Ο τούρκικος αναθεωρητισμός και το “μυστικό” του Κουρδικού

Τι κρύβεται πίσω από τα παζάρια και τις αντιφατικές επιλογές της εξωτερικής πολίτικης της Άγκυρας

Λίγους μήνες μετά από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία σίγουρα έχουν αλλάξει πολλά στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Ευρώπης. Ο αναθεωρητισμός που προτάσσει η Ρωσική Ομοσπονδία δυστυχώς «ξύπνησε» τις ορέξεις και άλλων αναθεωρητικών δυνάμεων στην περιοχή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Τουρκία.

Του Θωμά Λ. Τσιούκη (*)

Η τουρκική ηγεσία υπό τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν φαίνεται να έχει εγκαταλείψει τελείως την ευρωπαϊκή προοπτική της, την οποία το 2002 κατά την έναρξη της διακυβέρνησής του προωθούσε σθεναρά. Σήμερα η Άγκυρα ανασύρει από τα χρονοντούλαπα της ιστορίας σκοτεινές αξιώσεις έναντι των γειτόνων της, γεγονός που καθιστά την Τουρκία μια επικίνδυνα αναθεωρητική δύναμη, της οποίας οι μελλοντικές δράσεις αποτελούν «αίνιγμα».

Η Τουρκία του περασμένου αιώνα, όπου ο στρατός είχε πραγματική εξουσία στον κρατικό της μηχανισμό, ο κεμαλισμός σκίαζε τις ηγεσίες της και το Ισλάμ «όριζε» τον δημόσιο βίο της χώρας, σίγουρα δεν υπάρχει. Έχουν αλλάξει πολλά στη γειτονική χώρα, υπάρχει όμως μία «σταθερά» του σκοτεινού αναθεωρητικού κράτους που βασίζεται στην παραγραφή της ιστορικής αλήθειας και στη δημιουργία μιας σύγχρονης αναλήθειας.
Άλλαξαν πίστα η Άγκυρα
Αν στρέψουμε το βλέμμα στην εποχή της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, η όρεξη του τουρκικού αναθεωρητισμού περιοριζόταν σε αφηρημένα κυριαρχικά δικαιώματα, που κατά βάση αφορούσαν τα όρια του εναέριου χώρου της Ελλάδος, τη δικαιοδοσία του FIR Αθηνών και αργότερα της οριοθέτηση της ΑΟΖ. Εν συνεχεία την τελευταία δεκαετία του 21ου αιώνα η Τουρκική Εθνοσυνέλευση αποφασίζει να «ρίξει» στο τραπέζι την απειλή πολέμου (casus belli) έναντι της Ελλάδας, εάν και εφόσον αυτή επιθυμούσε να διευρύνει τα χωρικά της ύδατα από τα 6 στα 12 ναυτικά μίλια. Η Τουρκία έτσι για πρώτη φορά και με κάθε επισημότητα απειλεί ευθέως μια χώρα σύμμαχό της στο ΝΑΤΟ, εάν αυτή ενεργούσε επί τη βάσει του Διεθνούς Δικαίου.
Μετά και την επίσημη απειλή πολέμου, οι τουρκική εξωτερική πολιτική γίνεται πιο επιθετική στο πεδίο, γκριζάροντας και αμφισβητώντας την κυριαρχία νησιών και βραχονησίδων της Ελλάδος, μια θεωρία που έγινε πράξη με τα γεγονότα των Ιμίων το 1996.
Σήμερα, λοιπόν, η πιθανή ύπαρξη κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην ανατολική Μεσόγειο, ανοίγει τις ορέξεις της Τουρκίας και καθιστά πιο έντονη την αναθεωρητική εξωτερική πολιτικής της, αμφισβητώντας το Διεθνές Δίκαιο και τις συμβάσεις (που άλλωστε και η ίδια υπέγραψε) οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών, αλλά και εμπράκτως τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας.

Το… καινούργιο «φρούτο» της αποστρατικοποίησης
Πέραν όμως των καταδικαστέων και ανυπόστατων αξιώσεων, τις οποίες έθετε η Τουρκία μέχρι το 2020, σκληραίνει τη στάση της επαναφέροντας το ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης των ελληνικών νησιών του Αιγαίου. Ειδικότερα, η Άγκυρα επικαλείται κατά το δοκούν τα όσα προβλέπει η Συνθήκη της Λοζάνης του 1923 –η οποία αναθεωρήθηκε εν μέρει με τη σύμβαση του Μοντρέ του 1936– και η Συνθήκη των Παρισίων του 1947 που προέβλεπε την ένωση των Δωδεκανήσων με την Ελλάδα. Υποστηρίζει δε ότι η παραχώρηση των νησιών του Αιγαίου στην Ελλάδα έγινε «υπό όρους» και συνδέει την ελληνική κυριαρχία ως «εξαρτώμενη» από την τήρηση των προβλέψεων περί αποστρατικοποίησης.
Στο σημείο αυτό η Τουρκία έρχεται σε σύγκρουση με το Διεθνές Δίκαιο αφού παραβλέπει, ότι η απόδοση κυριαρχίας δεν αποτελεί διαδικασία που μπορεί να αναστραφεί. Πλέον η Τουρκία δεν κλιμακώνει μόνο διπλωματικά την κατάσταση στην εύθραυστη περιοχή μας, αλλά και επιχειρησιακά με υπερπτήσεις πολεμικών αεροσκαφών πάνω από ελληνικά εδάφη.

Η πολιτική του παζαριού
Για την τουρκική εξωτερική πολιτική διανύουμε μια περίοδο μετάβασης, όπου το διεθνές τοπίο αλλάζει συνεχώς και φυσικά δεν θεωρεί απίθανη μια αλλαγή συνόρων στο μέλλον. Επίσης γνωρίζει πολύ καλά, πως οι παράλογες αξιώσεις της για τον δυτικό κόσμο αποτελούν απλά έναν «φανταστικό μεγαλοϊδεατισμό». Η Τουρκία ακολουθεί την πάγια και προβλέψιμη πολιτική του παζαριού. Πίεση στην Ελλάδα, για να κερδίσει κάτι άλλο. Θέτει ζητήματα κυριαρχίας αλλά παράλληλα επικαλείται τη διαπραγμάτευση, ανοίγοντας μια βεντάλια διμερών ζητημάτων.
Φυσικά η Τουρκία δεν έχει στόχο μόνο να διαπραγματευτεί με τη χώρας μας. Θολώνει εσκεμμένα τα νερά γύρω της, για τα τραβήξει το βλέμμα των ΗΠΑ, που φαίνεται ότι πλέον την αντιμετωπίζουν ως ταραχοποιό. Η γειτονική χώρα από τη μία ευαγγελίζεται τη δύναμη που ενώνει και παράλληλα πατά σε δύο βάρκες, άλλωστε αυτό φάνηκε με τη στάση της στο ουκρανικό και την ανοχή ως προς τη Ρωσία, και από την άλλη εκμεταλλευόμενη τη γεωγραφική θέση της επιδιώκει την ανοχή των ΗΠΑ για μια ακόμη αιματηρή επιχείρηση στη Συρία.

Θερμό επεισόδιο ή γενικευμένη σύρραξη;
Η Τουρκία δοκιμάζει συνεχώς τις αντοχές των συμμάχων εκμεταλλευόμενη τη γεωγραφική θέση της που αποτελεί καίριας σημασίας για τις ΗΠΑ και την κυριαρχία τους στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Άλλωστε η αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ είναι στρατηγικής σημασίας για τα δυτικά συμφέροντα και τις εκεί στρατιωτικές επιχειρήσεις. Ως προς μια ενδεχόμενη στρατιωτική σύρραξη μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, μέχρι τώρα στις αναλύσεις και τις υποθέσεις θεωρούνταν πιθανότερο ένα «ατύχημα» ή μια προσχεδιασμένη πρόκληση, που ο αμερικανικός παράγοντας θα απέτρεπε να επεκταθεί σε πολεμική σύγκρουση και θα έφερνε τα δύο μέρη σε διαπραγμάτευση. Πλέον αυτό το σενάριο απομακρύνεται και η Τουρκία αμφισβητεί ευθέως την κυριαρχία της Ελλάδας, δημιουργώντας τετελεσμένα, κάτι που οδηγεί σε μια πολεμική σύγκρουση, στην οποία τρίτοι δεν χωρούν και αυτή διαμορφώνει το σκηνικό όπως επιθυμεί.
Ας μας προβληματίσει λοιπόν ότι οι νέες γενιές της Τουρκίας μεγαλώνουν σε ένα κλίμα πόλωσης, δημιουργίας ιστορικών αναληθειών, μακρόπνοων αναθεωρητικών σχεδίων (Γαλάζια Πατρίδα, Δυτική Θράκη, Βόρεια Κύπρος, κτλ). Δεν πρέπει φυσικά να παραβλέψουμε τις «σατανικές» κινήσεις της Τουρκίας στη Βόρεια Συρία, όπου κυρίως κατοικούν Κούρδοι, αφού αυτό το αποδεικνύει η επιβολή χρήσης τουρκικού νομίσματος στα εδάφη που έχει καταλάβει.

Η μεθόδευση με τους Κούρδους
Η κυβέρνηση Ερντογάν προσπαθεί να αποτρέψει από τη μία την αμερικανική στήριξη προς τους Κούρδους, καθώς η απειλή δημιουργίας κουρδικής κρατικής οντότητας είναι υπαρκτή. Από την άλλη πλευρά προσπαθεί να σύρει την τουρκική αντιπολίτευση σε έναν εθνικιστικό λόγο, γεγονός που θα μείωνε τα ποσοστά της και φυσικά θα απομάκρυνε και το κουρδικό εκλογικό κοινό από αυτήν. Στόχος; Η ευκολότερη επικράτηση των κομμάτων Ερντογάν και Μπαχτσελί.
Η μεθόδευση αυτή από πλευράς Τουρκίας έχει τελικό αποδέκτη κυρίως τις ΗΠΑ. Ατράνταχτη απόδειξη αυτού του συλλογισμού αποτελεί το βέτο της Τουρκίας στην ενταξιακή πορεία στο ΝΑΤΟ Φινλανδίας και Σουηδίας, επικαλούμενη τη στήριξη Ελσίνκι και Στοκχόλμης στους Κούρδους, με συνέπεια να θέτει έμμεσα το Κουρδικό ζήτημα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ, μέσω όμως σκανδιναβικής χερσονήσου.

(*) Ο Θωμάς Λ. Τσιούκης είναι πολιτικός επιστήμονας, απόφοιτος του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, σπουδαστής Νομικής Σχολής και συντονιστής Γραμματείας Κοινωνικής Αλληλεγγύης & Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Νέας Δημοκρατίας

Διαβάστε επίσης

Χρησιμοποιούμε cookies για λόγους στατιστικών & επισκεψιμότητας Συμφωνώ Περισσότερα