Μαζί τα… βγάλαμε;  

Την προηγούμενη εβδομάδα δημοσιεύτηκε ο Δείκτης της Φορολογικής ανταγωνιστικότητας, ο οποίος κατατάσσει την Ελλάδα στην 29η θέση ανάμεσα στις 35 χώρες του ΟΟΣΑ. Καθόλου τυχαία θέση, αφού μια ελληνική επιχείρηση, από την έναρξή της, με το που βάζει το κλειδί στην πόρτα έχει να αντιμετωπίσει ένα όχι και τόσο ανταγωνιστικό περιβάλλον.

Της Αθανασίας Ακρίβου

Οι αποφασίζοντες να ασχοληθούν με το επιχειρείν στην Ελλάδα, πέρα από το επιχειρηματικό ρίσκο που αναλαμβάνουν, γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι θα πληρώνουν ένα ποσοστό της τάξης του 40-50% των κερδών τους στο κράτος, καθιστώντας τρόπον τινά «συνεταίρο» τους την εφορία. Μάλιστα, στην παραπάνω έκθεση του ΟΟΣΑ αναφέρεται ξεκάθαρα πως σε ό,τι αφορά την εταιρική φορολόγηση, η οποία σύμφωνα με τον διεθνή οργανισμό έχει σημαντική επίδραση στην οικονομική μεγέθυνση, η Ελλάδα την τελευταία πενταετία έχει υποχωρήσει 10 θέσεις. Έτσι, σήμερα βρίσκεται στην 25η θέση από την 15η θέση που βρισκόταν το 2014.

Η υψηλή εταιρική φορολόγηση και οι υψηλές εργοδοτικές εισφορές είναι αυτές που στέκονται εμπόδιο και στις ιδιωτικές επενδύσεις. Η έλλειψη των επενδύσεων με τη σειρά τους είναι ο μεγαλύτερος ανασταλτικός παράγοντας για την ανάσχεση του λεγόμενου brain drain, σύμφωνα με τον ΣΕΒ. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ΣΕΒ, στο διάστημα 2009-2017 μετανάστευσαν 374.000 άτομα από τα οποία οι 205.000 ήταν άνδρες και οι 169.000 γυναίκες.

Τι πρέπει να πληρώσει η επιχείρηση

Ας υποθέσουμε πως μια πολυεθνική εταιρεία θέλει να δημιουργήσει ένα ερευνητικό κέντρο στην Ελλάδα με νέες θέσεις εργασίας. Η εν λόγω εταιρεία θέλει να προσλάβει για παράδειγμα έναν επιστήμονα με μισθό 4.000 ευρώ τον μήνα. Η ίδια επιχείρηση καλείται από την πλευρά της να καταβάλει το ποσό των 9.500 ευρώ στο κράτος. Με τα ίδια χρήματα η ίδια εταιρεία εάν δημιουργούσε το ερευνητικό κέντρο στην Κύπρο ή τη Βουλγαρία θα μπορούσε να προσλάβει όχι ένα αλλά δύο τέτοια στελέχη.

Συνοπτικά θα λέγαμε πως το κράτος παρακρατεί σχεδόν το 60% των χρημάτων που διαθέτει μια εταιρεία για τα στελέχη της. Αποτέλεσμα η δημιουργία θέσεων εργασίας υψηλής κατάρτισης εργατικού δυναμικού να καθίσταται εντελώς απαγορευτική στην Ελλάδα.

Και η αλυσιδωτή αντίδραση συνεχίζεται, το εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό δεν μπορεί να βρει εργασία και έτσι οι νέοι επιστήμονες που ζουν στην Ελλάδα θα αναζητήσουν την τύχη τους προφανώς στο εξωτερικό για παρόμοιες θέσεις εργασίας. Να παραθέσουμε πως η τελευταία έκθεση της ΤτΕ έδειξε πως το 60% των Ελλήνων επιστημόνων εργάζεται στο εξωτερικό

Στα ύψη οι εργοδοτικές εισφορές

Και για τους χαμηλόμισθους όμως οι εργοδοτικές εισφορές είναι στα ύψη. Ας υποθέσουμε πως μια πολυεθνική θέλει να δημιουργήσει ένα εργοστάσιο παραγωγής στην Ελλάδα και αναζητεί εργάτες. Για τον μισθό των 500 ευρώ η εταιρεία αυτή θα επιβαρυνθεί με 744 ευρώ, ενώ στην Κύπρο για παράδειγμα το εργοδοτικό κόστος είναι στα 604 ευρώ. Όπως καταλαβαίνουμε, υπάρχει ένα επιπλέον κόστος της τάξεως των 140 ευρώ σε σχέση με την Κύπρο. Και για τους χαμηλόμισθους το κράτος παρακρατά περίπου το 45% των χρημάτων που διαθέτει η επιχείρηση για τον εργαζόμενό της. Και εάν το σκεφτούμε και από την άλλη πλευρά, στην Ελλάδα καταλήγει στην τσέπη του εργαζομένου το 65% του εργοδοτικού κόστους, ενώ στην Κύπρο το 83%. Τα παραπάνω παραδείγματα δείχνουν πως η Ελλάδα παραμένει ακόμα ένα αρκετά εχθρικό περιβάλλον για τις επιχειρήσεις. Η αγορά εργασίας εν κατακλείδι δεν θεωρείται ελκυστική ούτε για τις επιχειρήσεις αλλά ούτε για τους ίδιους τους εργαζόμενους.

Διπλάσιο και υπερδιπλάσιο ποσό των μισθών πληρώνουν οι επιχειρήσεις

Συνοπτικά για μισθούς τον μήνα, μια ελληνική επιχείρηση πρέπει να καταβάλλει διπλάσιο ακόμα και υπερδιπλάσιο ποσό των μισθών που εισπράττουν οι εργαζόμενοι λόγω της υψηλής φορολογίας και των δυσανάλογα υψηλών ασφαλιστικών εισφορών. Η κατάσταση αυτή προφανώς και δεν επιτρέπει στις ελληνικές επιχειρήσεις να προσελκύσουν Έλληνες που έχουν βρει εργασία στο εξωτερικό, να προσλάβουν εξειδικευμένο προσωπικό από το εξωτερικό ή το εσωτερικό. Πολύ απλά είναι αδιανόητο για έναν Γάλλο ή έναν Γερμανό υπήκοο να εργαστεί στην Ελλάδα και να επιβαρυνθεί τόσο πολύ.

Εν κατακλείδι, το μισθολογικό κόστος είναι τεράστιο, το οποίο αποτρέπει τις ξένες εταιρείες να επενδύσουν στην Ελλάδα. Στην περίπτωση πάλι αυτών που έχουν ήδη επενδύσει στη χώρα μας, εφαρμόζουν πλέον την κοινή τακτική να μεταφέρουν στο εξωτερικό και κυρίως στα Βαλκάνια θέσεις εργασίας που στην Ελλάδα κοστίζουν περισσότερο. Μεταφέρουν δηλαδή τμήματά τους που από το εξωτερικό μπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους και στην υπόλοιπη εταιρεία που μένει στην Ελλάδα, αλλά με τη διαφορά πως οι υπηρεσίες αυτές είναι φθηνότερες για την επιχείρηση.

ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΧΑΜΗΛΟΜΙΣΘΟΥΣ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΠΑΡΑΚΡΑΤΑ ΠΕΡΙΠΟΥ ΤΟ 45% ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΩΝ
ΠΟΥ ΔΙΑΘΕΤΕΙ Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟ ΤΗΣ

 

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα