Βασιλική Θάνου, Ξένη Δημητρίου, Δημήτρης Δασούλας, Γρηγόρης Πεπόνης, Ηλίας Ζαγοραίος, Ελένη Τουλουπάκη, Χρήστος Ντζούρας, Ν. Μανώλης, Ειρήνη Τζίβα, Άννα Ζαΐρη, και αρκετά ακόμη που εκτέλεσαν τα καθήκοντά τους επί  ΣΥΡΙΖΑ με οφθαλμοφανείς δικονομικές παραβάσεις είναι εκείνα των οποίων σήμερα κιόλας θα έπρεπε να διερευνηθούν τα πεπραγμένα τους.

# Η περίπτωση που ο εταίρος της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ πίεζε τον ισοβίτη Γιαννουσάκη να κατονομάσει ως ναρκέμπορο τον Βαγγέλη Μαρινάκη μέσω της εισαγγελέως Ειρήνης Τζίβα, δεν θα διερευνηθεί;

# Η προ εβδομάδος δημοσιευθείσα επιστολή της κας Τουλουπάκη προς τον επόπτη της κ. Μπρακουμάτσο, στο περιεχόμενο της οποίας υπάρχει σαφής παραδοχή ότι έχει παραβεί τον νόμο, με αποτέλεσμα ο ιδανικός «εκτελεστής» των πολιτικών στην υπόθεση Novartis, Μάξιμος Σαράφης –κατά κόσμον Φιλίστωρ Δεσταμπασίδης– να χριστεί «μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος» για να  μπορεί να λασπολογεί εκ τους ασφαλούς, δεν είναι αδιάψευστος μάρτυρας των παρανομιών της κας Τουλουπάκη και του κ. Μπρακουμάτσου, ώστε να επιβάλλεται η παρέμβαση των κ.κ. Τσιάρα και Πλειώτα;

Βέβαια, μετά τα όσα έχει πει ο Παππάς στον Μιωνή κι ακούστηκαν στην κασέτα ότι «η Τουλουπάκη είναι φενταγίν του Παπαγγελόπουλου», μάλλον κάποιοι από τη ΝΔ που θέλουν να τη σώσουν, θα πρέπει να το ξανασκεφτούν.

Σε τελική ανάλυση όμως, όταν οι υπουργοί κλείνουν τα μάτια σε παραβατικές συμπεριφορές των υφισταμένων τους, εκείνος που παρεμβαίνει και τους επαναφέρει στην τάξη είναι ο πρωθυπουργός και κανείς άλλος.

Ο νυν πρωθυπουργός έχει κατά το παρελθόν και ο ίδιος υποστεί προσπάθεια σπίλωσής του, με τη γελοία υπόθεση των τηλεφωνικών κέντρων στην αρχή της καριέρας του. Σήμερα οι σκευωρίες έχουν εξελιχθεί, αλλά πάλι στοχεύουν συζύγους, παιδιά, συγγενείς, συνεργάτες με τον ίδιο σκοπό, δηλαδή τη σπίλωση.

Η περίπτωση του Νίκου Παππά που πίεζε για «ανεύρεση» –κοινώς κατασκευή– στοιχείων εις βάρος της συζύγου του, θα πρέπει να προβληματίσει τον πρωθυπουργό και ίσως επαναφέρει στη μνήμη του την κραυγή αγωνίας του εθνάρχη Κωνσταντίνου Καραμανλή:«Ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο;»

Και αυτό διότι ο σημερινός κυβερνήτης λέγεται Κυριάκος Μητσοτάκης

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα