Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα…

Απλούστευση διαδικασιών, βελτίωση ελεγκτικών μηχανισμών και στήριξη, κυρίως του συνεταιρισμένου αγρότη, ήταν, μεταξύ άλλων, το τρίπτυχο, στο οποίο εστίασε ο νέος υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Σταύρος Αραχωβίτης, μιλώντας σε δημοσιογράφους στην οδό Αχαρνών, την περασμένη Τετάρτη. Ο υπουργός έδειξε πως τον ενδιαφέρει οι αγρότες να βρουν τον δρόμο των αγορών, μέσα από ένα υγιές συνεταιριστικό κίνημα, το οποίο όμως, δυστυχώς, είναι σχεδόν διαλυμένο…

 

Της Άννας Στεργίου (*)

 

Η κατάργηση του φόρου επιτηδεύματος στον συνεταιρισμένο αγρότη είναι η στρατηγική, που επιλέγει εφεξής να πορευτεί η κυβέρνηση. Το δεύτερο βήμα προσέγγισης των συνεταιρισμένων αγροτών αφορά στην αξιοποίηση, υπό εκκαθάριση, λιμνάζουσας συνεταιριστικής περιουσίας, από υγιείς συνεταιρισμούς.

Το ερώτημα είναι εάν μπορεί το συνεταιριστικό κίνημα ν’ ανακάμψει, σε συνθήκες οικονομικής ασφυξίας, και με δεδομένα τα προβλήματα χρηματοδότησης. Σε μια συγκυρία, μάλιστα, που το συνεταιριστικό κίνημα είναι διχασμένο, με δυο συνεταιριστικούς φορείς, που ενίοτε συνεργάζονται κι άλλοτε καταγγέλλουν αλλήλους, και με συνεταιρισμούς τεσσάρων ταχυτήτων, λόγω του κύκλου εργασιών.

 

Έλλειμμα αξιοπιστίας

Ο συνεταιρισμοί έχτισαν τη σύγχρονη Ελλάδα μετά τον Μικρασιατικό πόλεμο και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την ανάστησαν. Τα χρόνια που ακολούθησαν, κάποιοι συνεταιρισμοί προχώρησαν, κάποιοι έμειναν πίσω. Ξεπεράστηκαν από τη λογική της αγοράς, που θέλει γρήγορες αποφάσεις κι ευελιξία, ζητώντας μονίμως κρατική βοήθεια και δημιουργώντας επιβλαβείς συνθήκες για τον υγιή ανταγωνισμό.

Η καμαρίλα, η οικογενειοκρατία, ο δραματικός εναγκαλισμός με τις εκάστοτε εξουσίες, ήταν διαλυτικοί παράγοντες για το συνεταιριστικό κίνημα, το οποίο πολύ συχνά εξυπηρέτησε οφίτσια και προσωπικές βλέψεις του εκάστοτε προέδρου ή του στενού συνεταιριστικού πυρήνα. Συχνά, δε, υπέκυπτε στις σειρήνες αγροτών, που δεν είχαν επίγνωση των δυσκολιών της αγοράς.

Στην κοινή συνείδηση των πολιτών, πέρασε η άποψη ότι ο συνεταιριστικός χώρος μαστίζεται από «τρωκτικά» και δίνει κάνα… κόκαλο στους αγρότες. Ακόμη στην επαρχία, ακούγεται το ανέκδοτο με πρόεδρο συνεταιρισμού, ο οποίος είχε κερδίσει 3 φορές το λαχείο, προκειμένου να δικαιολογήσει στο popolo τις οικονομικές απολαβές. Βεβαίως, υπήρχαν κι άνθρωποι που δεν έβαλαν το χέρι στο μέλι, αλλά είχαν μαύρα μεσάνυχτα ως προς τη διοίκηση των συνεταιρισμών κι ήταν φυσικό να πετάξουν το καράβι σε ξέρα.

Το φαντασιακό λειτούργησε και έτσι μαζί με τα ξερά κάηκαν και τα χλωρά. Ακόμη και μεγάλοι συνεταιρισμοί, με βαριά χαρτιά συκοφαντήθηκαν, ενώ η ΔΩΔΩΝΗ, που ήταν το κόσμημα της Ηπείρου, άλλαξε χέρια. Από τους περίπου 7.500 συνεταιρισμούς απ’ όταν τέθηκε σε ισχύ ο νόμος 4015, μόλις 500 φάνηκε στη συνέχεια πως είχαν πραγματική και σημαντική δραστηριότητα ή δυνατότητες να μείνουν όρθιοι.

Περιουσία γενεών πέρασε στα αζήτητα και κτήρια μεταβλήθηκαν σε κουφάρια. Όμως, όπως κι ο υφυπουργός των ΑΝ.ΕΛ., Βασίλης Κόκκαλης, ξεκαθάρισε η υπό εκκαθάριση αγροτική περιουσία εκφεύγει των αρμοδιοτήτων της οδού Αχαρνών και «δυστυχώς δεν συνεργάζονται όλοι οι εκκαθαριστές», ώστε η συνεταιριστική περιουσία να μην απαξιώνεται.

Η νομοθεσία, που ψηφίστηκε επί Αποστόλου, δεν μπόρεσε να κάνει επανεκκίνηση στο συνεταιριστικό κίνημα. Στην πορεία, αποδείχθηκε πως το οικονομικό πρόβλημα των συνεταιρισμών βαδίζει χέρι-χέρι με το ηθικό. Ακόμη κι άνθρωποι που υποστηρίζουν τον συνεργατισμό ήταν επιφυλακτικοί απέναντι σε νέα συνεταιριστικά εγχειρήματα. Σε εποχές άκρατου ατομικισμού, νέοι φοβούνται τα συλλογικά σχήματα και προτιμούν τα μικρά ιδιωτικά βήματα. Βεβαίως, ελπιδοφόρο μήνυμα είναι πως μέσα στην κρίση ξεπήδησαν και νέα, καινοτόμα, συνεταιριστικά σχήματα, ενώ παλιά άνοιξαν τα φτερά τους και σε νέες αγορές.

 

 

Οι παραγωγοί είναι έτοιμοι;

Δεν μηδενίζουμε, υπάρχουν συνεταιρισμοί που τους ζηλεύουν ιδιωτικές επιχειρήσεις, που λειτουργούν. Έχουν ερείσματα στην τοπική κοινωνία, έχουν καλό προϊόν, ενδιαφέρονται για τον παραγωγό και είναι αναγνωρίσιμοι, ενίοτε εξαγωγικοί και ανταγωνιστικοί παρά τις δυσκολίες της αγοράς. Οι παραγωγοί οφείλουν να πιστέψουν ξανά ότι μπορούν να χτίσουν υγιείς συνεταιριστικές δομές, που θα σβήσουν από το μνημονικό τους παλαιά αιματηρά διαζύγια από το συνεταιριστικό επιχειρείν.

Το δεύτερο σημείο έχει να κάνει όμως με τη νομοθεσία. Τα χρόνια των μνημονίων, ορθώς συνεταιρισμοί-σφραγίδες με το νομοθετικό πλαίσιο, βγήκαν από το παιχνίδι. Όμως, δημιουργήθηκαν άλλες στρεβλώσεις. Τα νέα, αδιάβλητα πρόσωπα έχουν φοβηθεί να μπουν σ’ ένα συνεταιριστικό εγχείρημα, όταν οποιοδήποτε λάθος οδηγεί αυτομάτως στην εκποίηση της περιουσίας. Πολύ περισσότερο, όταν πρόκειται για λάθη και παραλείψεις προηγούμενων διοικήσεων.

Χρειάζεται νέα συνεταιριστική νομοθεσία

Εν κατακλείδι, οι συνεταιρισμοί, όποτε λειτούργησαν, δημιούργησαν πλούτο, θέσεις εργασίας, ανάπτυξη και κοινωνική συνοχή, ειδικά σε περιοχές απομονωμένες. Τα φορολογικά κίνητρα υπέρ των συνεργατικών σχημάτων είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Αν όμως δεν αλλάξει και η νομοθεσία στους συνεταιρισμούς, αν δεν στηθεί η συνεταιριστική νομοθεσία από την αρχή, ώστε ο νόμος να είναι πρακτικά εφαρμόσιμος, τότε θα μιλάμε για άλλη μια χαμένη ευκαιρία…

Η πορεία έδειξε ότι ο καλύτερος συνεταιριστικός νόμος, που έγινε, και περπάτησε στην πραγματικότητα, ήταν τον καιρό του Βενιζέλου! Στα χρόνια που πέρασαν, οι προσπάθειες ήταν αλλεπάλληλες για ποδηγέτηση του συνεταιριστικού κινήματος, συχνά και μ’ ευθύνη των ίδιων των συνεταιριστών.

Σήμερα οι όροι έχουν αλλάξει, υπάρχουν συνεταιρισμοί που καινοτομούν, που είναι στην πρώτη γραμμή, λειτουργώντας συχνά, ακόμη και καλύτερα από ιδιωτικές εταιρείες. Όμως, το κλειδί για ν’ αλλάξει η οπτική των αγροτών ως προς τη διοίκηση και την αγορά είναι η συνεταιριστική εκπαίδευση. Ειδάλλως, κάθε προσπάθεια αναγέννησης του συνεταιριστικού κινήματος είναι καταδικασμένη ν’ αποτύχει.

 

 

 

(*) Η Άννα Στεργίου είναι κοινοβουλευτική συντάκτρια, εξειδικευμένη σε θέματα Αγροτικής Ανάπτυξης και συγγραφέας

 

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα