Νίκος Βιτωλιώτης: «Το ταλέντο καλλιεργείται»

Ο συγγραφέας μιλά στην «Α» με αφορμή το βιβλίο του «Σαραντακάτι καλοκαίρια» (Εκδόσεις Λυκόφως)

«Σαραντακάτι καλοκαίρια»; Και μόνο ο τίτλος σε προϊδεάζει γι’ αυτό που θα διαβάσεις. Νομίζεις! Τα πράγματα εξελίσσονται τελείως διαφορετικά. Πρόκειται για ένα νοσταλγικό και βαθιά ανθρώπινο βιβλίο, σε σχέση με αυτά που είχαμε και χάσαμε. Με αυτά που θα έχουν και ίσως να μη χάσουν οι νεότεροι, βασισμένοι στις εμπειρίες των… σαραντακάτι. Πώς το είπε ο Bob Marley; «Οι ωραίες στιγμές τού σήμερα είναι οι θλιμμένες αναμνήσεις του αύριο». Γι’ αυτές τις ωραίες στιγμές θελήσαμε να μιλήσουμε με τον συγγραφέα του βιβλίου «Σαραντακάτι καλοκαίρια», Νίκο Βιτωλιώτη, που εκδόθηκε από τις εκδόσεις Λυκόφως και πρόλαβε να γίνει επιτυχία από τις πρώτες πωλήσεις. Δικαίως, θα λέγαμε τυλιγμένοι στην νοσταλγία που αφήνουν οι αναμνήσεις τού… αύριο. 

Ιχνηλατώντας… με την Καίτη Νικολοπούλου

Κύριε Βιτωλιώτη, ποιο είναι το κίνητρο στην ενασχόλησή σας με την συγγραφή;

«Είχα κάτι να πω και σκέφτηκα ότι μπορεί να ενδιέφερε και άλλους. Προβληματισμοί κοινοί, διαχρονικοί και αναπάντητοι. Αλλά όταν γράφεις και τα βγάζεις από μέσα σου και τα μοιράζεσαι, αισθάνεσαι καλύτερα, έτσι δεν είναι; Κάτι σαν αυτο-ψυχοθεραπεία σε τιμή ευκαιρίας δηλαδή…»

Τι ακριβώς είναι το μυθιστόρημα «Σαραντακάτι καλοκαίρια»;

«Είναι ο καθρέφτης μιας γενιάς, αυτής των σαράντα με πενήντα, των σαραντακάτι δηλαδή – αυτό τουλάχιστον που είπε ένας αναγνώστης, και νομίζω πως είχε δίκιο. Σε αυτή την ηλικία δεν αισθάνεσαι συνήθως τόσο μεγάλος, όμως έρχεται η στιγμή που συνειδητοποιείς ότι αυτό που έχεις μπροστά σου είναι λιγότερο από αυτό που έχει ήδη τρέξει πίσω σου. Και αυτό τρομάζει λίγο (ή και πολύ, ανάλογα με την διάθεση). Και αν έχεις και παιδιά, τότε δεν μπορείς να καταλάβεις πότε ήσουν εσύ το παιδί και πότε έχεις δικά σου παιδιά. Όλα αυτά είναι ιδωμένα μέσα από την οπτική ενός 45άρη, ενός άντρα δηλαδή».

Μας λέτε εν προκειμένω ότι αναφέρεστε σε άντρες;

«Όχι, κάθε άλλο! Εκείνο που θέλω να πω είναι να μην τρομάζουν οι υποψήφιες αναγνώστριες – ο πραγματικός πρωταγωνιστής των “Σαραντακάτι Καλοκαιριών” είναι ο χρόνος, και ο 45άρης φίλος μας κάθε άλλο παρά εξιδανικευμένος παρουσιάζεται. Μέχρι που μια αναγνώστριά μου ταυτίστηκε (όπως τουλάχιστον μου είπε) περισσότερο με τον ήρωά μας παρά με την ταλαίπωρη σύζυγό του… Κατά την γνώμη της πρέπει να το διαβάσουν όλες οι γυναίκες, για να μπορέσουν να καταλάβουν πώς σκέφτεται ο μέσος άνδρας».

Πώς αντιμετωπίζετε τυχόν αρνητικές κριτικές;

«Είναι μέσα στο παιχνίδι. Δεν μπορεί να αρέσει ένα έργο το ίδιο σε όλους. Ούτε θα με ρίξουν, ούτε θα τις αγνοήσω. Θα σταθμιστούν διάφοροι παράγοντες, ποιος και γιατί τις κάνει, και θα αξιοποιηθούν καταλλήλως. Μπορεί και να ’χουν δίκιο και να βοηθήσουν στην βελτίωση, μόνο έργα του Πάπα είναι αψεγάδιαστα, σωστά; Κι εγώ δεν είμαι καν καθολικός…»

Είστε αισιόδοξος για το μέλλον της λογοτεχνίας, με την μορφή του έντυπου βιβλίου σε σχέση με τα e-books;

«Κοιτάξτε, ο κόσμος θα συνεχίσει να βρίσκει τρόπους να διαβάζει παρά τα προβλήματα και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει, τουλάχιστον για μια γενιά ακόμα. Τώρα όσον αφορά στους σημερινούς δεκάχρονους, δεν ξέρω. Λένε πως στην Φινλανδία δεν μαθαίνουν πια τα παιδιά γραφή αλλά πληκτρολόγηση στον Η/Υ. Δεν ξέρω αν η είδηση αληθεύει ή αν είναι τρολιά, αλλά κάτι δείχνει. Πάντως, το βινύλιο, που είχε θεωρηθεί νεκρό, έχει κάνει εδώ και λίγα χρόνια νέους φανατικούς οπαδούς».

Μπορεί ένας συγγραφέας να εργάζεται παράλληλα; Θέλω να πω, πόσο εφικτός μπορεί να είναι αυτός ο συνδυασμός, χωρίς τις ανάλογες συνέπειες, γνωρίζοντας ότι η συγγραφή «επιβάλλει» καθαρό μυαλό και ένα είδος ηρεμίας από οποιουσδήποτε εξωτερικούς παράγοντες;

«Χμμ… θα έλεγα πως πρόκειται καθαρά για την περίπτωσή μου. Για να είμαι ειλικρινής, αποδίδω καλύτερα υπό πίεση. Super dad, super author, super professional, ή μήπως πολυτεχνίτης κι ερημοσπίτης σαν τον Βέγγο; Εντάξει, η νεκροψία θα δείξει, μακάρι κάποια στιγμή να μπορώ να ζω από τα γραπτά μου».

Η φαντασία, οι εμπειρίες και το ταλέντο είναι ικανές προϋποθέσεις για την συγγραφή ενός βιβλίου, ή επιβάλλεται και μια κάποια μόρφωση για την επιτυχία του;

«Θεωρώ πως όλα βοηθούν, αλλά σίγουρα χωρίς το ταλέντο δεν προχωράς. Ευτυχώς, το ταλέντο είναι κάτι που καλλιεργείται. Τον μόνο εντελώς ατάλαντο που έχω γνωρίσει είναι ο εαυτός μου στον χορό».

Προσωπικά βιώματα και εμπειρίες παίρνουν θέση στην γραφή σας; Και αν ναι, πόσο εύκολο είναι να εκτίθεται κάτι προσωπικό δικό σας δημόσια;

«Ναι, οπωσδήποτε. Αν εξαιρέσουμε την hardcore επιστημονική φαντασία (αλλά κι αυτό δεν είναι απόλυτο), κάθε έργο έχει σίγουρα ένα κομμάτι του δημιουργού του. Είπαμε, αυτο-ψυχανάλυση…»

Ποιο είναι το ζητούμενο για σας, προκειμένου να θεωρήσετε ένα βιβλίο επιτυχημένο;

«Εκείνο που μ’ ενδιαφέρει είναι το βιβλίο να δημιουργεί συναισθήματα, να αφήνει κάτι έστω και αν δεν είναι το πιο θετικό. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχει περάσει αδιάφορο».

Τους χαρακτήρες των ηρώων σας τους χτίζετε από την αρχή, ή στην συνέχεια οι ανατροπές και οι απρόοπτες εξελίξεις τους επηρεάζουν με τις ανάλογες εναλλαγές;

«Ξεκινάω με το βασικό πλαίσιο, αλλά ως γνωστόν τα πάντα αλλάζουν κι αυτό περιλαμβάνει και τους λογοτεχνικούς χαρακτήρες. Είναι και μέρος της γοητείας της συγγραφής, αλλάζεις κατά το δοκούν πρόσωπα και καταστάσεις, κάτι σαν τον δημιουργό του κόσμου. Και αν ψωνιστείς και λίγο, τους αλλάζεις τα φώτα…»

«Σαραντακάτι καλοκαίρια» του Νίκου Βιτωλιώτη (Εκδόσεις Λυκόφως)

Ο χρόνος, «ο χρόνος ο αληθινός σαν μικρό παιδί είναι εξόριστος, ο χρόνος ο αληθινός είναι ο γιος μας ο μεγάλος κι ο μικρός» κατά Σαββόπουλο, βρίσκεται στον πυρήνα του μυθιστορήματος του Νίκου Βιτωλιώτη «Σαραντακάτι καλοκαίρια», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λυκόφως.

Ο αναγνώστης, μέσα από την ιστορία του Δημήτρη Γανώτα, συνειδητοποιεί ότι ο χρόνος τρέχει και δεν περιμένει. Ο Γανώτας, πρώην τραπεζικός υπάλληλος καριέρας και νυν άνεργος, έκανε την επανάστασή του γύρω στα σαράντα του, και μετά από περίπου τρία χρόνια κάνει τον απολογισμό της ζωής του, ενώ βρίσκεται σε οικογενειακές διακοπές σε πολυτελές resort. Το ανέμελο παιδί των ’70s, ο ανασφαλής έφηβος των ’80s, το ανερχόμενο αλαζονικό στέλεχος των ’90s και ο οικογενειάρχης των ’00s προσπαθεί να καταλάβει αν η ζωή που έζησε και που ακόμα ζει είναι αυτή που ο ίδιος επέλεξε, ή αν χάθηκε κάπου στην πορεία. Μαζί του και η σύζυγός του, Μυρσίνη Καρέλλα (που παλεύει με τα δικά της τέρατα), και τα δυο τους παιδιά, που ζουν μια ζωή πολύ διαφορετική από αυτή που έζησαν οι γονείς του κι εκείνος, σαραντακάτι χρόνια πριν.
Ο Δημήτρης Γανώτας ανατρέχει σε περασμένα καλοκαίρια διαφόρων φάσεων της ζωής του. Μια παρέλαση αναμνήσεων και ξεχασμένων προσώπων έρχονται στην επιφάνεια και ξυπνάνε παλιούς πόθους και ανεκπλήρωτες επιθυμίες. Το κορίτσι από το Καζακστάν, η Πριγκίπισσα των Τατάρων, όπως την αποκαλεί κι όπως την φαντάστηκε στο όνειρό του (ή μήπως ξυπνητός;) είναι απλώς μια από τις αφορμές που ψάχνει.
Ένα νοσταλγικό και βαθιά ανθρώπινο βιβλίο για αυτά που είχαμε και χάσαμε.

Ο Νίκος Βιτωλιώτης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1971 και μεγάλωσε στον Πειραιά. Έχει σπουδάσει Οικονομικά και Ευρωπαϊκό Πολιτισμό και έχει κάνει διάφορες δουλειές όπως μεταφραστής γαλλικών συνταγών, εργάτης σε εργοστάσιο, security σε συναυλίες (η καλύτερη απ’ όλες), τραπεζικός, δημόσιος υπάλληλος, ενώ ως φοιτητής παρέδιδε για ένα διάστημα και ιδιαιτέρα μαθήματα. Είναι παντρεμένος και έχει δύο παιδιά. Του αρέσει να ταξιδεύει στην πραγματική ζωή αλλά και με την φαντασία του. Δηλώνει φανατικός βιβλιόφιλος και σινεφίλ. Ζει στην Αθήνα και, αν κάποια στιγμή συνταξιοδοτηθεί, ίσως εγκατασταθεί μόνιμα στην Βίτωλη απ’ όπου κατάγεται ένας πρόγονός του. Το μυθιστόρημα «Σαραντακάτι καλοκαίρια» είναι το πρώτο του βιβλίο που δημοσιεύεται, αλλά πάντα κρατά και κάποια μισοτελειωμένα χειρόγραφα στο συρτάρι του.

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα