ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ: Ωραίος ως Έλλην

«Έμαθα να είμαι μόνο Έλληνας» έλεγε ο Μίκης για τον εαυτό του ξεκαθαρίζοντας ότι τον ενδιέφερε μόνο «το εθνικό, το καθολικό»

Η κήρυξη τριήμερου εθνικού πένθους και το παλλαϊκό προσκύνημα που θα προηγηθεί πριν ο τεράστιος Μίκης Θεοδωράκης οδηγηθεί στην τελευταία του κατοικία είναι το λιγότερο που μπορεί να κάνει η Ελλάδα για τον οικουμενικό μουσικοσυνθέτη της, τον αγέραστο πολίτη του κόσμου, τον μαχητή της Δημοκρατίας της, το αμάραντο ρόδο της, όπως τον αποκάλεσε στο «αντίο» του ο Αντώνης Σαμαράς. Το περισσότερο; Να κρατήσει ζωντανές τις διδαχές, το ανάστημα και τη λάμψη που ο Μίκης έδωσε στη χώρα

Επιμέλεια: Καίτη Νικολοπούλου, Νίκος Τσαγκατάκης

 «Το σώμα έφυγε, το πνεύμα και το πολύπλευρο έργο του θα παραμείνει ως αέναο λίπασμα για να γονιμοποιήσει τις γενιές. Είναι ο πνευματικός Πατέρας όλων μας, τουλάχιστον όσων μπόρεσαν να διεισδύσουν βαθιά μέσα στον μελωδικό και ποιητικό του λόγο, τον οποίο μάς άφησε παρακαταθήκη για πάντα…» έγραψε ανάμεσα στα άλλα ο Νότης Μαυρουδής στα social media, αποχαιρετώντας τον «θεμελιωτή του νεότερου μεταπολεμικού τραγουδιού, του νεότερου πολιτισμού!» όπως χαρακτήρισε τον σπουδαίο Μίκη Θεοδωράκη.

Είναι εξόχως δύσκολη η απόπειρα να αποτυπωθεί έστω και με σχετική επάρκεια η μουσική, η πολιτική και εν μέρει η προσωπική διαδρομή του μεγάλου Έλληνα, χωρίς τον κίνδυνο να παραβλεφθεί κάτι από τα πολλά σπουδαία επιτεύγματα μίας γεμάτης ζωής 96 χρόνων.

Το κάνει ευκολότερο το γεγονός ότι ο Μίκης ήταν ταυτόχρονα και ελληνικός και παγκόσμιος, και «κοινό κτήμα» και μοναδικός, με αποτέλεσμα όλοι να κρατούν στην ψυχή και στο μυαλό τους τον «δικό τους, προσωπικό Θεοδωράκη».

Άλλωστε, ο ίδιος έλεγε ότι «έμαθα να είμαι μόνο Έλληνας» κι ότι τον ενδιέφερε «το εθνικό, το καθολικό». Αυτό το «εθνικό», το «καθολικό», και κυρίως ένα είδος «εσωτερικής ευθύνης» που έχει εξομολογηθεί ότι τον παρακινούσε, τον έκαναν πάντα να αυτοστρατεύεται στις μάχες για κοινωνική δικαιοσύνη και εθνική ανεξαρτησία.

Το πρώτο… αίμα

Η “αυτοστράτευση” του Μίκη έμελλε να έρθει νωρίς, καθώς το 1943 σε ηλικία μόλις 18 ετών συλλαμβάνεται για πρώτη φορά από τους Ιταλούς στη μεγάλη διαδήλωση της 25ης Μαρτίου 1943 και βασανίζεται. Ευτυχώς κατάφερε να διαφεύγει στην Αθήνα, όπου οργανώνεται στο ΕΑΜ και αγωνίζεται κατά των Γερμανών κατακτητών. Συγχρόνως σπουδάζει στο Ωδείο Αθηνών.

Με το μικρόφωνο στο χέρι κια στην αγκαλιά τον Γιάννη Ρίτσο

Η χαρά του Θεοδωράκη αλλά και όλων των Ελλήνων για την απελευθέρωση δεν κρατά για πολύ αφού ξεσπά ο εμφύλιος.

Ο Μίκης λόγω των προοδευτικών ιδεών του καταδιώκεται από τις αστυνομικές αρχές. Για ένα διάστημα ζει παράνομος στην Αθήνα χωρίς να σταματήσει την επαναστατική του δράση. Τελικά συλλαμβάνεται και στέλνεται εξορία στην αρχή στην Ικαρία και στη συνέχεια στο επονομαζόμενο στρατόπεδο θανάτου, τη Μακρόνησο.

Η περίοδος που μεσολαβεί από το 1950 οπότε και αποφοιτά από το Ωδείο μέχρι το 1954 που πηγαίνει με υποτροφία στο Παρίσι, και ως το 1960 είναι μια εποχή έντονης δραστηριότητας για τον Θεοδωράκη στον χώρο της ευρωπαϊκής μουσικής. Το 1960 είναι η χρονιά που επιστρέφει στην Ελλάδα έχοντας ήδη μελοποιήσει τον «Επιτάφιο» του Γιάννη Ρίτσου (σ.σ. σηματοδοτεί τη «στροφή» του προς το λαϊκό τραγούδι) αλλά το 1963 τα αλλάζει όλα η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη.

Έτσι ιδρύεται η «Νεολαία Λαμπράκη» στην οποία ο Θεοδωράκης εκλέγεται πρόεδρος ενώ την ίδια εποχή εκλέγεται βουλευτής της ΕΔΑ.

Στην παρανομία…

Την 21η Απριλίου του 1967 ο Μίκης περνά στην παρανομία και απευθύνει την πρώτη έκκληση για Αντίσταση κατά της Δικτατορίας στις 23 Απριλίου. Τον Μάιο του 1967 ιδρύει μαζί με άλλους την πρώτη αντιστασιακή οργάνωση κατά της Δικτατορίας, το ΠΑΜ, και εκλέγεται πρόεδρός του.

Συλλαμβάνεται τον Αύγουστο του 1967. Μπουμπουλίνας, απομόνωση, φυλακές Αβέρωφ, η μεγάλη απεργία πείνας, νοσοκομείο, αποφυλάκιση και κατ’ οίκον περιορισμός, εκτόπιση με την οικογένεια στη Ζάτουνα Αρκαδίας, στρατόπεδο Ωρωπού. Όλο αυτό το διάστημα συνθέτει συνεχώς. Πολλά από τα καινούργια έργα κατορθώνει με διάφορους τρόπους να τα στέλνει στο εξωτερικό, όπου τραγουδιούνται από τη Μαρία Φαραντούρη και τη Μελίνα Μερκούρη.

Ο Μίκης με τον Αλέκο Παναγούλη

Στον Ωρωπό η κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται επικίνδυνα με αποτέλεσμα να ξεσηκωθεί θύελλα διαμαρτυριών στο εξωτερικό. Προσωπικότητες, όπως οι Δημήτρης Σοστάκοβιτς, Άρθουρ Μίλερ, Λόρενς Ολιβιέ, Ιβ Μοντάν κ.λπ. δημιουργούν επιτροπές για την απελευθέρωσή του. Τελικά υπό την πίεση αυτή αποφυλακίζεται και βρίσκεται στο Παρίσι τον Απρίλιο του 1970.

Στο εξωτερικό αφιερώνει όλο τον χρόνο του σε περιοδείες σ’ όλο τον κόσμο με συναυλίες, συναντήσεις με αρχηγούς κρατών και προσωπικότητες, συνεντεύξεις, δηλώσεις για την πτώση της δικτατορίας και την επαναφορά της Δημοκρατίας στην Ελλάδα. Οι συναυλίες του γίνονται βήμα διαμαρτυρίας και διεκδίκησης και για τους άλλους λαούς που αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα: Ισπανούς, Πορτογάλους, Ιρανούς, Κούρδους, Τούρκους, Χιλιανούς, Παλαιστίνιους.

Γιατί πεποίθησή του ήταν πάντα ότι η δημοκρατία και η ελευθερία είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την εδραίωση της ειρήνης. Γιατί ο πόλεμος αποφεύγεται μόνο από ανθρώπους ελεύθερους, που μπορούν να ρυθμίσουν οι ίδιοι τις τύχες τους.

Ο Μίκης της μεταπολίτευσης 

Το 1974 πια η πτώση της Δικτατορίας με την απάντηση του διλήμματος που έθεσε ο Μίκης «Καραμανλής ή τανκς» βρίσκει τον μουσικοσυνθέτη να γυρίζει στην Ελλάδα. Δίνει πολλές συναυλίες εντός και εκτός συνόρων. Παράλληλα συμμετέχει στα κοινά είτε ως απλός πολίτης, είτε ως βουλευτής [1981-86 (παραίτηση) και 1989-92 (παραίτηση)] είτε ως Υπουργός Επικρατείας [1990-92 (παραίτηση)].

Το 1976 ιδρύει το Κίνημα «Πολιτισμός της Ειρήνης» και δίνει διαλέξεις και συναυλίες σε όλη την Ελλάδα. Ακολουθεί η τιμητική διάκριση του με το βραβείο Λένιν για την Ειρήνη το 1983 και το 1986 γίνεται πραγματικότητα κάτι που από το 1970 ακόμα έχει υποστηρίξει σε συνεντεύξεις του: η δημιουργία επιτροπών ελληνοτουρκικής φιλίας στην Ελλάδα με πρόεδρο τον ίδιο και στην Τουρκία με τη συμμετοχή γνωστών πνευματικών ανθρώπων όπως ο Αζίζ Νεσίν, ο Γιασέρ Κεμάλ και ο Ζουλφύ Λιβανελί.

Αργότερα παίζει και πάλι τον ρόλο του άτυπου πρεσβευτή ειρήνης, μεταφέροντας μηνύματα των Ελλήνων πρωθυπουργών, του Α. Παπανδρέου και του Κ. Μητσοτάκη, προς την τουρκική κυβέρνηση.

Έκτοτε και παρά το πέρας των χρόνων ο Μ. Θεοδωράκης δεν έπαψε να παίρνει δυναμικά θέση σε όλα τα σημαντικά γεγονότα της εποχής (ελληνοτουρκική φιλία, σεισμοί, βομβαρδισμοί στη Γιουγκοσλαβία, υπόθεση Οτσαλάν, πόλεμος στο Αφγανιστάν, πόλεμος στο Ιράκ κ.λπ.).

Ο ίδιος ξεχώριζε πάντα ως κομβικό ιστορικό γεγονός τον διαμελισμό –και την ισοπέδωση από τους ΝΑΤΟϊκούς συμμάχους– της Γιουγκοσλαβίας. Απόδειξη η μεγάλη συναυλία στις 26 Απριλίου του 1999 που διοργανώθηκε ως διαμαρτυρία στον πόλεμο του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία και η οποία με τα λόγια και τα τραγούδια του θύμισε κάτι από τις μεταδικτατορικές συναυλίες με τα «τραγούδια της φωτιάς» στο Στάδιο Καραϊσκάκη τον Οκτώβρη του 1974.

Πώς αποχαιρέτησε τον Θεοδωράκη ο πολιτικός κόσμος

Τον δικό του «αποχαιρετισμό» έστειλε στον εκλιπόντα Μίκη Θεοδωράκη ο πολιτικός κόσμος της χώρας. «Πανέλληνα» και «οικουμενικό δημιουργό» τον χαρακτήρισε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, συμπληρώνοντας ότι «του χαρίστηκε μια πλούσια και γόνιμη ζωή που την βίωσε με πάθος, μια ζωή ταγμένη στη μουσική, τις τέχνες, τον τόπο μας και τους ανθρώπους του, αφοσιωμένη στις ιδέες της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της ισότητας, της κοινωνικής αλληλεγγύης».

Από την πλευρά του ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης υπογράμμισε ότι «η Ρωμιοσύνη κλαίει» για την απώλεια του Μίκη Θεοδωράκη και πως «η καλύτερη τιμή προς αυτόν τον παγκόσμιο Έλληνα θα είναι εμείς, με το καθημερινό μας έργο, να κάνουμε πράξη αυτό ακριβώς το μήνυμά του. Ο Μίκης είναι η Ιστορία μας και πρέπει να τη συνεχίσουμε όπως θα ήθελε και εκείνος».

«Ο Μίκης έδωσε φως στις ψυχές μας. Σημάδεψε με το έργο του τη ζωή και τη διαδρομή όσων διάλεξαν τον δρόμο της δημοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης», είπε στο δικό του μήνυμα ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, σημειώνοντας ότι ο Μ. Θεοδωράκης «έδωσε νέο νόημα στην ελευθερία, τον πολιτισμό, την τέχνη, τη συμμετοχή», και πως «τον αποχαιρετούμε με τη βεβαιότητα ότι αυτό που αφήνει πίσω του είναι ανεξίτηλο. Στην ψυχή του λαού μας, στην ταυτότητα της πατρίδας μας, στην πολιτιστική κληρονομιά της οικουμένης».

«Στις δύσκολες στιγμές για τη δημοκρατία», είπε μεταξύ άλλων η πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής, Φώφη Γεννηματα, «τα τραγούδια του ήταν φάρος ελπίδας που δεν έσβησε ποτέ για εκατομμύρια Έλληνες. Όλοι μεγαλώσαμε, ερωτευτήκαμε, γίναμε ενεργοί πολίτες, πιαστήκαμε χέρι-χέρι σε συγκεντρώσεις και συναυλίες, τραγουδήσαμε, κλάψαμε από συγκίνηση κάτω από τους ήχους της μουσικής του. Ο ίδιος θα μας λείψει. Το έργο του θα είναι εδώ να μας εμπνέει και κυρίως να μας ενώνει όλους, να αγωνιστούμε για την Ελλάδα που ονειρευόμαστε, την Ελλάδα που μπορεί. Γιατί αυτό θα ήθελε κι ο ίδιος ο Μίκης. Ο Μίκης της νιότης μας, των αγώνων μας και της καρδιάς μας!».

Αγωνιστή-δημιουργό, πρωτεργάτη μιας νέας μαχόμενης τέχνης στη μουσική χαρακτήρισε τον Μίκη Θεοδωράκη ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας. «Στον Μίκη άρεσε να περπατά “στους μεγάλους δρόμους κάτω από τις αφίσες”. Κι εκεί η μουσική του θα συνεχίζει να ακούγεται, να εμπνέει, να διαπαιδαγωγεί. Με τη μουσική του Μίκη πορευόμαστε ώσπου “να σημάνουν οι καμπάνες” της κοινωνικής απελευθέρωσης. Θα είναι μαζί μας κι όταν “κοκκινίζουν τα όνειρα”», κατέληξε ο Δ. Κουτσούμπας.

Αναφερόμενος στην απώλεια του σπουδαίου Έλληνα ο γραμματέας του ΜέΡα 25, Γιάνης Βαρουφάκης, είπε από το βήμα της Βουλής ότι «η Ρωμιοσύνη φτώχυνε σήμερα, αλλά τη Ρωμιοσύνη ο Μίκης Θεοδωράκης την προίκισε με μια μεγάλη περιουσία, που την κατέστησε περισσότερη πλούσια στο διηνεκές».

Τέλος, ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης, Κυριάκος Βελόπουλος, αρκέστηκε να πει: «Της Δικαιοσύνης Ήλιε Νοητέ… Μίκη φωτεινέ, έφυγες. Σκοτείνιασε η Ελλάδα».

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα