NOVARTIS: Η γελοιότητα ενός βουλεύματος…

Αξιόπιστοι οι κουκουλοφόροι για τους δικαστές αλλά αναξιόπιστοι για την Τουλουπάκη… >> Άκουγαν από τον Φρουζή για μίζες αλλά η Τουλουπάκη δεν τον εξέτασε… >>Πριν από την 1η/12/2017 η Κελέση δεν είχε ακούσει τίποτε για Σαμαρά, μετά όμως έμαθε… >> Βούλευμα-ξεπεσμός των κυρίων με τα λευκά κολάρα…

Το σημερινό άρθρο της «Α» για τους δικαστές που εξέδωσαν το αθωωτικό βούλευμα για όλους τους διωκόμενους –πολιτικούς, δικαστικούς, δημοσιογράφους κλπ – για την σκευωρία NOVARTIS με ξεκάθαρο σκεπτικό –πιο ξεκάθαρο δεν γίνεται– ξεγυμνώνει κάθε επιχείρημα των κυρίων με τα λευκά κολάρα και πλέον από μόνο του τίθεται το ερώτημα αν για τους παραπάνω εκπροσώπους της Δικαιοσύνης έχει κάποια σημασία ο όρκος που έδωσαν στην αρχή της καριέρας τους…

Μπορεί να πέρασαν χρόνια από τότε που αποφάσισαν να γίνουν δικαστές μπορεί κατά τη διαδρομή τους να υπέγραψαν «γραμμάτια» που πρέπει τώρα να ξεπληρώσουν, μπορεί να επιδίωξαν μετά τη συνταξιοδότησή τους να βολευτούν κάπου σε κάποιο όργανο, κάποιο συμβούλιο, κάποια Αρχή…

Τα μπορεί είναι πολλά.

Η «Α» με το σημερινό τέταρτο άρθρο της έχει αποδείξει πλήρως την αθλιότητα αυτού του βουλεύματος και έχει στηλιτεύσει την παντελή έλλειψη επιχειρημάτων και τις ετσιθελικές θεωρίες έωλων κρίσεων και συμπερασμάτων των κ.κ. αρεοπαγιτών και μελών του Συμβουλίου της Επικρατείας.  Κυρίως, όμως, έχει στηλιτεύσει την εξοργιστική τακτική των κατ’ επίφαση δικαστών να κλείνουν τα μάτια σε αυταπόδεικτα στοιχεία και να επικαλούνται άλλα παντελώς ανύπαρκτα.

Γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι αποτελούν τον τελευταίο βαθμό κρίσης της Δικαιοσύνης, ότι κανείς δεν θα τους ελέγξει και ακόμη ότι δύσκολα κάποιος που έχει έννομο συμφέρον  θα προχωρήσει σε δικαστική διερεύνηση της αυταπόδεικτης κατηγορίας για κακοδικία ξέχασαν τον όρκο τους και εξευτέλισαν τον όρο «Δικαιοσύνη».

Το γιατί αρεοπαγίτες, κορυφαία στελέχη του ΣτΕ, αλλά και οι πολιτικοί προϊστάμενοί τους έφτασαν στο σημείο να εκδώσουν το επαίσχυντο αυτό βούλευμα, είναι ένα ερωτηματικό που όμως σύντομα θα απαντηθεί. Τουλάχιστον από την «Α». Υπόσχεση και δέσμευση…

Η ΑΠΟΨΗ

***   ***   ***   ***

Βούλευμα για Novartis: Ηθική και ακεραιότητα αναζητούνται…

Γράφει η «Άγρια Μέλισσα» (*)

Υπάρχουν δύο αρχές που μεταξύ άλλων διέπουν το ποινικό δικαιϊκό μας σύστημα, η αρχή της ηθικής απόδειξης και η αρχή της αμεσότητας.

Με βάση την αρχή της ηθικής απόδειξης οι δικαστές οφείλουν να αποφασίζουν κατά την πεποίθησή τους, ακολουθώντας τη φωνή της συνείδησής τους και οδηγούμενοι από την απροσωπόληπτη κρίση που προκύπτει από τις συζητήσεις και που αφορά την αλήθεια των πραγματικών γεγονότων, την αξιοπιστία των μαρτύρων και την αξία των άλλων αποδείξεων, ενώ με βάση την αρχή της αμεσότητας οι δικαστές υποχρεούνται αφενός να βασίζουν την κρίση τους μόνο σε εκείνα τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία οι ίδιοι αντιλήφθηκαν ευθέως μέσω της άμεσης επεξεργασίας του προσκομιζόμενου αποδεικτικού υλικού και αφετέρου να προτάσσουν το πρωτότυπο αποδεικτικό μέσο, δηλαδή αυτό που αποδεικνύει ευθέως και αμέσως το αμφισβητούμενο γεγονός και να χρησιμοποιούν τα δευτερογενή αποδεικτικά μέσα που παρέχουν έμμεση απόδειξη μόνο ως βάση για περαιτέρω συλλογιστικής επεξεργασία.

Αποτέλεσμα της καταστρατήγησης των αρχών αυτών είναι η έκδοση αποφάσεων με προβληματική αιτιολογία, όπου είτε υπάρχει διάσταση ανάμεσα στο αληθινό περιεχόμενο των αποδείξεων και στο αποδιδόμενο σε αυτές, είτε τα μνημονευόμενα αποδεικτικά μέσα είναι ασύμβατα με τα αποδεικτικά συμπεράσματα.

Είναι εξάλλου κοινός τόπος της θεωρίας, αλλά και της νομολογίας, ότι στις περιπτώσεις αυτές καταστρατήγησης των θεμελιωδών δικαιϊκών αρχών οι δικαστές υπερβαίνουν την εξουσία τους, καθώς αρνούνται ουσιαστικά να συμμορφωθούν με συγκεκριμένη νομική τους υποχρέωση, καθώς στη λειτουργική αρμοδιότητα του δικαστή της ουσίας δεν εντάσσεται η διακριτική ευχέρεια ούτε να φαντάζεται ή να παρερμηνεύει αποδεικτικά μέσα, ούτε το να διαστρέφει το περιεχόμενο των υφιστάμενων αποδεικτικών μέσων ή να θεμελιώνει την κρίση του σε ανύπαρκτα αποδεικτικά μέσα.

Εν προκειμένω, το βούλευμα του Δικαστικού Συμβουλίου, όπως καταδείχθηκε και στις προηγούμενες δημοσιεύσεις μας, βρίθει αιτιολογικών ακροβατισμών και όσα συμπεράσματα εξάγονται στηρίζονται σε κρίσεις των δικαστών και όχι στα αμέσως εισφερθέντα σε αυτούς αποδεικτικά μέσα.

Ειδικότερα, στο βούλευμα γίνεται δεκτό ότι οι ένορκες καταθέσεις των προστατευόμενων μαρτύρων δίνονταν δια ζώσης, χωρίς αυτοί να έχουν δώσει προδιατυπωμένες καταθέσεις, λαμβάνοντας ως αποδεικτικό μέσο την κατάθεση του διευθυντή του τμήματος προστασίας μαρτύρων, ο οποίος σε ερώτηση της ανακρίτριας αν γνωρίζει να δόθηκε κάποια από τις καταθέσεις προδιατυπωμένη, εκείνος απάντησε ότι δεν υπήρξε κάποια συνάντηση που να ήταν τόσο σύντομη ώστε να έχει δοθεί προδιατυπωμένη κατάθεση. Λαμβάνει δηλαδή ως «απόδειξη» μία κατάθεση ενός ανθρώπου, ο οποίος τι έκανε; Καθόταν ο διευθυντής του τμήματος προστασίας μαρτύρων έξω από το ανακριτικό γραφείο και χρονομετρούσε την ώρα παραμονής του μάρτυρα;

Ήταν μέσα στο ανακριτικό γραφείο και ήξερε τι ακριβώς γινόταν; Επίσης, χρησιμοποιούν ως επίσης «απόδειξη» την κατάθεση των Σαράφη και Κελέση που δήθεν επιβεβαιώνουν ότι έδιναν καταθέσεις πάντα με φυσική παρουσία, χωρίς πιέσεις και δεν έδιναν προδιατυπωμένες καταθέσεις.

Γίνεται δεκτό δηλαδή στο βούλευμα ότι οι μαρτυρίες αυτών των προσώπων είναι αξιόπιστες, όταν στο ίδιο το βούλευμα γίνεται δεκτό λίγες σειρές παρακάτω ότι αυτοί οι καταθέσεις των μαρτύρων αυτών κρίθηκαν αναξιόπιστες από την ίδια την Τουλουπάκη και για αυτό αρχειοθέτησε τις δικογραφίες που είχαν σχηματιστεί από τις μαρτυρίες αυτών των αναξιόπιστων μαρτύρων!

Άραγε με ποιο σκεπτικό έκρινε το Δικαστικό Συμβούλιο ως αξιόπιστους αυτούς τους μάρτυρες; Περαιτέρω, το Δικαστικό Συμβούλιο εξάγει αποδεικτικό συμπέρασμα με βάση την «κρίση» του και όχι στηριζόμενο σε κάποιο αποδεικτικό μέσο και ειδικότερα αποφάσισε ότι η διαφορετική γραμματοσειρά στις μαρτυρικές καταθέσεις δεν αποδεικνύει τις προδιατυπωμένες καταθέσεις, αλλά η διαφορετική μορφοποίηση οφείλεται σε «προφανή αβλεψία» των εισαγγελέων και «στην ένταση που υπήρχε κατά την λήψη των καταθέσεων»! Και συνεχίζει το έωλο αιτιολογικό του βουλεύματος με την «κρίση» του δικαστικού συμβουλίου ότι αν οι καταθέσεις ήταν προδιατυπωμένες οι εισαγγελείς θα «φρόντιζαν να μην αποκαλυφθεί η προαναφερόμενη κατ’ αυτών αιτίαση, προβαίνοντας εύκολα σε ενιαία μορφοποίηση του κειμένου»!

Πώς προέκυψε αυτό; Κανείς δεν το έχει καταθέσει ποτέ! Επίσης, που στηρίζεται η ένταση των εισαγγελέων κατά τη λήψη των καταθέσεων; Να πω ότι πήραν σε μία δύο μέρες όλες τις καταθέσεις να το καταλάβαινα, αλλά εδώ μιλάμε για καταθέσεις που δίνονταν με ραντεβού και με βάση το πρόγραμμα του καθενός.

Στο ίδιο το βούλευμα γίνεται δεκτό ότι «οι επόμενες εξετάσεις τους κανονίζονταν μετά από αρκετές ημέρες». Μιλάμε για καταθέσεις που ελήφθησαν σε μέσα σε βάθος χρόνος 4 μηνών! Για ποια ένταση μιλάμε; Η Κελέση για παράδειγμα κατέθετε από τον Νοέμβρη του 2017 έως τον Φεβρουάριο του 2018!

Σε άλλο σημείο αναφέρεται ότι «η εξέταση των μαρτύρων δεν αφορούσε τη διενέργεια μη νόμιμης για υπουργικά αδικήματα προκαταρκτικής εξέτασης» και ότι οι ερωτήσεις από τους εισαγγελείς για πολιτικά πρόσωπα έγιναν «για την αναγκαία διερεύνηση ύπαρξης απλών υπονοιών εμπλοκής των προσώπων αυτών σε ερευνώμενη αξιόποινη πράξη»! Άρα διερευνούσαν ή όχι; Γιατί μπερδεύομαι πάλι…

Ο νόμος περί ευθύνης υπουργών ρητά αναφέρει ότι όταν επί ποινικής έρευνας ανακύπτουν ενδείξεις κατά κάποιου πολιτικού προσώπου, η δικογραφία διαβιβάζεται στη Βουλή αμελλητί και χωρίς αξιολόγηση, δηλαδή χωρίς χαρακτηρισμό πράξεων.

Αυτός είναι ο νόμος πώς να το κάνουμε τώρα; Στο βούλευμα όμως, εκφέρεται κρίση περί μη συμφωνίας με τις διατάξεις του ίδιου του νόμου, καθώς γίνεται δεκτό ότι η Τουλουπάκη το έκανε αυτό για να μην διαβιβάζονται στη Βουλή απαράδεκτες και προφανώς αβάσιμες καταγγελίες σε βάρος πολιτικών προσώπων! Ακόμα και αυτό να ισχύει και όντως αυτό να ήθελε να κάνει η Τουλουπάκη και να είχε τόσο αγνές προθέσεις, δικαιολογείται η κατάχρηση της εξουσίας της; Δικαιολογείται η παράβαση των καθηκόντων της; Προφανώς και όχι!

Αφήστε δε ότι εν τέλει μετά από τόσο κόπο που έκανε πράγματι αποδείχθηκαν προφανώς αβάσιμες οι καταγγελίες σε βάρος των πολιτικών προσώπων!

Και πάμε παρακάτω.

Γίνεται δεκτό στο βούλευμα ότι οι προστατευόμενοι μάρτυρες «ουδόλως πιέστηκαν ή καθοδηγήθηκαν από τους εισαγγελείς» και που στηρίζεται αυτό; Μα στις καταθέσεις των ιδίων των μαρτύρων! Των αναξιόπιστων! Αυτών που στο βούλευμα αναφέρεται ότι οι καταθέσεις τους κρίθηκαν αναξιόπιστες και αβάσιμες από την Τουλουπάκη και για αυτό αρχειοθέτησε τις δικογραφίες σε βάρος των πολιτικών!

Βέβαια, στη δικογραφία υπήρχε το απολογητικό υπόμνημα του «Ντζούρα», το οποίο προφανώς και δεν έλαβαν καθόλου υπόψη τους οι δικαστές παρά το γεγονός ότι αποτελεί άμεση απόδειξη, αλλά προτίμησαν να λάβουν υπόψη τους την αναξιόπιστη μαρτυρία των αναξιόπιστων μαρτύρων!!!.

Αναφέρει λοιπόν ο Ντζούρας, σχετικά με την κατάθεση της Κελέση για τον Σαμαρά ότι «…πριν τη λήψη της από 1-12-2017 κατάθεσής … μας είχε αφηγηθεί τα γεγονότα, τα οποία είχε αντιληφθεί σχετικά με το συγκεκριμένο συμβάν. Από την αφήγησή της, λοιπόν, είχαμε αντιληφθεί ότι δεν ήταν μπροστά σε περιστατικό παράδοσης χρημάτων στον πρώην πρωθυπουργό. Από την ανάγνωση όμως της κατάθεσης που έδωσε στις 1-12-2017 αφηνόταν ενδεχομένως η εντύπωση ότι η μάρτυρας ήταν μπροστά σε ένα τέτοιο περιστατικό…».

Αυτή την κατάθεση οι δικαστές τη διάβασαν; Δεν τους δημιουργήθηκε η απορία, γιατί ένας μάρτυρας αφηγείται γεγονότα σε εισαγγελείς, τα οποία δεν καταγράφονται; Δεν τους δημιουργήθηκε η απορία γιατί τη μία φορά η Κελέση δεν γνωρίζει για τον Σαμαρά και την επόμενη φορά της έρχεται επιφοίτηση;

Δεν τους δημιουργήθηκε η απορία γιατί ο Ντζούρας χρησιμοποιεί τη φράση «ανάγνωση της κατάθεσης» και όχι για παράδειγμα «λήψη της κατάθεσης»; Από αυτά και μόνο μπορεί εύκολα να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι μάρτυρες σαφώς καθοδηγούνταν από τους εισαγγελείς, οι οποίοι έκαναν κουβεντούλα με τους μάρτυρες, τους έστελναν σπίτι και αυτοί επέστρεφαν με τις εκθέσεις τους έτοιμες γραμμένες, σαν καλοί μαθητές και οι εισαγγελείς τις διάβαζαν, δεν τις λάμβαναν!

Αλλά όχι οι μαρτυρίες των αναξιόπιστων μαρτύρων είναι ασφαλέστερο αποδεικτικό μέσο. Που να καθόμαστε τώρα να βγάζουμε συμπεράσματα από τα απολογητικά υπομνήματα των κατηγορουμένων!

Τέλος, αξίζει να επισημανθεί ότι στο βούλευμα, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, γίνεται δεκτό ότι

1) ο Παπαγγελόπουλος ήδη τουλάχιστον από τον Μάρτιο του 2017 και χωρίς να υπάρχουν στοιχεία ζητούσε από τη Ράικου την ποινική δίωξη των πολιτικών,

2) ο Παπαγγελόπουλος ασκούσε επιρροή στην Τουλουπάκη, η οποία όταν διορίστηκε ως προϊσταμένη στην Εισαγγελία Διαφθοράς είχε μόλις προαχθεί στο βαθμό του Αντεισαγγελέα Εφετών και ήταν η νεότερη υποψήφια.

3) ο Παπαγγελόπουλος προσπαθούσε να χειραγωγεί δικαστές για εξυπηρέτηση ιδίων συμφερόντων και πραγματοποιούσε τις απειλές τους μέσω των εφημερίδων του Βαξεβάνη και των Παραπολιτικών

4) η Τουλουπάκη εντόπισε από έγγραφα των αμερικανικών αρχών 3 μάρτυρες, τους οποίους «κατά την κρίση της θεώρησε αξιόπιστους». Χωρίς να έχει ερευνήσει, αναζητήσει, επιβεβαιώσει ή διασταυρώσει όσα στοιχεία καταθέτουν οι μάρτυρες.

5) η Τουλουπάκη αφού έθεσε τους μάρτυρες υπό καθεστώς προστασίας τους προσέδωσε και τον χαρακτηρισμό του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος, επειδή «κατά την κρίση της θεώρησε ότι οι καταθέσεις τους θα συνέβαλαν ουσιαστικά στη διαλεύκανση της υπόθεσης.> Χωρίς ωστόσο, να υφίστανται οι νόμιμες προϋποθέσεις.

6) οι μάρτυρες έδιναν διαδοχικές και με χρονική απόσταση μεταξύ τους αλλεπάλληλες καταθέσεις, κατόπιν ραντεβού. Παρότι ενόψει και του εξαιρετικά σοβαρού περιεχομένου των καταθέσεων τους, θα έπρεπε να ληφθούν άμεσα και χωρίς χρονοτριβή.

7) οι μάρτυρες καταθέτουν όσα εξ ακοής ισχυρίζονταν ότι γνώριζαν μέσω του Φρουζή. Κατέθεταν δηλαδή γνώμες και εικασίες και ουδόλως ερωτώνται από τους εισαγγελείς πώς τεκμηριώνονται τα λεγόμενά τους….

8) ο Φρουζής που ήταν και η αποκλειστική πηγή των μαρτύρων, ουδέποτε κλήθηκε να καταθέσει. Δεν θεώρησαν σκόπιμο οι εισαγγελείς να καλέσουν σε κατάθεση τον άνθρωπο που φέρονταν να δωροδόκησε 2 πρώην πρωθυπουργούς και 8 πρώην υπουργούς!

9) οι μάρτυρες είναι αξιόπιστοι ως προς τις καταθέσεις τους ενώπιον του Δικαστικού Συμβουλίου και η μαρτυρία τους λαμβάνεται ως πλήρη απόδειξη της μη στοιχειοθέτησης των κατηγοριών σε βάρος των εισαγγελέων, παρά το γεγονός ότι η αναξιοπιστία τους αποδείχθηκε με την αρχειοθέτηση από την ίδια την Τουλουπάκη των δικογραφιών αναφορικά με τα 7 από τα 10 πολιτικά πρόσωπα.

Από τις ίδιες τις παραδοχές του βουλεύματος καθίσταται προφανές ότι όχι μόνο δεν υπάρχει επαρκής αιτιολογία για την απόρριψη των κατηγοριών, αλλά υπάρχουν αλληλοδιαψευδόμενες θέσεις και επ’ ουδενί δεν έχουν χρησιμοποιηθεί για την εξαγωγή αποδεικτικών συμπερασμάτων αξιόπιστα και άμεσα αποδεικτικά μέσα.

Όλη η αιτιολόγηση του βουλεύματος στηρίζεται στις καταθέσεις των αναξιόπιστων μαρτύρων και σε προσωπικές κρίσεις των δικαστών του Συμβουλίου. Οι αρχές της ηθικής αποδείξεως και της αμεσότητας των αποδείξεων πήγαν περίπατο

Βέβαια, όλα αυτά που γράφονται είναι ανούσια πλέον και αποτελούν απλά μία κριτική επισκόπηση του εκδοθέντος βουλεύματος, το οποίο έβαλε μία τελεία σε μία υπόθεση 5 ετών, όπου έκανε παλικάρια να σφάζονται εντός και εκτός Βουλής.

Ποιος δεν θυμάται τη ρήση του Πολάκη «θα κερδίσουμε τις εκλογές αν βάλουμε κάποιους φυλακή»; Τελικά και τις εκλογές έχασε ο ΣΥΡΙΖΑ και δεν μπήκε και κανείς φυλακή.

Όλα πλέον είναι κομμάτι της ιστορίας και εμείς μπορούμε απλά και μόνο να εκφέρουμε τη γνώμη μας για τα όσα εξελίχθηκαν.

Η Δικαιοσύνη απεφάνθη και μάλιστα αμετάκλητα. Ουδεμία σκευωρία σε βάρος των πολιτικών προσώπων. Οι όποιες παρατυπίες οφείλονται αποκλειστικά σε προσωπικές κρίσεις των εισαγγελέων και σε αβλεψία τους. Έτσι έκλεισε αυτή η τραγωδία και δυστυχώς κάθαρση δεν επήλθε.

Δόξα στην Βασιλική Θεοδώρου και στην Ελένη Ρ. Μετσοβίτου-Φλουρή, τις δύο εισαγγελείς του Δικαστικού Συμβουλίου, που εφήρμοσαν τον νόμο και προέταξαν τη λογική.

(*) Η «Άγρια Μέλισσα» είναι δικηγόρος

 

 

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα