Ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου ξεκαθαρίζει πως “πρέπει να συμφωνήσουμε με την Ελλάδα”
Δήλωσε ανοιχτός στο να «μοιραστούν» τα Γλυπτά του Παρθενώνα μεταξύ Βρετανικού Μουσείου και Μουσείου της Ακρόπολης
Όταν ερωτήθηκε εάν μερικά από τα γλυπτά θα μπορούσαν «να μεταφερθούν στην Ελλάδα τουλάχιστον για λίγο και μετά θα επέστρεφαν στο Λονδίνο», ο Όσμπορν είπε ότι «αυτό το είδος της διευθέτησης» μπορεί να είναι κατάλληλο, αν και δεν μπορεί «να μιλήσει εκ μέρους όλων των διαχειριστών του Βρετανικού Μουσείου».
«Δεν τα πήραμε βίαια»
Υπενθυμίζεται πάντως ότι πρόσφατα το Βρετανικό Μουσείο επιχείρησε για ακόμη μία φορά να αρνηθεί το γεγονός πως τα Γλυπτά εκλάπησαν βίαια από τον Λόρδο Έλγιν. «Μεγάλο μέρος των αγαλμάτων που φιλοξενούνται στο Μουσείο και το οποίο αφαιρέθηκε με εντολή του λόρδου Έλγιν, ανασύρθηκε από «τα χαλάσματα» γύρω από το μνημείο και δεν αποκόπηκαν όλα από τον Παρθενώνα», είχε δηλώσει το Μουσείο.
Ο ισχυρισμός αυτός, σημείωνε ο Guardian, που διατυπώθηκε σε συνεδρίαση της UNESCO, προσέθεσε μια νέα τροπή στη μακροχρόνια πολιτιστική διαμάχη και ήρθε μόλις λίγες ημέρες αφότου έγινε γνωστό πως το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν πρόθυμο να συζητήσει το αίτημα της Ελλάδας για επανένωση των γλυπτών του Παρθενώνα.
«Μεγάλο μέρος της ζωφόρου αφαιρέθηκε στην πραγματικότητα από τα ερείπια γύρω από τον Παρθενώνα» δήλωσε ο αναπληρωτής διευθυντής του μουσείου, δρ. Τζόναθαν Γουίλιαμς, στην ετήσια συνεδρίαση της διακυβερνητικής επιτροπής του οργανισμού παγκόσμιας κληρονομιάς για την προώθηση της επιστροφής των πολιτιστικών αγαθών. «Τα αντικείμενα αυτά δεν αποκόπηκαν όλα από το κτίριο, όπως έχει υποστηριχθεί».
Δυναμική υπέρ της επιστροφής τους στην Ελλάδα
Εδώ και μερικούς μήνες το θέμα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα έχει αποκτήσει μια ιδιαίτερη δυναμική. Τους τελευταίους μήνες η πυκνότητα των δημοσιευμάτων στα βρετανικά μέσα ενημέρωσης είναι ίσως η μεγαλύτερη από ποτέ. Η πρόταση δε της UNESCO για απευθείας διμερείς συνομιλίες μεταξύ του βρετανικού και του ελληνικού υπουργείου Πολιτισμού έγινε αποδεκτή από την βρετανική κυβέρνηση για πρώτη φορά στην ιστορία της διεκδίκησης των Γλυπτών.
«Μετά την παγκόσμια εκστρατεία της Μελίνας Μερκούρη τη δεκαετία του ’80 για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα η καμπάνια στις μέρες μας συνεχίζεται από τον Έλληνα πρωθυπουργό». Αυτό επισημαίνεται μεταξύ άλλων σε εκτενές ρεπορτάζ του τηλεοπτικού δικτύου ITV το οποίο τονίζει τις προσπάθειες που κάνει η ελληνική κυβέρνηση για την επανένωση των Γλυπτών. «Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει θέσει το θέμα όχι μόνο στην πρόσφατη επίσκεψή του στο Λονδίνο, αλλά και στην ομιλία του στο Κογκρέσο, αυξάνοντας έτσι την πίεση προς την Βρετανία», αναφέρει το ITV. Παράλληλα, στο εν λόγω ρεπορτάζ, σημειώνεται η ολοένα και αυξανόμενη υποστήριξη τόσο από την κοινή γνώμη της Βρετανίας όσο και από εξέχουσες προσωπικότητες του καλλιτεχνικού κόσμου.
Η ισχυρή δυναμική που έχει αναπτυχθεί υπέρ της ελληνικής θέσης αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις. Έτσι στην τελευταία που πραγματοποίησε η εταιρεία YouGov το 59% των βρετανών απάντησε πως πιστεύει ότι τα Γλυπτά «ανήκουν στην Ελλάδα». Μόλις το 18% υποστήριξε το αντίθετο ενώ το 22% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι δεν έχει άποψη.
Κορυφαίες προσωπικότητες του Ηνωμένου Βασιλείου τάσσονται πλέον δημοσίως, πολύ πιο συχνά, υπέρ της επανένωσης των Γλυπτών.
Ο Στίβεν Φράι, ο διακεκριμένος βρετανός ηθοποιός και συγγραφέας που εδώ και πολλά χρονιά έχει ταχθεί υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών στην Ελλάδα, πριν από μερικές μέρες επανέλαβε σε συνέντευξη του ότι οι Βρετανοί πια δεν έχουν κανένα ουσιαστικό επιχείρημα. «Σκεφτείτε οι Αμερικάνοι να είχαν “αγοράσει” τον Πύργο του ‘Αιφελ από τους Γερμανούς το 1941 και μετά την απελευθέρωση της Γαλλίας το 1945 να υποστήριζαν ότι, επειδή τα αγοράσαμε από τους ναζί, τώρα είναι δικός μας. Είναι εξωφρενικό», τόνισε μεταξύ άλλων ο Φράι στο ρεπορτάζ του ITV. Διευκρινίζοντας παράλληλα, πως «ο Παρθενώνας είναι μακράν πιο σημαντικός για την Αθήνα από ότι είναι ο πύργος του ‘Αιφελ για τους Παριζιάνους».
Στο ίδιο μήκος κύματος και η καθηγήτρια κλασικών σπουδών και αρχαίας ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Ντάραμ, Ήντιθ Χολ η οποία δήλωσε πως πολύ απλά «οι περισσότεροι πολίτες σε όλο το κόσμο δεν κατανοούν τα επιχειρήματα του Βρετανικού Μουσείου. Ακούγονται ξεπερασμένα, σαν να ανήκουν στον 19ο και όχι στον 21ο αιώνα».