Κυριαρχεί ο Μητσοτάκης, σε αποδρομή ο ΣΥΡΙΖΑ, “χαροπαλεύει” το ΚΙΝΑΛ

Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, που εξακολουθούν να δίνουν τεράστια ποσοστά στο κυβερνών κόμμα στην πρόθεση ψήφου, χαώδη απόσταση στην καταλληλότητα διακυβέρνησης μεταξύ Μητσοτάκη και Τσίπρα, αλλά και να αναδεικνύουν τη διείσδυση του πρωθυπουργού στα κόμματα της αντιπολίτευσης, προκάλεσαν τεράστιες αντιδράσεις σε όλα τα μήκη και πλάτη του πολιτικού μας συστήματος.

Του Μιχάλη Κωτσάκου

Πέραν των πρώτων αντιδράσεων του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ, ότι οι δημοσκοπήσεις είναι «πειραγμένες» και ότι δεν τις πιστεύουν, η αλήθεια είναι ότι τόσο ο κ. Τσίπρας, όσο και η κα Γεννηματά είναι εξόχως προβληματισμένοι, καθώς όλα δείχνουν πως ακόμη και οι ψηφοφόροι τους νιώθουν πολύ πιο ασφαλείς με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και όχι με τους αρχηγούς των κομμάτων που ψηφίζουν.

Η κα Γεννηματά βρίσκεται στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, βλέποντας πως το 92% των ψηφοφόρων του κόμματος εμπιστεύονται τον πρωθυπουργό στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Κάτι που σημαίνει ότι οι ΚΙΝΑΛίτες ψηφοφόροι συγχωρούν τις κυβερνητικές αστοχίες, τα λάθη και τις αβλεψίες, και φυσικά δεν δίνουν σημασία στην κριτική που ασκεί το κόμμα τους και στις αντιπολιτευτικές κορώνες της Φώφης Γεννηματά. Και η εξήγηση που έδωσε ο Στράτος Φαναράς (πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Metron Analysis) αποκαλύπτει εν μέρει πώς σκέφτεται πλέον η κοινωνία. Ότι οι σκληροί 35άρηδες ΠΑΣΟΚοι της δεκαετίας του ’80 τώρα διάγουν την 7η ή και 8η δεκαετία της ζωής τους κι έχουν μάθει αφενός μεν να ακολουθούν πιο εύκολα τις οδηγίες των ειδικών, αλλά –το κυριότερο– δεν νιώθουν ότι έγιναν δεξιοί με το να εμπιστεύονται τον φιλελεύθερο Κυριάκο Μητσοτάκη. Εξάλλου, οι πρωταγωνιστές της μεγάλης πόλωσης της τότε εποχής, ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, έχουν αποδημήσει εις Κύριον. Και οι ψηφοφόροι του ΚΙΝΑΛ (ΠΑΣΟΚια από κούνια) ενδιαφέρονται πρωτίστως να ζήσουν όσο περισσότερο μπορούν. Και υπακούουν τις συμβουλές. Επίσης, τα μέτρα που έχει λάβει η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα τα είχε πάρει και οποιαδήποτε σοσιαλδημοκρατική ηγεσία. Οπότε δεν νιώθουν με το να εμπιστεύονται τον Μητσοτάκη ότι είναι δεξιοί.

Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει σηκώσει τους τόνους μέχρι τον ουρανό για το νομοσχέδιο Κεραμέως-Χρυσοχοΐδη με την ίδρυση της πανεπιστημιακής αστυνομίας, εν τούτοις βλέπει πως το 1/3 των ψηφοφόρων του συμφωνεί με την αστυνόμευση στα πανεπιστήμια, ενώ άλλο ένα 1/3 θεωρεί πως υπάρχει έντονη παραβατικότητα εντός των χώρων ΑΕΙ και ΤΕΙ. Επίσης, σε υψηλά επίπεδα είναι και αυτοί που θεωρούν πως πρέπει να απομακρυνθούν οι αιώνιοι φοιτητές, ενώ συμφωνούν ότι όσοι δεν πιάνουν τουλάχιστον τη βάση στις εξετάσεις να μην εισέρχονται στα ανώτατα και ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα.

Και στις δύο περιπτώσεις, τόσο του ΚΙΝΑΛ, όσο και του ΣΥΡΙΖΑ, οι ηγεσίες δεν έχουν καταλάβει όχι μόνο τις ανησυχίες της κοινωνίας, αλλά ούτε τι θέλουν οι ψηφοφόροι τους. Και όλοι οι δημοσκόποι συμφωνούν πως δεν υπάρχει στροφή προς τη συντηρητικοποίηση της κοινωνίας, όπως ισχυρίζονται κάποιοι εντός της Κουμουνδούρου. Αντίθετα, οι σοβαροί αναλυτές των δημοσκοπήσεων κάνουν λόγο για στροφή στον ρεαλισμό. Οπότε οι πολίτες επικροτούν λύσεις που είναι πιο κοντά στην κοινή λογική, τόσο για τα οικογενειακά και προσωπικά τους προβλήματα, όσο και τα κοινωνικά.

Έτσι γυρίζουν την πλάτη σε εύκολες λύσεις, όπως αυτές που υπόσχεται εκ νέου ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως ζητά σε καθημερινή βάση ο Νάσος Ηλιόπουλος (εκπρόσωπος Τύπου ΣΥΡΙΖΑ). Δηλαδή, να μοιράσει χρήμα η κυβέρνηση. Παρά το γεγονός ότι όλοι στην Κουμουνδούρου γνωρίζουν ότι δεν υπάρχουν λεφτόδεντρα.

Το κοστούμι του κεντρώου προσπαθεί να φορέσει ο Τσίπρας

 

O χώρος του κέντρου

Επίσης, όπως προβλέπουν όλοι οι δημοσκόποι αλλά και οι αναλυτές, μεταξύ των οποίων και ο Ηλίας Νικολακόπουλος, ο οποίος δεν κρύβει την προτίμησή του στον ΣΥΡΙΖΑ, η μάχη των επόμενων εκλογών θα κριθεί στον χώρο του κέντρου, και όλοι υποστήριξαν προς τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι “στο χώρο του κέντρου ο Κυριάκος Μητσοτάκης όχι μόνο υπερέχει, αλλά στην κυριολεξία κυριαρχεί“. Μάλιστα, όπως αναφέρουν καλά πληροφορημένες πηγές, γνωστός δημοσκόπος ενημέρωσε τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης να ετοιμάσει στρατηγική για τις εθνικές εκλογές που θα διεξαχθούν είτε το 2025, είτε το 2026, θεωρώντας ότι οι επόμενες εθνικές εκλογές (διπλές) που τις προβλέπει μεταξύ Οκτωβρίου 2021 με Μάρτιο 2022 θα είναι νικηφόρες για τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη Νέα Δημοκρατία.

Οι δημοσκόποι εξήγησαν προς τον κ. Τσίπρα, πως ακόμη και κάποιες γκρίνιες από τη δεξιά πλευρά της Ν.Δ., δεν είναι ανησυχητικές, διότι και οι γκρινιάρηδες δεν μπορούν να εκφραστούν πολιτικά με άλλο δεξιό σχηματισμό. Ο Κυριάκος Βελόπουλος και η Ελληνική Λύση είναι πολύ μακριά από τα γούστα τους και όσο καταρρέουν οι θεωρίες συνωμοσίας για τον κορωνοϊό, που αποδέχεται το συγκεκριμένο κόμμα, τόσο δεν θα αποτελεί λύση για τους δυσαρεστημένους δεξιούς και φυσικά απειλή για τη Ν.Δ.

Συμπερασματικά οι δημοσκόποι εξήγησαν στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης τι σημαίνει κατ’ αυτούς ο χώρος του πολιτικού κέντρου και πόσο σημαντικός είναι: “Άρα ο κ. Μητσοτάκης, έχοντας δεμένο τον γάιδαρο του από τα δεξιά, είναι λογικό να ασχοληθεί με το κέντρο. Και το πολιτικό κέντρο είναι αυτό που κρίνει τον νικητή σε κάθε εκλογές. Διότι οι λεγόμενοι κεντρώοι δεν είναι οπαδοί, και γι’ αυτό πότε μετακομίζουν προς τα δεξιά και πότε προς τα αριστερά. Αυτό που τους ενδιαφέρει πρωτίστως είναι να επικρατεί τάξη, να είναι ασφαλείς και να μην ποδοπατούνται τα ατομικά τους δικαιώματα.

Αυτά τα τρία τα προσφέρει –μέχρις ώρας– η κυβέρνηση Μητσοτάκη, οπότε δεν έχουν κανένα λόγο να μην την υποστηρίζουν. Κι επειδή το συγκεκριμένο κοινό είναι πιο ανεκτικό, αντέχει και κάποιες ακραίες φωνές από τη Νέα Δημοκρατία, που απλά επιθυμούν να ακούγονται στον δημόσιο διάλογο.

Ο όρος Κέντρο δεν αφορά κάποια ταυτότητα τοπολογικής πολιτικής μορφής, ανάμεσα στη Δεξιά και στην Αριστερά, ούτε άτομα με απολιτίκ χαρακτηριστικά που αρνούνται να πάρουν θέση σε μια σύγκρουση. Πρόκειται για πολίτες που αναζητούν και αμφισβητούν, τηρούν έντονα κριτική στάση ακόμη και σε αυτό που ψηφίζουν. Μάλιστα, σε υψηλό ποσοστό έχουν ψηφίσει κατά καιρούς περισσότερα του ενός κόμματα.

Αντίθετα, οι κεντρώοι βλέπουν ότι οι εκπρόσωποι της κεντροαριστεράς και της αριστεράς κυνηγούν ανεμόμυλους σαν τον Δον Κιχώτη. Έτσι η κεντροαριστερά όχι μόνο δεν πείθει, αλλά οι δικοί τους ακραίοι (όπως αυτοί που αγωνίζονται για τα δικαιώματα του Κουφοντίνα) τρομάζουν. Και φυσικά και οι κεντρώοι κλείνουν τα αυτιά τους ακόμη και σε προτάσεις που είναι υλοποιήσιμες”.

 Στρατηγική επιλογή…

Με όλα αυτά τα δεδομένα, είναι απολύτως λογικό ο Κυριάκος Μητσοτάκης και οι συνεργάτες του να έχουν ως στρατηγική επιλογή την κυριαρχία στον χώρο του πολιτικού κέντρου. Κι όπως εξηγεί σε άρθρο του ο διευθυντής του Γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού, Δημήτρης Τσιόδρας, «πρόκειται για πολίτες που θέλουν μεταρρυθμίσεις, λένε όχι στον λαϊκισμό, είναι υπέρ της οικονομίας της αγοράς, αλλά θεωρούν απαραίτητη την ύπαρξη σοβαρού κοινωνικού κράτους. Είναι ακραιφνείς υποστηρικτές του κράτους δικαίου και των ατομικών δικαιωμάτων και εναντίον της κρατικής κι αστυνομικής αυθαιρεσίας κάθε είδους. Είναι αδιαπραγμάτευτα ευρωπαϊστές».

Και όσο ο Κυριάκος Μητσοτάκης κυριαρχεί στον χώρο του κέντρου, ο Αλέξης Τσίπρας αδυνατεί να απευθυνθεί σε αυτό τον κόσμο. Είναι χαρακτηριστικό ότι περίπου το 1/3 των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ έχει θετική γνώμη για τον πρωθυπουργό, ενώ περίπου ίδιο ποσοστό συμφωνεί με τις βασικές κυβερνητικές πολιτικές. Και φυσικά όταν από την Κουμουνδούρου εκπέμπονται τα περί «στροφής του Αλ. Τσίπρα στο Κέντρο», η ίδια η φράση υποδηλώνει ότι κάποιος στρέφεται προς έναν χώρο στον οποίο δεν ανήκε μέχρι τώρα.

Κι όπως επισημαίνουν οι αναλυτές, «για να μπορεί ο κ. Τσίπρας να παρουσιάσει μια εναλλακτική πρόταση, ικανή να αμφισβητήσει την κυριαρχία του κ. Μητσοτάκη, πρέπει να απεμπλακεί από ιδεολογικά στεγανά και να βρει τα πρόσωπα που θα την εκφράσουν. Παράλληλα πρέπει ο πρωθυπουργός να απεμπολήσει στοιχεία της δικής του ταυτότητας. Δεν φαίνεται πιθανό, ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Ούτε ο πρωθυπουργός πρόκειται να αλλάξει ταυτότητα, ούτε μπορεί ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης να κερδίσει ακροατήριο με το να υποδυθεί κάτι που δεν είναι».

 Εκ δεξιών διείσδυση στο κέντρο

Άλλο πάντως έχει εντυπωσιάσει τους δημοσκόπους για τις αντοχές της κυβέρνησης εν μέσω πανδημίας, παρά τα λάθη και τις αστοχίες. Σε αυτό που δίνουν μεγάλη σημασία είναι ότι με τον Κυριάκο Μητσοτάκη επιτυγχάνονται δύο πράγματα. Πρώτον, η βαθιά διείσδυση της δεξιάς στην κεντροαριστερά και, δεύτερον, η «απενοχοποίηση» της δεξιάς. Τόσες δεκαετίες η ελληνική κοινωνία γεννήθηκε και μεγάλωσε με αντιδεξιά ρητορική. Έμαθε να θεωρεί τη δεξιά ως κάτι επικίνδυνο. Τώρα, όμως, οι ψηφοφόροι της κεντροαριστεράς έχουν διώξει από πάνω τους τα αντιδεξιά σύνδρομα και αποδέχονται αυτόν πολιτικό χώρο, προσφέροντας την ιδεολογικοπολιτική ηγεμονία του κέντρου στον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Οι βασικοί αντίπαλοι του πρωθυπουργού σε αυτή την κυριαρχία του είναι δύο. Ο ένας εσωκομματικός. Ο άλλος προέρχεται από την πανδημία. Σε ό,τι αφορά την πανδημία, όλα μπορεί να αλλάξουν εάν τελικά η Ε.Ε. κατορθώσει να διορθώσει την αστοχία της Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν στις συμφωνίες που υπέγραψε για τα εμβόλια. Διότι τα εμβόλια αποτελούν το διαβατήριο και για την οικονομική ανάκαμψη. Διότι, ναι μεν οι πολίτες εμπιστεύονται τον κ. Μητσοτάκη, αλλά δεν παύουν να απαντούν ότι είναι απαισιόδοξοι και για την πανδημία και για την οικονομία, ενώ και για τη συνολική πορεία της χώρας οι γνώμες είναι μοιρασμένες για το αν είναι θετική ή αρνητική η κατεύθυνση στην οποία πορευόμαστε. Άλλωστε, και η αξιολόγηση της κυβέρνησης παρά το όποιο θετικό ισοζύγιο (49% έναντι 42%) θα μπορούσε κάποιος να πει ότι οι απόψεις είναι μοιρασμένες.

Από την άλλη, έντονη είναι η εσωκομματική γκρίνια στη Νέα Δημοκρατία. Και αυτό έχει να κάνει με το ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσέχει περισσότερο τους μουσαφίρηδες (στελέχη από την κεντροαριστερά στο πλαίσιο της στρατηγικής για διεύρυνση), αλλά έχει λησμονήσει τα παιδιά της δεξιάς. Αυτά που τρέχουν για να κερδίσει η Νέα Δημοκρατία τις εκλογές και αυτά που έβαλαν πλάτη για να παραμείνει η Νέα Δημοκρατία κόμμα εξουσίας, όταν το αντίπαλο δέος, το ΠΑΣΟΚ, συρρικνώθηκε κι εξαφανίστηκε επί της ουσίας από τον πολιτικό χάρτη.

Επίσης, από τη δεξιά πλευρά του κόμματος ασκείται έντονη κριτική, ότι όλοι ασχολήθηκαν με τη διακυβέρνηση και την εξουσία κι έχουν ξεχάσει το κόμμα. Μάλιστα εκφράζουν σε κάθε ευκαιρία την ανησυχία τους ότι η βάση του κόμματος βρίσκεται σε ύπνωση και ότι οι τοπικές οργανώσεις έχουν αδρανήσει, καθώς οι «κομματάρχες» ενδιαφέρονται πρωτίστως με το πώς θα βρεθούν σε θέσεις-κλειδιά δίπλα στην εξουσία.

Ακόμη και οι ψηφοφόροι του ΚΙΝΑΛ εμπιστεύονται περισσότερο τον Μητσοτάκη από την Γεννηματά

Η αλήθεια είναι ότι όντως παρατηρείται μία αδράνεια σε ό,τι αφορά τις τοπικές οργανώσεις. Πολλές εκ των οποίων έχουν αδρανήσει. Όμως την ίδια ώρα θα πρέπει να τονιστεί ότι σε ανάλογη κατάσταση, ή και χειρότερη βρίσκονται και οι τοπικές οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ. Κάτι που είναι λογικό, καθώς η πανδημία επί ένα χρόνο πλέον άλλαξε τις συνήθειές μας και –το κυριότερο– η ζύμωση σε τοπικό επίπεδο δεν επιτυγχάνεται με τηλεδιασκέψεις, αλλά διά ζώσης. Λόγω όμως της πανδημίας, οι εντολές των κομμάτων είναι να παραμένουν κλειστά τα γραφεία των τοπικών και κάποιοι αραιά και πού να ανοίγουν τα γραφεία απλά για να αερίζονται οι χώροι.

Όμως η Νέα Δημοκρατία έχει ως αντίδοτο την Τοπική Αυτοδιοίκηση, και αυτό πραγματικά είναι το τεράστιο όπλο της. Εκεί στα δημοτικά συμβούλια βρίσκονται πολλά τοπικά «γαλάζια» στελέχη, τα οποία και ζυμώνονται και μεταφέρουν τις αποφάσεις της ηγεσίας. Τουναντίον όλο αυτό το διάστημα τα τοπικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ (ειδικά του ΣΥΡΙΖΑ) είναι διχασμένα. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε ψηφοφορίες για επιτροπές σε πολλούς δήμους το ένα στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ ψηφίζει εναντίον του συντρόφου του. Να σημειωθεί ότι σε δήμο των Νοτίων Προαστίων έχουν εκλεγεί στο δημοτικό συμβούλιο ο γραμματέας της τοπικής του ΚΙΝΑΛ και ο γραμματέας της νομαρχιακής. Όταν το στέλεχος της τοπικής ήταν υποψήφιο για τη θέση του γραμματέα του Δημοτικού Συμβουλίου, ο σύντροφός του από τη νομαρχιακή ψήφισε τον αντίπαλο.

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα